«ο δε ποιών την αλήθειαν έρχεται προς το φως, ίνα φανερωθεί αυτού τα έργα» ΙΩ γ’ 21
Το έτος 1938 πραγματοποιήθηκε στο Ρέθυμνο μια πανηγυρική γεωργοκτηνοτροφική έκθεση, που άφησε εποχή, δεδομένου ότι το πρόγραμμα περιελάμβανε εκτός των άλλων κρητικά, παραδοσιακά, μουσικοχορευτικά συγκροτήματα, ιππικούς αγώνες στην προκυμαία κ.λπ.
Στην τελετή των εγκαινίων στο Γυμνάσιο του Μασταμπά ο πατέρας μου είχε την ατυχία να πέσει από την τσιμεντένια σκάλα, εκείνη στο προαύλιο του σχολείου, με συνέπεια ένα βαρύ κάταγμα στο πόδι. Ήταν ανήμερα της γιορτής του Τιμίου Σταυρού. Από εκείνη την ημέρα έταξε στη χάρη Του ένα προσκύνημα με αρτοκλασία κάθε χρόνο στον Τίμιο Σταυρό σε μια παλιά εκκλησία στο λόφο του Κορρέ, της Ι. Μονής Αρκαδίου.
Ανάμεσα στην Αμνάτο και στο Αρκάδι δρόμος αμαξωτός δεν υπήρχε, αλλά ένα μονοπάτι δύσβατο ακόμα και επικίνδυνο στο στενό πέρασμα του φαραγγιού, ούτω πως ο Ηγούμενος και φίλος του πατέρας Αμβρόσιος έστελνε στην Αμνάτο πέντε μουλάρια, όσα και τα μέλη της οικογένειας, με τα οποία φεύγαμε από την Αμνάτο, νωρίς το απόγευμα και φτάναμε στο Μοναστήρι, όταν πια είχε νυχτώσει. Ξεπεζεύαμε μέσα στο σκοτάδι και στην κατανυχτική ησυχία και μπαίναμε στην αυλή την ώρα του εσπερινού. Αλλά τι γαλήνια, τι ασκητική ατμόσφαιρα ήταν εκείνη; Μες στην ουράνια γαλήνη και μες στο βουβό λιγοστό φως μόλις που διακρίναμε τις απόκοσμες σκιές των ταπεινών μοναχών, να βαδίζουν προς την εκκλησία μ’ ένα αναμμένο κερί στο χέρι.
Την επόμενη ημέρα, λίαν πρωίαν, ανηφορίζαμε για να παραβρεθούμε στην αρχιερατική, πανηγυρική λειτουργία, στο λόφο του Κορρέ. Μαζί με μας κι ένα πλήθος προσκυνητών κατέφθανε με τα γαϊδουράκια προερχομένων από όλα τα σημεία του ορίζοντα. Από τα ρεθεμνιώτικα, τα αμαριώτικα και τα μυλοποταμίτικα χωριά. Μετά τη λειτουργία ακολουθούσαν οι επισκέψεις στην πυριτιδαποθήκη, στο μουσείο, στην τράπεζα, που έγινε η σφαγή των ηρώων και σε όλα τα ενδιαφέροντα της Μονής. Ζούσα εκείνη την ημέρα μιαν αλησμόνητη, ανεπανάληπτη, ξεχωριστή εμπειρία, που είναι από τις αξέχαστες θύμησες των παιδικών χρόνων, πολλώ μάλλον όταν μάθαινα για την εθελοθυσία της ολοκαυτώσεως. Αυτή η αυθόρμητη, ηρωική και συνειδητή αυταπάρνηση των αδούλωτων ψυχών και πρωτίστως του Γιαμπουδάκη μέσα στο «λαγούμι» που λέει ο Πρεβελάκης, με είχαν συνεπάρει. Ότι άκουγα και ότι μάθαινα για το Αρκάδι με συγκλόνιζε.
