Το συγκλονιστικό ιστορικό του Ηγούμενου Φιλόθεου, φέρνω εκ νέου στη δημοσιότητα με νεότερα στοιχεία.
Τον Ιούλιο του 1944 μετά τη δολιοφθορά του αεροδρομίου της Πάρου από Άγγλους κομάντος, τον φόνο δύο ασυρματιστών και τον σοβαρό τραυματισμό του διοικητή της φρουράς Tabel, οι Γερμανοί, σύμφωνα με την πάγια τακτική τους εκείνης της εποχής, απαίτησαν την επιβολή αντιποίνων. Οι κοινοτάρχες της Πάρου και της Αντιπάρου διατάχθηκαν, ούτε λίγο ούτε πολύ, να παραδώσουν τα ονόματα 125 κατοίκων για να τους εκτελέσουν οι κατακτητές.
Υπεύθυνος για την εκτέλεση των ανδρών ήταν ο Ταγματάρχης και διοικητής του νησιού Τζωρτζ φον Μέρεμπεργκ.
Ο φον Μέρεμπεργκ από την πλευρά της μητέρας του ήταν ρωσικής καταγωγής. Από την πλευρά του πατέρα του ήταν γόνος μεγαλοαστικής οικογένειας με τις παλαιές, γερμανικές παραδοσιακές αρχές. Περιφρονούσε και απεχθανόταν τους κτηνώδεις, άξεστους Ναζί και τις βάρβαρες και απάνθρωπες ενέργειές τους και ποτέ δεν δίστασε να κάνει τα αισθήματά του σαφή. Κάποτε στο παρελθόν είχε περάσει από στρατοδικείο δύο φορές, επειδή δεν δέχτηκε να εξευτελιστεί με τον γνωστό ναζιστικό χαιρετισμό.
Η μέθοδος των αντιποίνων, όπως και η εκτέλεση αμάχων, προκαλούσε αισθήματα αηδίας στον Γερμανό αξιωματικό. Τα δικά του πιστεύω περιλάμβαναν εντιμότητα και ανθρωπιστική συμπεριφορά έναντι των αμάχων. Ένας αξιωματικός δεν μπορούσε να καταντήσει μυσαρός δολοφόνος.
Τον χειμώνα του ’41-’42 γλύτωσε από το εκτελεστικό απόσπασμα τη ζωή τριών νεαρών Γερμανών πιλότων που είχαν καταδικαστεί σε θάνατο, επειδή είχαν σατιρίσει τον Χίτλερ και τον Μουσολίνι.
Ο φον Μέρεμπεργκ γι’ αυτόν τον λόγο θεωρείτο ως persona non grata (ανεπιθύμητο πρόσωπο) και είχε υποστεί σοβαρή, δυσμενή υπηρεσιακή μονιμότητα. Εξ’ αυτού του λόγου δεν ήθελε να γίνει και δεν έγινε ποτέ μέλος του ναζιστικού κόμματος.
Εν τούτοις παρά τις ανθρωπιστικές, λογικές απόψεις του κατά του συστήματος των αντιποίνων, ήταν αναγκασμένος, εξ αντικειμένου, να εκτελέσει τις εντολές που προέρχονταν από τον Χίτλερ, διότι διαφορετικά θα έστελναν τον ίδιο στο εκτελεστικό απόσπασμα.
Ο τότε Ηγούμενος της Ι. Μονής Λογγοβάρδων της Πάρου, θεοσεβής, αλλά και δραστήριος και τολμηρός, Φιλοθεος Ζερβάκος συγκρότησε μιαν επιτροπή από τους κοινοτάρχες της Πάρου με σκοπό τη σωτηρία των Παριανών.
Ο πατέρας Φιλόθεος, πάντοτε ακλόνητος στην πίστη του στον Χριστό, πήρε την παράτολμη απόφαση, να απευθύνει πρόσκληση στον Γερμανό Διοικητή της Πάρου, να επισκεφθεί το Μοναστήρι. Ο φον Μέρεμπεργκ κατέφθασε το επόμενο πρωί (Κυριακή 23 Ιουλίου 1944) με τη συνοδεία έξι ανδρών, αξιωματικών και στρατιωτών.
