Είναι γνωστή η ευαισθησία του Αντώνη Λιάσκου, ο οποίος αρθρογράφησε την Πέμπτη 20 Αυγούστου στα «Ρεθεμνιώτικα Νέα» για την κοπή του πεύκου της Σχολής Χωροφυλακής (σήμερα Αστυνομίας). Είναι πολύ γνωστά τα αισθήματα που τρέφει για τους κατατρεγμένους ανθρώπους όπου γης ο «doctor Αntonios της Ουγκάντας», όπως αποκαλείται στη χώρα αυτή, αφού εδώ και 25 τουλάχιστον χρόνια αφιερώνει τον χρόνο των διακοπών του σε εκεί ιεραποστολές. Το γεγονός μάλιστα ότι είχε τέσσερις μέχρι σήμερα προσβολές από ελονοσία λέει πολλά για τον άνθρωπο και τις αξίες του. Όμως το άρθρο του «Πόσο αξίζει ένας γερο-πεύκος;» λέει πολλά και για την ευαισθησία του για τα άλλα ζωντανά, πέραν των ανθρώπων.
Οπωσδήποτε η εξαφάνιση μνημειακών δέντρων, για ευτελείς συνήθως σκοπούς, έχει μακρά ιστορία στο Ρέθυμνο. Πρώτος γνωστός στη σειρά θα πρέπει να καταχωρηθεί ο ιστορικός Πλάτανος των Τεσσάρων Μαρτύρων, στον οποίο κρεμιούνταν οι καταδικασμένοι της Οθωμανικής Κατοχής (όπως ο Α. Γιουλούντας το 1659 και ο Ε. Φουντουλάκης το 1892) και κάτω από τον οποίο αποκεφαλίστηκαν οι Τέσσερις Mάρτυρες το έτος 1824. Την ίδια τύχη μ’ αυτόν είχε και ο εξίσου εμβληματικός Πλάτανος της ομώνυμης πλατείας (αργότερα Τίτου Πετυχάκη), δέντρο μαρτυρίου επίσης για το Ρέθυμνο, αφού η πρώτη γνωστή σε μας εκτέλεση έγινε σ’ αυτόν το 1700 και η πιο γνωστή το έτος 1822 και ήταν του επισκόπου Ρεθύμνης Γεράσιμου Περδικάρη ή Κοντογιαννάκη. Στον ίδιο πλάτανο εκτελέστηκε ο γιος του ιερέα του Γερακαρίου Ματθαίος, ο οποίος έχει ανακηρυχθεί προ ετών νεομάρτυρας της ορθοδοξίας και εορτάζεται στις 18 Αυγούστου. Το ιστορικό αυτό μνημείο του Ρεθύμνου κόπηκε το έτος 1960 ως «επικίνδυνο» και μετρήθηκε τότε με περίμετρο 6 μέτρων.
Ο κατάλογος της καταστροφής συνεχίζεται με το κόψιμο μνημειακών σε ηλικία ελαιόδεντρων πέριξ της πόλης από εντόπιους αμέσως μετά την μικρασιατική καταστροφή για ξύλευση και πώληση των ξύλων, πριν τα ελαιόφυτα αυτά παραδοθούν στους πρόσφυγες, ως ανταλλάξιμα. Η καταστροφή των μνημειακών δέντρων συνεχίστηκε με το κόψιμο των πελώριων μουριών της οδού Ηγουμένου Γαβριήλ, από τον Δημοτικό Κήπο μέχρι το Νεκροταφείο, που το καλοκαίρι χάριζαν στους περαστικούς την πλούσια σκιά τους, της νεραντζιάς της μικρής πλατείας που διαμορφωνόταν δίπλα στο ομώνυμο τέμενος, της επίσης νεραντζιάς των ομώνυμων φυλακών της πλατείας Νομαρχίας, του πελώριου φίκου που κοσμούσε την Προκυμαία, της πανύψηλης αροκάριας πίσω από αυτήν και των δεντροστοιχιών της Λεωφόρου Κουντουριώτη. Στις δεντροστοιχίες αυτές θα πρέπει να προστεθεί εκείνη της οδού Νοσοκομείου (αργότερα Ε. Λαβζόε και σήμερα Καστρινάκη) που οδηγούσε στο Δημοτικό Νοσοκομείο.
