Σίγουρα είναι φορές που ο πολίτης πάει με κάποια ελλιπή δικαιολογητικά και αναγκάζεται να φύγει προς συμπλήρωση αυτών και να επανέλθει μετά με ολοκληρωμένο φάκελο που θα κατατεθεί στη δημόσια υπηρεσία (Εφορία, υπηρεσίες υπουργείων κ.λπ.).
Τι γίνεται όμως όταν ο πολίτης βρίσκεται στη δημόσια υπηρεσία «καλά διαβασμένος» αλλά διαπιστώνει ότι η δουλειά του δεν μπορεί να γίνει;
Κατ’ αρχάς πρέπει να καταλάβουμε ότι δεν υπάρχει ουδεμία διοικητική σχέση με τον πολίτη που έρχεται να εξυπηρετηθεί από το κράτος. Ως εκ τούτου, δεν πρέπει να έχει «παρακλητικό» ύφος απέναντι στον υπάλληλο που ενσαρκώνει τη βούληση του κράτους.
Το αντίθετο θα μπορούσε να ισχύει αν η Ελλάδα με το τέλος του Εμφυλίου το 1949 και με νίκη των Αριστερών δυνάμεων, είχε προσαρτηθεί στο ανατολικό μπλοκ όπου οι κρατική δομή είναι όπως παραπάνω, δηλαδή ο πολίτης υπάρχει για το κράτος και όχι το αντίθετο.
Από το εν ισχύ Σύνταγμα, προκύπτει ότι ανάμεσα στα πέντε όργανα του κράτους (Λαός, Κυβέρνηση, Βουλή, Πρόεδρος Δημοκρατίας, Δικαστήρια), των οποίων οι αρμοδιότητες περιγράφονται σε αυτό, υπάρχει ένα υπέρτατο όργανο στο όνομα του οποίου ασκούνται όλες οι εξουσίες / λειτουργίες, σύμφωνα με το θεμελιώδες άρθρο 1 του Συντάγματος και αυτό το κυρίαρχο όργανο είναι ο Λαός.
ΡΗΤΩΣ, δε, στο άρθρο 103 του Συντάγματος των Ελλήνων αναφέρεται ότι «οι δημόσιοι υπάλληλοι υπηρετούν τον Λαό».
Όταν όμως δεν μπορούμε να εξυπηρετηθούμε τι κάνουμε;
Περίπτωση 1η: Προσέρχεστε στη δημόσια υπηρεσία έχοντας ενημερωθεί είτε από το διαδίκτυο είτε από μια εγκύκλιο για τα συνοδεύοντα δικαιολογητικά της υπόθεσής σας και ο υπάλληλος σας λέει ότι καλά είναι αυτά που φέρατε αλλά του είπε ο διευθυντής – πολλές φορές αυτό είναι από το μυαλό του αλλά βάζει μπροστά τον διευθυντή – ότι πρέπει να του πάτε άλλα τρία – τέσσερα χαρτιά, έτσι, για να «είμαστε καλυμμένοι». Τι κάνετε; Πρώτ’ απ’ όλα, δεν χάνετε την ψυχραιμία σας, γιατί μαζί με αυτήν θα χάσετε ΟΛΟ το δίκιο σας και θα φύγετε «σαν βρεγμένη γάτα», γιατί σε γενόμενη αδικοπραξία (βρισιές, απειλές κ.λπ.), δύσκολα θα βρείτε μάρτυρα να σας υποστηρίξει, ενώ ο υπάλληλος έχει τους συναδέλφους του που θα είναι οπωσδήποτε μάρτυρες υπέρ αυτού και κατά εσάς. Στη συνέχεια, ζητάτε ευγενικά το όνομα του υπαλλήλου, εκτός αν το γράφει σε κάποιο «ταμπελάκι», και του ζητάτε να σας χορηγήσει ΕΓΓΡΑΦΩΣ την εντολή του διευθυντού με την οποία ζητούνται από την υπηρεσία αυτή τα «επιπρόσθετα δικαιολογητικά». Αν δεν την βρίσκει – που δεν θα την βρίσκει για να μην περιμένετε άδικα – θα του ζητήσετε – είτε από αυτόν είτε από τον προϊστάμενο / διευθυντή της υπηρεσίας – να σας δώσει εγγράφως αυτό που σας λέει, έστω και χειρόγραφα αφού και αυτό έχει την ΙΔΙΑ ισχύ με το έγγραφο από υπολογιστή και να σας βάλει από κάτω την σφραγίδα του και το όνομά του όχι όμως μια ακανόνιστη τζίφρα, όπως συνηθίζεται, αλλά το μικρό του όνομα και το επώνυμο ΟΛΟΓΡΑΦΩΣ με τα δικά του γράμματα.
