Είναι πλέον δεδομένο ότι ο κόσμος άλλαξε σε μεγάλο βαθμό. Η μεταπολεμική Ευρώπη της ευμάρειας, του κοινωνικού κράτους, της προόδου, της οικονομικής ανόδου και του υγιούς φεντεραλισμού αποτελεί πλέον παρελθόν. Οι περισσότεροι κάτοικοι της Ευρώπης σήμερα, ξέρουν μόνο ένα πρόσωπο της ηπείρου, αυτό της οικονομικής ευρωστίας, της κοινωνικής ισότητας και της αλματώδους οικονομικής ανάπτυξης, η αλήθεια όμως είναι ότι πριν από περίπου 75 χρόνια, ο ένας Ευρωπαίος σκότωνε με μανία τον άλλο. Σαν αποτέλεσμα οι σημερινοί κάτοικοι της Ευρώπης ζουν κατά γενική ομολογία την καλύτερη, πιο δίκαιη, πιο ειρηνική και πιο οικονομικά ανοδική εποχή της ηπείρου σε σύγκριση με τα παλαιότερα χρόνια που από τις απαρχές της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας μέχρι και το τέλος του Β’ ΠΠ το ένα Ευρωπαϊκό Έθνος σκότωνε διαρκώς το άλλο με κάποια μικρά ιστορικά διαλείμματα. Σε ένα γενικό πλαίσιο η εποχή από το 1945 μέχρι και σήμερα για την Ευρώπη μπορεί να θεωρηθεί ένας έμμεσος «χρυσός αιώνας του Περικλή» με πολιτιστική και πολιτισμική διασύνδεση, με ελεύθερη ανταλλαγή ιδεών και ελεύθερη πρόσβαση στη γνώση, με τεχνολογική και οικονομική πρόοδο, με ισονομία και τέλος με άρτια θεσμική ολοκλήρωση.
Παράλληλα, ο ρόλος της ίδιας της ΕΕ όταν δημιουργήθηκε σε πρώιμο στάδιο, με τη συνθήκη της Ρώμης το 1958 ήταν, να λειτούργει αποτρεπτικά στο να ξαναγίνει στην ήπειρο ένας τόσο αιματηρός πόλεμος σαν αυτόν που προκάλεσαν οι ναζί, ενώ τον ίδιο ρόλο έχει και ο ΟΗΕ που δημιουργήθηκε 13 χρόνια νωρίτερα το 1945.
Πλέον όμως, όλα τα παραπάνω δείχνουν να ανατρέπονται, με την παρούσα γεωπολιτική κατάσταση και τα τρομοκρατικά χτυπήματα στο Παρίσι. Οι εποχές της γενικής ευμάρειας και της κορύφωσης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης δείχνουν να ανήκουν στο παρελθόν και βεβαίως την αποκλειστική ευθύνη για αυτή την κατάσταση έχουν οι πολιτικές ηγεσίες της Ένωσης. Μεγάλο ρόλο στην επικίνδυνη στροφή που έχει πάρει η ΕΕ έχει και η βροντερή απουσία στιβαρής ηγεσίας στην Ένωση. Από τη δεκαετία του ’80 όπου το τιμόνι της ηπείρου κρατούσαν κορυφαίοι πολιτικοί ηγέτες, όπως για παράδειγμα ο Φρανσουά Μιτεράν, που έθεσε τις βάσεις για την Ευρώπη της ισονομίας και του ανθρωπισμού, έχει κυλήσει πολύ νερό στο ευρωπαϊκό αυλάκι. Πλέον το τιμόνι της ΕΕ ανήκει σε ανθρώπους που είναι περισσότερο τεχνοκράτες παρά πολιτικοί, αγνοώντας σημαντικά κομμάτια της άσκησης του συγκεκριμένου λειτουργήματος, όπως για παράδειγμα τις μεταρρυθμίσεις τις τομές στη δημόσια διοίκηση και την κοινωνική πολιτική που έχει υποχωρήσει σε ολόκληρη την ήπειρο σε μεγάλο βαθμό.
