Ένα παιδάκι από τη Μύρθιο το πολύ μέχρι δεκαπέντε ετών στεκόταν στην προβλήτα και χάζευε το ασυνήθιστο θέαμα της φορτοεκφόρτωσης και τον κοπιαστικό μόχθο των μεροκαματιάρηδων, που δούλευαν καταϊδρωμένοι και δε σταματούσαν, ούτε στιγμή για να ξαποστάσουν και ν’ ανασάνουν.
Όταν αργά το βράδυ έφτασε το τέλος του ωραρίου και οι εργάτες είχαν σκολάσει το παιδί αφού έριξε μια ερευνητική ματιά γύρω και σιγουρεύτηκε, ότι δεν υπήρχε ψυχή ζώσα σάλταρε πάνω από την κουπαστή του καϊκιού και τρύπωσε εν ριπή οφθαλμού στα ενδότερα.
Όταν το επόμενο πρωινό το πλεούμενο ξανοίχτηκε στο Λιβυκό πέλαγος, ένας άνδρας από το πλήρωμα ξαφνιάστηκε τη στιγμή που βρήκε ένα παιδί, καταχωνιασμένο στο αμπάρι, να τρέμει από το φόβο. Χωρίς δεύτερη κουβέντα άρπαξε τον μικρό λαθρεπιβάτη από το γιακά και τον έσυρε έξω στο κατάστρωμα.
Σαν αντίκρισε έκπληκτος ο καπετάνιος τον… απρόσκλητο μουσαφίρη αγρίεψε κι έβαλε τις φωνές. «Ίντα να σε κάμω εδά μωρέ κερατά κι από που μου ξεφύτρωξες; Να σε πετάξω στη θάλασσα να σε φάνε τα ψάρια;». Το παιδί άρχισε να κλαίει με αναφιλητά.
Το καράβι μετά από ένα μακρύ ταξίδι, την τρίτη ημέρα από την αναχώρηση, έφτανε στον Πειραιά. Ο καϊξής ήθελε να ξεφορτωθεί το «άχρηστο φορτίο» μια ώρα αρχύτερα. Άρπαξε το παιδί από το χέρι και το πήγε μέχρι έξω στην προβλήτα «Άμε δα στο καλό και τράβα να πας όπου θες. Χάσου και ξεφορτώσου με» του ‘πε με απαξίωση και το εγκατέλειψε εκεί μονάχο αφήνοντάς το στο έλεος του Θεού, κι επέστρεψε στο καΐκι.
Αυτήν τη συγκλονιστική, όσο και αυθεντική, ιστορία, που είναι η αυγή της ευδόκιμης σταδιοδρομίας και το προοίμιο της βιογραφίας του Γεωργίου Χατζιδάκι, διηγόταν συχνά ο πατέρας μου με θαυμασμό, καθώς την είχε ακούσει από το στόμα του ίδιου του μεγάλου επιστήμονα σε μιαν πελατειακή επίσκεψή του στο παλαιό φαρμακείο.
Ο Γεώργιος Χατζιδάκις υπήρξε ο μέγιστος των γλωσσολόγων της Ευρώπης, αποκλήθηκε ο πατέρας της γλωσσολογικής επιστήμης και το τεράστιο σε όγκο και ερευνητική ποιότητα έργο του τον καθιέρωσε, όχι μόνον ως δεσπόζουσα μορφή της Ελληνικής Επιστήμης, αλλά και ως προσωπικότητα σεβαστή από τους μεγάλους μύστες της σπουδής και της έρευνας της γλώσσας. Ο μεγάλος επιστήμων γεννήθηκε στη Μύρθιο της επαρχίας Αγίου Βασιλείου το 1848 και πέθανε στην Αθήνα το 1941.
Ο Γ. Χατζιδάκις ανήκει στις σπάνιες δημιουργικές μορφές εκείνες, που με την εντυπωσιακή, πλούσια δράση τους και την ακτινοβόλα προσωπικότητά τους σημαδεύουν και επηρεάζουν καθοριστικά στη ζωή ενός έθνους. Δεν υπήρξε απλά και μόνον ο πληθωρικός, ο χαλκέντερος, διεισδυτικός επιστήμονας και λαμπρός δάσκαλος, αλλά αγωνίστηκε των δικαίων του Ελληνισμού, είτε με τη γραφίδα, είτε με το όπλο, όπως είπε για τον διαπρεπή Ρεθεμνιώτη ο Ελευθέριος Βενιζέλος και είναι τιμητικό για τη μνήμη του, ότι νεαρότατος έλαβε μέρος στην Κρητική Επανάσταση του 1866 και ξαναπήρε το τουφέκι, όταν πάλι αργότερα ως καθηγητής σε ηλικία 49 ετών έλαβε μέρος στο Σηκωμό της Κρήτης το 1877.