Στα νεότερα χρόνια η παραπάνω τακτική συνεχίστηκε με την κοπή μιας πελώριας κουκουναριάς φυτεμένης το έτος 1923 στον περίβολο του «Γυμνασίου Θηλέων», για την οποία είχε αντιδράσει ο Ορειβατικός Σύλλογος και ο Ιδομενέας Σταυρουλάκης και των ευκαλύπτων του 2ου Δημοτικού Σχολείου, που για την αντίδρασή μου σ’ αυτήν είχα λοιδορηθεί. Στα πιο πρόσφατα συμβάντα σημειώνω την καρατόμηση δεκάδων δέντρων κατά τα έργα «ανάπλασης» των οδών Κουντουριώτη και Μοάτσου (για τα οποία αντέδρασε με δημοσίευμα ο Δημήτρης Πολιτάκης) και κατά τα έργα ανακατασκευής της πλατείας γύρω από τον Μητροπολιτικό Ναό. Ακόμα πιο πρόσφατοι αλλά ασφαλώς όχι τελευταίοι κρίκοι στην αλυσίδα των καρατομήσεων των δέντρων υπήρξαν οι ευκάλυπτοι του Καράβα (για τους οποίους αντέδρασαν ο Ζήσης Καράβας και η Μαριάννα Καλαϊτζιδάκη) και η λεύκα δίπλα στο «Κύμα» στην πλατεία του Άγνωστου Στρατιώτη (για την οποία αντέδρασε ο Κώστας Ανδρώνης).
Στο σημείωμά μου αυτό θα ήθελα να τονίσω την ιστορικότητα του δέντρου που κόπηκε προ ημερών. Το πεύκο αυτό δεν βρέθηκε εκεί από μία τυχαία φύτευση αλλά αποτελούσε τμήμα του τρίτου κατά σειράν (από τους τέσσερις συνολικά) δημόσιου κήπου του Ρεθύμνου. Θυμίζω ότι ο πρώτος Δημοτικός Κήπος του Ρεθύμνου ήταν αυτός που είχε διαμορφωθεί πίσω από τα μουσουλμανικά νεκροταφεία, στην περιοχή περίπου του σημερινού 1ου Λυκείου (Πολυκλαδικού). Ο κήπος αυτός, με το περίπλοκο γεωμετρικό σχήμα, απεικονίζεται καθαρά και υπομνηματίζεται στον χάρτη του Ρεθύμνου του Wilkinson του έτους 1850 και προβληματίζει με την πρωιμότητα της κατασκευής του, αν μάλιστα αναλογιστεί κανείς ότι ο αντίστοιχος Κήπος των Χανίων, ο οποίος θεωρήθηκε πρωτοποριακός για την εποχή του, διαμορφώθηκε από τον Ρεούφ Πασά το 1870-71.
Ο δεύτερος Δημοτικός Κήπος του Ρεθύμνου είχε διαμορφωθεί στον ακάλυπτο χώρο του προμαχώνα του παλιού λιμανιού με παρότρυνση του Ρεθεμνιώτη γαμπρού και γιατρού Περτέφ Εφέντη (που σταδιοδρόμησε ως γιατρός και ως δημόσιος άνδρας στο Ηράκλειο). Ο «Δημοτικός Κήπος Ρεθύμνης», όπως ονομαζόταν επίσημα, διέθετε μεταξύ άλλων αναβρυτήριο στο κέντρο του. Επί Ρωσικής κατοχής χρειάστηκε να επαναφυτευθεί και να στολιστεί με έναν φοίνικα, τον οποίο συμβολικά φύτεψε ο Αρμοστής Πρίγκιπας Γεώργιος, οπότε και μετονομάστηκε «Κήπος του Πρίγκηπος Γεωργίου». Όπως είναι γνωστό, από τον πρώτο αυτό «ωραίο κήπο» (γκιουλ μπαξέ) πήρε το όνομα (Γ)Κιουλούμπασης η ευρύτερη περιοχή και συνοικία. Οι πηγές αναφέρουν ότι ήταν αρκετά ευρύχωρος, ώστε να κάνουν σ’ αυτόν τον περίπατό τους πολλές δεκάδες Ρεθεμνιώτες. Ο Πύργος του Νερού και ο Κήπος στην οροφή του κατεδαφίστηκαν την περίοδο 1926-1932, κατά την οικοδόμηση του κτηρίου του Τελωνείου.
