Οι Σπανδάγοι έχουν γράψει ιστορία στο Ρέθυμνο. Αν μάλιστα η κρίση δεν ανέκοπτε την αλματώδη επιχειρηματική πρόοδο ορισμένων από αυτούς σήμερα ποιος ξέρει σε ποια θέση θα βρίσκονταν οι απόγονοι οι οποίοι διαπρέπουν κυρίως στις επιστήμες.
Αλήθεια τι περισσότερο είχε το Ρέθυμνο όταν κάποιοι με πίστη στο μέλλον του άνοιξαν δρόμους ανάπτυξης; Ίσως να ήταν σε χειρότερη μοίρα και από το σημερινό. Κάποιοι όμως τόλμησαν να θέσουν σε ενέργεια ακόμα και τολμηρά σχέδια. Για να γράψουν σημαντικές σελίδες στη σύγχρονη ιστορία αυτής της πόλης.
Σε μια εξαιρετική έκδοση του Κωνσταντίου Ευαγγ. Σπανδάγου έμαθα πολλά για την ιστορική αυτή οικογένεια Και από αυτή την πηγή θα αναφερθούμε σήμερα σε μερικά από τα πιο σημαντικά κλωνάρια της σπουδαίας αυτής γενιάς.
Κωνσταντίνος Σπανταγάκης
Μυθιστορηματική η ζωή του Κωνσταντίνου Σπανταγάκη.
Το πλήρες του όνομα ήταν Κωνσταντίνος Π. Παπαδάκις ή Σπανταγάκης.
Γεννήθηκε στον Άγιο Κωνσταντίνο το 1834. Ήταν εύπορος κτηματίας και ασκούσε το επάγγελμα του δικολάβου στο Ειρηνοδικείο Ρουστίκων.
Αγνός πατριώτης δεν καθόταν ήσυχος. Από τη νεαρή του ηλικία είχε ενταχθεί σε οργάνωση που αποσκοπούσε στην προμήθεια όπλων από τη Μασσαλία της Γαλλίας και τη μεταφορά τους στην Κρήτη για τις επαναστάσεις.
Προδόθηκε όμως από τον μπέη των Ρουστίκων, ο οποίος έβαλε τους ανθρώπους του να τον σκοτώσουν.
Φονική ενέδρα
Η ενέδρα στήθηκε έξω από το νεκροταφείο Ρεθύμνης, στον χώρο της σημερινής εκκλησίας του Αγίου Κωνσταντίνου. Κι όταν ο νεαρός δικολάβος επέστρεφε, έφιππος από το Ρέθυμνο, τον πυροβόλησαν και τον τραυμάτισαν βαριά.
Σώθηκε όμως χάρις σε μια ομάδα ανθρώπων, που είχε ευεργετήσει, χωρίς να το ξέρει κανένας.
Επάνω από το νεκροταφείο ήταν η συνοικία Μεσκηνιά που έμεναν οι λεπροί (μεσκήνηδες). Αυτοί κατέβαιναν κατά μήκος της μάντρας του κοιμητηρίου και ζητιάνευαν. Ο Κωνσταντίνος περνώντας τους πετούσε πολλά γρόσια κι εκείνοι τον λάτρευαν. Όταν λοιπόν τον είδαν ετοιμοθάνατο, περίμεναν να φύγουν οι Τούρκοι κι έπειτα τον πήραν με μεγάλη προσοχή και τον περιέθαλψαν.
Όταν έγινε καλά ήρθε στο Ρέθυμνο και αγόρασε από την οικογένεια Μοσχάκη το παλιό βενετσιάνικο αρχοντικό που βρισκόταν στη γωνία Αρκαδίου και Εκκλησίας. Ο συγγραφέας αναφέρει ότι σήμερα ανήκει στην οικογένεια Καλλέργη.
Ένας αληθινός άρχοντας
O Κωνσταντίνος παντρεύτηκε μια πανέμορφη αρχοντοπούλα από το Νευς Αμάρι την Αργυρώ το γένος Χαράλαμπου Κούνουπα.
Πνεύμα δημιουργικό και διαθέτοντας τη σύνεση του καλού νοικοκύρη, αγόρασε περιουσίες στην Πηγή που έφταναν τα 10.000 ελαιόδεντρα και χρειάστηκε να αποκτήσει και τέσσερα ελαιοτριβεία για να βγάζει το λάδι.