Οι μοναχοί υποδέχθηκαν τους Γερμανούς επισκέπτες ως είθισται στα μοναστήρια, με περισσή χριστιανική αγάπη. Του Γερμανού Διοικητού του έκαναν εντύπωση οι βιβλικές μορφές των μεγαλύτερων αδελφών γερόντων. Η σχέση του με τον Ηγούμενο άρχισε να θερμαίνεται. Μετά την ιερή ακολουθία του όρθρου, κάθισαν οι Γερμανοί μαζί με τους μοναχούς στο αρχονταρίκι για τον καθιερωμένο στα μοναστήρια καφέ και άξαφνα όλοι ξαφνιάστηκαν όταν ο Γερμανός αξιωματικός ξεφωνίζοντας μια δυνατή κραυγή, σηκώθηκε όρθιος. Πλησίασε σε ένα κάδρο στον τοίχο και έμεινε εμβρόντητος. Αναπάντεχα αντίκρισε ένα απίστευτο γεγονός, βρέθηκε σε μια θεϊκή σύμπτωση.
Το κάδρο αυτό απεικόνιζε χωρίς καμιά αμφιβολία το χωριό της ρωσίδας μητέρας του, στη Γιάλτα της Κριμαίας. Το βλέμμα του Γερμανού αξιωματικού καρφώθηκε ώρα πολλή στην εικόνα. «Σ’ αυτή την ορθόδοξη εκκλησία, είπε», την οποία τους έδειξε στην εικόνα, «όχι μόνο παρακολούθησα πολλές ακολουθίες της Κυριακής, όταν ήμουν μικρό παιδί μαζί με τον παππού μου και τη γιαγιά μου, αλλά είχα παρευρεθεί σε ορθόδοξους γάμους και βαπτίσεις». Τα μάτια των μοναχών βούρκωσαν και άρχισαν να σταυροκοπιούνται. Του εξήγησαν ότι την εικόνα εκείνη, την είχαν φέρει στη Μονή Λογγοβάρδας δύο Ρώσοι μοναχοί, οι οποίοι είχαν καταφύγει εκεί μετά τη διάλυση του μοναστηριού τους κατά τη Ρωσική επανάσταση.
Συγκλονισμένος ο Ηγούμενος Φιλόθεος έβλεπε, ότι ο δρόμος πια ήταν ανοιχτός και αναλογιζόταν με τι τρόπο… διπλωματικό, θα θέσει το κρίσιμο ζωτικό θέμα στον Διοικητή του νησιού. Μετά από το απίστευτο αυτό γεγονός αναθάρρησε. Παρακάλεσε να φύγουν όλοι από το αρχονταρίκι και παρέμεινε μόνο ο ίδιος, μαζί με τον Γερμανό Αξιωματικό και τον γερμανομαθή μοναχό, ως διερμηνέα, Νεκτάριο.
Αφού έμειναν μόνοι, ο Ηγούμενος επικέντρωσε για πολλή ώρα αμίλητος το επίμονο βλέμμα του στον αξιωματικό. Χωρίς κανένα δισταγμό και χωρίς να κάνει πίσω, προχώρησε αποφασιστικά στο τολμηρό εγχείρημα. Του έθεσε το φλέγον θέμα ορθά κοφτά και χωρίς επιφυλάξεις. «Κύριε Διοικητά απευθύνομαι στα χριστιανικά σου αισθήματα και σου ζητώ τη σωτηρία των 125 μελλοθάνατων».
«Αυτό δεν μπορεί να γίνει» είπε ο φον Μέρεμπεργκ «Το ξέρω πολύ καλά ότι δεν είναι δίκαιο, ότι είναι ανήθικο, αλλά δεν εξαρτάται από εμένα. Εκτελώ διαταγές και οι διαταγές στον γερμανικό στρατό είναι απαραβίαστες και απαρέγκλιτες. Εάν τις παραβιάσω και δεν υπακούσω, θα στήσουν εμένα στο εκτελεστικό απόσπασμα. Ζήτησέ μου μιαν άλλη χάρη».
«Τότε η χάρη που σας ζητώ, είναι να στείλετε εμένα στο απόσπασμα αντί γι’ αυτούς».
«Κάτι τέτοιο θα μπέρδευε τις γερμανικές αρχές. Επομένως κι αυτό δε γίνεται».
«Κάντε μου τουλάχιστον μια προσωπική χάρη. Θερμά σας παρακαλώ στο όνομα του Εσταυρωμένου, πάρτε και μένα να με εκτελέσετε μαζί με τους 125. Σας ικετεύω και μέχρι την τελευταία μου στιγμή θα προσεύχομαι για σας».
Τα πρόσωπα των δύο ανδρών αντικρίστηκαν σιωπηλά για αρκετή ώρα. Ο Ηγούμενος είχε κατακλυστεί από αγωνία και άρχισε να κλαίει με αναφιλητά και να προσεύχεται. Ο φον Μέρεμπεργκ συγκινημένος από την αυτοθυσία του Ηγουμένου κοίταζε πότε αυτόν και πότε την εικόνα με τις αναμνήσεις των παιδικών του χρόνων.