Ο Γεώργιος Χατζιδάκις παρά τις αντίξοες συνθήκες και τα ανυπέρβλητα εμπόδια (οικονομική ανέχεια κλπ.), κατορθώνει να σπουδάσει Φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Μετά την αποφοίτησή του συνεχίζει τις σπουδές του για την απόκτηση διδακτορικής διατριβής και της περαιτέρω εξειδίκευση στο αντικείμενο στη Γερμανία (Λειψία, Σιένα, Βερολίνο 1878-82). Κατά την επιστροφή του στην Ελλάδα ανακηρύσσεται διδάκτορας της Φιλοσοφίας (1883), υφηγητής Γλωσσολογίας (1883), έκτακτος καθηγητής (1885) και τακτικός (1890).
Το 1926 σε ηλικία 78 ετών ανακηρύσσεται αριστίνδην μέλος και αντιπρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών και αντεπιστέλλον μέλος σε τέσσερεις ακόμα Ακαδημίες (Βερολίνου, Μονάχου, Βιέννης, Βουδαπέστης).
Η επιστημονική προσφορά του εντοπίζεται σ’ έναν βασικό, θεμελιώδη στόχο. Στην αποκατάσταση του κύριου, ξεχωριστού χαρακτηριστικού της φυλής μας, που είναι η Εθνική μας γλώσσα. Η παραμελημένη, η παρανοημένη και η περιφρονημένη μέχρι την εμφάνιση του Γ. Χατζιδάκι και την ανατολή της προσωπικότητάς του στον επιστημονικόν ορίζοντα.
Το κυριότερο στοιχείο ένδειξης ταυτότητας του Ελληνισμού, που είναι η γλώσσα του, οριοθετεί και θεμελιώνεται, κατά τρόπο οριστικό και αναντίρρητο, από τη μεγαλοφυΐα του Γ. Χατζιδάκι. Ο επίσης Ρεθεμνιώτης επιστήμων-πανεπιστημιακός Γ. Κουρμούλης, αναφέρει για τον Χατζιδάκι ότι: «Η προσφορά του δεν συνίσταται τόσο στο ότι αυτός πρώτος εισήγαγε τη γλωσσολογική επιστήμη στην Ελλάδα, όσο κυρίως στο ότι εθεμελίωσε το νεοελληνικό λόγο».
Ο Γ. Χατζιδάκις ο ασυνήθους διαμετρήματος επιστήμων, πέτυχε να «γκρεμίσει» τα είδωλα της γλώσσας, στα οποία πίστευαν μέχρι τότε και να οικοδομήσει στη θέση τους το ναό της γνήσιας επιστήμης της γλώσσας, δείχνοντας τις ρίζες της καταγωγής της, την αδιάσπαστη συνέχειά της και τον τρόπο μελέτης της δομής της. Με άλλα λόγια ο Χατζιδάκις έπεισε ότι η σύγχρονη προφορική ελληνική γλώσσα, δεν έπαυσε ποτέ, να αποτελεί όργανο έκφρασης του Ελληνισμού στη μακραίωνη ιστορική του πορεία.
Ο Γ. Χατζιδάκις σε μια κλασική μελέτη του με τίτλο: «Περί της ενότητας της Ελληνικής γλώσσης» απέδειξε ότι «Εκ των 4.000 περίπου λέξεων της Καινής Διαθήκης σχεδόν αι ημίσειαι ήτοι λέξεις 2.280 λέγονται και σήμερον έτι εν τη κοινή λαλιά».
Το να χρησιμοποιεί ο σημερινός Έλληνας ενεργώς στο λόγο του ή να καταλαβαίνει τις λέξεις της Καινής Διαθήκης ή τις λέξεις που μιλούσαν οι Έλληνες πριν 2.000 χρόνια, αποτελεί αψευδή μαρτυρία της αδιάκοπης συνέχειας της ελληνικής γλώσσας και του ενιαίου χαρακτήρα της.
Το έργο που καθιέρωσε, ανέδειξε το Χατζιδάκι και τον μεσουράνησε στο διεθνές επιστημονικό στερέωμα, είναι η περίφημη «Einleitung in die neugriesche Grammatik» ή και «Εισαγωγή στη Νεοελληνική Γραμματική» (Λειψία 1892) στην οποία αντιμετωπίζονται τα σύγχρονα προβλήματα της γλώσσας μας.