Μια παρόμοια ανείπωτη συγκίνηση μου μεταφέρει ο εκπαιδευτικός Κώστας Μυγιάκης με την πρόσφατη λίαν επιμελημένη, επίμοχθη και αποκαλυπτική πνευματική εργασία του για τον πολέμαρχο και αξεπέραστο, δοξασμένο ήρωα Κώστα Γιαμπουδάκη. Και μόνο το όνομα του Γιαμπουδάκη μου ενέπνεε πάντοτε το σεβασμό, το δέος, το θαυμασμό!
Αμερόληπτος, αντικειμενικός και ανιδιοτελής ιστορικός και ιστοριοδίφης Κώστας Μυγιάκης γόνος της ευάνδρου Πηγής έχει ήδη εγγράψει στο ενεργητικό του ένα αξιομνημόνευτο πάνθεον με επιλογή από πολλές χαρισματικές εμβληματικές και ακτινοβόλες προσωπικότητες της ιστορίας του τόπου μας.
Ο Κώστας Μυγιάκης έχει εργαστεί δημιουργικά και εποικοδομητικά επί σειράν ετών κάτω από άθλιες, ανυπόφορες, φριχτές συνθήκες, όπως και πολλοί άλλοι δάσκαλοι, σε χωριά ημιορεινά, απομονωμένα από τον κόσμο, υποβαθμισμένα και χωρίς τις στοιχειώδεις ανάγκες (ηλεκτρικό ρεύμα, νερό, τηλέφωνο κ.λπ.). Παρόλα αυτά, όπως έχει αναφέρει και γράψει ο Σχολικός Σύμβουλος Χάρης Στρατιδάκης, έχει προσφέρει στην εκπαίδευση ανεκτίμητες υπηρεσίες. Εξ αντικειμένου εξάγεται το συμπέρασμα ότι ο Κώστας Μυγιάκης, ασκούσε τη μακροχρόνια εκπαιδευτική θητεία του πρωτίστως ως βασικό λειτούργημα και έπειτα ως επάγγελμα.
Ο αμερόληπτος και λίαν αντικειμενικός ιστοριοδίφης – εκπαιδευτικός Κώστας Μυγιάκης έχει εγκύψει προσεκτικά πριν από χρόνια και έχει μελετήσει με ζήλο και με υποδειγματική ευαισθησία την ιστορία της Ολοκαύσεως της Ι. Μονής Αρκαδίου. Προ ετών αμφισβητήθηκε αδικαιολόγητα η ορθότητα του γεγονότος της πυρπόλησης της μπαρουταποθήκης του Αρκαδίου, το 1966 από τον Κωστή Γιαμπουδάκη. Ο Κώστας Μυγιάκης με ευαίσθητη συνείδηση και συναίσθηση ευθύνης μετά από μακροχρόνια έρευνα και εκτεταμένη, ενδελεχή και διεξοδική μελέτη, κατόρθωσε να συγκεντρώσει πληροφορίες, δεδομένα, στοιχεία και κάθε άλλο αρχειακό αποδεικτικό υλικό, ώστε να αποδείξει περίτρανα την ορθότητα και την αξιοπιστία της έρευνας του για την εγκυρότητα του ιστορικού γεγονότος. Όλα τα αυταπόδεικτα στοιχεία, τα οποία συνέλεξε μετά από μακροχρόνια έρευνα, τα ακαταμάχητα και τα αδιάσειστα τα έγραψε σε γλαφυρό κείμενο και κυκλοφόρησαν σε τεύχος και σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων. Εκείνο το στοιχείο που μεταφέρει στον αναγνώστη μια αδιασάλευτη, απόλυτη πειστικότητα, είναι η μαρτυρία ενός σεβάσμιου ιερωμένου, του Ηγουμένου της Μονής και πατέρα Διονυσίου Ψαρουδάκη. Η εξόφθαλμη αλήθεια του γεγονότος ότι ο πυρπολητής της ανατινάξεως της πυριτιδαποθήκης ήταν ο Κωστής Γιαμπουδάκης και κανένας άλλος, τούτο τεκμηριώνεται λόγω του ιερατικού σχήματος του Ηγουμένου είναι δεδομένη αυθεντική αλλά και αναμφισβήτητη.
