Η σύσταση και λειτουργία των συνεταιριστικών επιχειρήσεων μπορούν να αποτελέσουν ένα σημαντικό μοχλό ανάπτυξης για τη χώρα και να συμβάλλουν καθοριστικά στον περιορισμό της ανεργίας των νέων, δίδοντας κίνητρα για απασχόληση και σε κοινωνικά ευάλωτες ομάδες.
Τα παραπάνω επεσήμανε χθες από το Ρέθυμνο όπου βρέθηκε η αναπληρώτρια υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Ράνια Αντωνοπούλου, η οποία υποστήριξε ότι πλέον οι διαδικασίες θα είναι πολύ εύκολες και γρήγορες και μέσα σε ένα δεκαπενθήμερο, εφόσον εγκριθεί το επιρρηματικό σχέδιο, θα μπορούν να δοθούν οι απαραίτητες αδειοδοτήσεις για την έναρξη λειτουργίας της συνεταιριστικής επιχείρησης.
Η κ. Αντωνοπούλου ήταν ομιλήτρια σε εκδήλωση που διοργάνωσε η ΝΕ ΣΥΡΙΖΑ Ρεθύμνου χθες στο ΕΒΕ με θέμα «Η Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία ως Πυλώνας Ανάπτυξης».
Η ίδια αναφέρθηκε στον νόμο της κοινωνικής οικονομίας, ο οποίος έχει ψηφιστεί από τον περασμένο Οκτώβριο, και αφού διευθετήθηκαν οι διαδικασίες και εκδόθηκαν οι σχετικές αποφάσεις, πλέον έχει, όπως είπε, ξεκινήσει η διαδικασία υποβολής αιτήσεων για τις ενδιαφερόμενες ομάδες που θέλουν να προχωρήσουν στη δημιουργία μιας τέτοιας επιχείρησης.
Σε ότι αφορά τα χρηματοδοτικά εργαλεία θα υπάρχει πρόσβαση από το Ταμείο Κοινωνικής Οικονομίας, το Εθνικό Ταμείο Επιχειρηματικότητας και Ανάπτυξης.
Σύμφωνα με την υπουργό μπορούν να συσταθούν αγροτικοί συνεταιρισμοί, συνεταιρισμοί παροχής υπηρεσιών ή ακόμα και επιχειρήσεις αποτελούμενες από επιστήμονες όπως τοπογράφους, αρχιτέκτονες κ.λπ.
Βασική προϋπόθεση για την ένταξη στο πρόγραμμα είναι ο συνεταιρισμός των εργαζομένων να είναι κατ’ ελάχιστον 5 άτομα και αυτά να συμμορφώνονται με τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπει ο νόμος.
Σημειώνεται ότι σε ότι αφορά τα φορολογικά κίνητρα κατά την πρώτη πενταετία η επιχείρηση δεν πληρώνει τέλος επιτηδεύματος, ενώ τα επόμενα χρόνια πληρώνουν το ελάχιστο θεσμοθετημένο τέλος επιτηδεύματος που είναι 500 ευρώ ενώ το μέρος των κερδών που διανέμεται στους εργαζόμενους της επιχείρησης φορολογείται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες, το οποίο ως ένα ποσό είναι αφορολόγητο.
