Προτού καν συμπληρωθούν οι πρώτες 100 ημέρες της κυβέρνησης Μπάιντεν, η Ουάσιγκτον αρχίζει να οριοθετεί τις σχέσεις της με την Ευρώπη, καλώντας την σε μεγαλύτερη συνεργασία, αφού «η Αμερική επιστρέφει» (κοντά στους συμμάχους της), όπως τόνισε ο Αμερικανός πρόεδρος στην πρώτη ομιλία- διάγγελμα του στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Ήδη έχουν εμφανιστεί δυο μεγάλα και επείγοντα θέματα στις σχέσεις ΗΠΑ/Ευρώπης, που δείχνουν ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν δεν θα «ξηλώσει» αμέσως την προηγούμενη πολιτική Τραμπ απέναντι στους Ευρωπαίους.
Προτού καλά-καλά καθίσει στην καρέκλα του ο νέος υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Λόιντ Ώστιν, ξεκαθάρισε στους Ευρωπαίους συμμάχους του στο ΝΑΤΟ ότι πρέπει πολύ σύντομα να βάλουν το χέρι στην τσέπη και να πληρώσουν την συνεισφορά τους στην Συμμαχία, κάτι που πολλά κράτη μέλη επιμελώς ξεχνούν.
Η προηγούμενη κυβέρνηση Τραμπ είχε προσβάλει πολλαπλώς τους συμμάχους του για την τσιγκουνιά τους, είχε δείξει εμφανή περιφρόνηση στο ΝΑΤΟ και είχε χρησιμοποιήσει ως μεγάλο όπλο την απόσυρση των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων από το ευρωπαϊκό έδαφος.
Η νέα κυβέρνηση Μπάιντεν ξεκαθάρισε ότι δεν θα αποσύρει τις αμερικανικές δυνάμεις από την Ευρώπη, έχει αρχίσει όμως να ζητά πιεστικά από τους συμμάχους τα χρωστούμενα, δηλαδή το 2% του ΑΕΠ τους μέχρι το 2024. Μέχρι στιγμής, μόνον η Ελλάδα, Βρετανία, Εσθονία, Λιθουανία, Πολωνία, Ρουμανία, Γαλλία, Νορβηγία και φυσικά ΗΠΑ, είναι εντάξει στους λογαριασμούς τους, ενώ οι άλλοι δεν βάζουν το χέρι στην τσέπη.
Το δεύτερο και σοβαρότερο πρόβλημα στις οικονομικές πλέον σχέσεις ΗΠΑ-ΕΕ είναι η χρονίζουσα διαφορά, που έχει αγγίξει τον εμπορικό πόλεμο ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και στις Βρυξέλλες από την εποχή Τραμπ, λόγω των κρατικών χορηγήσεων στην αμερικανική Boeing και την ευρωπαϊκή Airbus, που χρηματοδοτείται από την Γερμανία, Γαλλία, Ισπανία και Βρετανία, που πλέον δεν είναι μέλος της ΕΕ. Υπενθυμίζεται ότι η κυβέρνηση Τραμπ έχει ήδη ανακοινώσει έναν μακρύ κατάλογο τιμωρητικών δασμών σε ευρωπαϊκά προϊόντα, (από τα λάδια και τα τυριά, τις βρώσιμες ελιές και τις πατάτες, κονσερβοποιημένα ροδάκινα (πολύ επιτυχής δουλειά της Κεντρικής Μακεδονίας, κλπ. μέχρι τα πλέον εξειδικευμένα εξαρτήματα μηχανημάτων), ως αντίποινα για τις ευρωπαϊκές χορηγήσεις στην Airbus. Το θέμα ενδιαφέρει άμεσα τις εξαγωγές ελληνικού ελαιόλαδου στις ΗΠΑ, (και άλλα προϊόντα), που βγαίνουν και μπαίνουν στις αμερικανικές τιμωρητικές λίστες, πληρώνοντας έτσι το μάρμαρο για τις κινήσεις της Γερμανίας, Γαλλίας Ισπανίας, με την οποία η Αθήνα δεν έχει καμιά σχέση.
Ήδη, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου έχει δεχθεί να επιβάλουν οι ΗΠΑ δασμούς 7.5 δισ. δολάρια σε ευρωπαϊκά προϊόντα που εισέρχονται στις ΗΠΑ και μόνον 4 δισ. δολάρια δασμούς σε αμερικανικά προϊόντα που εισέρχονται στην ΕΕ, χωρίς όμως να έχει λήξει ο αμερικανικο/ευρωπαϊκός εμπορικός πόλεμος.
Οι πληροφορίες από τις Βρυξέλλες θέλουν τη Γερμανία, Γαλλία και Ισπανία να πιέζουν τώρα την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αναδιατάξει τη μορφή κρατικής βοήθειας προς την Airbus, έτσι ώστε να βγει η Ευρώπη από την αμερικανική θηλιά. Μέχρι τώρα οι τρεις ευρωπαϊκές χώρες κατασκευάστριες της Airbus χορηγούσαν στην εταιρεία δάνεια για την ανάπτυξη νέων μοντέλων αεροσκαφών, (ιδιαιτέρως ανταγωνιστικών της αμερικάνικης Boeing), τα οποία θα αποπληρώνονταν μόνο αν το νέο αεροσκάφος είχε εμπορική επιτυχία. Το μοντέλο αυτό έχουν καταδικάσει οι ΗΠΑ. Η κυοφορούμενη πρόταση είναι τα δάνεια αυτά να μεταπηδήσουν στο «ταμείο Άμυνας» για συμβόλαια της εταιρείας με την ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία. Το πρόβλημα όμως είναι ότι ο αμυντικός προϋπολογισμός της ΕΕ είναι μικρός.
Η άλλη λύση που θα χαροποιούσε τις ΗΠΑ είναι να καταργηθεί εντελώς η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση προς την Airbus, προς μεγάλη δυσαρέσκεια της Γαλλίας, αφού η έδρα της Airbus είναι στην Τουλούζη, αλλά και της Γερμανίας που χρηματοδοτεί άλλες βιομηχανίες της.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι Βρυξέλλες επείγονται να καταλήξουν σε μια «συνολική συμφωνία» με τις ΗΠΑ μέσω ενός «μεγαλύτερου πακέτου «συνεργασίας, το οποίο όμως ουδείς γνωρίζει αν και πόσο θα επιβαρύνει τον ήδη υπερ-χρεωμένο ευρωπαίο πολίτη…