Τα διαχρονικά ζητήματα του έρωτα, του μίσους, της ενδοοικογενειακής και σεξιστικής βίας, της καταπίεσης, και της λύτρωσης δια του θανάτου, δοσμένα με μια μυθοπλασία στο φόντο πραγματικών γεγονότων είναι τα θέματα με τα οποία καταπιάνεται η Ρεθεμνιώτισα συγγραφέας Ασπασία Βόλακα, στην πρώτη της μυθιστορηματική προσπάθεια υπό τον τίτλο «Πριν το ποτέ και μετά το πάντα». Σ’ ένα κατάμεστο από Ρεθεμνιώτες, όλων των ηλικιών και κυρίως νεολαίων, Σπίτι του Πολιτισμού, το απόγευμα της περασμένης Τετάρτης, η εκδήλωση της παρουσίασης του νέου βιβλίου της Ασπασίας Βόλακα ήταν για τα δεδομένα των συνηθισμένων παρουσιάσεων που διοργανώνονται στην πόλη, πρωτοποριακή.
Μετά από ένα σύντομο προλόγισα από τον εκδότη του βιβλίου, ο Μανώλης Καμπανάκης, καθηγητής κλασσικής φιλολογίας του πανεπιστημίου, αναφέρθηκε στο μυθιστόρημα αναλύοντάς το με τη ματιά του φιλολόγου. «Με την αφηγηματική της δεινότητα η συγγραφέας, το λυρικό της ύφος και τις έντονα περιγραφικές σκηνές και εικόνες, μεταφέρει τον αναγνώστη μέσα στα γεγονότα, βιώνοντας την ένταση ή τη γαλήνη. Πλημμυρισμένος από συναισθήματα, συμμετέχει στον πόνο, στη δυστυχία, στην απελπισία, στην καταστροφή, στο δράμα, στον έρωτα των ηρώων», είπε ανάμεσα σε άλλα ο κ. Καμπανάκης.
Από την πλευρά της, η δημοσιογράφος και συγγραφέας Αννα Πιτσιδιανάκη, χρησιμοποιώντας ως βάση αναφοράς το ίδιο το έργο της συγγραφέως, παρουσίασε το χωροχρονικό πλαίσιο μέσα στο οποίο εξελίσσεται η ιστορία, δηλαδή, το Ρέθυμνο της δεκαετίας του 60. «Ο χρόνος και ο τόπος, μέσα στους οποίους εκτυλίσσεται η υπόθεσή μας, παραπέμπουν σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία, όπου η γυναίκα γίνεται συχνά, άμεσα ή έμμεσα υποχείριο της αντρικής κυριαρχίας, αντικείμενο συναλλαγής και θύμα των σεξιστικών παραδόσεων που χαρακτήριζαν γενικότερα την Ελληνική επαρχία και ιδίως την κρητική κοινωνία στα μέσα του προηγούμενου αιώνα», παρέθεσε αναφερόμενη στο ιστορικό πλαίσιο η κυρία Πιτσιδιανάκη.
Οσον αφορά την πλοκή του έργου, έχει αρχικά να κάνει με την ιστορία μιας μητέρας πέντε παιδιών, τη Μαριώ και τα αμφίσημα συναισθήματα που η τελευταία αναπτύσσει απέναντι στη μοναχοκόρη της, Ασπασία. Τα συναισθήματα μίσους στη σχέση μάνας και κόρης, προκύπτουν από το γεγονός ότι η Ασπασία είναι καρπός του βιασμού της Μαριώς, από τον αδερφό του άντρα της. Η τραγικότητα όμως των γεγονότων έχει συνέχεια, αφού η Μαριώ θα παντρέψει την κόρη της μ’ έναν φαινομενικά ευυπόληπτο κοινωνικά άντρα, τον Σάββα. Στα χέρια του σκληρού συζύγου της η πρωταγωνίστρια Ασπασία θα υποφέρει μέχρις ότου γνωρίσει το συναίσθημα του έρωτα με τον Νίκο και εντέλει ψάξει τη λύτρωσή της στο θάνατο, μέσω της αυτοκτονίας.
«Πού είναι το σημείο λίγο πριν το ποτέ και μετά το πάντα;»
«Το βιβλίο μιλάει για μια κοπέλα η οποία ήταν καρπός ενός βιασμού. Η μάνα της δεν την ήθελε και την πάντρεψε με κάποιον που ήταν παρά τα αντίθετα φαινόμενα βάναυσος. Μέσα σ’ αυτήν την ιστορία βάζει και κάποια δικά της πράγματα, κάποια μυθοπλασία. Είναι επί της ουσίας μια ερωτική ιστορία που μπλέκεται με την καθημερινότητα του Ρεθύμνου εκείνη την εποχή», τόνισε στα «Ρ.Ν.», ο Γιάννης Φωτάκης, ο οποίος ανέγνωσε αποσπάσματα του έργου, κατά τη διάρκεια της παρουσίασης της Τετάρτης. «Υπάρχει ένα επικίνδυνο σημείο στην ζωή όλων μας. Είναι εκείνο το σημείο, λίγο πριν το ποτέ και μετά το πάντα. Μια τόση δα μικρή τελεία που αιωρείται πάνω απ’ τη ζωή μας ακριβώς στο κενό του θέλω και του πρέπει. Εσύ καλείσαι τώρα να βρεις το σωστό σημείο για να την τοποθετήσεις. Και ποιο είναι αυτό; Ποιος άραγε το βρήκε ποτέ; Κανένας, λοιπόν! Πού είναι το σημείο λίγο πριν το ποτέ και μετά το πάντα;», είπε ο ίδιος κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης αναφερόμενος στον τίτλο του βιβλίου.
