Η αφιλοχρηματία, η ανιδιοτέλεια και η αφιλοκέρδεια του στρατηγού Πλαστήρα, η ανδρεία και η αρετή του είναι γνωστά ως δωρεές παροιμιώδεις, είναι όμως άγνωστα τα εν πολλοίς, πολλά αξιόλογα περιστατικά της ζωής του, τα οποία αναδεικνύουν και χαρακτηρίζουν όχι μόνον τον γενναίον άνδρα, αλλά και τον ειλικρινή, τον ευθύ, τον έντιμο και φιλότιμο. Όλα εκείνα τα οποία τον καθιστούν πρότυπο και παράδειγμα προς μίμηση, τόσο στους παλαιότερους, όσο και στους σημερινούς. Και όχι μόνον ο Πλαστήρας, αλλά και πολλοί άλλοι ακόμα και συμπολίτες μας της περασμένης γενιάς, έμπαιναν πλούσιοι στην πολιτική και έβγαιναν πάμφτωχοι.
Όπως μας πληροφορεί σε σχετικό του πόνημα ο αείμνηστος Ανδρέας Ιωσήφ, πιστός φίλος του Πλαστήρα, όταν ανέλαβε τα ηνία της χώρας με το αξίωμα του πρωθυπουργού είχε απαγορεύσει ρητώς στους δικούς του να σφετερίζονται, να οικειοποιούνται και να χρησιμοποιούν το όνομά του προς ευκαιριακή εκμετάλλευση.
Ο αδελφός κάποτε βρέθηκε, να μείνει χωρίς δουλειά. Νέος και άνεργος όταν έχασε τη δουλειά του, έμαθε, ότι το εργοστάσιο ζυθοποιίας του «ΦΙΞ» ζητούσε, οδηγό φορτηγού για τις μεταφορές και έκανε αίτηση. Όταν πήγε στο εργοστάσιο, ο ίδιος τότε και διευθύνων Φιξ, τον ρώτησε πως λέγεται: Εκείνος, ενθυμούμενος την εντολή του στρατηγού, για μια στιγμή κόμπιασε, ξεροκατάπιε και τραύλισε ψιθυριστά το όνομά του. Ο Φιξ τον ξαναρώτησε δυο και τρεις φορές, ώσπου αναγκάστηκε να το φωνάξει και να ομολογήσει ότι τον λένε Πλαστήρα. Ο Φιξ έμεινε εμβρόντητος. Όταν ζήτησε να μάθει, αν συγγενεύει με τον πρωθυπουργό και πληροφορήθηκε, ότι είναι αδελφός του, χαμογέλασε με αυταρέσκεια. Αφού η αίτησή του ικανοποιήθηκε, παρακάλεσε τον Φιξ να μην το μάθει ο αδελφός του. Όπως φαίνεται όμως ο μεγαλοβιομήχανος έσπευσε περιχαρής, να μεταδώσει το χαρμόσυνο γεγονός στον πρωθυπουργό.
Ο στρατηγός κάλεσε αμέσως τον αδελφό του στο σπίτι του και όχι μόνο τον επέπληξε πολύ αυστηρά, αλλά και του απαγόρευσε, να αναλάβει αυτή την εργασία. «Αν έχεις ανάγκη» του είπε «θα μείνεις εδώ και θα μοιραζόμαστε το δικό μου φαγητό». Έτσι και έγινε.
