Ο όρος ιδεολογία υποδηλώνει ένα συνεκτικό σύνολο ιδεών, αξιών και θεωριών, μια κοσμοθεωρία που αποτελεί τη βάση για οργανωμένη πολιτική δράση. Κάθε ιδεολογία δίνει μια συνολική περιγραφή της υπάρχουσας τάξης, παρέχει ένα όραμα, ένα επιθυμητό μέλλον για την κοινωνία και υποδεικνύει τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να επέλθει η πολιτική αλλαγή. Έτσι λοιπόν καθένας από τους «-ισμούς» (φιλελευθερισμός, σοσιαλισμός, φεμινισμός, φασισμός, συντηρητισμός, κομμουνισμός κ.ο.κ) καθώς και οι ποικίλες παραλλαγές τους, συνιστούν ένα διακριτό θεωρητικό πλαίσιο και παρέχουν ο καθένας τη δική του θεώρηση της πολιτικής πραγματικότητας. Αντίστοιχα με τους όρους αριστερά και δεξιά περιγράφονται συνοπτικά πολιτικές ιδέες και πεποιθήσεις πολιτικών κομμάτων, κινημάτων, προσώπων. Σύνολα δηλαδή ανθρώπων, ομάδων, κομμάτων που συνδέονται με γενικά παρόμοιες ιδεολογικές απόψεις. Εξακολουθούν αυτές οι έννοιες σήμερα να χωρίζουν και να ενώνουν ομάδες, κόμματα και ψηφοφόρους σε καθοριστικό βαθμό όπως συνέβαινε στο παρελθόν;
Στην Ευρώπη σήμερα παρατηρούνται πολιτικά φαινόμενα που ξεφεύγουν από την παραδοσιακή διάκριση των ιδεολογιών, της δεξιάς – αριστεράς και της εκπροσώπησης, τάξεων και συμφερόντων. Στην Ιταλία βλέπουμε την κυβερνητική συνεργασία της εθνικιστικής Λέγκας του Ματέο Σαλβίνι με το λαϊκιστικό Κίνημα 5 Αστέρων του Λουίτζι ντι Μάιο. Στη Γαλλία ο υποψήφιος της ριζοσπαστικής αριστεράς Ζαν-Λυκ Μελανσόν διευκόλυνε την ακροδεξιά της Ζαν Μαρί Λεπέν μη δεσμεύοντας τους ψηφοφόρους του στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών, πολλοί από τους οποίους στήριξαν την κ. Λεπέν. Στην Ελλάδα από το 2010 και μετά η πολιτική κινητικότητα κορυφώθηκε, με συχνές διαγραφές βουλευτών από τα κόμματα τους, μετακινήσεις προσώπων μεταξύ κομμάτων με διαφορετικές ιδεολογικές αφετηρίες και βέβαια την από το 2015 συγκυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ. Πως προκύπτουν αυτές οι συμμαχίες; Γιατί οι διαχωριστικές γραμμές του παρελθόντος φθίνουν και ποιοι παράγοντες φαίνεται να αποτελούν τις νέες διαχωριστικές γραμμές που ενώνουν και χωρίζουν κόμματα και ψηφοφόρους;
Μια πιθανή εξήγηση όλων αυτών των «παρά φύση» πολιτικών συνεργασιών και συμμαχιών μπορεί να αποδοθεί στο ξεθώριασμα των διαιρετικών τομών του παρελθόντος. Παλιοί ανταγωνισμοί και κοινωνικές συγκρούσεις όπως π.χ. κέντρο-περιφέρεια, εργασία-κεφάλαιο, που καθόριζαν αυτές τις διαιρετικές τομές και περιχαράκωναν ψηφοφόρους και κόμματα, έχουν πλέον ξεθωριάσει. Άλλο παράγοντα ίσως αποτελεί η παγκοσμιοποίηση που συμβάλει στη δημιουργία νέων συμμαχιών και συγκρούσεων. Παρόμοιο παράγοντα αποτελεί η προσπάθεια εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, η οποία συνεπάγεται περαιτέρω απώλεια εθνικής κυριαρχίας. Η ανάθεση όλων και περισσότερων εξουσιών σε έναν υπερεθνικό οργανισμό όπως είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση δημιουργεί εντάσεις, συγκρούσεις και εν τέλει νέα διλήμματα και συμμαχίες.