Η ευλογία του Θεού αυγάτιζε τα υπάρχοντά του. Ίσως γιατί κανένας δεν έφευγε από το σπίτι του παραπονεμένος. Κι είχε στεγνώσει πολλά δάκρια δυστυχισμένων. Λέγεται ότι μια χρονιά είχε τόσο μεγάλη βεντέμα που χρειάστηκε να πετάξουν το λάδι, που δεν είχε πουληθεί, για να αποθηκεύσει το καινούργιο. Αγόρασε επίσης στην Πηγή στη συνοικία Βρύση επάνω στον σημερινό δρόμο Ρεθύμνου Αρκαδίου ένα μεγάλο οικόπεδο από τον Χαιδάρ Εφέντη Μπαρμπαροζαδέ. Το οικόπεδο ήταν βακουφικό και ήταν αφιερωμένο στους αγίους τόπους των Μουσουλμάνων, Μέκας και Μεδίνας.
Εκεί ο Σπανδάγος έχτισε τη θερινή διαμονή του με απέραντες αποθήκες για να βάζει το λάδι. Το σπίτι είχε περισσότερα από δέκα δωμάτια, αλλά στην επανάσταση του ’66 το έκαψαν οι Τούρκοι.
Σοσιαλιστική συνείδηση
Ήταν αφάνταστα ελεήμων και τον λάτρευαν Έλληνες και Τούρκοι. Στα Μικρά Ανώγεια διατηρούσε πάντοτε 250 πρόβατα. Είχε κι εκεί σπίτι, καθώς και αμπέλια σε μια τεράστια έκταση. Η πόρτα του ήταν πάντα ανοικτή και η φιλοξενία του παροιμιώδης. Κάθε μέρα ο βοσκός του έφερνε στο Ρέθυμνο ένα μεγάλο αρνί σφαγμένο, γιατί στο τραπέζι του εκτός από τα μέλη της οικογένειας και τους επισκέπτες, κάθιζαν ισότιμα υπηρέτες και φαμέγιοι γιατί ο Κωνσταντίνος διακρινόταν για τη σοσιαλιστική του συνείδηση.
Κάτω από το σπίτι του είχε ένα μεγάλο λαδομαγκαζέ που εμπορευόταν το λάδι και απέναντι από την Καθολική Εκκλησία ένα αρκετά μεγάλο Σαπουναριό.
Πέθανε το 1909. Παιδιά του ήταν ο Χαράλαμπος, το Μανιό, ο Παύλος, η Μαρία, ο Ευάγγελος, ο Λουκάς η Ελένη, η Φερενίκη και ο Αλκιβιάδης.
Επιχειρηματικός νους
Ο Χαράλαμπος γεννήθηκε στο Ρέθυμνο και σπούδασε νομικά στο πανεπιστήμιο Αθηνών, αλλά ποτέ δεν ασχολήθηκε με τη δικηγορία γιατί στο μυαλό του δημιουργούσε ατέλειωτα σχέδια το έμφυτο επιχειρηματικό του δαιμόνιο.
Είχε ένα εξαιρετικό ένστικτο να διακρίνει την αποδοτική επένδυση. Αυτός δεν είχε καμιά ανάγκη να μηχανευθεί τρόπους επικράτησης στην αγορά. Κάθε του ιδέα ήταν εξαιρετική. Γιατί ήξερε να μελετά τις ελλείψεις και να αξιολογεί άμεσα πόσο απαραίτητα ήταν κάποια πράγματα για την κοινωνία της εποχής
Και το ένστικτό του δεν τον πρόδινε ποτέ.
Ήταν η περίοδος της ρωσικής κατοχής στο Ρέθυμνο όταν ο γέρο Σπανδάγος «έπιασε» στον αέρα ότι ο Χαράλαμπος σαν κάτι θέλει να του πει και το φέρνει από γύρω γύρω.
Αποφάσισε να τον αφήσει στην κρίση του για το πότε θα του φανέρωνε τη σκέψη του. Είχε άλλωστε απόλυτη εμπιστοσύνη στον πρωτογιό του.
«Δώσε μου το Σαπουναριό να κάνω θέατρο»
Και δεν άργησε η στιγμή ν’ ακούσει ό,τι πιο παράτολμο θα μπορούσε να σκεφτεί έμπορος εκείνη την εποχή.