Ειδικότερα σε σχετικές δηλώσεις της η Ράνια Αντωνοπούλου ανέφερε: «Υπάρχουν βασικές έννοιες της κοινωνικής οικονομίας, με τις οποίες ο κόσμος δεν είναι εξοικειωμένος, καθώς δεν γνωρίζει τι είναι η κοινωνική οικονομία. Ο νόμος που ψηφίστηκε τον Οκτώβριο ανοίγει το πεδίο της κοινωνικής οικονομίας σε όλους τους τομείς, σε όλες τις παραγωγικές δραστηριότητες και σε όλους τους πολίτες. Απευθύνεται σε ευάλωτες ομάδες, σε ανέργους, σε νέους που μέχρι τώρα φεύγουν από την Ελλάδα και για όσους θέλουν να συνεργαστούν και να ιδρύσουν μια επιχείρηση, η οποία ακολουθεί κανόνες δημοκρατίας και ισονομίας. Σε μια συνεταιριστική επιχείρηση όταν αποφασίζουμε το τι θα παράγουμε και πως θα αμειφτούμε, αυτό είναι μια συλλογική απόφαση. Υπάρχουν περιορισμοί που εξασφαλίζουν ότι στη σύσταση της επιχείρησης δεν είναι πρωταρχικός στόχος να έχουν κέρδος αλλά να εξασφαλιστεί ο βιοπορισμός όσων εργάζονται. Γι’ αυτόν τον λόγο όταν υπάρχει ένα πλεόνασμα, το 35% δίνεται σαν μισθολογική αναβάθμιση στους εργαζόμενους, είτε οι εργαζόμενοι είναι τα ιδρυτικά μέλη, είτε είναι εργαζόμενοι που έχουν προσληφθεί από την επιχείρηση. Οι ίδιοι παράγουν το προϊόν, οι ίδιοι παράγουν το πλεόνασμα, στους ίδιους επιστρέφει. Όσον αφορά τη φορολογία θέλω να ξεκαθαρίσω ότι σε ότι αφορά το νομικό πλαίσιο θέλουμε να υποστηρίξουμε αυτές τις επιχειρήσεις, αλλά δεν θέλουμε να δώσουμε φορολογικά κίνητρα για να δελεάσουμε τον κόσμο να έρθει να εργαστεί σε ένα τέτοιο συνεταιριστικό περιβάλλον. Έτσι αυτό που έχουμε εξασφαλίσει είναι ότι το 35% του πλεονάσματος διανέμεται στους ίδιους τους εργαζόμενους, ένα 5% είναι αποθεματικό, το 60% μπορεί να επαναεπενδυθεί στην επιχείρηση και δεν υπάρχει διανομή κερδών. Η βασική αρχή της κοινωνικής οικονομίας είναι ότι μέσα από το συνεταιριστικό σχήμα, το πρώτο που μας ενδιαφέρει είναι η ωφέλεια των εργαζομένων μας, η ωφέλεια η κοινωνική. Με βάση τον νόμο μπορούν να ιδρυθούν καταναλωτικοί συνεταιρισμοί, συνεταιρισμοί που απαρτίζονται από επιστήμονες όπως αρχιτέκτονες, πολιτικοί μηχανικοί, τοπογράφοι ή άλλες επιχειρήσεις που κάνουν επισκευές και μεταποιούν. Αυτό που λέμε κυκλική οικονομία, αυτά που νομίζουμε ότι είναι χρηστά αλλά μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν. Επίσης υπάρχουν παραγωγικοί υφιστάμενοι αγροτικοί συνεταιρισμοί που εμπλέκονται στην κοινωνική οικονομία οι οποίοι θα πρέπει να αποδέχονται όλες τις αρχές».
Η κ. Αντωνοπούλου υποστήριξε ότι παρότι οι Έλληνες δεν είναι εξοικειωμένοι με την κοινωνική οικονομία, εν τούτοις υπάρχει αισιοδοξία ότι με το σωστό και ευέλικτο θεσμικό πλαίσιο που έχει γίνει θα μπορέσει ο θεσμός και στη χώρα μας να ενδυναμωθεί.
Ειδικότερα είπε: «Σε κάποιες χώρες της Ευρώπης τα ποσοστά της κυκλικής οικονομίας πιάνουν το 10-15% του ΑΕΠ στην Ελλάδα, είμαστε μαθημένοι σε μια διαφορετικού τύπου ανεξαρτησία, ο καθένας θέλει να έχει τη δική του ατομική επιχείρηση, να ελέγχει την κατάσταση, τα προβλήματα που εμφανίζονται και να αποκομίζει τα κέρδη σε ατομικό ή ατομικιστικό επίπεδο. Υπάρχουν όμως εμπειρίες συνεταιριστικών επιχειρήσεων, οι οποίες δεν δημιουργηθήκαν μέσα στις συνθήκες της δικής μας κυβέρνησης, ούτε σε συνθήκες κρίσης. Υπάρχουν πρότερες εμπειρίες