Επιμέλεια: ΕΜΜΑΝΟΥΕΛΑ ΦΩΤΑΚΗ – ΑΝΤΩΝΗΣ ΠΑΝΤΙΝΑΚΗΣ
Σε μία ζεστή γωνιά του Ρεθύμνου, μερικές γυναίκες – μέλη της πολυάριθμης ουκρανικής κοινότητας, μοιράζονται τις ίδιες αγωνίες. Η καρδιά τους τραντάζει και ραγίζει απ’ τα απανωτά χτυπήματα στη δοκιμαζόμενη πατρίδα τους. Μπρος στα μάτια τους ξεπηδούν οι φλόγες της κόλασης. Κι ας είναι άπειρα χιλιόμετρα μακριά απ’ τον όλεθρο. Με το μυαλό και την ψυχή τους, βρίσκονται κοντά στους αγαπημένους τους, που έμειναν πίσω: Για να πολεμήσουν, για να κρατήσουν όρθια τη χώρα τους και την αξιοπρέπειά τους. Μ’ ένα κινητό στο χέρι είναι όλη μέρα, προσπαθώντας να επικοινωνήσουν με συγγενείς και φίλους. Το σήμα άλλοτε κόβεται απότομα, άλλοτε δεν εκπέμπει καν. Στα υπόγεια είναι… η θέα της ελπίδας: Μία (νέα) ζωή καταχωνιασμένη, κουλουριασμένη στις αγκαλιές παιδιών, μανάδων, βρεφών και ηλικιωμένων.
Στην παρέα τους, βρίσκονται γυναίκες και από τη Ρωσία και τη Λευκορωσία. Δεν έχουν να χωρίσουν τίποτα, μεταξύ τους. Ο (κοινός τους) πόνος δεν έχει σύνορα.
Από προχθές, οι Ουκρανοί του Ρεθύμνου άρχισαν να συγκεντρώνουν τρόφιμα, φάρμακα κι άλλα είδη πρώτης ανάγκης, σε εστιατόριο – καφέ στην περιοχή της Καλλιθέας, για να τα στείλουν στους συμπατριώτες τους. Η τοπική κοινωνία (τους) στηρίζει ενεργά και συγκινητικά.
Η Κατερίνα, η Νάντια και η Τατιάνα βγάζουν από τα χαρακώματα του ψυχισμού τους τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους, τα οποία και απλώνονται στις επόμενες γραμμές, στο σημερινό ρεπορτάζ των «Ρ.Ν.».
«Ακούω βόμβες, βλέπω παιδιά να κλαίνε»
Με τρεμάμενες φωνές και δάκρυα στα μάτια περιγράφουν πως βιώνουν τις εξελίξεις στη πατρίδα τους, με δεδομένο ότι βρίσκονται χιλιόμετρα μακριά, την ώρα που συγγενείς και φίλοι τους βρίσκουν καταφύγιο σε υπόγεια και σε μετρό της Ουκρανίας.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα της τραγωδίας που βιώνουν είναι τα λόγια της Κατερίνας, η οποία βρίσκεται στην Ελλάδα τα τελευταία 26 χρόνια. «Εμείς που ζούμε εδώ, είναι σαν να ζούμε μέσα στον πόλεμο. Είμαστε στην 7η ημέρα. Εγώ με το που βγω έξω, δεν βλέπω κόσμο να κάθεται στις καφετέριες. Ακούω βόμβες. Βλέπω τα παιδιά να κλαίνε, φωτιές παντού. Τα ζω όλα αυτά συνέχεια. Και δεν μπορώ να κάνω τίποτα. Με το ζόρι μαγειρεύω. Είμαι με ένα κινητό στο χέρι συνέχεια. «Ζείτε; Ζείτε;» τους ρωτάω. Και δεν ξέρω σε ποιον να πρωτογράψω» εξομολογείται.