Ο τρίτος Δημοτικός Κήπος του Ρεθύμνου φιλοξενήθηκε στον χώρο του μεταγενέστερου Γυμναστηρίου και Δημοτικού Νοσοκομείου. Τον χώρο είχε παραχωρήσει το έτος 1894 με συμβολικό τίμημα στον Δήμο Ρεθύμνης ο Χασάν Μπαμπάς του ομώνυμου στα ανατολικά τεκέ (αργότερα Ορφανοτροφείου και σήμερα Μουσικού Γυμνασίου). Για τη δημιουργία του πραγματοποιήθηκε έρανος, στον οποίο συνεισέφεραν δυναμικά ο Ιζέτ Μπέης Γιαζιτζικαδές, δεκαπέντε Ρεθύμνιοι εγκατεστημένοι και αποκαταστημένοι στην Αλεξάνδρεια και ένας Ρεθεμνιώτης ξυλουργός, που δώρισε μια μικρή συνεχόμενη έκταση για την επέκτασή του. Ο Κήπος αυτός ήταν τετράπλευρος, με διαστάσεις 179 × 143 × 162 × 108 μέτρα. Στην έκτασή του, που πλησίαζε τα είκοσι στρέμματα, είχαν φυτευτεί δέντρα και είχαν κατασκευαστεί κρήνες, ενώ πρωτοποριακή για την εποχή ήταν η περίφραξή του με συρματόπλεγμα, για την αποφυγή των ζημιών από ζώα. Ο τρίτος κατά σειρά Δημοτικός Κήπος του Ρεθύμνου καταστράφηκε κατά την επανάσταση του 1897. Στη θέση του δημιουργήθηκε από τον Γυμναστικό Σύλλογο Ρεθύμνης τρία χρόνια αργότερα το τρίτο κατά σειρά Γυμναστήριο της πόλης, που εξακολούθησε τη λειτουργία του μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1920.
Ο γερο-πεύκος λοιπόν που ανάγκασε τον Αντώνη Λιάσκο να αντιδράσει με την κινητοποίηση και την επιστολή του είχε ηλικία 121 χρόνων, ούτε λίγο ούτε πολύ! Και δεν είχε αντικρίσει μόνο τους σπουδαστές της Σχολής Χωροφυλακής, τους ασθενείς του Δημοτικού Νοσοκομείου και τους περίοικους όλων των εποχών, αλλά και πολλούς παλιότερους Ρεθεμνιώτες, μεταξύ των οποίων μερικούς που πάλεψαν για τη δημιουργία του Κήπου και στη συνέχεια του γυμναστηρίου, όπως τον Γιουσούφ Αληγιατζιδάκη, γνωστό ευεργέτη της πόλης από τις κρήνες του, που ως δήμαρχος παραχώρησε το οικόπεδο, και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Συλλόγου υπό τον πρόεδρο Εμμανουήλ Γενεράλι. Και οπωσδήποτε τον τότε συνάδελφό μου και διευθυντή του Γυμναστηρίου Άγγελο Ανδρουλιδάκη, που με τα μαθητούδια του δεν παρέλειπε κατά τους κρίσιμους ξηροθερμικούς μήνες να του ρίχνουν μια στάλα νερού.
Οι φιλίστορες αναγνώστες ας μου επιτρέψουν να κλείσω την παραπάνω αναδρομή με δύο αποσπάσματα από την επιστολή του Αντώνη Λιάσκου, με την οποία ξεκινήσαμε και η οποία θα μπορούσε να διδάσκεται στα σχολεία στα πλαίσια της οικολογικής ευαισθητοποίησης των νεότερων γενιών, μαζί με την «Κατάρα του πεύκου» του Ζαχαρία Παπαντωνίου:
Το αλυσοπρίονο των εργατών τη ζωή μας ακρωτηριάζει και όχι τον γερο-πεύκο που μας συντρόφευε…
Η ζωή μας δεν μπορεί να πάει μακριά, εφόσον απαξιώνονται τα στοιχεία εκείνα που μας έφτασαν ως εδώ. Είναι απλό: ζωή δεν είναι μόνο το χρηστικό και το μετρήσιμο…
*Ο Χάρης Στρατιδάκης είναι σχολικός σύμβουλος-συγγραφέας