Σε άλλη περίπτωση, όταν ο Πλαστήρας έμενε σε μια παλιά χαμοκέλα στου Μετς, του πρότεινε δελεαστικά η παλαιά τηλεφωνική εταιρεία, να του τοποθετήσει τηλέφωνο. Τα τηλέφωνα τότε ήταν πανάκριβα και είδος εσχάτης πολυτελείας. Ο Πλαστήρας απέρριψε αυτό το ευεργετικό προνόμιο «Μα τι λέτε κύριε» είπε απευθυνόμενος στον προϊστάμενο της τηλεφωνικής εταιρείας. «Η Ελλάδα πένεται κι εμένα θα μου βάλετε τηλέφωνο;»
Λιτοδίαιτος και ολιγαρκής ο Πλαστήρας απέφευγε τις προσκλήσεις με τα πλούσια φαγοπότια. Επειδή υπέφερε από φυματίωση, οι δικοί του τού το υπενθύμιζαν και του επεσήμαιναν τον κίνδυνο και την ανάγκη καλού φαγητού. Εκείνος έστελνε με τρόπο, να του αγοράζουν ψωμί, ελιές, ντομάτες και φέτα. «Αυτά θέλω» έλεγε στο σόι του «Τα χορταστικά φαγητά τι να τα κάνω; Μήπως σκάβω για να καλοτρώγω;»
Ο Βάσος Τσιμπιδάρος, ο γνωστός άλλοτε δημοσιογράφος, περιγράφει το εξής αυθεντικό, χαρακτηριστικό περιστατικό «Κάποτε ο στενός του φίλος Γιάννης Μοάτσος πήρε την πρωτοβουλία, να του εξασφαλίσει ένα σπίτι σύγχρονο για την εποχή με ζηλευτές ανέσεις, ακριβά έπιπλα και πολυτελή σαλόνια. Ο Μοάτσος πήγε στην Τράπεζα και μίλησε στο Διοικητή «Τι;» απόρησε εκείνος. «Δεν έχει σπίτι ο Πλαστήρας; Βεβαίως και θα του δώσουμε, ότι και όσο δάνειο θέλει και μάλιστα με τους καλύτερους όρους». Όταν ο Μοάτσος έτρεξε κατενθουσιασμένος, να του αναγγείλει το χαρμόσυνο νέο, τον περίμενε μεγάλη ψυχρολουσία: «Άντε ρε Γιάννη. Ακόμα δε μ’ έμαθες; Αν ακούσουν τα θηρία, που περιμένουν στη γωνία, πως ο Πλαστήρας πήρε δάνειο, θα με κατασπαράξουν.. Με τι μούτρα θα βγαίνω από το σπίτι;»
Ο Δημήτρης Λαμπράκης «δώρισε» κάποτε στον Πλαστήρα ένα χρυσό, ακριβό στυλό, και παρακάλεσε τον φίλο του Ανδρέα Ιωσήφ, να το παραδώσει, «εγώ δε βάζω χρυσές υπογραφές» του λέει «εγώ υπογράφω με πένα και μελάνι. Να του το στείλεις πίσω» «Μα ο Λαμπράκης είναι η τέταρτη εξουσία. Θα προσβληθεί».
«Και δεν πάει να προσβληθεί. Δε με νοιάζει. Ας μου κόψει την καλημέρα. Δε θέλω Ανδρέα δώρα πολυτελή και ανταποδοτικά. Τα δώρα θέλουν και αντίδωρα».
Ο Πλαστήρας είχε πολλούς φίλους και έχουν γραφεί πολλά βιβλία για την προσωπικότητά του. Επανειλημμένα αναφέρεται, ότι χρησιμοποιούσε ράντζο για τον ύπνο του. Ότι όταν πέθανε δεν άφησε πίσω του τίποτα. Ούτε κινητά, ούτε ακίνητα, ούτε ένα σπίτι, ούτε καταθέσεις σε τράπεζες. Η μοναδική κληρονομιά, που άφησε στην ορφανή προσφυγοπούλα ψυχοκόρη του, ήταν το πενιχρό ποσό των… 216 δραχμών και ένα δεκαδόλλαρο!
Η τελευταία του φράση, την ώρα που άφηνε την τελευταία του πνοή, ήταν η προφορική διαθήκη και υποθήκη «Όλα για την Ελλάδα!» Βρέθηκε επίσης στα προσωπικά του είδη ένα χρεωστικό του Στρατού (Σ.Υ.Π. 108) για ένα κρεβάτι που είχε χάσει στη Μικρά Ασία και 8 δραχμές, που δεν πρόλαβε, να τις δώσει για να εξοφλήσει την αξία του, ώστε να μη χρωστά στην πατρίδα ούτε δραχμή.