ανθρώπων, οι οποίοι έχουν συνεταιριστεί και είναι αποτελεσματικές. Ευελπιστούμε ότι πλέον με το σωστό πλαίσιο θα μπορέσουμε να ενδυναμώσουμε και στη χώρα μας την κοινωνική οικονομία. Από το 2011 και 2012 έχουμε παρατηρήσει μια απορρύθμιση στην αγορά εργασίας. Υπάρχουν άνθρωποι που εργάζονται και δεν πληρώνονται ή δεν πληρώνονται στην ώρα τους ή έχουν συνθήκες εργασίας δύσκολες. Εάν το σκεφτεί κανείς και έχει το περιθώριο να συμμετέχει σε ένα παραγωγικό σχήμα -που παράγει υπηρεσίες και προϊόντα-που δυνατότητα καθημερινή είναι να καθορίζει ο ίδιος τις συνθήκες εργασίας του, να συναποφασίζει για τις συνθήκες εργασίας του, να το βιώσει σε καθημερινή βάση ότι δεν τον εκμεταλλεύεται κάποιος και δεν τον χρησιμοποιεί και όταν αυτό προέρχεται μέσα από μια συλλογική διαδικασία δίνει την απάντηση για ποιο λόγο να συνεταιριστώ. Από τη μια έχουμε τις ανάγκες της κοινωνίας μας και από την άλλη έχουμε ένα ανθρώπινο δυναμικό το οποίο δεν μπορεί να το απορροφήσει ο ιδιωτικός τομέας και ο δημόσιος τομέας έχει πεπερασμένες ικανότητες να προσλαμβάνει για να παράγει τις υπηρεσίες που χρειαζόμαστε. Άρα πιστεύουμε ότι η κοινωνική οικονομία θα συμβάλλει και στην αντιμετώπιση της ανεργίας».
Ο Γιάννης Μπάρκας, συνεργάτης του υπουργείου Εργασίας για την κοινωνική οικονομία και πολιτικός μηχανικός απαντώντας στο ερώτημα γιατί κάποιος να προτιμήσει μια συνεταιριστική επιχείρηση είπε: «Στις δύσκολες εποχές που διανύουμε ο τομέας της κοινωνικής οικονομίας έχει αποδειχθεί ότι είναι πιο ανθεκτικός στις πιέσεις και τις δυσκολίες της περιόδου, γιατί με συλλογικό τρόπο θεωρούμε ότι είναι πιο εφικτό να ξεπεραστούν οι δυσκολίες και γατί στην περίοδο που βρισκόμαστε μπορούμε να βρούμε έναν τρόπο να ζήσουμε, να εργαστούμε, να παράξουμε, να καταναλώσουμε».
«Η κυβέρνηση δεν έχει αφήσει κανένα περιθώριο συζήτησης για τη δραχμή»
Κληθείσα να σχολιάσει τη συζήτηση που ξεκίνησε αυτές τις ημέρες για τη δραχμή με αφορμή και δηλώσεις του ο βουλευτής και πρώην υπουργός Ν. Ξυδάκης η κ. Αντωνοπούλου εμφανίστηκε κατηγορηματική τονίζοντας ότι η κυβέρνηση δεν έχει αφήσει κανένα τέτοιο περιθώριο συζήτησης. «Επανερχόμαστε για κάποιους λόγους σε θέματα τα οποία ο πρωθυπουργός έχει τοποθετηθεί ξεκάθαρα. Οι προσωπικές απόψεις και η συζήτηση που υπάρχει -γιατί υπάρχει συζήτηση στην κοινωνία -είναι δεδομένη. Το να επανερχόμαστε σημαίνει ότι υπάρχει κάποιο περιθώριο συζήτησης πάνω σ’ αυτό. Όσον αφορά την κυβέρνηση μας δεν υπάρχει κανένα περιθώριο» είπε.
Αναφορικά με την αξιολόγηση ξεκαθάρισε πως το καλύτερο είναι αυτή να κλείσει σύντομα με ένα τρόπο κοινά αποδεκτό για όλους. «Είναι προς το συμφέρον όλων να κλείσει η αξιολόγηση με κοινά αποδεκτό τρόπο. Έχουμε κοινή γραμμή με τις χώρες της Ευρώπης, που λέει ότι επειδή μια χώρα έχει έρθει σε πολύ δύσκολη θέση και έχει μνημονιακές υποχρεώσεις αυτό δεν μπορεί να καταργεί τα κεκτημένα εργασιακά δικαιώματα που υπάρχουν στην Ευρώπη. Με αυτή τη λογική προχωράμε και ευελπιστούμε για τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα. Οπωσδήποτε είναι προς το συμφέρον όλων των εμπλεκομένων να κλείσει η αξιολόγηση και να κλείσει με έναν τρόπο που να είναι κοινά αποδεκτός» είπε χαρακτηριστικά.