Είναι αλήθεια, πώς η πληροφορία ότι στο Ρέθυμνο και την Κρήτη κάποτε έζησαν ελέφαντες προκαλεί έκπληξη, και δικαιολογημένα, αφού σε όλη την ιστορική διαδρομή της Κρήτης, αλλά ακόμη και ολόκληρης της Ευρώπης δεν αναφέρονται ελέφαντες.
Και βέβαια προκύπτουν ερωτηματικά για το πώς ήρθαν στη Κρήτη, σε ένα νησί και πώς εξαφανίστηκαν και για ποιό λόγο;
Για την Κρήτη και τον νομό μας, προϊστορικές και ιστορικές πληροφορίες έχουμε από τη παλαιολιθική και τη νεολιθική εποχή, πριν 9.000 τουλάχιστον χρόνια, από τοποθεσίες όπου βρέθηκαν λίθινα προϊστορικά εργαλεία, όπως στα σπήλαια του Γερανίου, του Μελιδονίου, των Ελενών, των Ζωνιανών και αλλού.
Κυρίως όμως, οι πληροφορίες μας από τους αρχαιολογικούς χώρους στον νομό μας, ανάγονται στα 3.000 χρόνια πριν και ενωρίτερα, όπως των Μινωικών ή Υστερομινωικών χώρων, του Χαμαλευρίου, της Αρχαίας Ελεύθερνας, του Ιδαίου Άντρου, της Αξού, του Μοναστηρακίου, του Αποδούλου, του Βρύσινα, των Αρμένων, καθώς και από άλλες περιοχές.
Εδώ έρχονται οι Γεωλόγοι και οι Παλαιοντολόγοι να μας εκπλήξουν, γιατί η χρονική περίοδος των 9.000 χρόνων είναι τόσο μικρή σε σύγκριση με τα πεδία που εκείνοι διερευνούν για την ιστορία της γης.
Αυτοί εξετάζουν για παράδειγμα, 700 χιλιάδες χρόνια από την εποχή των παγετώνων ή και 25 εκατομμύρια χρόνια από την δημιουργία της θάλασσας Τηθύος, που υπήρχε σύμφωνα με τις επιστημονικές εκδοχές στον σημερινό χώρο της Μεσογείου, και του Αιγαίου Πελάγους.
Αποδείξεις για τις Παλαιοντολογικές αυτές περιόδους αντλούμε από απολιθώματα ζώων ή φυτών, που βρίσκομε θαμμένα σε σπήλαια ή ενσωματωμένα σε πετρώματα.
Χαρακτηριστικά, πολλά απολιθωμένα οστά νάνων ελεφάντων, όπως γνάθοι και ολόκληροι χαυλιόδοντες έχουν βρεθεί σε παραθαλάσσια σπήλαια δυτικότερα της πόλης του Ρεθύμνου, σε παραθαλάσσια σπήλαια που βρίσκονται σε μικρή απόσταση από την ακτή και σε βραχώδες τοπίο.
Οι νάνοι ελέφαντες αυτοί, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των Παλαιοντολόγων, έζησαν δεκάδες έως και εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια πριν.
Τα περισσότερα αυτά σπήλαια, βρίσκονται δυτικά της πόλης του Ρεθύμνου από τη συνοικία του Κουμπέ, και σε απόσταση 2 περίπου χιλιομέτρων στη έντονα βραχώδη ακτογραμμή ως την παραλία του Γερανίου.
Το μεγαλύτερο από αυτά τα σπήλαια, βρίσκεται στην τοποθεσία μύτη του Γρύντα, πίσω από το στρατόπεδο του Ρεθύμνου και στο οποίο έχουν βρεθεί τα σημαντικότερα παλαιοντολογικά απολιθώματα.
Τα ευρήματα αυτά για πρώτη φορά ανέσκαψε και εμελέτησε ο Γερμανός καθηγητής Γεωλογίας και Παλαιοντολογίας Siegfried Kuss, ο οποίος επισκέπτονταν και ασχολούνταν επιστημονικά με τις περιοχές του Ρεθύμνου και της Κρήτης ήδη από το 1962.
Αναπαράσταση νάνου ελέφαντα του Ρεθύμνου, στο Παλαιοντολογικό Μουσείου Ρεθύμνου
Το εκπληκτικότερο εύρημα από το σπήλαιο στη μύτη του Γρύντα, που βρέθηκε και συντηρήθηκε από τον καθηγητή Kuss και τον Ρεθυμνιώτη βοηθό του, αυτοδίδακτο φισιοδίφη – παλαιοντολόγο, Χαράλαμπο Τσικαλά, είναι η γνάθος ενός νάνου ελέφαντα, που σώζεται σε άριστη κατάσταση και φιλοξενείται στο Παλαιοντολογικό Μουσείο του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά βεβαίως ανήκει στο Ρέθυμνο.
Πολλά από αυτά τα ευρήματα, εκτίθενται επίσης στο Παλαιοντολογικό Μουσείο του Ρεθύμνου, που βρίσκεται στο τέμενος Βελή Πασά, λίγο παραπάνω από την οδό Μοάτσου.
Το συγκεκριμένο αυτό είδος Ελεφάντων, δεν ξεπερνούσε το ύψος του 1,5 μέτρου και του δόθηκε η επιστημονική ονομασία Εlephas Creutzburgi.
Επίσης στο οροπέδιο του Καθαρού, στην Κριτσά Λασιθίου, μελετήθηκαν από τον κ. Μιχάλη Δερμιτζάκη καθηγητή Παλαιοντολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, εκατοντάδες οστά από νάνους ιπποπόταμους καθώς και ελάφια, που έζησαν στην περιοχή σύμφωνα με τον καθηγητή από 540.000 έως και 14.000 χρόνια πριν.
