Ο μηχανισμός τον οποίο έχει υιοθετήσει η κυβέρνηση Τσίπρα και προβλέπει τον αυτόματο περιορισμό των δημοσίων δαπανών και την αύξηση των φόρων σε περίπτωση που δεν επιτυγχάνονται οι δημοσιονομικοί στόχοι, είναι μία επιλογή με τεράστιο πολιτικό κόστος για την κυβέρνηση. Υπονομεύει την επιχειρηματολογία της σε βασικά ζητήματα και ανεβάζει το πολιτικό κόστος της διαχείρισης της κρίσης.
Χωρίς προηγούμενο
Παρά τα όσα ισχυρίζονται διάφοροι κυβερνητικοί παράγοντες, ο μηχανισμός αυτός δεν έχει προηγούμενο στην Ε.Ε. και στην Ελλάδα. Είναι άλλο η οικονομική εποπτεία που υπάρχει σε επίπεδο Ευρωζώνης και Ε.Ε. και άλλο η σκληρή, αυτόματη δέσμευση σε πρόσθετα μέτρα. Στην Ισπανία, για παράδειγμα, το δημοσιονομικό έλλειμμα είναι της τάξης του 5% του ΑΕΠ, πολύ πάνω από το όριο του 3%, στο οποίο έχει δεσμευτεί η κυβέρνηση Ραχόι. Θα υπάρξουν συνεννοήσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της ισπανικής κυβέρνησης που θα προκύψει μετά τις εκλογές της 26ης Ιουνίου για ένα νέο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, αυτή όμως δεν θα έχει αυτόματο και αναγκαστικό χαρακτήρα. Άλλωστε αυτή την περίοδο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιδεικνύει μεγάλη ελαστικότητα στα δημοσιονομικά ζητήματα, όπως φανερώνουν και οι συνεννοήσεις για το έλλειμμα και το χρέος που κάνει με την Ιταλία και την Πορτογαλία.
Ο μηχανισμός που δέχτηκε η κυβέρνηση Τσίπρα δεν έχει σχέση με τις μνημονικές δεσμεύσεις των προηγούμενων ελληνικών κυβερνήσεων. Η ανάγκη του προέκυψε μετά τη ρήξη με το ΔΝΤ. Η κυβέρνηση δεν μπόρεσε να παρουσιάσει αξιόπιστα μέτρα για την μείωση του ασφαλιστικού-συνταξιοδοτικού ελλείμματος και στη συνέχεια σκηνοθέτησε την κλιμάκωση της αντιπαράθεσης με το ΔΝΤ αξιοποιώντας και το περιεχόμενο τηλεφωνικών υποκλοπών που έγιναν σε βάρος δύο ανώτατων στελεχών του διεθνούς οργανισμού.
Μόλις το ΔΝΤ έγινε πιο απαιτητικό σε ό,τι αφορά το ελληνικό πρόγραμμα η κυβέρνηση Τσίπρα αντιπρότεινε τον λεγόμενο μηχανισμό σε μια προσπάθεια να αποφύγει την άμεση συγκεκριμενοποίηση των μέτρων, τα οποία είναι πιθανό να πάρει στην πορεία προς το 2018. Κατά συνέπεια είναι έλλειψη κυβερνητικής αξιοπιστίας και οι λάθος διαπραγματευτικοί χειρισμοί που μας οδήγησαν στον λεγόμενο μηχανισμό ή «κόφτη».
Δεν είναι εμπροσθοβαρές
Μετά την εξάμηνη καθυστέρηση στην πρώτη θετική αξιολόγηση του τρίτου προγράμματος-μνημονίου και την προώθηση της εφαρμογής του μηχανισμού-«κόφτη» το τρίτο πρόγραμμα-μνημόνιο χάνει τον εμπροσθοβαρή χαρακτήρα του. Αντί να πάρει όλα τα δύσκολα μέτρα στο ξεκίνημα της προσπάθειας και να οργανώσει στη συνέχεια την ανάπτυξη της οικονομίας, η κυβέρνηση έχασε πολύτιμο χρόνο και δημιούργησε τις προϋποθέσεις για τη μελλοντική λήψη πρόσθετων μέτρων. Με αυτόν τον τρόπο ανεβαίνει ο οικονομικός και κοινωνικός λογαριασμός και περιορίζεται η αποτελεσματικότητα του τρίτου προγράμματος-μνημονίου.
Εκτός ελέγχου
Με τη μέθοδο που ακολουθεί η κυβέρνηση Τσίπρα η οικονομική πολιτική τίθεται εκτός δημοκρατικού ελέγχου. Τα μελλοντικά μέτρα προετοιμάζονται εκτός Ελλάδας -άρα απομακρύνεται η λεγόμενη ιδιοκτησία του προγράμματος- και γι’ αυτό θα προωθούνται με προεδρικά διατάγματα, χωρίς την έγκριση της βουλής.
Ο ΣΥΡΙΖΑ υποστήριζε ότι θα ακολουθούσε μία πολιτική ενίσχυσης της ανεξαρτησίας μας έναντι των Ευρωπαίων εταίρων και πιστωτών και ενίσχυσης του δημοκρατικού ελέγχου σε ό,τι αφορά τις οικονομικές επιλογές της κυβέρνησης. Με τον μηχανισμό-κόφτη κινείται, όπως το θέλει η κακή παράδοση που έχει δημιουργήσει- στην εντελώς αντίθετη κατεύθυνση από αυτήν για την οποία δεσμεύτηκε.
Κατά την άποψή μου, ο μηχανισμός-κόφτης θα δημιουργήσει τεράστια επικοινωνιακά και πολιτικά προβλήματα στην κυβέρνηση, γιατί αναδεικνύει, με εντυπωσιακό τρόπο, την ασυνέπεια, την υποκρισία και την αναποτελεσματικότητα των ηγετικών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησης σε μια περίοδο κατά την οποία ο ελληνικός λαός έχει αρχίσει να τους κρίνει, με βάση και τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων, με μεγάλη αυστηρότητα.