Η κτηθείσα εμπειρία υπαγορεύει ότι το πιο πιθανό είναι να μην πάρετε τίποτα καθότι ο δημόσιος υπάλληλος αντιλαμβανόμενος τη θέση ισχύς του, απλώς θα την επιδείξει. Τότε περνάτε σε δεύτερο στάδιο και πιο δραστικό, φωνάζοντας την αστυνομία καλώντας το «100». Προσοχή, προς άρση παρεξηγήσεων, η αστυνομία ΔΕΝ είναι μόνο να συλλαμβάνει τους κακοποιούς, είναι και να αποτρέπει το έγκλημα σε ΚΑΘΕ του μορφή. Έχει δηλαδή ένα διπλό ρόλο, έναν αυτόν της διωκτικής αρχής και έναν αυτόν της διοικητικής βεβαιώνουσας αρχής, που δρα πάντοτε υπέρ του πολίτη, άσχετα με αυτά που ακούμε κατά των αστυνομικών, οι οποίοι – τις περισσότερες φορές – κάνουν άριστα τη δουλειά τους. Φωνάζετε λοιπόν την αστυνομία, η οποία θα στείλει ένα-δύο άτομα στην υπηρεσία που είσαστε και θα τους ενημερώσετε για το συμβάν. Τα όργανα θα ζητήσουν τις ταυτότητες (φροντίστε να την έχετε πάντα μαζί) των εμπλεκομένων και θα συντάξουν έκθεση με τα λεγόμενα τα δικά σας και τα λεγόμενα του διευθυντού ή του υπαλλήλου. Η έκθεση θα είναι έτοιμη για να την παραλάβετε από το Αστυνομικό Τμήμα συνήθως μετά από 10 εργάσιμες. Αντιλαμβάνεστε ότι το περιεχόμενο στην έκθεση του αστυνομικού οργάνου, είναι έκθεση δημόσιας Αρχής και έχει ιδιαίτερα μεγάλη αποδεικτική ισχύ, τόση που αν αυτά που βεβαίωσε ότι είπε ο υπάλληλος δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και στη νόμιμη διαδικασία την οποία εσείς έχετε ακολουθήσει και αυτοί σας ταλαιπώρησαν, τότε μπορείτε να ζητήσετε τον πειθαρχικό έλεγχο των εμπλεκομένων υπαλλήλων, να ζητήσετε εύλογη αποζημίωση με σχετικό δικόγραφο, ή και να υποβάλλεται έγκληση / μήνυση αν κατά τη γνώμη σας ή του δικηγόρου σας έχει πληρωθεί κάποιος κανόνας του Ποινικού Κώδικα.
