Τώρα που ξεκινά το πολυήμερο της χαράς και του κεφιού ας θυμηθούμε πρωτεργάτες αυτής της μεγάλης πρωτοβουλίας που έδωσε στο Ρέθυμνο ζωντάνια και κίνηση.
Ας ξεκινήσουμε από τη δεκαετία του 1950 και μετά ας θυμηθούμε και τους πρώτους καρναβαλιστές που λίγο πολύ τους αναφέρουμε συχνότερα.
Για την αναβίωση του Καρναβαλιού θα πρέπει να φέρουμε πρώτα στη μνήμη τον Κώστα Μανουρά.
Γεννήθηκε στις 8 Φεβρουαρίου 1920 στο Ρέθυμνο. Ήταν καμάρι γονέων και συγγενών για τις επιδόσεις του στο σχολείο. Με άριστα τέλειωσε το πρακτικό τμήμα του Γυμνασίου Ρεθύμνου το 1938 και με τη γνωστή άνεση πέρασε και στις εξετάσεις για ανώτερες σπουδές. Πέτυχε δεύτερος στη Γεωπονική Σχολή Θεσσαλονίκης. Οι σπουδές του τον γέμιζαν γιατί το αντικείμενό τους ήταν από τα μεγάλα ενδιαφέροντα του νεαρού φοιτητή. Αγαπούσε τη φύση και λάτρευε κάθε στοιχείο που την αποτελούσε. Παρακολούθησε με συνέπεια τα μαθήματά του αλλά δεν έμενε αδιάφορος στα ιδεώδη της δημοκρατίας. Και όποτε αισθανόταν απειλή έμπαινε μπροστά για να τα προστατεύσει. Δεν ήταν κάτι απλό. Εκείνες τις εποχές κάθε ανεξάρτητη φωνή ενοχλούσε το καθεστώς και καθένας που ήθελε να σκέπτεται λεύτερα γινόταν το «κόκκινο πανί» για τους κρατούντες.
Ο Κώστας Μανουράς όμως αδιαφορούσε για τους κινδύνους και τις απειλές. Το γόητρό του δεν του επέτρεπε συμβιβασμούς. Άλλωστε δεν είχε κανένα λόγο να συνθηκολογήσει για να πετύχει την κοινωνική του άνοδο. Ήταν έξυπνος, με δημιουργικό μυαλό και παραγωγική φαντασία. Η ζωή ανοιγόταν μπροστά του για να την κατακτήσει και να διακριθεί.
Έτσι έκανε πάντα αυτό που τον εξέφραζε, χωρίς ποτέ να γίνει «αυλή» σε κανέναν από τους ισχυρούς.
Για την επιτυχημένη του πορεία στη ζωή και τη δράση του στην Αντίσταση κάνουμε εκτενή αναφορά σε αφιέρωμα που υπάρχει στην ιστοσελίδα μας Politistiko-Rethymno.org. Στη σημερινή αναφορά μας θα σταθούμε στη μεγάλη του συμβολή στον πολιτισμό, του οποίου υπήρξε άοκνος εργάτης.
Ως πρόεδρος ιδιαίτερα της Περιηγητικής Λέσχης συνέβαλε τα μέγιστα στην οργάνωση τόσο της Γιορτής Κρασιού όσο και του Καρνάβαλου.
Σαν ανώτερος άνθρωπος άνοιγε δρόμους για να περάσουν και οι άλλοι άξιοι. Ποτέ δεν μονοπώλησε θριάμβους των φορέων στους οποίους προήδρευε γιατί πίστευε στο θαύμα της συλλογικής εργασίας. Και ενίσχυε με κάθε τρόπο το πνεύμα συνεργασίας αποτελώντας πρότυπο ανθρώπου που εκφράζει τα ιδεώδη του με την συμπεριφορά του και τον τρόπο ζωής του.
Το ήθος, η συνέπειά του και η μεγάλη του προσφορά είχαν ευτυχώς την αναγνώριση που άξιζαν. Για τη μεγάλη του κοινωνική προσφορά και την επαγγελματική του δράση έλαβε το 1990 το τιμητικό δίπλωμα του διεθνούς Ρόταρυ.
Μάρκος Γιουμπάκης
Αυτός ο άνθρωπος γεννήθηκε για να δίνει χαρά στους ανθρώπους. Κι ενώ η πνευματική του προσφορά ήταν συνεχής όλο το χρόνο τις απόκριες έδειχνε μια άλλη πτυχή της χαρισματικής του προσωπικότητας ξεσηκώνοντας τους πάντες με το κέφι και τη ζωντάνια του.