Ο Πλαστήρας πέθανε στις 26-7-1953. Ο γράφων υπηρετούσε τότε στην Κομοτηνή σε μονάδα πεζικού της Προκάλυψης των συνόρων. Θυμάμαι πως τον έβριζαν και πόσο μίσος έδειχναν γι’ αυτόν πολλοί αξιωματικοί σουπερ-εθνικόφρονες, ενώ εμείς οι άλλοι δεν τολμούσαμε, να μιλήσουμε και να τα βάλουμε μαζί τους, γιατί θα μας πρόδιδαν και θα μας έστελναν στη Μακρόνησο.
Το νεκρικό κουστούμι, τα ιατρικά και τα άλλα έξοδα, τα πλήρωσε ο φίλος του Διονύσιος Καρρέρ, αφού δεν υπήρχε κάποιο απόθεμα, ούτε δεκάρα τσακιστή από το μισθό του, τον οποίο προσέφερε ο ίδιος σε απόρους και ορφανά. Ο γιατρός που υπέγραψε το πιστοποιητικό θανάτου, εξεπλάγη, όταν αντίκρισε και μέτρησε στο βασανισμένο κορμί του 27 σπαθιές και 9 σημάδια από σφαίρες.
Αναλογίζεται ο καθείς σήμερα πόση η απόσταση και πόση η χαώδης άβυσσος μεταξύ του στρατηγού Νικολάου Πλαστήρα και των επιγόνων.
Χθες ακόμα διαβάζαμε ότι ο «εισπράττων μεσιτείας» και καταδικασθείς έως 20 έτη ειρκτής, εκφράζει εντόνως την αγανάκτησή του, εξεγείρεται και εξανίσταται, πνίγεται για την αδικία, φωνάζει και απαιτεί εδώ και τώρα «να φέρουν πίσω τα κλεμμένα οι καταχραστές του Δημοσίου». Δε μας έφτανε ο ένας άρχισε να διαμαρτύρεται και ο δεύτερος Καππαδόκης ο διανέμων και διαμοιράζων κατά το κέφι του τις αποταμιεύσεις των φτωχών αγροτών και απελαθείς εκ Τουρκίας, ο οποίος δηλώνει επίσης ανεδοιάστως, ότι «διώκεται απλώς και μόνον λόγω της φιλίας του με πρώην Πρωθυπουργό». Ο άλλος κολλητός της Ζήμενς, ξεκοκαλίζει τα αργύρια διαχειμάζων και φυγοδικών σε πολυτελή θέρετρα της Ευρώπης.
Το θράσος τους δεν έχει όρια. Λες και πρόκειται για εξωπραγματικές μυθοπλασίες. Και θλίβει ακόμα περισσότερο, ότι δεν έχουν είτε δε βρήκαν το σθένος, να παραδεχτούν το σφάλμα τους, δεν έχουν ούτε καν την περιορισμένη ευφυΐα, της σιωπηλής, ειλικρινούς μεταμέλειας, αποδεχόμενοι συνειδητά μιαν επονείδιστη ταπεινωτική φυλάκιση.
Τα νέφη της εγκληματικότητας και της διαφθοράς σκιάζουν τον ουρανό της χώρας. Οι ιθύνοντες οφείλουν να εξασφαλίσουν συνθήκες νομιμότητας εις όλους τους τομείς. Μόνον έτσι θα καταστεί η Χώρα πόλος έλξεως επενδυτών, για να επέλθει η απαλλαγή από τον κίνδυνο της χρεωκοπίας. Η αλήθεια όμως είναι ότι τώρα καταβάλλεται, επιτέλους, συστηματική προσπάθεια.