Τον Απρίλιο του 1941 οι Γερμανοί είχαν κατακλύσει το Θεσσαλικό κάμπο με τα μηχανοκίνητα. Τα στούκας σάρωναν τις ακτές του Σαρωνικού και το λιμάνι του Πειραιά. Στο Αλβανικό μέτωπο ο στρατός τελούσε υπό διάλυση. Οι Σωματάρχες ετοιμάζονταν να συνθηκολογήσουν με τους Γερμανούς. Εκατό χιλιάδες περίπου πολεμιστές του Β’ Σώματος Στρατού υποχωρούντες, συνωθούνται στη γέφυρα Μέρτζανης, ποιος να πρωτοπεράσει. Πεινασμένοι, ψειριασμένοι, κυριολεκτικά χαμένοι, αυτοί που είχαν γράψει το έπος της Κορυτσάς, τώρα προσπαθούσαν να βρουν δρόμο προς το Μέτσοβο. Στην Αθήνα, στις 18 Απριλίου στη Μεγάλη Βρετανία, θα αρχίσει η προτελευταία πράξη του δράματος. Η σύσκεψη του συμβουλίου βαίνει προς το τέλος. Ο πρωθυπουργός Κορυζής παρίσταται αμήχανος και κάποια στιγμή εκδηλώνει αδιαθεσία και αποχωρεί. Όπως αναφέρουν οι ιστορικοί, παίρνει το πανωφόρι και το καπέλο και κατεβαίνει δρομέως τα σκαλιά του ξενοδοχείου. Μπαίνει στο αυτοκίνητο, φτάνει στο σπίτι και κλειδώνεται στην κάμαρή του. Σε λίγο ακούγονται πυροβολισμοί. Ο Κορυζής αυτοκτόνησε. Επακολούθησε γενική αναστάτωση. Ο Κορυζής δεν ήθελε να προδώσει τη χώρα του και αυτοκτόνησε. Η μνήμη του απαιτεί σεβασμό. Η περιπέτεια της χώρας από εκείνη τη στιγμή εισέρχεται σε νέα φάση.
Μετά την αυτοκτονία Κορυζή η χώρα θα παραμείνει τρεις ημέρες χωρίς πολιτική κυβέρνηση.
Οι πολιτικοί παράγοντες (Σοφούλης, Μαζαράκης και άλλοι) θεωρούν ως ενδεδειγμένη λύση και εισηγούνται στο βασιλιά την ανάθεση της Πρωθυπουργίας στον Εμμανουήλ Τσουδερό, εξέχοντα οικονομολόγο, ακραιφνή δημοκρατικό και επιστήθιο φίλο του Ελ. Βενιζέλου, αλλά και Κρητικό. Ήδη προγραμματίζεται η μετακίνηση της κυβέρνησής της στην Κρήτη.
Ο Τσουδερός όπως αναφέραμε σε άλλο σημείωμα βρίσκεται εκτοπισμένος από τον Μεταξά στη Σύρο, αλλά τυχαίως βρίσκεται στην Αθήνα με άδεια, λόγω βαρύτατης ασθένειας της συζύγου του Μαρίας.
Αν και οι Άγγλοι εξέφραζαν επιφυλάξεις, με έντονες αντιρρήσεις και αμφισβητούσαν την επιλογή του Εμμ. Τσουδερού για την πρωθυπουργία, ο βασιλιάς προχώρησε στην ορκωμοσία και τούτο λόγω της αιτιολογημένης εισήγησης και υπεύθυνης πρότασης του πολιτικού κόσμου. Ούτω πως στις 21 Απριλίου του 1941 ο βασιλιάς αναθέτει στον Τσουδερό το σχηματισμό κυβέρνησης. Η πρώτη σύνθεση της κυβέρνησης Τσουδερού περιλαμβάνει τους Κρητικούς Τζανακάκη, τον Σκουλά (Ανωγιανό), και το Ρεθεμνιώτη Δημητρακάκη.