Γεννήθηκε στο Ρέθυμνο το 1929. Μοναδικό βιός της φαμίλιας του το φιλότιμο και η αδιαμφισβήτητη εντιμότητα. Ο Μάρκος, στα γυμνασιακά του χρόνια, βίωσε τη φρίκη της κατοχής. Ο θάνατος έγνεφε πολλές φορές από μακριά και η στέρηση μαράζωνε τις μέρες.
Αυτός όμως είχε βρει το μεγάλο γιατρικό για να ξεπερνά εκείνα τα βιώματα. Διακωμωδούσε με υγιή και έξυπνο τρόπο, το κάθε τι. Και είχε τη μοναδική ικανότητα να παρασύρει και τους άλλους σε μια πιο αισιόδοξη αντιμετώπιση της κακομοιριάς που μάστιζε το Ρεθυμνάκι μας.
Η επαφή και η συνεργασία με τον τιτάνα της πολιτιστικής μας ζωής Πολύβιο Τσάκωνα τον επηρέασε βαθιά. Τον άκουγε με βαθιά προσοχή και συμφωνούσε μαζί του, πως όταν το Ρέθυμνο διαθέτει παράδοση στο πνεύμα δεν του χρειάζεται τίποτα περισσότερο για να δώσει σαν πόλη το στίγμα του.
Η μεγάλη ιδέα της Βιβλιοθήκης έγινε και δικός του πόθος. Μου έλεγαν παλιά, χρόνια πάνε από τότε, ότι ο Μάρκος μάζευε φύλλο φύλλο έντυπα κι εφημερίδες για να δημιουργήσει σώματα και να υπάρχει ένα αρχείο του τόπου. Ήταν η πρώτη ας πούμε «μαγιά» για το θαύμα που θα ακολουθούσε…
Για ένα μεγάλο διάστημα τρεφόταν με το όραμα, γιατί ποιος θα τον αντάμειβε για το μόχθο του; Και δεν ήταν μόνο στην υπηρεσία της Βιβλιοθήκης, ανιδιοτελής εργάτης. Κάθε κοινωνική δράση τον συγκινούσε και τον ενθουσίαζε. Έτσι βρέθηκε και στους προσκόπους που του έδιναν την ικανοποίηση ότι συμμετέχει ένα θεσμό στα μέτρα του: Αγάπη για τη φύση, φροντίδα για τον συνάνθρωπο.
Ένας τομέας που λάτρεψε και τον λάτρεψε, ήταν η Ερασιτεχνική Σκηνή του Ωδείου Ρεθύμνου. Ο Μανόλης ο Βογιατζάκης έπινε νερό στο όνομά του.
Βρήκα και πολλά δικά του άρθρα στον τοπικό τύπο χωρίς διάκριση. Τον ενδιέφεραν τα θέματα της πόλης και φαίνεται πολύ επηρεασμένος από τη γραφή του Λυκούργου Καφφάτου τον οποίο θαύμαζε ιδιαίτερα.
Εκεί που έδινε ρεσιτάλ κεφιού ήταν το Καρναβάλι. Στην ταινία «Κομφετί μνήμης από Ρεθεμνιώτικες Αποκριές» ο Μπάμπης Πραματευτάκης μιλά με θέρμη για το Μάρκο που γύριζε με δοχείο νυκτός και λουκάνικα στο παντελόνι κι έκανε τον κόσμο να ξεκαρδίζεται χωρίς να χυδαιολογεί. Γιατί ήξερε να δίνει κέφι χωρίς να σοκάρει. Σπάνιος άνθρωπος με εξαιρετική ευγένεια ψυχής.
Και ο λαμπρός εκπαιδευτικός Νίκος Δερεδάκης, δημιουργός σημαντικών πνευματικών πρωτοβουλιών προς όφελος των νέων και της εκπαίδευσης αναφέρει ένα χαριτωμένο περιστατικό. Είχε δημοσιευθεί στην «Κρητική Επιθεώρηση» το 1969 απλά σαν περιστατικό. Λεπτομέρειες όμως που παραθέτει σε ανάρτησή του, προκύπτουν από εισηγήσεις που έγιναν στο συνέδριο για την ιστορία του Μασταμπά.
Αυτός ήταν ο Μάρκος Γιουμπάκης με το αστείρευτο κέφι. Ζούσε με το όραμα ενός Ρεθύμνου σε πορεία ανάπτυξης.
Κι ήρθε η αρρώστια ύπουλη, εκεί που κανένας δεν φανταζόταν ότι θα φώλιαζε σε κείνο το γεμάτο ζωή σώμα.
Η γυναίκα του Αικατερίνη, μια εξαίρετη γυναίκα, προσπάθησε να του κρύψει τη φοβερή αλήθεια. Κι όταν πλησίαζε το τέλος, εκείνη συνέχιζε να του κάνει ενέσεις, δήθεν ότι η θεραπεία έπρεπε να τελειώσει. Κι ας μην άφηναν οι γιατροί καμιά ελπίδα.
