Εκτοξεύθηκαν οι αγοραπωλησίες ακινήτων το δεύτερο εξάμηνο του 2018, εξέλιξη που οφείλεται τόσο στην αύξηση των αντικειμενικών αξιών, όσο και στη δυναμική που έχουν αποκτήσει το κέντρο της Αθήνας και οι τουριστικές περιοχές της χώρας χάρη στην Airbnb.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, τον Ιούλιο τα έσοδα από τον φόρο μεταβίβασης ακινήτων αυξήθηκαν κατά 50,5% σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μήνα του 2017, τους επόμενους δύο μήνες «πάγωσαν» εξαιτίας των καλοκαιρινών διακοπών και συνέχισαν την ανοδική πορεία τους το επόμενο δίμηνο.
Συγκεκριμένα, τον Οκτώβριο καταγράφεται αύξηση των εισπράξεων της τάξης του 70,64%, ενώ τον Νοέμβριο αυξήθηκαν κατά 62,5% σε σχέση με τον Νοέμβριο του 2017.
Συνολικά, το διάστημα Ιανουαρίου – Νοεμβρίου 2018 οι φόροι που μπήκαν στα κρατικά ταμεία υπερβαίνουν τα 308 εκατομμύρια ευρώ καταγράφοντας αύξηση 32,2% συγκριτικά με το αντίστοιχο διάστημα του 2017.
Μεσίτες και συμβολαιογράφοι αναφέρουν ότι το 2018 οι αγοραπωλησίες ακινήτων ξεπέρασαν τις 25.000, προσεγγίζοντας τους προ κρίσης αριθμούς μεταβιβάσεων. Όπως αναφέρουν, το προηγούμενο έτος η εικόνα ήταν μεικτή. Από τη μία πλευρά χιλιάδες ιδιοκτήτες ακινήτων έσπευσαν στους συμβολαιογράφους για να μεταβιβάσουν στα παιδιά τους τα ακίνητα που διαθέτουν ή τμήμα της ακίνητης περιουσίας, ή να δημιουργήσουν εταιρείες με στόχο να καταβάλλουν μικρότερους φόρους στο ελληνικό Δημόσιο καθώς από το 2019 τέθηκαν σε ισχύ οι νέες αντικειμενικές αξίες που αναπροσαρμόστηκαν τον περασμένο Ιούλιο (το 2018 εφαρμόστηκαν μόνο για τον ΕΝΦΙΑ). Από την άλλη, στο κέντρο της Αθήνας και στις τουριστικές περιοχές της χώρας καταγράφεται μεγάλη ζήτηση για μικρά διαμερίσματα με στόχο να μετατραπούν σε κατοικίες βραχυχρόνιας μίσθωσης.
Την ίδια στιγμή δίχως αποτέλεσμα έληξε και η δεύτερη προθεσμία στην οποία είχαν συμφωνήσει κυβέρνηση και δανειστές για την πλήρη εξόφληση των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, το τέλος του 2018. Τα στοιχεία που έδωσε χθες στη δημοσιότητα το υπουργείο Οικονομικών για τον Δεκέμβριο του 2018 δείχνουν ότι οι ληξιπρόθεσμες οφειλές μειώθηκαν μεν, στα 2,039 δισ. ευρώ, έναντι 2,575 δισ. ευρώ τον Νοέμβριο, αλλά δεν μηδενίστηκαν.
Ο αρχικός στόχος που είχε τεθεί ήταν ο μηδενισμός των ληξιπρόθεσμων οφειλών με το τέλος του μνημονίου, τον Αύγουστο. Ωστόσο, αυτός δεν επετεύχθη και δόθηκε άτυπη παράταση έως το τέλος του έτους. Τα χθεσινά στοιχεία έδειξαν ότι ούτε αυτός ήταν εφικτός. Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης, ο οποίος είχε εξαγγείλει τον περασμένο Μάρτιο τον στόχο μηδενισμού τους έως το τέλος του μνημονίου, επανήλθε τον Δεκέμβριο λέγοντας ότι από τα 2,5 δισ. ευρώ των ληξιπρόθεσμων οφειλών (του τέλους Νοεμβρίου), το 1,5 δισ. ευρώ αποτελεί αντικείμενο δικαστικής διαμάχης μεταξύ Δημοσίου και προμηθευτών και γι’ αυτό καθυστερεί η εξόφλησή τους.
Αναλυτικότερα, σύμφωνα με τα χθεσινά στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές της γενικής κυβέρνησης ανέρχονταν στο τέλος Δεκεμβρίου σε 1,533 δισ. ευρώ, ενώ οι εκκρεμείς επιστροφές φόρων ήταν 506 εκατ. ευρώ, με αποτέλεσμα το σύνολο των ληξιπρόθεσμων οφειλών να φτάνει τα 2,039 δισ. ευρώ. Ενα χρόνο πριν, τον Δεκέμβριο του 2017, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές ανέρχονταν σε 3,321 δισ. ευρώ.
Εν τω μεταξύ, εντός του 2018 εκταμιεύθηκε 1,5 δισ. ευρώ από τον ESM για την εξόφληση ληξιπρόθεσμων οφειλών. Συνολικά, εξάλλου, ο ESM έχει διαθέσει, στο πλαίσιο του τρίτου μνημονίου, 7 δισ. ευρώ για την εξόφληση ληξιπρόθεσμων οφειλών.