Η «Εισαγωγή» περιλαμβάνει τρία μεγάλα κεφάλαια, διαχωρίζεται σε τρεις θεματικές ενότητες, τρεις αντίστοιχες περιοχές, στις οποίες ο Χατζιδάκις κατατάσσει την ελληνική γλώσσα.
Το πρώτο επιγράφεται «Σκοπός και μέθοδος ερεύνης της νεοελληνικής γλώσσας». Με πλήθος παραδείγματα που φανερώνουν την εκπληκτική παιδεία του, ο Χατζιδάκις αποδεικνύει ότι: «Ο μέγιστος αριθμός των φαινομένων της γλώσσας θα παραμείνει απρόσιτος αν δεν ληφθεί υπ’ όψιν η πλούσια ζωντανή προφορική μας παράδοση».
Το δεύτερο κεφάλαιο με τίτλο: «Η προέλευση της Μεσαιωνικής και της Νέας Ελληνικής» ο Χατζιδάκις «τεκμηριώνει την ορθή ερμηνεία των μέχρι τότε στερουμένων επιστημονικής βάσεως γλωσσολογικών δεδομένων».
Στο τρίτο κεφάλαιο «Ο απαρτισμός της Νεοελληνικής» εξετάζει τις δομικές μεταβολές που χαρακτηρίζουν την ελληνική γλώσσα, ερμηνεύοντας συστηματικά την προέλευσή τους.
Για την επίδραση των ξένων γλωσσών στη Νεοελληνική ο Χατζιδάκις αναφέρει: «Ούτω μανθάνομεν, ότι καθόλου ειπείν η νεωτέρα ημών γλώσσα διεμορφώθη προ του 10ου αιώνος τ.ε. προ της επικοινωνίας ημών προς τους Σλάβους, Ιταλούς και Τούρκους και δη πάντα τα λεγόμενα περί επιδράσεως σ’ αυτήν ξένων γλωσσών είναι παρά πάσαν ιστορίαν».
Ο απόηχος των εντυπώσεων που προκάλεσε στο διεθνές επιστημονικό κοινό η «Εισαγωγή» του Χατζιδάκι είναι εμφανής στα λόγια του μεγάλου Γερμανού Ελληνιστού του August Heisenberg μέλους της Ακαδημίας Βερολίνου, ο οποίος έχει πει «Η Ελλάς δύναται να υπερηφανεύεται διότι Ελλην υπήρξεν ο πρώτος κατανοήσας σαφώς και καθαρώς την αρχήν των ψυχών και τον βίον της σημερινής ελληνικής γλώσσας. Ημείς οι Γερμανοί αισθανόμεθα ευγνωμοσύνην, ότι η Einleitung το κλασικόν τούτο μνημείον της επιστήμης, εγράφη γερμανιστί».
O Γ. Μπαμπινιώτης αναφέρει: «Η «Εισαγωγή» του Χατζιδάκι ανήκει στα έργα, που γράφουν ιστορία στην επιστήμη. α) Με το έργο αυτό θεμελιώθηκε η γλωσσική επιστήμη. β) Αποκαταστάθηκαν η φυσιογνωμία, η ταυτότητα, η προέλευση και τα ιστορικά δικαιώματα της νεοελληνικής γλώσσας, που μέχρι τότε υποτιμούσαν και κακοποιούσαν οι ειδικοί. γ) Επιβλήθηκε εντός και εκτός ορίων της Ελλάδας το εύρημα-δίδαγμα μετά από έρευνα του Χατζιδάκι, περί του ενιαίου χαρακτήρα της Ελληνικής γλώσσας, το οποίο καθιερώθηκε στο διεθνή επιστημονικό χώρο και αναγνωρίστηκε ως «Σχολή Χατζιδάκι». δ) Δημιουργήθηκε παράδοση και κινήθηκε έντονο το ενδιαφέρον στην Ευρώπη και πέραν αυτής για την έρευνα και τη σπουδή της νεοελληνικής γλώσσας, όπως μεταξύ άλλων η ίδρυση εδρών διδασκαλίας της νεοελληνικής στα ξένα Πανεπιστήμια και η ενασχόληση μ’ αυτή πλήθος επιστημόνων.