Έτσι μια μέρα θλιβερή, στις 14 Ιανουαρίου 1976 η αγνή ψυχή του Μάρκου, πέταξε ψηλά για να ξεκουραστεί πια το βασανισμένο του κορμί. Ήταν μόλις 47 ετών. Τον έκλαψαν και οι «πέτρες».
Ο Μάρκος Γιουμπάκης όμως ζει μέσα στις τόσες αναφορές για το παλιό Ρέθυμνο και τους σημαντικούς ανθρώπους του. Γι’ αυτό και θα υπάρχει πάντα μέσα από τις πηγές που τον αναφέρουν να παραδειγματίζει τους νεότερους και να εμπνέει αγάπη για τον τόπο και αγώνα για την προκοπή του.
Κώστας Καννάς
O Kώστας Καννάς πάντως ήταν ο άνθρωπος που είχε συνδέσει το όνομά του άμεσα εκτός από τη Γιορτή Κρασιού και με το Καρναβάλι.
Η όποια αναφορά όσο θερμή κι αν είναι δεν μπορεί να μας σκιαγραφήσει, όπως ήταν, εκείνο το φαινόμενο ανθρώπου που λεγόταν Κώστας Καννάς.
Μεγαλωμένος σε περιβάλλον που είχε μεστώσει στο κλίμα του πολιτισμού και της παράδοσης αφιέρωσε τη ζωή του στην προβολή του Ρεθύμνου.
Είχα την ευτυχία να τον γνωρίσω περισσότερο από την πρώτη διοργάνωση Καρναβαλιού που έζησα από το 1973 και μετά.
Είχα εντυπωσιαστεί από τις τεράστιες φιγούρες των αρμάτων και τη ζωντάνια που είχε αποκτήσει ξαφνικά το Ρέθυμνο. Που είχε βρεθεί ξαφνικά τόσος κόσμος;
Ο Κώστας Καννάς έδινε ζωντάνια στις παρέες με το αστείρευτο χιούμορ που η ευγένεια της ψυχής του δεν επέτρεπε ποτέ να ξεφύγει από το μέτρο.
Αυτό το πηγαίο χιούμορ του είχε εμπνεύσει και τον έμμετρο απολογισμό που έκανε κάθε φορά στο τέλος του Καρναβαλιού όταν μαζεύονταν τα μέλη της Περιηγητικής να πιουν ένα κρασί ξεκούραστο πια μετά από τόσο μόχθο για να ετοιμαστούν τα άρματα της παρέλασης.
Είχε και για τον καθένα συνεργάτη να πει κάτι στον έμμετρο αυτό απολογισμό. Και μια μέρα τους έδωσε και …παράσημα. Ήταν στο σχήμα της …ανοικτής παλάμης. Μια πρωτοβουλία που σκόρπισε πολύ γέλιο.
Ο Κώστας Καννάς και πριν αναλάβει καθήκοντα προέδρου ήταν ο άνθρωπος για όλες τις δουλειές. Είχε ιδέες, είχε φαντασία, έπιαναν τα χέρια του. Δίκαια τον θεωρούσαν πολύτιμη παρουσία και τον τιμούσαν ανάλογα.
Η δράση του πολλές φορές προκαλούσε την αντίδραση των ανθρώπων που ζυγιάζουν τα γεγονότα με τα δικά τους πενιχρά σταθμά κι όπως είναι φυσικό οι υπεραξίες δεν χωράνε σ’ αυτά.
Κινητήριος μοχλός σε κάθε διοργάνωση
Σε μια διοργάνωση Καρναβάλου, θα πρέπει να ήταν το 1972, η μεγάλη προσέλευση κόσμου δυναμίτισε τη φαντασία του στρατιωτικού διοικητή.
Και πολύ απλά ζήτησε να σταματήσει η παρέλαση των αρμάτων πριν να αρχίσει. Τα πρώτα όμως άρματα κατέβαιναν από την οδό Κριάρη. Και πώς να ειδοποιηθούν οι συντελεστές να γυρίσουν πίσω;
Και γιατί ο κόσμος να πάρει αυτή την απογοήτευση που περίμενε με τόση χαρά την παρέλαση;
Αυτή και μόνο η σκέψη έκανε τον Κώστα Καννά να ξεχάσει ποιο καθεστώς κυβερνούσε. Και αδιαφορώντας για τις συνέπειες ζήτησε το λόγο από το… στρατιωτικό διοικητή.
Μόνο όποιος δεν ήξερε τον Καννά θα μου χρεώσει υπερβολή. Μπροστά στο δίκιο δεν υπολόγιζε κανέναν.