-«Πατέρα θέλω το Σαπουναριό», του είπε:
Αυτό ήταν ακριβώς απέναντι από την καθολική εκκλησία του Αγίου Ιωσήφ. Ένα πολύ μεγάλο σαπουναριό.
-«Να το κάνεις τι;». Ρώτησε νιώθοντας ότι είναι στα πρόθυρα εγκεφαλικού. Πάντα τον τρόμαζε η τόσο δημιουργική επιχειρηματική σκέψη του γιου του.
– «Θέατρο», ήρθε η απάντηση που τον άφησε άναυδο.
Εκείνη την εποχή υπογλώσσια δεν υπήρχαν, αλλά ο Κωνσταντίνος κράτησε την ψυχραιμία του. Παράτολμο σχέδιο, αλλά δεν ξέρεις καμιά φορά. Έτσι έκανε το θέλημα του γιου. Κι εκείνος βάλθηκε να «παλαβώσει» τους Ρεθεμνιώτες.
Στη θέση του σαπουναριού έκτισε ένα πολυτελέστατο θέατρο στις προδιαγραφές και στα σχέδια του Βασιλικού Θεάτρου Αθηνών. Και το όνομα αυτού «Ιδαίον Άντρον». Ένας χώρος που έγραψε ιστορία στην πόλη αυτή
Το πρώτο θέατρο
Ιδού πως μας το περιγράφει ο άρχοντας του Ρεθύμνου Θεμιστοκλής Βαλαρής, στο βιβλίο του «Μια πόλη αναμνήσεις». Να μας επιτραπεί να προσθέσουμε πως αν έλειπε αυτή η τόσο γλαφυρή περιγραφή του αξέχαστου συμπολίτη τίποτα δεν θα ξέραμε για το σημαντικό αυτό κτήριο.
«Το θέατρο αυτό άρχισε να κτίζει επί Ρώσων ο πρωτοπόρος Ρεθεμνιώτης επιχειρηματίας Χαράλαμπος Σπανδάγος, τελείωσε δε μετά την αναχώρησή των. Ήταν το πρώτο θέατρο που κτίστηκε στην Κρήτη Μεγαλοπρεπές, νεοκλασικού ρυθμού και απόλυτα σύγχρονο για την εποχή, με τα καμαρίνια του, την ευρύχωρη σκηνή του και το καπνιστήριό του.
Είχε μεγαλοπρεπή εμφάνιση, ύψους περίπου δώδεκα μέτρων. Η είσοδός του ήταν τοποθετημένη στο αριστερόν άκρον της ανατολικής πλευράς του κτιρίου, έναντι της Καθολικής εκκλησίας και επί της οδού Μεσολογγίου ευρισκόμενης προσόψεώς του».
Όπως μας περιγράφει ο Θεμιστοκλής Βαλαρής μπαίνοντας από την κυρία είσοδο στο θέατρο βρισκόσουν σε ένα μικρό χολ, που είχε στο βάθος μια σκάλα με οκτώ ή δέκα σκαλιά.
Τα σκαλοπάτια έβγαζαν στο καπνιστήριο, που ήταν ένας διάδρομος πλάτους τεσσάρων μέτρων και μήκους όσο και το μήκος της πλατείας. Τη δεξιά του πλευρά, όπως έμπαινες, χώριζε από την πλατεία μια σειρά από τρεις καμάρες με πελέκια καλλιτεχνικά στολισμένα.
Τους τοίχους κοσμούσαν έργα του περίφημου ζωγράφου Γαληνού, με θέματα από την Ελληνική Μυθολογία…
Μια πλήρης περιγραφή του θεάτρου υπάρχει στο βιβλίο του Θεμιστοκλή Βαλαρή, «Μια πόλη αναμνήσεις» (σελ. 108-109).
Το αναφέρει επίσης σε μια εργασία του στην «Άγονη Γραμμή» και ο λογιότατος συμπολίτης μας κ. Κωστής Ηλ. Παπαδάκης, παρουσιάζοντας τους χώρους ψυχαγωγίας του παλιού Ρεθύμνου.
Σπάνιο θέαμα
Ο Χαράλαμπος Σπανδάγος εκτός από αυτό τον θαυμάσιο χώρο πρόσφερε στους Ρεθεμνιώτες και σπάνιο θέαμα, φέρνοντας θιάσους από Ιταλία, Παρίσι και Βιέννη. Κάποιες φορές το θέατρο χρησιμοποιήθηκε και σαν καμπαρέ.