Η Κατερίνα κατάγεται από την πόλη Σούμι της Ουκρανίας, η οποία βρίσκεται στα σύνορα με τη Ρωσία. Οι γονείς της μένουν κοντά στο στρατόπεδο και το αεροδρόμιο, με αποτέλεσμα να δέχονται συνεχόμενους βομβαρδισμούς από τα ρωσικά στρατεύματα. Εκτός από τους γονείς της, στην Ουκρανία βρίσκονται αυτήν την ώρα, ο αδερφός της, τα ξαδέρφια της μαζί με τα ανίψια της και οι θείοι της. «Μιλάω συνέχεια μαζί τους. Ευτυχώς που έχουμε ακόμα επικοινωνία. Τους βομβαρδίζουν, πηγαίνουν σε καταφύγια – τα οποία δεν είναι καταφύγια, υπόγεια σπιτιών είναι, τα οποία είναι από την εποχή της Σοβιετικής Ένωσης. Δηλαδή, εάν πέσει το σπίτι αυτό, δεν θα τους βρει κανείς. Αν και απ’ ό,τι μαθαίνω, τώρα δεν πηγαίνουν καν στα υπόγεια κάποιοι. Ο κόσμος δεν φοβάται τίποτα, πλέον. Σήμερα (σ.σ. χθες) έπεσε μία βόμβα κοντά στο σπίτι των γονιών μου. Φύγανε τα παράθυρα. Τους έκλεισαν το ρεύμα. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχουν θέρμανση – και κάνει κρύο, είναι χειμώνας! Τους είπαν ότι θα τους κλείσουν το νερό. Τους είπαν να φορτίσουν όλα τα κινητά», προσθέτει.
Μάλιστα, όπως σημειώνει, την τελευταία μια εβδομάδα δεν κλαίει μόνο για την οικογένεια και τους φίλους της, αλλά κλαίει για όλη την Ουκρανία. «Αυτή τη στιγμή, 80.000 άνδρες Ουκρανοί που είχαν φύγει κάποτε από την Ουκρανία, γύρισαν πίσω σαν εθελοντές. Οι γυναίκες βγαίνουν και πολεμούν όπως μπορούν, φτιάχνουν μολότοφ. Πολλοί Ρώσοι στρατιώτες παρατούν τα οχήματά τους και παραδίδονται. Οι δικοί μας τους αφήνουν και φεύγουν, γιατί δεν υπάρχει μίσος. Και φυσικά δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα μεταξύ των ανθρώπων από τις δύο χώρες. Επειδή έχω φύγει πολλά χρόνια από την Ουκρανία, ένιωθα πιο πολύ πατρίδα μου την Ελλάδα. Αλλά αυτή τη στιγμή, νιώθω 1000% Ουκρανή. Έχω μικρά παιδιά εδώ, αλλιώς θα πήγαινα να βοηθήσω εκεί. Όχι να πάρω όπλο στα χέρια μου – που δεν ξέρω να πολεμήσω – αλλά να βοηθήσω τις γυναίκες οι οποίες κάθονται στο μετρό και δεν έχουν να ταΐσουν τα παιδάκια τους. Γεννιούνται μωρά στο μετρό. Η κατάσταση είναι τραγική. Οι Ουκρανοί δεν θα παραδοθούν», υποστηρίζει η ίδια προσθέτοντας ότι ο κόσμος έχει ενωθεί με σκοπό να προσφέρει βοήθεια, τόσο στην Ουκρανία, όσο όμως και στην Ελλάδα.
Η ζωή δεν σταματάει…
Ήδη στο Ρέθυμνο έχει ξεκινήσει η συγκέντρωση ειδών πρώτης ανάγκης, όπως φάρμακα, τρόφιμα, ρούχα αλλά και γάλατα για τα μωρά που γεννιούνται τις τελευταίες ημέρες σε υπόγεια και σε μετρό. «Οι γυναίκες ανησυχούν πάρα πολύ και δεν μπορούν να θηλάσουν τα μωρά. Η ζωή δεν σταματάει. Οι γυναίκες γεννούν στα υπόγεια. Μαζεύουμε από χθες τα πράγματα. Φέρνουν και Έλληνες, και Ρώσοι και Ουκρανοί που μένουν εδώ. Μας φέρνουν και χρήματα. Την Παρασκευή θα τα στείλουμε στο Ηράκλειο. Μετά θα πάνε στη Θεσσαλονίκη. Κι από εκεί θα τα στείλουν στην Πολωνία, όπου σιγά-σιγά θα τα περάσουν στην Ουκρανία», περιγράφει η Νάντια, η οποία βρίσκεται στην Κρήτη τα τελευταία 13 χρόνια.