Όλα έδειχναν ότι εκείνη η διοργάνωση δεν θα είχε αίσιο τέλος. Και ο Καννάς κινδύνευε να συλληφθεί για …αντίσταση κατά της αρχής.
Όπως μου είχε αναφέρει ο ίδιος τότε που μου έκανε την ιστορική αναδρομή στην πορεία της Περιηγητικής Λέσχης ο Δημήτρης Αρχοντάκης δια της διπλωματικής οδού κατάφερε να κατευνάσει τα πνεύματα… Και ο στρατιωτικός διοικητής να σκεφθεί και μια άλλη παράμετρο που μπορεί να του στοίχιζε «γαλόνια».
Γιατί αν ματαίωνε μια τόσο επίπονη σε προετοιμασία παρέλαση σίγουρα θα προκαλούσε δυσαρέσκεια που θα έφερνε σε δύσκολη θέση τους κρατούντες. Άλλωστε με «άρτο και θεάματα» δεν προσπαθούσαν να εδραιώσουν τη θέση τους;
Μεσολάβησαν και άλλα γεγονότα που δεν είναι της παρούσης.
Σημασία έχει όμως ότι κάτι παραπάνω ωφέλησε αυτή η περιπέτεια. Την επόμενη χρονιά εκλήθη ο Καννάς στην στρατιωτική διοίκηση κι εκεί που περίμενε να τον στείλουν σε καμιά φυλακή του δήλωσαν τη συνεργασία με τροχοφόρα για την άνετη και χωρίς κίνδυνο μεταφορά των αρμάτων.
Αυτά είναι καταγεγραμμένα στο αρχείο μου αλλά περίμενα να κάνω την ταινία για την ιστορική πορεία του Καρναβαλιού και να τα αναδείξω. Γι’ αυτά και άλλα πολλά είναι η ταινία αφιερωμένη στον Κώστα Καννά.
Κανένας βέβαια δεν είχε αντίρρηση για την επιλογή μου αυτή. Οι πάντες αναγνωρίζουν την προσφορά του Κώστα Καννά και στο Καρναβάλι.
Ο αξέχαστος συμπολίτης ήταν και ο κινητήριος μοχλός σε κάθε διοργάνωση. Έτρεφε μεγάλο πάθος για την κατασκευή των αρμάτων.
«Αν δεν το φτιάξεις κι εσύ, δεν μπορείς να καταλάβεις απόκρια», συνήθιζε να λέει.
Και να πεις πως είχαν τα σημερινά μέσα; Όλα ήταν χειροποίητα. Για βδομάδες πονούσαν οι παλάμες εκείνων που συμμετείχαν ενεργά στην κατασκευή.
Η λεβεντιά ωστόσο αυτού του ανθρώπου φαινόταν όπου έπρεπε κι όταν έπρεπε. Μας λέει και στην ταινία μου «Κομφετί μνήμης» ο Μιχάλης Καρράς.
Ήταν τότε που επρόκειτο ο δήμος να αναλάβει το Καρναβάλι. Σε μια συνάντηση των φορέων όμως ο τότε δήμαρχος -πριν τον Αρχοντάκη- είχε μιλήσει απότομα σχεδόν προσβλητικά στον Μιχάλη.
Και τότε σηκώθηκε ο Καννάς να φύγει. Έκπληκτος ο δήμαρχος τον ρώτησε που πηγαίνει κι εκείνος απάντησε με το γνωστό του ύφος «Δεν έχω καμιά θέση εκεί που περιφρονείται ένας άνθρωπος που νοιάζεται για την πόλη και τον πολιτισμό. Η προσβολή που δέχτηκε ο Μιχάλης είναι και δική μου προσβολή» Αυτός ήταν ο Κώστας Καννάς εν ολίγοις.
Ο άνθρωπος που πικράθηκε όσο δεν άξιζε από θεσμούς και ανόητες τυπικές διαδικασίες. Ο άνθρωπος που είχε μέχρι το τέλος ένα μεγάλο παράπονο. Για διοργανώσεις που δεν προχωρούσαν με δικαιολογίες που δεν μπορούσαν να καλύψουν τα αδικαιολόγητα.
Κι όμως τελευταία στιγμή πριν το τέλος, ήταν παραμονή Πρωτοχρονιάς, η μόνη του έγνοια ήταν αν είχε βγει το άρμα με τον Άγιο Βασίλη.
Κι όταν πήρε καταφατική απάντηση έγειρε το κεφάλι και ξεψύχησε.
Μπορεί τάχα εύκολα να ξεχαστεί αυτός ο άνθρωπος που μέχρι και την ώρα του θανάτου είχε στο νου το Ρέθυμνο και την προκοπή του;
Θα συνεχίσουμε όμως παραθέτοντας στο τέλος του αφιερώματος τις πηγές μας.