Ανήσυχο πνεύμα καθώς ήταν ο Χαράλαμπος, περίμενε ν’ αδράξει τις νέες προκλήσεις της εποχής του. Και δεν άργησε να φτάσει η μεγάλη στιγμή.
Μόλις είχαν ανακαλύψει οι αδελφοί Lumiere τον κινηματογράφο, όταν ο Χαράλαμπος αγόρασε μια από τις πρώτες κινηματογραφικές μηχανές και την εγκατέστησε στο «Ιδαίον Άντρον». Ήταν ο πρώτος κινηματογράφος στην Ελλάδα. Μετά από χρόνια ακολούθησε το «Αττικόν» στην Αθήνα.
Μια χαριτωμένη φάρσα
Ένα χαριτωμένο περιστατικό από την περίοδο λειτουργίας αυτού του κινηματογράφου μας περιγράφει ο Θεμιστοκλής Βαλαρής, θίγοντας μια άλλη πλευρά του Σπανδάγου, που ήταν εξαιρετικός στην παρέα άρχοντας και χαριτωμένος φαρσέρ.
Είχε λέει πλακώσει ένα βαρυχείμωνο που τους είχε αποκλείσει όλους από ξηράς και από θαλάσσης. Τι να κάνουν; Σκότωναν τις ώρες άπρακτοι περιμένοντας να καταλαγιάσει το κύμα και να επικοινωνήσουν ξανά με τον κόσμο. Ένα βράδυ εκείνου του χειμώνα η παρέα του Βαλαρή καθόταν σ’ ένα ταβερνάκι και έπινε το κρασάκι της με ραπανάκι για μεζέ.
Κι εκεί που τα έπιναν ακούνε τον Πεντεφούντη να ειδοποιεί ότι στις 7 θα έπαιζε ο κινηματογράφος καινούργιο έργο. Χαράς ευαγγέλια για τη νεολαία που είχε βαρεθεί την απομόνωση.
Επειδή όμως τους φαινόταν και παράξενο πως μέσα σε τόση βαρυχειμωνιά ο κινηματογράφος έπαιζε και μάλιστα καινούργιο έργο. Έστειλαν έναν θαρραλέο από την παρέα για να βεβαιωθεί.
Εκείνος κουκουλώθηκε καλά-καλά κι έσπευσε να «ανακρίνει» τον Πεντεφούντη που συμπλήρωσε τις πληροφορίες με τον τίτλο του έργου. Λεγόταν «Παγίδα».
Η παρέα δεν έχασε καιρό. Αψηφώντας το κρύο πήγε στον κινηματογράφο και περίμενε την έναρξη της προβολής.
Η απουσία κόσμου δεν προβλημάτισε την συντροφιά. Ποιος άλλος θα άφηνε τη ζεστασιά του σπιτιού του και να τρέχει στον κινηματογράφο εκτός από τους ίδιους που διψούσαν για ζωή και κίνηση;
Επειδή καθυστερούσε η έναρξη βάλανε και τις φωνές του Σπανδάγου, υποχρεώνοντάς τον να αρχίσει. Όπως κι έγινε.
Μα τι ήταν αυτό που βλέπανε; Ούτε αρχή είχε, ούτε μέση, ούτε και τέλος. Ένα συνονθύλευμα εικόνων που δεν είχαν καμιά λογική συνοχή. Αγανακτισμένοι οι νεαροί βάλανε τις φωνές και σηκωθήκανε να φύγουνε. Στην πόρτα είδαν το Σπανδάγο… σκασμένο στο γέλια.
«Τι ήταν αυτό βρε Χαραλάμπη; Μας κοροϊδεύεις;»
«Παγίδα» φίλοι μου. Αυτός δεν ήταν ο τίτλος του έργου; Εκεί που καθόμουν λοιπόν άπρακτος σκέφτηκα να ενώσω μερικά ρετάλια από ταινίες και να σας «παγιδέψω». Ελάτε τώρα να σας δώσω πίσω τα χρήματα. Κι έκανε να βάλει το χέρι στην τσέπη γελώντας ακόμα με τη φάρσα του.