Η πολιτική πραγματικότητα λοιπόν αποδεικνύει ότι οι έννοιες αριστερά – δεξιά και οι δογματικές πολιτικές ιδεολογίες δεν μπορούν πλέον να αναλύονται με δεδομένα του παρελθόντος. Φαίνεται να μην αποτελούν τον καθοριστικό παράγοντας εκλογικής συμπεριφοράς και πολιτικών συνεργασιών. Σίγουρα εξακολουθούν να έχουν σημαντική επιρροή, όμως έχουν κάνει την εμφάνιση τους ορισμένες νέες διαχωριστικές γραμμές που συσπειρώνουν ψηφοφόρους και συνασπίζουν κόμματα και πολιτικούς. Μια σύγχρονη διαχωριστική γραμμή θα μπορούσε να είναι μεταξύ ευρωσκεπτικιστών και ευρωπαϊστών. Μπορεί πράγματι ο ευρωσκεπτικισμός να αποτελεί ένα κοινό σημείο σε συνεργασίες μεταξύ ιδεολογικά αντίθετων κομμάτων σαν τα παραδείγματα που αναφέρθηκαν παραπάνω. Ωστόσο ο ευρωσκεπτικισμός αποτελεί μια πολύπλευρη και πολυπαραγοντική έννοια, ενώ χρησιμεύει κυρίως ως αντιπολιτευτική ρητορική. Αυτό φάνηκε εξάλλου και στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ όπου από ευρωσκεπτικιστικό κόμμα αντιπολίτευσης, μετά την ανάληψη της εξουσίας πραγματοποίησε στροφή 180 μοιρών ακολουθώντας πιστά όλες τις επιταγές των Βρυξελλών.
Ίσως μια πιο έντονη διαχωριστική γραμμή που καθορίζει τις τρέχουσες πολιτικές εξελίξεις είναι μεταξύ λαϊκιστικής και ορθολογικής προσέγγισης της πολιτικής διαδικασίας. Ιδιαίτερα σε μια εποχή όπου ο λαϊκισμός για διάφορους λόγους βρίσκει έδαφος και εμφανίζει ανοδικές τάσεις σε ολόκληρο το δυτικό κόσμο. Ο λαϊκισμός ενυπάρχει σε όλο το πολιτικό φάσμα αριστεράς-δεξιάς και ενώνει πολιτικές δυνάμεις που προτείνουν απλές λύσεις για σύνθετα προβλήματα, κατηγορούν την Ευρώπη και τις εγχώριες ελίτ για όλα τα δεινά της χώρας τους και εμφανίζει εκείνους που ασπάζονται τη ρητορική του ως τους μόνους εκπρόσωπους του «αγνού» λαού. Φαίνεται όντως να αποτελεί τον κοινό παρανομαστή των κατά τα άλλα διαφορετικών κομμάτων που συνεργάζονται, καθώς και μιας κοινής πολιτικής και εκλογικής συμπεριφοράς μεταξύ διαφορετικών ψηφοφόρων. Ο ορθολογισμός από την άλλη, χαρακτηρίζεται από την προσπάθεια ανάλυσης των προβλημάτων στις πραγματικές συνθήκες, καθορισμό στόχων και επιλογή της καλύτερης δυνατής λύσης (ή της λιγότερο επώδυνης) για τον τιθέμενο στόχο.
Σίγουρα κανείς δεν μπορεί να μιλήσει για το τέλος των ιδεολογιών. Και σίγουρα υπάρχουν διάφοροι παράγοντες που εξακολουθούν να καθορίζουν την εκλογική συμπεριφορά (ηλικία, φύλο, κοινωνική θέση, οικονομική κατάσταση, πολιτική κουλτούρα κ.α.). Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης όμως φαίνεται να εμφανίζονται νέοι όροι, συνθήκες και προϋποθέσεις που σχηματίζουν νέες διαχωριστικές γραμμές, νέες συμμαχίες, νέα διλήμματα και οράματα για το μέλλον. Πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί να μην χάσουμε όσα έχουμε κερδίσει ως κοινωνία. Να μην τα θυσιάσουμε στον βωμό της αγανάκτησης και στο όνομα ανεφάρμοστων ουτοπιών και ιδεοληπτικών δογμάτων.
* Ο Γεώργιος Νάστος είναι ιδιωτικός υπάλληλος – απόφοιτος του τμήματος πολιτικής επιστήμης του πανεπιστημίου Κρήτης