Περίπτωση 2η: Πάτε στη δημόσια υπηρεσία και ο «αρμόδιος» υπάλληλος που θα χειριζόταν την υπόθεσή σας λείπει και πρέπει εσείς να ξαναλείψετε από τη δουλειά σας, να ξαναφήσετε αλλού τα παιδιά σας για να ξαναπάτε στη δημόσια υπηρεσία και γενικά να ξαναταλαιπωρηθείτε γιατί αυτός που σας υπηρετεί και τον οποίο πληρώνετε εσείς, λείπει. Τι κάνετε;
Πάντα αρχίζουμε με ευγένεια, μήπως και υπάρχει κάποιος ευπειθής υπάλληλος που θα σας εξυπηρετήσει, προκειμένου να αποφύγουμε αστυνομίες κλπ., κ.λπ. Αν τον βρούμε και γίνει η δουλειά σας, τον ευχαριστείτε και φεύγετε ΧΩΡΙΣ να τάξετε δώρα κ.λπ., γιατί κάποιος άλλος υπάλληλος που δικαιολογημένα ή αδικαιολόγητα έχει αγανακτήσει με το «σύστημα», με τους «αδίστακτους Ευρωπαίους οι οποίοι ναι μεν μας έδωσαν τα λεφτά τους, αλλά τώρα τα θέλουν πίσω, ή με τους «ενοχλητικούς πολίτες» θα σας καταγγείλει για δωροδοκία και θα μπλέξετε. Αν δεν βρούμε «καλό υπάλληλο», πάμε στον διευθυντή και εκθέτουμε το πρόβλημα. Αν και αυτός δεν έχει διάθεση να βοηθήσει και νιώθετε ότι σας μπερδεύει αναλύοντας τα προβλήματα της υπηρεσίας με την «απομείωση του προσωπικού» κ.λπ., τον ενημερώνετε ότι θα θέλατε να σας βεβαιώσει εγγράφως (βλ. παραπάνω) όλα αυτά για να απευθυνθείτε και εσείς στο εποπτεύον Υπουργείο «για να τον βοηθήσετε», ενώ θα τονίσετε ότι κάποιος συγγενής σας σε υπουργείο, σας είχε πει ότι «ο προϊστάμενος δεν χορηγεί άδεια απουσίας αν δεν ορίσει αντικαταστάτη καθηκόντων αυτού που έφυγε»! Επειδή μάλλον δεν θα σας το δώσει εγγράφως, τον ενημερώνετε ότι θα θέλατε να κάνετε χρήση του σταθερού τηλεφώνου του για να φωνάξετε την αστυνομία να βεβαιώσει τη «Μη εξυπηρέτησή σας» (με την παραπάνω διαδικασία). Σε αυτό το σημείο, η εμπειρία έχει δείξει ότι θα σας εξυπηρετήσει ο ίδιος ο προϊστάμενος! Αν όχι, τη συνέχεια την ξέρετε από την παραπάνω περίπτωση.
Σε κάθε περίπτωση να θυμάστε ότι ΚΑΘΕ δημόσια υπηρεσία έχει Πρωτόκολλο στο οποίο μπορείτε να καταθέσετε Ό,τι θέλετε και να λάβετε το σχετικό αποδεικτικό. Στο αίτημά σας η δημόσια υπηρεσία είναι υποχρεωμένη να σας απαντήσει σε προθεσμία που κυμαίνεται – ανάλογα με το αίτημα -από 20 ημέρες μέχρι 60 ημέρες, όπως ορίζει ο Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας (Ν.2690/99).
Συνοψίζοντας τα παραπάνω με δυο λέξεις, ο διοικούμενος, δηλαδή ο πολίτης, θα πρέπει να θυμάται τα εξής:
(α) Ο δημόσιος υπάλληλος είναι υπηρέτης του πολίτη.
(β) Ο πολίτης πληρώνει με τους φόρους του τη δημόσια διοίκηση και ως εκ τούτου, το κράτος λειτουργεί υπέρ του πολίτη και όχι το αντίθετο.
(γ) Η αστυνομία έχει και δεύτερο ρόλο από αυτόν που ξέρουμε από παιδιά και είναι αυτός της απανταχού βεβαιώνουσας αρχής, η οποία είναι υποχρεωμένη να παρασταθεί εφόσον την καλέσει ο πολίτης.
(δ) Η διατήρηση της νομιμότητας και των Συνταγματικών Επιταγών είναι η δικαιολογητική βάση για όλες τις ενέργειες υπέρ του πολίτη.
(ε) Τέλος και βασικότερο απ’ όλα, ΔΙΑΤΗΡΕΙΣΤΕ την ψυχραιμία σας.
*Ο Γεώργιος Αλεξανδράκης, κατάγεται από τα Μεσονήσια Αμαρίου Ρεθύμνης. Είναι Αξιωματικός του Π.Ν., Πτυχιούχος Νομικής Αθηνών, Αριστούχος της Φιλοσοφικής Αθηνών, με Master of Arts στις σπουδές της Νοτιοανατολικής Ευρώπης