Οι Άγγλοι και πάλι επεμβαίνουν ως συνήθως στα ελληνικά πράγματα και απαιτούν από τον Τσουδερό τη συμμετοχή στην κυβέρνηση και των τεταρτοαυγουστιανών Μανιαδάκη, Δημητράτου, Νεφελούδη. Όπως αναφέρει στα απομνημονεύματά του ο Τσουδερός, η ευθύνη ήταν μεγάλη, αν απέρριπτε το αίτημα των Άγγλων με ενδεχόμενες δυσμενείς επιπτώσεις σε δύσκολες ώρες για τη χώρα. Όμως επιφυλάσσεται και σε μελλοντικό χρόνο θα αναζητήσει και θα βρει την κατάλληλη περίσταση για το «ξεκαθάρισμα» των μεταξικών.
Ο Τσουδερός εξάλλου αργότερα στο Κάιρο σε αντιστάθμισμα θα ανακαλέσει στο στράτευμα όλους τους κινηματίες του 1935 αξιωματικούς μεταξύ των οποίων και τον εκδιωχθέντα στρατηγό Χριστόδουλο Τσιγάντε. Η ανάκληση και η ακύρωση της προσβλητικής καθαίρεσης αποτελούσε ένα τολμηρό, ανεπανάληπτο και σπουδαίας σημασίας εγχείρημα, ακόμα και κατάφορη παραβίαση του συντάγματος και απαιτούσε σθένος. Οριοθετούσε ωστόσο της αλλαγή και το πέρασμα σε ένα νέο καθεστώς.
Ποιός ήταν όμως ο Χριστόδουλος Τσιγάντες, ο οποίος με εντολή Τσουδερού παρά την εξευτελιστική, αμετάκλητη καθαίρεση ανέλαβε τότε την ηγεσία του Ιερού Λόχου; Ο θρυλικός στρατηγός συμμετείχε στις μάχες του Στρυμόνα (14 Νοεμβρίου 1916) στις επιχειρήσεις του Αξιού (Δεκέμβριος 1916), στη μάχη του Σκρα (Μάιος 1918). Στη Μικρά Ασία τραυματίζεται (Απρίλιος 1921), στη μάχη της Σαπιάντζας. Υφηγητής στη Σχολή Πολέμου (1932). Συμμετείχε στο Βενιζελικό κίνημα του ’35. Συλλαμβάνεται και φυλακίζεται. Παραπέμπεται στο Στρατοδικείο αποτάσσεται και καθαιρείται επί εσχάτη προδοσία. Με την κήρυξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου κατατάσσεται εθελοντής στη Λεγεώνα των Ξένων από όπου ανακαλείται στο στράτευμα αναλαμβάνοντας τη Διοίκηση του περίφημου Ιερού Λόχου, επικεφαλής του οποίου ανέλαβε πολλές επικίνδυνες αποστολές.
Το επίτευγμα αυτό εγγράφεται εις το ενεργητικό του Ρεθεμνιώτη Εμμ. Τσουδερού και τιμά τη μνήμη του, δεδομένου ότι εμφιλοχώρησε και πάλι η δόλια, πανούργα πολιτική της Αγγλίας, η οποία θεωρούσε τον Τσιγάντε ως ανατρεπτικό στοιχείο, επομένως και την ανάκληση και συμμετοχή του στο συμμαχικό στρατό ως απαράδεκτη.
Ένα άλλο εντυπωσιακό επίτευγμα του Εμμ. Τσουδερού υπήρξε η διάσωση της νήσου Χίου από τις αρπακτικές διαθέσεις της Τουρκίας στο Αιγαίο με την πανούργα, καιροσκοπική πολιτική της Αγγλίας. Εκείνες τις τραγικές ώρες που περνούσε η Ελλάδα καταματωμένη, ερειπωμένη, η επίσημη Τουρκία προσπαθεί να επωφεληθεί, καταλαμβάνουσα τη Χίο με προοπτική μελλοντικά για τα κυριότερα νησιά του Αιγαίου. Η Αγγλική ηγεσία παρά τις τραγικές απογοητεύσεις της από την τουρκική πολιτική εξακολουθεί να ευνοεί την Τουρκία.