Σαν αποτέλεσμα, όλα δείχνουν ότι η Ευρώπη μπαίνει σε μια νέα τροχιά με σκοτεινή πορεία, η οποία όλα δείχνουν ότι κρύβει αρκετές παγίδες. Εδώ και αρκετά χρόνια στις χώρες της Δύσης έχει επικρατήσει το δόγμα «no boots on the ground». Το συγκεκριμένο δόγμα αναπτύχτηκε έντονα στο τέλος της διακυβέρνησης των Ρεπουμπλικάνων στις ΗΠΑ το 2008, με την κοινή γνώμη να έχει κουραστεί από τις συνεχόμενες απώλειες δικών τους ανθρώπων από τις ένοπλες συγκρούσεις στις οποίες συμμετείχε η Αμερική. Η διακυβέρνηση των Δημοκρατικών του Μπάρακ Ομπάμα που ανέλαβε τα ηνία το 2008, έμεινε πιστή στο συγκεκριμένο δόγμα και το ανέπτυξε περαιτέρω με αποτέλεσμα στην επταετή πλέον διακυβέρνηση του να μην έχει εμπλακεί η υπερδύναμη σε κανένα πόλεμο με χερσαίες δυνάμεις. Αυτός ακριβός είναι ο στόχος των τζιχαντιστών να παρασύρουν την Ευρώπη και την Αμερική σε έναν μεγάλης έκτασης χερσαίο πόλεμο στη Συρία και το Βόρειο Ιράκ. Μπορεί η παραπάνω πρόταση να ακούγεται παραλογή λόγω της μεγάλης στρατιωτικής ισχύος των δυτικών δυνάμεων έναντι μερικών χιλιάδων τζιχαντιστών, ανεκπαίδευτων στη οργανωμένη μάχη και στο συνταγμένο ένοπλο αγώνα, αλλά είναι η αλήθεια καθώς οι τζιχαντιστές επιθυμούν διακαώς ένα χερσαίο και μεγάλης έκτασης πόλεμο. Ο λόγος αυτής του της επιθυμίας, είναι ότι θέλουν αν δείξουν στον μουσουλμανικό κόσμο την τάση της Δύσης για σταυροφορίες, έτσι ώστε να συσπειρώσουν τους οπαδούς τους καθώς έχουν αρχίσει να έχουν μεγάλη λειψανδρία, φτάνοντας στο σημείο να τους δελεάζουν με γυναίκες σκλάβες, ακριβά τζιπ και ναρκωτικές ουσίες για τους εντάξουν στις τάξεις του στρατού τους. Από την άλλη πλευρά λόγω των συγκεκριμένων γεωμορφολογικών χαρακτηριστικών της περιοχής της Μέσης Ανατολής, οι τζιχαντιστές θεωρούν τους εαυτούς τους «άτρωτους» σε μάχη στις περιοχές που ελέγχουν, καθώς γνωρίζουν άριστα την περιοχή και έχουν μάθει να πολεμούν με τη μορφή του ανταρτοπολέμου και να κρύβονται καλά σε «τυφλά» σημεία προκαλώντας έτσι αρκετές απώλειες σε ένα οργανωμένο στρατό. Σαν αποτέλεσμα, αυτός ήταν και ο διαχρονικός στόχος της Δύσης από το 2008 και έπειτα να δείξει επί της ουσίας στον μουσουλμανικό κόσμο ότι τον αγώνα κατά των ακραίων σουνιτών εξτρεμιστών, έχει αναλάβει το σιιτικό Ισλάμ με αιχμή του δόρατος το Ιράν για να αποφύγει έτσι να συσπειρώσει του μουσουλμάνος σε έναν αγώνα κατά μιας «νέας σταυροφορίας της Δύσης προς ο Ισλάμ», όπως διακηρύττουν οι ιεροκήρυκες τους.
Μέσα στη συγκεκριμένη πολύπλοκη και εκρηκτική γεωπολιτική σκακιέρα, η Ελλάδα πρέπει να τοποθετηθεί με πάρα πολύ μεγάλη προσοχή. Καθώς από τη μια η κρυφή ατζέντα των εταίρων μας πιέζει για μια Ευρώπη δύο ταχυτήτων τσακίζοντας οικονομικά τη χώρα, από την άλλη το προσφυγικό και η απειλή του εξτρεμισμού τείνει να εξελιχτεί σε μεγάλο εφιάλτη λόγω της γεωπολιτικής θέσης της χώρας, ενώ πρόσθετο πρόβλημα στη συγκεκριμένη δύσκολη εξίσωση αποτελούν και οι πιέσεις που δέχεται η Τουρκία στα Νοτιοανατολικά της για τη δημιουργία Κουρδικού κράτους. Όλα τα παραπάνω δεδομένα σε συνδυασμό με το παγκόσμιο γεωπολιτικό ανταγωνισμό για την εκμετάλλευση φυσικών πόρων στην ευρύτερη γειτονιά μας και στον αγώνα για επιρροή, φτιάχνουν ένα εξαιρετικά δύσκολο πρόβλημα για τη χώρας μας, προκαλώντας ακόμα και τους πιο ταλαντούχους διπλωμάτες του υπουργείου Εξωτερικών. Το δεδομένο είναι ότι η Ελλάδα πρέπει να ακολουθήσει το ευρωπαϊκό άρμα με περισσότερη μετριοπάθεια όμως λόγω της ευαίσθητης γεωπολιτικής θέσης της χώρας, πρέπει όλοι οι χειρισμοί του υπουργείου Εξωτερικών πλέον να είναι εξαιρετικά λεπτοί και φοβερά προσεκτικοί, αφήνοντας τους «μεγάλους» να βγάλουν τα κάστανα από τη φωτιά και να μην δεχτούν να τα βγάλει η Ελλάδα, τουλάχιστον στο προσφυγικό, όπως επιχειρήθηκε να γίνει από μερικούς από τους εταίρους μας μετά το χτύπημα στο Παρίσι.
* Ο Θανάσης Πετράς είναι δημοσιογράφος, οικονομολόγος