Η παρέα όμως, χωρίς να θυμώσει, είχε καλύτερη ιδέα για την αποζημίωσή της. Πήρε τον Σπανδάγο και κατέληξαν στο ταβερνάκι για να συνεχίσουν τη βραδιά. Όσο για τον λογαριασμό φυσικά τον πλήρωσε ο Χαραλάμπης και μάλιστα με την καρδιά του. Γιατί ποτέ δεν υπολόγιζε έξοδα όταν ήθελε να ευχαριστήσει την παρέα Ήταν ένας πραγματικός άρχοντας. Και ποτέ φυσικά δεν έφευγε από κέντρο χωρίς να αφήσει εντυπωσιακό φιλοδώρημα στους παραγιούς Ένιωθε χαρά βλέποντας την ικανοποίηση στο ύφος τους. Καταλάβαινε πως έπαιρναν μια ανάσα γιατί θα πήγαιναν κάτι παραπάνω στο σπιτικό και θάδιναν χαρά στην οικογένεια. Κι αυτό για τον Χαραλάμπη ήταν θείο δώρο. Να δίνεις δηλαδή χαρά στους άλλους.
Επιχειρήσεις και στα Χανιά
Ο Χαράλαμπος ποτέ δεν ησύχασε. Έβαζε τον πήχη όλο και ψηλότερα. Αποφάσισε το 1912 να επεκτείνει τις επιχειρήσεις του. Ήταν παράτολμο αυτό το σχέδιο για την εποχή. Χωρίς το ρίσκο όμως τίποτα δεν προχωρεί. Έτσι πούλησε σε έναν Τούρκο το «Ιδαίον Άντρον» και μετοίκησε στα Χανιά, όπου και ίδρυσε μεγαλύτερο κινηματογράφο με την ίδια επωνυμία.
Το «Ιδαίον Άντρον» στο Ρέθυμνο λειτούργησε κανονικά μέχρι το 1941 οπότε με τη γερμανική εισβολή μια βόμβα το εξαφάνισε από προσώπου γης. Η γωνιά αυτή όμως μνημονεύεται συχνά όταν κάνουμε οδοιπορικά νοσταλγίας στο παλιό Ρέθυμνο. Μια φωτογραφία έχει σωθεί κι έτσι μόνο μπορούμε να φανταστούμε την αίθουσα αυτή που διακρινόταν για τον φαντασμαγορικό της διάκοσμο.
Ο κινηματογράφος στα Χανιά στεγάζει σήμερα το αρχαιολογικό μουσείο.
Ένας άλλος κινηματογράφος που ίδρυσε ο Σπανδάγος στον Κήπο λειτουργεί και σήμερα με ιδιοκτήτη τον δήμο Χανίων.
Θύμα της κρίσης
Ο Χαράλαμπος κέρδισε πολλά χρήματα από τις επιχειρήσεις του. Η κρίση όμως του 1930 τον έπληξε αμείλικτα. Εντελώς κατεστραμμένος δεν εννοούσε να υποταχτεί στη μοίρα του. Αναζήτησε λύσεις για να ξεφύγει από τη φτώχια και να ξαναβρεί τις αλλοτινές του δόξες.
Ανήμερα του Αγίου Χαραλάμπους το 1933, γιόρταζε στην Αθήνα με φίλους του την ονομαστική του εορτή. Κι εκεί στο γλέντι τον βρήκε ο θάνατος. Όπως θα ήθελε ο ίδιος.
Να προσθέσουμε ότι είχε παντρευτεί την Αικατερίνη Γαβαλά από το Δαμαβόλου και είχαν αποκτήσει τρία παιδιά, τη Μαρία, την Ελένη και τον Χαρίλαο.
Για την οικογένεια αυτή θα έχουμε πολλά ακόμα να αφηγηθούμε σε επόμενα κεφάλαια
Από την ερχόμενη εβδομάδα θα κάνουμε αφιερώματα σε σημαντικούς συμπολίτες που συνέχισαν τις παραδόσεις στα Γράμματα όπως Κωστής Ηλ. Παπαδάκης, Γιάννης Παπιομύτογλου, Μιχάλης Τζεκάκης, κ.α
Πηγές
Κωνσταντίνου Ευαγγ. Σπανδάγου: « Η ιστορία της οικογένειας Σπανδάγου» – Εκδόσεις Αίθρα»
Θεμιστοκλή Βαλαρή: «Μια πόλη αναμνήσεις»
Φώτο: Αρχείο Γιώργου Εκκεκάκη