Του ΑΡΙΣΤΕΙΔΗ Γ. ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ*
Στις 13 Σεπτεμβρίου η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά και γεραίρει τη μνήμη του Αγίου Αριστείδου, του επιφανούς και ευγλωττότατου αυτού Αθηναίου φιλοσόφου και πανευφήμου μάρτυρος του Χριστού, ο οποίος έμεινε ευρύτερα γνωστός στην Εκκλησιαστική Ιστορία και Πατρολογία από την περίφημη απολογία του υπέρ των διωκομένων χριστιανών, η οποία είναι και το αρχαιότερο σωζόμενο απολογητικό κείμενο.
Ο επιφανής αυτός χριστιανός φιλόσοφος, φλογερός απολογητής και ένδοξος μάρτυς του 2ου μ.Χ. αιώνα γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε κλασική φιλοσοφία στην περίφημη Φιλοσοφική Σχολή των Αθηνών. Μυήθηκε στην ευσέβεια και την πίστη στον ένα και αληθινό Θεό από τους θεόπνευστους ιεράρχες της Αποστολικής Εκκλησίας των Αθηνών, Άγιο Ιερόθεο και Άγιο Διονύσιο Αρεοπαγίτη, των οποίων υπήρξε περίδοξος και ευπειθέστατος μαθητής.
Στη συνέχεια αναδείχθηκε ένθερμος υπερασπιστής του χριστιανισμού και των χριστιανών, αφού αγωνίσθηκε με το περίφημο απολογητικό του έργο σε μία ιδιαίτερα δύσκολη και κρίσιμη εποχή για την πορεία της Εκκλησίας. Μέσα μάλιστα από την απολογία του, η οποία έχει τον τίτλο «Περί θεοσεβείας», κατόρθωσε να αποδείξει την ορθότητα και ανωτερότητα της χριστιανικής πίστεως, τις αιώνιες αλήθειες του Ευαγγελίου του Χριστού, αλλά και το εξαίρετο ήθος των χριστιανών, ενώ στηλίτευσε την άδικη και σκληρή στάση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας απέναντι στους χριστιανούς, καθώς και τον έκλυτο βίο των ειδωλολατρών. Στις δύσκολες στιγμές του υπερασπιστικού του αγώνα υπέρ των διωκομένων χριστιανών ένα απομονωμένο σπήλαιο, το οποίο βρίσκεται στη νοτιοδυτική πλαγιά του ιστορικού λόφου του Λυκαβηττού των Αθηνών και φέρει σήμερα το όνομά του, αποτέλεσε το ασφαλές πνευματικό καταφύγιο, στο οποίο κατέφευγε για να προσευχηθεί και να αντλήσει δύναμη για τη συνέχιση του επίπονου αγώνα του.
Η ακλόνητη όμως πίστη του στον Χριστό και ο κοπιώδης αγώνας του υπέρ των διωκομένων χριστιανών και υπέρ της διαδόσεως του σωτηριώδους μηνύματος της χριστιανικής αλήθειας προκάλεσαν έντονη δυσφορία και αγανάκτηση στον Ρωμαίο αυτοκράτορα Αδριανό (117-138 μ.Χ.), ο οποίος αποφάσισε και τη δίωξή του. Αρχικά μετέβη στη Ρώμη για να απολογηθεί, αλλά στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην Αθήνα, όπου συνέχισε να κηρύττει τον Χριστό παρά το πλήθος των βασανιστηρίων, στα οποία υποβλήθηκε. Στο τέλος της επίγειας βιοτής του οδηγήθηκε στην αγορά των Αθηνών, όπου υπέστη τον δι’ αγχόνης μαρτυρικό θάνατο στις 13 Σεπτεμβρίου του 120 ή 134 μ.Χ., ημέρα κατά την οποία η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά και εορτάζει την πάντιμη μνήμη του.