Όπως αναφέρει στη σελίδα 10 και 11 του πονήματος ο ιστορικός Κώστας Μυγιάκης είχε επισκεφθεί, σε ανύποπτο χρόνοι, μαζί με επώνυμους πηγιανούς, το Διονύσιο στο κελί του. Μεταξύ αυτών ο επίσης εκπαιδευτικός Σταύρος Βογιατζής, ο οποίος είχε την προνοητικότητα να πάρει μαγνητόφωνο για να εγγράψει μια ιστορική μαρτυρία.
Σε ερώτηση του αείμνηστου δικηγόρου Παπαδάκη:
– «Διονύσιε. Ποιος έβαλε τη φωτιά στην μπαρουταποθήκη;» ο πατέρας Διονύσιος απαντάει ανεπιφύλακτα με αφοπλιστική βεβαιότητα: «τ’ Άρκαδι τ’ ανατίναξε ο Κωστής Γιαμπουδάκης». Πως όμως είναι τόσο σίγουρος και βέβαιος ο Ηγούμενος; Όπως αναφέρει στη συνέχεια «Τούτο μου το είπε με όρκο ο παπά Γιάννης Παλιεράκης, ο οποίος είδε ο ίδιος το Γιαμπουδάκη να έχει υψωμένη την πιστόλα του και κουτσαίνοντας να βαδίζει προς την πυριτιδαποθήκη να φωνάζει: «όποιος θέλει τίμιο θάνατο, ας έρθει να καούμε μαζί».
Υπάρχει όμως μια άλλη αδιάσειστη μαρτυρία ενός των ελαχίστων επιζώντων της ανατίναξης. Ένας πηγιανός από τους πολεμιστές, ο Ηρακλής Μανελάκης, έτυχε να βρίσκεται στην πόρτα της μπαρουταποθήκης τη στιγμή που πυροβόλησε ο Γιαμπουδάκης στο μπαρουτοβάρελο και σώθηκε, καθώς το ωστικό κύμα τον πέταξε σε απόσταση κατακαμένο και γυμνό. Αυτός είναι και ο μοναδικός αυτόπτης μάρτυρας. Το γεγονός και τη μαρτυρία του αυτή τη μετέφερε στον επίσης διασωθέντα της ολοκαυτώσεως παπα-Γιάννη Παλιεράκη.
Αλλά γιατί και πως βρέθηκε ο Ηρακλής Μανελάκης στην πόρτα της μπαρουταποθήκης; Προφανώς για να μην υποστεί ένα θάνατο μαρτυρικό και οδυνηρό από τους Τούρκους όταν εισέβαλλαν στο Μοναστήρι προτίμησε ένα άλλο λυτρωτικό και σωτήριο. Εξ’ άλλου είναι γνωστή η απάνθρωπη θανάτωση του Ιωάννη Δημακόπουλου. Φρουράρχου της Μονής και εθελοντή. Ο Δημακόπουλος προσαχθείς βίαια ενώπιων του Μουσταφά και μετά από ανάκριση, έξω από το Μοναστήρι τον εφόνευσαν δια λογχισμών! Ο Δημακόπουλος γεννήθηκε στην ελατοβριθή Βυτίνα της επαρχίας Γορτυνίας το 1833 επομένως στην επανάσταση του 1866 που συνέβη η ολοκαύτωση ήταν μόλις 33 ετών. Επομένως αδιάσειστη αυτή η μαρτυρία του Ηγουμένου π. Διονυσίου και αναμφισβήτητο αποδεικτικό τεκμήριο για την αληθινή ταυτότητα του πυρπολητή της Μονής. Στη Βυτίνα υπάρχει προτομή του τραγικού ήρωα. Ο Σκουλάς υπήρξε ένας εκ των γενναίων ανδρών και ψυχωμένων πολεμιστών, εκείνων που βρέθηκαν στη Μονή κατά την Επανάσταση του 1866, των οποίων η ηρωική υπέρτατη θυσία τιμάται και θα τιμάται πάντοτε από τις νεότερες γενιές.