Αυτό που έχει ιδιαίτερη αξία, είναι το ότι το σπήλαιο στην μύτη του Γρύντα, λόγω του ότι βρίσκεται σε δύσβατο μέρος διατηρείται ασύλητο, και έτσι σώζονται τόσο στο πάτωμά του όσον και στα πλευρικά του τοιχώματα, απολιθωμένοι ολόκληροι χαυλιόδοντες και βέβαια εκατοντάδες οστά ελεφάντων σε πολύ καλή κατάσταση.
Έτσι δίνεται η καταπληκτική ευκαιρία να αξιοποιηθεί, διατηρώντας τα ευρήματα στη θέση τους, ως ένα ζωντανό ανοικτό Παλαιοντολογικό Μουσείο Νάνων Ελεφάντων 700.000 ετών! Που θα είναι ίσως το μοναδικό στην Ευρώπη αν όχι και στον κόσμο!
Αυτό λοιπόν ως αξιοθέατο, μπορεί λόγω της μοναδικότητάς του να αναδειχτεί στα δυνατά τουριστικά ατού του Ρεθύμνου και μαζί με το σπουδαίο σπήλαιο του Γερανίου, που απέχει μόλις ένα χιλιόμετρο θα αποτελέσουν ένα σημαντικό θεματικό παλαιοντολογικό γεωπάρκο.
Σύμφωνα με την ανωτέρω υπόθεση εργασίας, μεταξύ των άλλων, γεννιούνται δύο εύλογα ερωτήματα. Πώς βρέθηκαν οι ελέφαντες σε ένα νησί, στην Κρήτη, και γιατί είχαν το μέγεθος των νάνων.
Στο πρώτο, η απάντηση είναι, το ότι τόσο η Κρήτη, όσο και ολόκληρος ο χώρος του Αιγαίου εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια πριν, δεν είχαν τη σημερινή τους μορφή, αλλά συνδεόταν με ηπειρωτικές περιοχές, όπως την Μικρά Ασία ή ίσως και την Πελοπόννησο, οπότε οι ελέφαντες πέρασαν στην Κρήτη μέσω αυτής της οδού.
Κατά τον καθηγητή Δερμιτζάκη σε μια άλλη εκδοχή, την εποχή των παγετώνων, η στάθμη της θάλασσας είχε κατέβει πολύ, με αποτέλεσμα η απόσταση Κρήτης – Πελοποννήσου να είχε μικρύνει αρκετά, ώστε οι ελέφαντες και οι ιπποπόταμοι κολυμπώντας, κατάφεραν από την ηπειρωτική περιοχή να περάσουν στην Κρήτη.
Στο δεύτερο ερώτημα, η απάντηση είναι εκείνη, που αποτέλεσε και την αφορμή για τον τίτλο του παρόντος άρθρου και την εμπλοκή του Δαρβίνου.
Οι Ελέφαντες όταν μετανάστευσαν στο νησί, είχαν κανονικό μέγεθος. Με την πάροδο των γεωλογικών αιώνων, και εφόσον η Κρήτη είχε αποκοπεί ή απομακρυνθεί από τις ηπειρωτικές περιοχές, δεν διέθετε απεριόριστες ποσότητες βλάστησης, ώστε να τρέφονται οι ελέφαντες και τα υπόλοιπα μεγαλόσωμα χορτοφάγα θηλαστικά.
Σύμφωνα λοιπόν με τις θεωρίες της εξέλιξης των Λαμάρκ και Δαρβίνου, που αναφέρονται στην αναγκαία προσαρμογή των οργανισμών στο περιβάλλον τους για να μπορέσουν να επιβιώσουν, οι ελέφαντες για να καταφέρουν να επιζήσουν ως είδος στο νησί, θα έπρεπε να αποκτήσουν τέτοιο μέγεθος, ώστε να μπορούν να καλύπτονται διατροφικά με λιγότερες ποσότητες τροφής.
Έτσι λοιπόν, μίκραιναν σταδιακά, φτάνοντας στο μέγεθος του νάνου, ώστε να υπάρχει ισορροπία σύμφωνα με τις δυνατότητες που υπήρχαν για τη διατροφής τους.
Τα ευρήματα αυτά είναι σημαντικά τόσον για την περιοχή της Κρήτης όσον και για την επιστημονική κοινότητα.
Ωστόσο μένει να απαντηθούν ερωτήματα όπως: Γιατί και πότε εξέλειπαν από την Κρήτη οι νάνοι ελέφαντες; Καθώς και γιατί βρίσκονται τα απολιθώματά τους σε μαζικά κοινοτάφια σε παράκτια σπήλαια;
Αυτά τα ερωτήματα μπορούν να διερευνηθούν στα πλαίσια Διδακτορικών Διατριβών της σχολής ορυκτών πόρων του Πολυτεχνείου Χανίων ή της Σχολής Γεωλογίας των Πανεπιστημίων Αθηνών ή Θεσσαλονίκης και να αποτελέσουν πολύ δυνατά σημεία στη δημοσιότητα και την φήμη του Σπηλαίου και την τουριστική προβολή του διεθνώς. Θα αποτελέσει το «Jurassic Park »της πόλης μας!
Ξέρουμε πολύ καλά, ότι ένα αξιοθέατο γίνεται σπουδαίος πόλος τουριστικής έλξης, όταν αποτελεί σπανιότητα ή μοναδικότητα και το ΑΦΗΓΗΜΑ του προκαλεί μεγάλη έκπληξη.
Είναι αυτό, που οι ειδικοί της τουριστικής προβολής μιας περιοχής, ονομάζουν Ο ΜΥΘΟΣ! που την συνοδεύει!