Αυτός ο υπέρμαχος της παράδοσης και της συνέχειας του ελληνισμού και του αδιάσπαστου χαρακτήρα της ελληνικής γλώσσας ύψωνε τη φωνή του εναντίον των αρχαϊστών για να διακηρύξει και να διδάξει πως: «Οι φράσεις βάρβαρον, διεφθαρμένον, ελεεινόν ιδίωμα ή διάλεκτος ή γλώσσα, είναι ασεβείς και ημαρτημέναι. Είναι ασέβεια και άκρα καταισχύνη να ονομάζομεν το από 15 και πλέον αιώνων πνευματικόν όργανον του έθνους ημίν βάρβαρον και διεφθαρμένον. Άτοπος είναι ο λόγος ο πολλάκις προφερόμενος ότι τούτο ή εκείνο το φαινόμενο (της γλώσσας) είναι χυδαίον και επλάσθη υπό αμαθών».
Η πραγμάτευση, ανάλυση του θέματος και αναφορά δεν είναι δυνατόν να περιληφθούν στον περιορισμένο χώρο μιας εφημερίδας στον Γ. Χατζιδάκι, όπως π.χ. οι πολυάριθμες επιστημονικές εταιρείες τις οποίες ίδρυσε, τα περιοδικά που διηύθυνε και ελάμπρυνε με τα έγκυρα δημοσιεύματά του, το ξεκίνημα του Λεξικού της Ελληνικής γλώσσας από την Ακαδημία Αθηνών, οι τιμές που του επιφυλάχθηκαν εντός και εκτός Ελλάδος και πολλά άλλα.
Ο Γ. Μπαμπινιώτης έχει γράψει για τον Χατζιδάκι μεταξύ πολλών άλλων: «Δεν γνωρίζω άλλον Έλληνα επιστήμονα να έχει τύχει τόσης και τέτοιας τιμής. Τον Χατζιδάκι ως επιστήμονα χαρακτήριζε η αγωνιστικότητα κι η κρητική λεβεντιά. Η Κρήτη σήμερα και η Ελλάδα ολόκληρη μπορεί να καμαρώνει με υπερηφάνεια τον υπέροχον άνδρα. Αν ο Ελευθέριος Βενιζέλος δόξασε την Ελλάδα και διεύρυνε τα σύνορά της, ο Γ. Χατζιδάκις, το άλλο μεγάλο ανάστημα της Κρήτης δόξασε διεθνώς την ελληνική επιστήμη και οδήγησε τον Ελληνισμό στην υψηλή κορυφή της αυτογνωσίας, στη βαθύτερη γνώση και εκτίμηση της εθνικής τους γλώσσας, της οποίας πρώτος αυτός έδειξε τις ρίζες και ανέδειξε την ιστορική της φυσιογνωμία».
Το 1928 συμβαίνει ένα συγκλονιστικό γεγονός, όταν ο Χατζιδάκις μεταβαίνει για να λάβει μέρος στο Α’ Διεθνές Γλωσσολογικό Συνέδριο της Χάγης, στο οποίο προεδρεύει ο μέγιστος γίγας της γλωσσικής επιστήμης το πολύς Paul Kretschmer.
Την προέλευση του Χατζιδάκι και την εμφάνισή του στην είσοδο της αίθουσας, εκφωνεί και αναγγέλλει κατά την άφιξή του, ο Γερμανός πρόεδρος: «Αυτή τη στιγμή καταφθάνει ο Νέστωρ των Γλωσσολόγων». Μέσα σε μια ενθουσιαστική ατμόσφαιρα και σε ρίγη συγκινήσεως ακολουθεί ένα παρατεταμένο χειροκρότημα, όρθιοι όλοι σύνεδροι με στεντόρειες κραυγές και επευφημίες εκφράζουν τον ενθουσιασμό και την αγάπη τους για τον μεγάλο Ρεθεμνιώτη που τίμησε την Κρήτη και τίμησε την Ελλάδα!
Κατά την ταπεινή γνώμη του γράφοντος, δεν υπάρχει αντιστοιχία ανάμεσα στη μεγαλοφυΐα του Χατζιδάκι και σε μια προτομή. Το γιγαντιαίο, ασυνήθιστο ανάστημα, το τεράστιο διαμέτρημα της προσωπικότητας του γίγαντα αναλογούν σ’ ένα κολοσσιαίο, σμιλευτό μαρμάρινο ανδριάντα!…
Οι ανεμογεννήτριες του Γκλέτσου και τα οφέλη του debate του ΣΥΡΙΖΑ
Αν κάτι μείνει στην ιστορία από το debate του ΣΥΡΙΖΑ αυτό θα είναι σχεδόν σίγουρα το κορυφαίο πολιτικό meme της...