Η ίδια έχει αφήσει στην Ουκρανία την αδερφή της, τους κουμπάρους της αλλά και πολλούς φίλους της, κατάφερε ωστόσο να φέρει στο Ρέθυμνο τον πατέρα της προ ολίγων μηνών. «Αν ήταν ο πατέρας μου εκεί, θα πήγαινα κι εγώ μαζί του», υπογραμμίζει. «Κάθε μέρα, κάθε πρωί τους παίρνω τηλέφωνο όλους, γιατί δεν ξέρω εάν θα τους ξανακούσω ή όχι. Η πιο επικίνδυνη κατάσταση ξεκινάει τη νύχτα. Άνθρωποι ακούνε σειρήνες και πηγαίνουν στα υπόγεια, με τα μωρά και τα παιδιά, στο μετρό. Εκεί κοιμούνται όλη νύχτα. Και μετά βγαίνουν το πρωί στα σπίτια τους. Μαγειρεύουν κάτι και το βράδυ πάλι στα υπόγεια. Κάποιοι αποφασίζουν να μείνουν εκεί, κάποιοι φεύγουν. Πολλοί άνθρωποι έφυγαν, αλλά κάποιοι δεν θέλουν να φύγουν. Είναι πατριώτες. Η φίλη μου, η κολλητή μου, για παράδειγμα, μένει στο κέντρο του Κιέβου. Και δεν θέλει να φύγει. «Είναι η πατρίδα μου εδώ» μου λέει».
Η Νάντια γνωρίζει ανθρώπους που πολεμούν αυτήν την ώρα ενάντια στη ρωσική εισβολή, ενώ όπως αναφέρει, αρκετοί φίλοι της έχουν πεθάνει απ’ όταν ξεκίνησε ο πόλεμος το 2014. «Εμείς έχουμε πόλεμο στην Ουκρανία από το 2014, στο Λουγκάνσκ και το Ντόνετσκ. Είναι οι πόλεις απ’ όπου ξεκίνησε ο πόλεμος και δεν σταμάτησε ποτέ. Τώρα προχώρησε σε όλη την Ουκρανία», καταλήγει.
Από την άλλη πλευρά, η Τατιάνα η οποία ζει στο Ρέθυμνο εδώ και 8 χρόνια και κατάγεται από τη Ρωσία, βρίσκεται σε απόγνωση. Εμφανώς τρομαγμένη από τις πρόσφατες εξελίξεις, περιγράφει την «απλή» απορία των παιδιών της. «Με ρωτάνε τα παιδιά μου «μαμά Ουκρανία και Ρωσία γιατί έχουν πόλεμο, ποιος φταίει;» και δεν ξέρω τι να τους απαντήσω». Όπως μας λέει, όλη αυτή η κατάσταση τους προκαλεί στεναχώρια, καθώς έχουν πάρα πολλούς φίλους από την Ουκρανία. «Τους ζητάμε συγνώμη», προσθέτει, ενώ παραδέχεται ότι είναι πολύ δύσκολο για αυτούς να σχολιάσουν τα τελευταία γεγονότα. «Φοβόμαστε να παίρνουμε θέση, γιατί άμα λέμε για τη Ρωσία είναι κακό για εμάς, άμα λέμε για Ουκρανία είναι πάλι κακό για εμάς. Κανείς δε ξέρει ποιος φταίει και ποια είναι η αλήθεια. Το σίγουρο είναι ότι δεν θέλουμε να χάσουμε τους φίλους μας. Όλοι θέλουμε να τελειώσει όλο αυτό», επισημαίνει κλείνοντας.