Η φλογερή πίστη και το αγωνιστικό φρόνημα του διαπρεπούς Αθηναίου φιλοσόφου και μάρτυρος του 2ου μ.Χ. αιώνα υμνούνται και γεραίρονται και μέσα από την Ασματική του Ακολουθία, την οποία εποίησε το 1990 ο Μέγας Υμνογράφος της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας Δρ. Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας. Ο ίδιος χαρισματικός υμνογράφος εποίησε το 2006 Παρακλητικό Κανόνα και το 2009 Χαιρετιστηρίους Οίκους προς τιμήν του Αγίου, ενώ πολλοί αγιογράφοι, με πρώτο τον κορυφαίο Φώτη Κόντογλου (1895-1965), έχουν ιστορήσει τη μορφή του σε ναούς και μοναστήρια της πατρίδος μας.
Η διάδοση του ονόματος του Αγίου σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια συντέλεσε και στη διάδοση της τιμής του με την ανέγερση ιερών ναών επ’ ονόματί του. Η τιμή του ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του 1980 από την Κρήτη και συγκεκριμένα από τον ομώνυμο ιερό ναό στα Ζερβιανά Κισάμου του νομού Χανίων, ο οποίος ανεγέρθηκε με πρωτοβουλία και δαπάνη του αειμνήστου ιερέως π. Αριστείδου Μιχελουδάκη, διατελέσαντος εφημερίου του Ιερού Ναού Αγίου Αντωνίου Μάλεμε Χανίων. Την ίδια χρονολογική περίοδο άρχισε η ανέγερση του ιερού ναού του Αγίου στην ορεινή τοποθεσία «Κορίτσι» στην περιοχή του Ψηλορείτη, έξω από την ιστορική κωμόπολη των Ανωγείων Μυλοποτάμου, με πρωτοβουλία και δαπάνη της κτηνοτροφικής οικογένειας των Μανουράδων. Αργότερα ανεγέρθηκαν άλλοι τέσσερις ναοί επ’ ονόματι του Αγίου στην ηρωική μεγαλόνησο της Κρήτης και συγκεκριμένα στη Λυγαριά Μαλεβιζίου του νομού Ηρακλείου, στον Στύλο Αποκορώνου του νομού Χανίων, στα Κυνηγιανά Μυλοποτάμου του νομού Ρεθύμνης (ανεγέρθηκε με πρωτοβουλία και δαπάνη του κ. Γεωργίου Ουρανού εις μνήμην του διδασκάλου πατρός του, Αριστείδου) και στον Λατζιμά Ρεθύμνου (ανεγέρθηκε με πρωτοβουλία και δαπάνη του κ. Αριστείδου Λαδάκη στον χώρο των εγκαταστάσεων της εταιρείας «Λαδάκης Φαρμ»). Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι μέχρι στιγμής από τους συνολικά έξι ναούς του Αγίου Αριστείδου στην Κρήτη, οι τρεις (Ανώγεια Μυλοποτάμου, Κυνηγιανά Μυλοποτάμου, Λατζιμάς Ρεθύμνου) βρίσκονται εντός των ορίων της Ιεράς Μητροπόλεως Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου, γεγονός που αναδεικνύει τον Άγιο Αριστείδη σε τιμώμενο άγιο της συγκεκριμένης εκκλησιαστικής επαρχίας της Κρήτης. Αξίζει να επισημανθεί ότι η τιμή του Αγίου έχει διαδοθεί με ομώνυμους ναούς και σε άλλες περιοχές της πατρίδος μας, τόσο στη νησιωτική χώρα (Σαντορίνη, Τήνος, Μονή Λειμώνος Λέσβου) όσο και στην ηπειρωτική χώρα (Καρπενήσι, Αρκίτσα Φθιώτιδος, Γαρδικάκι Τρικάλων).
Βιβλιογραφία
Θεοδωροπούλου Αριστείδου Γ., Ο Άγιος Αριστείδης, Εκδόσεις Νεκτάριος Παναγόπουλος, Α’ Έκδοση, Αθήνα 2008
* Ο Αριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος είναι εκπαιδευτικός