Ο Τσουδερός στέκεται αντιμέτωπος προβάλλει σθεναρή αντίσταση και υπεραμύνεται της δόλιας αγγλικής πολιτικής και των εθνικών μας συμφερόντων. Όπως αναφέρει ο ίδιος επ’ αυτού στο ημερολόγιό του: «Μέσα στις ετοιμασίες της μάχης, και στους καθημερινούς βομβαρδισμούς των στούκας, τις τελευταίες μέρες του Απριλίου ο Πρέσβης της Αγγλίας Σερ Μίκαελ Πάλαρετ πρόβαλε την αξίωση, ότι θα συνέφερε το συμμαχικό αγώνα, να καταληφθούν αι Ελληνικαί νήσοι του Αιγαίου από τους Τούρκους πριν τις πάρουν οι Γερμανοί».
Αυτά τα δύο επιτεύγματα τιμούν τη μνήμη του πάλλευκου, ηθικά ανεπίληπτου Ρεθεμνιώτη Πρωθυπουργού. Ιδιαιτέρως η διάσωση της Χίου για την οποία ο αγγλικός παράγων πρόβαλε αυξημένες απαιτήσεις, αποτίει τιμή στην προσωπικότητα του Εμμ. Τσουδερού και εγγράφεται εις το ενεργητικό του.
Εδώ όμως αξίζει η αναφορά ορισμένων ιστορικών γεγονότων, όπως αυτό της κατοχικής κυβέρνησης Τσολάκογλου ένα από τα πλέον αμφιλεγόμενα εκείνης της περιόδου.
Σχετικά με τη συνθηκολόγηση Τσολάκογλου κυκλοφόρησε πρόσφατα η «Ιστορία της κατοχής» του έγκριτου ιστορικού κ. Δημοσθένη Κούκουνα, ο οποίος αναφέρει τα εξής νεότερα στοιχεία, τα οποία ενετόπισε και ανέσυρε από τα «Αρχεία της Διεύθυνσης Στρατού»: «Το πρωί της 19ης Απριλίου 1941 δόθηκε στον στρατηγό Τσολάκογλου με σήμα η εντολή από το Γενικό Επιτελείο Στρατού να αναλάβει πρωτοβουλία και να διεξαγάγει συνομιλίες για συνθηκολόγηση». Η εντολή ήταν στρατιωτική, που σημαίνει αμετάκλητη. Το σήμα ήταν διαφανές και ξεκάθαρο. Εξάλλου όχι μόνον εστάλη το συγκεκριμένο σήμα, αλλά εδόθη και δια τηλεφώνου. Οι ιστορικοί δικαιολογούν την απογοήτευση, αν μη τι άλλο, στάση του στρατηγού Παπάγου Αρχηγού του Επιτελείου στην κακή, χείριστη συμπεριφορά των Άγγλων, που ίσως γι’ αυτό το λόγο και η απόφασή του να μην ακολουθήσει την Κυβέρνηση Τσουδερού στην Κρήτη. Και ο μεν Παπάγος προήχθη σε Στρατάρχη ο δε Τσολάκογλου καταδικάστηκε εις θάνατον ως προδότης και απέθανε στη φυλακή!
Βιβλιογραφία:
Γεώργιος Αχ. Παπαδημητρίου: «Η περίοδος της κατοχής».
Π.Γ. Φαναριώτου: «Η Ελλάδα στις φλόγες του πολέμου».
Δημοσθέση Κούκουνας: «Ιστορία της Κατοχής».
Β.Π. Μαθιόπουλος: «Η συμμετοχή της Ελλάδος στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο».
Σπυρίδων Λιναρδάτος: «Ο πόλεμος του 40-41 και η μάχη της Κρήτης».
Χαρίκλεια Δημακοπούλου: Κριτικές «Νέα βιβλία».