Πολλοί τοποθετούν εκεί το ομηρικό νησί της Καλυψώς κι άλλοι πάλι ιστορικοί ερευνητές έχουν να πουν πολλά για τον τόπο που αποτέλεσε κομμάτι της ζωής για εξόριστους αντιφρονούντες της χώρας, ήδη από την εποχή του «Ιδιωνύμου» του Ελ. Βενιζέλου. Είναι από τα λίγα μέρη, όπου το φυσικό του κάλλος, μπολιασμένο στο μυαλό του επισκέπτη με τη φαντασία, το μύθο και την ιστορία του, επιτρέπουν τη δημιουργία εικόνων, δυνητικών ή πραγματικών αποτυπώσεων, από το στίγμα που άφησαν ο χρόνος, ο θρύλος και άνθρωποι που πέρασαν από αυτό. Στην προσπάθειά του να αναδείξει τα παραπάνω, ο φωτογράφος Βασίλης Μαθιουδάκης, εξέδωσε το λεύκωμα «Τ’ όνειρο της Καλυψώς», ένα ανθολόγιο νυκτερινών φωτογραφικών αποτυπώσεων της Γαύδου στο πέρασμα του χρόνου, το οποίο παρουσιάστηκε την περασμένη Δευτέρα στο χώρο του Figaro Social, στο Ρέθυμνο.
Συχνός επισκέπτης του νησιού, όπως λέει στα «Ρ.Ν.» ο Κρητικός φωτογράφος, που κατάγεται από το χωριό Κλίμα κοντά στην Αγία Γαλήνη, επέλεξε να αναδείξει τη δουλειά του αυτή μέσα σε ένα χρόνο που «Η σύγκρουση της ζωής με το θάνατο ήταν πολύ έντονη σε όλες τις εκφάνσεις της. Η τέχνη πρέπει να είναι μια πολιτική πράξη. Σαν συμπέρασμα έχω καταλήξει εκεί. Αυτό δεν σημαίνει ότι εγώ πρέπει να καταδείξω μόνο τα αρνητικά, όπως την καταστολή και τον αυταρχισμό. Αντίθετα, πρέπει να δείξω και την όμορφη πλευρά της ζωής. Πρέπει να δημιουργούμε κιόλας για να δώσουμε και ελπίδα. Ουσιαστικά αυτό που ήθελα να εκφράσω ήταν ακριβώς αυτή η φράση του Μπρεχτ ότι τελικά «Ζούμε σε τόσο παράξενες εποχές που ακούγεται επικίνδυνο να μιλάς για ένα δεντρό». Αυτό ακριβώς μορφοποίησε τον πολιτικό χαρακτήρα της δουλειάς. Μου πήρε πολλά χρόνια επισκέψεων, προκειμένου να αποφασίσω πώς θα φωτογραφίσω το νησί».
Οι σκιές φωτίζουν την «άλλη» Γαύδο
Η παρουσίαση περιελάμβανε προβολή βίντεο από πρωινές και νυκτερινές εκδοχές του νησιού, αλλά και μια ενδιαφέρουσα προσέγγιση της φωτογραφίας από τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Κρήτης, Άρη Τσαντηρόπουλο. Ο κ. Τσαντηρόπουλος έθεσε το πλαίσιο μέσα από τις αναφορές, κείμενα που παρεμβάλλονταν ανάμεσα στις προβολές, αφενός στον Γκαίτε και αφετέρου στο έργο του Junichiro Tanizaki «Το εγκώμιο της σκιάς». Το τελευταίο είναι ένα zuihitsu, ιαπωνικό δοκίμιο, το οποίο πραγματεύεται την αισθητική προσέγγιση της ομορφιάς μέσα στο ομιχλώδες τοπίο του σκοταδιού. Από την πλευρά του ο κ. Μαθιουδάκης, κατά την παρουσίαση απάντησε σε πολλές επεξηγηματικές ερωτήσεις σχετικά με την τεχνική που ακολούθησε για να βγει το εντυπωσιακό αποτέλεσμα των βραδινών του λήψεων. «Οι εικόνες είναι τραβηγμένες με τη μέθοδο έκθεσης μακράς διάρκειας που σου επιτρέπει να πειραματιστείς με το χρόνο και τα χρώματα, ώστε να δημιουργηθεί αυτό το κοσμογονικό έναστρο μαγικό περιβάλλον. Μια συνομιλία της γης με τον ουρανό, της επίγειας δημιουργίας με τ’ αστέρια. Οι ιδιόρρυθμοι χορευτικοί σχηματισμοί των κέδρων, τα βραχώδη γλυπτά και τ’ αργιλώδη τοπία γίνονται μάρτυρες της δημιουργικότητας της φύσης. Οι καιροί απλόχερα στόλισαν το νησί της Καλυψώς, την Γαύδο με τα πιο πλούσια κτερίσματα καμωμένα από πέτρα, κέδρα, άμμο και μυρωμένα με θυμάρι και θρούμπι. Η νυχτερινή βόλτα στην ενδοχώρα του νησιού είναι στα όρια της πτητικότητας, όπου το σώμα εγκαταλείπει τη βαρύτητα και τις έγνοιες και αφήνεται σ’ αυτό το μυθικό θέαμα που προσφέρει η Καλυψώ», προλογίζει στο εισαγωγικό του σημείωμα της έκδοσης ο ίδιος.
