Κατά 21% αυξήθηκαν τον τελευταίο χρόνο οι καταχωρήσεις AirBnB για ενοικίαση σπιτιών στην Ελλάδα σε ξένους επισκέπτες, φτάνοντας σε 72.144 σύμφωνα με τα στοιχεία του Δεκεμβρίου 2018) έναντι 59.379 στο τέλος του 2017.
Εντούτοις, λόγω του μεγάλου ανταγωνισμού και προσφοράς, το μέσο εισόδημα ανά ιδιοκτησία κατέγραψε «βουτιά» 28%, ενώ πτώση σημειώνει και η μέση τιμή διανυκτέρευσης κατά 17%.
Ειδικότερα, τα έσοδα ανά διαθέσιμο ενοικιαζόμενο διαμέρισμα διαμορφώθηκαν σε 58,28 ευρώ έναντι 80,68 ευρώ το 2017.
Τα παραπάνω που παρουσιάστηκαν από την AirDNA προέρχονται από τις πλατφόρμες Airbnb και Homeaway, που έχουν και τη μεγαλύτερη ζήτηση.
Όπως αναφέρθηκε, υπάρχoυν ακόμα περιοχές στην Ελλάδα όπου η αύξηση των εισοδημάτων είναι πολύ υψηλή. Σύμφωνα με τα σχετικά στοιχεία, «πρωταθλήτρια» των αυξήσεων με 167% ήταν πέρυσι η Λευκάδα, ενώ ακολούθησε η Ερμιονίδα (Πόρτο Χέλι, Ερμιόνη κ.λπ.) με 101%. Στην τρίτη θέση της σχετικής λίστας βρέθηκε η Κέρκυρα με αύξηση 73%, ενώ ακολούθησαν η Γλυφάδα με 45% και η Τήνος με 42%.
Άλλο ένα χαρακτηριστικό συμπέρασμα της έρευνας είναι ο υψηλός βαθμός εποχικότητας, κάτι άλλωστε που αποτυπώνεται και από τον χρόνο διαθεσιμότητας των ακινήτων. Για παράδειγμα, στην Αθήνα, το 55% των ακινήτων μισθώθηκε το 2018 για διάστημα έως τρεις μήνες, κατά βάση δηλαδή το καλοκαίρι, με το σχετικό ποσοστό να αυξάνεται ακόμα περισσότερο όσο πιο τουριστικός/καλοκαιρινός είναι ο προορισμός. Έτσι, στη Ζάκυνθο το σχετικό ποσοστό αυξάνεται σε 84%, στην Κω σε 79%, στη Μύκονο σε 76% και στην Κρήτη σε 73%.
Εν τω μεταξύ, , παρουσιάστηκε και η πρώτη επιστημονική μελέτη του Πανεπιστημίου Αιγαίου σχετικά με τις επιπτώσεις της οικονομίας διαμοιρασμού στους ιδιοκτήτες σπιτιών. Από αυτήν προκύπτει ότι ο κύριος λόγος που ώθησε πολλούς ιδιοκτήτες στην ενασχόληση με το σχετικό αντικείμενο ήταν η οικονομική κρίση.
Συγκεκριμένα, οι τρεις κυριότεροι λόγοι ήταν το οικονομικό αδιέξοδο λόγω της κρίσης, η συνεισφορά στο οικογενειακό εισόδημα και η δημιουργία επιπλέον ατομικού εισοδήματος. Παράλληλα, οι περισσότεροι ιδιοκτήτες διαχειρίζονται οι ίδιοι τα ακίνητά τους. Θεωρούν δε σημαντική τη συμβολή των βραχυχρόνιων μισθώσεων στην έμμεση κατανάλωση (δηλαδή σε παράλληλες αγορές άλλων ειδών και αγαθών από τους ξένους επισκέπτες), στην τοπική οικονομία της περιοχής όπου βρίσκονται τα ακίνητα που εκμισθώνονται, ακόμα και στην εθνική οικονομία.
Αναφερόμενος στο ζήτημα, ο κ. Στράτος Παραδιάς, πρόεδρος της ΠΟΜΙΔΑ (Πανελλήνια Ομοσπονδία Ιδιοκτητών Ακινήτων), σημείωσε ότι η δραστηριότητα πολλών ιδιοκτητών με τον κλάδο είναι «ζήτημα επιβίωσης», όπως το χαρακτήρισε, κυρίως για εκείνους που έχουν ακίνητη περιουσία άνω των 250.000 ευρώ, που επιβαρύνεται όχι μόνο με ΕΝΦΙΑ, αλλά και με τον σχετικό συμπληρωματικό φόρο. Προέβλεψε επίσης ότι η επιβολή φόρου και στις βραχυχρόνιες μισθώσεις θα τις καταστήσει ζημιογόνες για αρκετούς ιδιοκτήτες που ήδη πληρώνουν τα έξοδα κοινής ωφελείας (ηλεκτρικό ρεύμα, νερό, τηλέφωνο και Διαδικτύο) και φυσικά τα κοινόχρηστα. Έτσι, πολλοί θα αναζητήσουν εκ νέου Έλληνες μισθωτές για τα ακίνητά τους.