Ο Ηγούμενος εναπόθεσε τις ελπίδες του στην πίστη που έτρεφε προς την Παναγία, την προστάτιδα του νησιού, και η πίστη του ανταμείφθηκε και οδήγησε στο ποθητό αποτέλεσμα. Ο Γερμανός κλονίστηκε, δεν δίστασε να το ρισκάρει και αμέσως πήρε τη γενναία απόφαση:
«Ε λοιπόν. Σου τους χαρίζω», είπε.
Όμως ο Τζωρτζ Μέρεμπεργκ στάθηκε τυχερός. Την εποχή εκείνη ο πόλεμος χανόταν για τους Γερμανούς. Ο Χίτλερ βρισκόταν τότε στο χείλος του γκρεμού με ολοκληρωτική καταστροφή και τα γεγονότα της Πάρου πέρασαν στα… ψιλά.
Ο κόμης φον Μέρεμπεργκ απαλλάχθηκε των καθηκόντων του λίγο αργότερα, εξαιτίας της ανυπακοής που έδειξε προς τις διαταγές. Αποστρατεύτηκε όμως χωρίς άλλη αυστηρότερη ποινή.
Ο συγκινητικός επίλογος επακολουθεί μετά 66 ολόκληρα χρόνια, όταν έτυχε να βρεθεί στην Πάρο για διακοπές μια Αμερικανίδα τουρίστρια, η Κατερίνα Κλαρκ. Πληροφορήθηκε αυτό το γεγονός της Κατοχής από τους μοναχούς και συγκινήθηκε βαθιά. Θεώρησε ηθικό χρέος, εφ’ όσον ζούσε στη Γερμανία να προσπαθήσει να εντοπίσει τη διεύθυνση του κόμη φον Μέρεμπεργκ. Μια διαδικασία καθόλου εύκολη. Μετά από συστηματική σειρά ενεργειών ερευνώντας στα γενεαλογικά αρχεία του Γερμανικού στρατού, επισήμανε τη διεύθυνσή του στο Βισμπάντεν. Στο τηλεφώνημά της απάντησε η κόρη του Μέρεμπεργκ η οποία την πληροφόρησε, ότι ο πατέρας της απεβίωσε το 1965 και ότι την περίμενε εναγωνίως να την επισκεφθεί. Η κόμισσα και δόκτωρ Κλωτίλδη φον Μέρεμπεργκ την υποδέχθηκε συγκινημένη και πολύ περισσότερο, όταν έμαθε ότι ο πατέρας της έσωσε από την εκτέλεση 125 ανθρώπους. Η ευγενική Γερμανίδα, ψυχολόγος- ιατρός στο επάγγελμα, ξέσπασε σε λυγμούς. Γνώριζε μόνο ότι ο πατέρας της υπηρέτησε στην Ελλάδα, αλλά τίποτα περισσότερο. Ο Κόμης ήταν κλειστός τύπος και το μυστικό του ήθελε ενδεχομένως να το πάρει στον τάφο του.
«Ξέρετε», είπε η Αμερικανίδα στη Γερμανίδα, «αυτό που αναφέρει ο συμπατριώτης σας Άλμπερτ Σβάιτσερ; Συμπτώσεις συμβαίνουν όταν ο Θεός επιλέγει να παραμείνει incognito» (με μυστικότητα).
Η αναγνώριση του θαύματος αυτού γιορτάζεται κάθε χρόνο στην Πάρο στις 23 Ιουλίου με αρχιερατική μνημοσύνη δέηση και πάνδημη συμμετοχή των Παριανών προς τιμήν του πρώην Ηγούμενου.
Η κόρη του αείμνηστου φον Μέρεμπεργκ Κλωτίλδη με τον σύζυγό της καταφθάνουν στη Μονή συχνά, παρευρίσκονται στο μνημόσυνο και καταθέτουν κρίνα και τριαντάφυλλα στον τάφο του μακαριστού ιερωμένου.
Η αμερικανίδα Κατερίνα Κλαρκ είναι συγγραφέας. Έχει γράψει μεταξύ πολλών άλλων το βιβλίο «Η Ορθόδοξη Εκκλησία» στο οποίο αναφέρεται αυτό το γεγονός.
Ο μακαριστός Ηγούμενος π. Φιλόθεος Ζερβάκος έχει ανακηρυχθεί πρόσφατα Άγιος από την Ορθόδοξη Εκκλησία.