«Ένα μέρος το οποίο εγώ το θεωρώ ακόμα παρθένο»
Οι πλειονότητα των τοποθεσιών είναι από την ενδοχώρα του νησιού. «Είναι κι ένα μέρος το οποίο εγώ το θεωρώ ακόμα παρθένο. Οι περισσότεροι που πηγαίνουν στη Γαύδο αγνοούν πλήρως το τι υπάρχει πιο μέσα, όπως στα ρωμαϊκά μονοπάτια. Οι πιο πολλές λοιπόν είναι στο κέντρο του νησιού γύρω από μια περιοχή κοντά στα εκκλησάκια του Αγίου Νικολάου και του Αγίου Γεωργίου, περίπου στις παρυφές του δάσους του Λαβρακά», αναφέρει στην κουβέντα μας ο κ. Μαθιουδάκης σχετικά με το, ποια μέρη του νησιού καλύπτει το φωτογραφικό του λεύκωμα. «Κοντά στον Άγιο Παντελεήμονα υπάρχει ένας εγκαταλελειμμένος οικισμός που ονομάζεται Γαλανά. Εκεί ήταν οι κατοικίες των πολιτικών εξόριστων από το ιδιώνυμο του Βενιζέλου. Κυρίως των τροτσκιστών, γιατί οι άλλοι κομμουνιστές ήταν πιο κάτω», συνεχίζει.
Οι φωτογραφίες της έκδοσης έχουν έντονο το στοιχείο της μυσταγωγίας. Ο αποκαλυπτικός βραδινός ουρανός και η μίξη του φυσικού και του τεχνητού φωτισμού με τις κρυφές πτυχές που αναδεικνύονται, παιχνιδίζουν με χρώματα και σκιές δημιουργώντας ένα αισθητικό αποτέλεσμα, πραγματικά ονειρικό. Ενδεχομένως ακόμα κι επισκέπτες του νησιού να μην αναγνωρίσουν μέρη σαν το Σαρακίνικο, για παράδειγμα, ιδωμένα στη σκιά της νύκτας. Όπως επισημαίνει ο κ. Μαθιουδάκης, δεν θέλησε να φτιάξει έναν ταξιδιωτικό οδηγό για το νησί, ούτε και να επαναλάβει μια έκδοση λευκώματος με εικόνες της Γαύδου κατά τη διάρκεια της ημέρας. «Δεν θα ήθελα να φαίνεται ότι αυτό το μέρος είναι η Γαύδος. Άλλωστε Καλυψώ σημαίνει «αυτή που καλύπτεται». Για μένα είναι, ούτως ή άλλως, ένα νησί που καλό είναι να μείνει σε «χαμηλούς τόνους». Με αυτό τον τρόπο λοιπόν παρουσιάζω μια υπόστασή της, την οποία οι περισσότεροι άνθρωποι που την έχουν επισκεφτεί, δυστυχώς, δεν την έχουν δει, ούτε την έχουν βιώσει. Δηλαδή το να περπατάς τη νύχτα μέσα σε αυτά τα δάση είναι μια μοναδική εμπειρία. Γενικά το περπάτημα στη φύση είναι αυτό που θεωρώ ότι μου δίνει όλη την έμπνευση», τονίζει ο ίδιος.
Πάντως η έκδοση αυτή δεν είναι η κατάληξη μιας προσπάθειας. Αντίθετα αποτελεί τον πρόλογο μιας πιο ολοκληρωμένης καλλιτεχνικής εγκατάστασης με εκτυπωμένες φωτογραφίες σε μεγαλύτερες διαστάσεις κι ένα θεατρικό μονόπρακτο γραμμένο από το συγγραφέα Θανάση Σκουρμπέλη, η οποία όπως λέει κλείνοντας την κουβέντα μας ο κ. Μαθιουδάκης, είναι ακόμη στα «σκαριά». Κομμάτι της δουλειάς αυτής, υπό τη μορφή εκτυπωμένων φωτογραφιών, θα συνεχίσει να εκτίθεται για κάποιες μέρες ακόμα στο χώρο του Figaro, όπου οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να βρουν και το ίδιο το λεύκωμα για το νησί της Καλυψώς που «Τώρα, προσπαθεί να ξεχάσει τον περιπλανώμενο Οδυσσέα με τη μινωική πορφύρα στα χέρια, τη ρωμαϊκή χλαίνη στο σώμα και το σκισμένο δίκοχο με το κόκκινο αστέρι. Προσπαθεί να αποποιηθεί τον τίτλο της εξορίας της «το νησί του θανάτου» και υποδέχεται ζαλισμένη από τη μέθη τους παραθεριστές φυσιολάτρες που απολαμβάνουν τις ονειρεμένες παραλίες, ζουν ή ζούσαν το ελληνικό όνειρο γύρω από τις βραδινές φωτιές με την κιθάρα στα χέρια και την ταξική συνείδηση θαμμένη στην άμμο».