Εκτός όμως της μαρτυρίας του Ηγουμένου και πέραν αυτής ο Κώστας Μυγιάκης αποκαλύπτει και άλλα τεκμήρια όπως ένα λαϊκό ποίημα που έχει καταχωρηθεί στη συλλογή του λαογράφου Παύλου Βλαστού. Ένα άλλο τεκμήριο είναι το βιβλίο του άλλοτε προέδρου Εφετών Εμμανουήλ Βροντάκη που είναι γραμμένο με επιστημονική ακριβολογία και υπευθυνότητα. Ύστερα από τις εκτεταμένες πολύχρονες, ενδελεχείς έρευνες και ακριβοδίκαιη κρίση, από δικαστικό εγνωσμένης εντιμότητας, κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει την αυθεντικότητα του εγχειρήματος. Από τα αδιάσειστα τεκμήρια και η μαρτυρία του Ανδρέα Εμμ. Μπιρίκου ή Μπιρικάκη ο οποίος αφηγείται τα εξής: «Τρίτη μέρα αξέχαστη ήρθανε πρωί – πρωί οι Τούρκοι στ’ Άρκαδι την ώρα που λειτουργούσανε. Μια ώρα πέρασε από τότες που μπήκανε οι Τούρκοι στ’ Αρκάδι και βάνει ο Γιαμπουδάκης φωτιά με τη μπιστόλα του στο μπαρούτι της μπαρουταποθήκης.
Πολλοί έχουν ασχοληθεί και πολλοί έχουν γράψει για το Αρκάδι, Καθηγητές, νομικοί, ιστορικοί, συγγραφείς. Μεταξύ αυτών ο έγκυρος ιστοριοδίφης Π. Κριάρας αναφέρει για το Αρκάδι:
«Την 7 προς την 8 Νοεμβρίου του 1866 ο Μουσταφά Πασάς Κιριτλής επολιόρκησε την Μονήν μετά δυνάμεως 28.000 περίπου ανδρών και 6 πυροβόλων. Οι εκεί Έλληνες, 300 μόλις οπλοφόροι και 643 άμαχοι ημύνθησαν μαχόμενοι από των παραθύρων και πολεμιστρών αποκρούοντες τας εφόδους του εχθρού. Μετά από πολλάς προσπαθείας ο εχθρός εκόμισεν εκ Ρεθύμνης πεδινός πυροβόλον δι’ ου διερράγη η σιδηρά πύλη της Μονής. Κατέστη ούτω δυσχερής η θέση των αμυνομένων την εξόδου των οποίων ακολούθησε φρικαλέα σύγκρουσις προς τους επιτιθέμενους. Τότε εις των πολιορκουμένων ονόματι Κων Γιαμπουδάκης επυροβόλησε κατά της πυριτιδαποθήκης της Μονής ήτις και αναφλεγείσα αυθωρεί ανετίναξε μια των πλευρών της Μονής καταπέσουσας επί των εφορμούντων. Ούτοι εξαγριωθέντες ήρξαντο γενικής σφαγής των εν τη Μονή γυναικοπαίδων…».
Κλείνω το σημείωμα με ένα εύστοχο απόφθεγμα του Νίκου Καζαντζάκη από το περιεχόμενο, για το περισπούδαστο, εμπεριστατωμένο και τεκμηριωμένο εις το έπακρον πόνημα του Κώστα Μυγιάκη.
Μια φλόγα είν’ η ψυχή του Κρητικού, ένα πύρινο πουλί.
Πετά από κλαρί σε κλαρί, από γενιά σε γενιά και φωνάζει
Δεν μπορώ να χαθώ, δεν μπορώ να καώ
δεν μπορεί να με σβήσει κανείς!…