Μέσα στο έργο συμπεριλαμβάνεται κι ένα ποιητικό σκέλος. Πρόκειται για τέσσερα ποιήματα, τα οποία «εντοιχίζονται» στη μυθιστορηματική αφήγηση, γραμμένα σε ένα υποτιθέμενο ημερολόγιο της πρωταγωνίστριας, τα οποία χρησιμοποιούνται για να διαχωρίσουν τα κεφάλαια και αποτελούν μια όμορφη «ιδιοτροπία» του βιβλίου. Η ανάγνωση των ποιημάτων έγινε από την επίσης συγγραφέα, Στέλλα Μιχάλα. «Η Ασπασία επαναστατεί με τις λέξεις. Οι λέξεις είναι και τα εργαλεία της Άσπας. Μέσα στα κείμενά της δεν είναι αυτονόητες, έρχονται μ’ έναν τρόπο απρόοπτο να δέσουν μεταξύ τους και να συνθέσουν τον στίχο», ανέφερε στην ομιλία της περιγράφοντας τα ποιήματα της πρωταγωνίστριας, η κυρία Μιχάλα.
Αλλά και η ίδια η εκδήλωση της παρουσίασης έκρυβε κάποιες πρωτότυπες «ιδιοτροπίες». Ένα μουσικό χαλί έντυνε την ποιητική αφήγηση με το μουσικό σκέλος και την ερμηνεία των δύο τραγουδιών να έχει αναλάβει η Κωνσταντίνα Κατοστάρη. Παράλληλα, εμπεριείχε και μια δραματοποιημένη διαλεκτική αφήγηση αποσπασμάτων των δύο πρωταγωνιστριών, μάνας και κόρης, από την Ιφιγένεια Κίκη, δοσμένα με μια καλόγουστη θεατρικότητα. Τον συντονισμό της παρουσίασης είχε αναλάβει ο δημοσιογράφος Μανούσος Κλάδος.
«Η εμπειρία ήταν υπέροχη»
Τα «Ρ.Ν.» μίλησαν με τη βραβευμένη Ρεθεμνιώτισσα συγγραφέα, η οποία αρχικά αναφέρθηκε στις δυσκολίες αλλά και την πρόκληση της μετάβασης από την ποίηση στην πεζογραφία. «Γράφω ποιήματα από πάρα πολύ μικρή. Η αλήθεια είναι ότι στην αρχή τρόμαξα με τον όγκο γιατί δεν ήξερα πως μπορώ να διαχειριστώ μια τόσο μεγάλη ιστορία, με τα πισωγυρίσματά της. Ηταν μια πρόκληση λοιπόν. Βέβαια το συναισθηματικό κομμάτι που με ωθούσε να το κάνω. Γιατί έχω και ιδιαίτερους δεσμούς με το κοριτσάκι που αναφέρεται μέσα ως Χρύσα. Το παιδί του Νίκου και της Ασπασίας. Ξεκίνησα λοιπόν και μετά από κάποια στιγμή με οδηγούσαν οι ήρωες. Η εμπειρία ήταν υπέροχη», είπε η κυρία Βόλακα.
Για το πώς επέλεξε τον τίτλο και το τι συμβολίζει αυτός, ανέφερε ότι «Καταρχήν όποιος διαβάσει το βιβλίο μπορεί να τον ερμηνεύσει όπως θέλει. Από την πλευρά μου, τώρα, εννοούσα «Πριν το Ποτέ»: δηλαδή τι έγινε μέχρι το ζευγάρι να πει «δε θα χωρίσουμε ποτέ», ας το θέσουμε έτσι. «Μετά το Πάντα»: τι έγινε αφού χώρισαν για πάντα. Το τέλος πάντως είναι λίγο μεταφυσικό, οπότε παίρνει και πολλές ερμηνείες».
Όπως τόνισε η ίδια, η μυθοπλασία της πλοκής του έργο, εμπεριέχει και αρκετούς συμβολισμούς. «Υπάρχει καταρχήν μέσα μια γυναίκα, η οποία είναι μουγκή δεν έχει φωνή, η Δωροθέα. Η συγκεκριμένη λοιπόν, γυναίκα αντιπροσωπεύει όλες τις γυναίκες που έχουν κακοποιηθεί άλλα για τον άλφα ή βήτα λόγο το στόμα τους είναι κλειστό. Επίσης, είναι και το μίσος της μάνας για την κόρη το όποιο στην πραγματικότητα υπήρξε όπως δίνεται στο βιβλίο. Μ’ αυτό ήθελα να πω ότι ο θυμός είναι πολύ κακός σύμβουλος, κάτι που πιστεύω. Όταν θυμώνουμε πολλές φορές διοχετεύουμε το θυμό μας σε λάθος άτομα που δεν φταίνε. Παράλληλα, έχει ολέθριες συνέπειες να έχει γίνει κάτι άσχημο και να το κουβαλάμε όλη μας τη ζωή μαζί μας», επισήμανε παραθέτοντας μερικούς από αυτούς.
Κλείνοντας την κουβέντα, η κυρία Βόλακα αποκάλυψε πως έχει άλλο ένα μυθιστόρημα στα σκαριά, το οποίο αυτή τη φορά θα είναι μια μυθοπλασία εξολοκλήρου. Όσον αφορά το τι ένιωσε βλέποντας το έργο της να παρουσιάζεται με αυτό τον τρόπο στο κοινό του Ρεθύμνου, η ίδια ήταν λιτή και περιεκτική. «Δεν υπάρχουν λόγια. Ακόμα κι εγώ που το έχω γράψει και το έχω διαβάσει και ξαναδιαβάσει, εκείνο το βράδυ νόμιζα ότι το άκουγα πρώτη φορά».
Το βιβλίο της Ασπασίας Βόλακα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Δυάς.