Πριν από μερικές μέρες στο μίνι καύσωνα, προσπαθώντας να συντομέψω τη διαδρομή μου και αναζητώντας λίγη δροσιά πέρασα από τον κήπο μας. Η αλήθεια είναι πως δεν περνώ συχνά, όπως και οι περισσότεροι Ρεθυμνιώτες φαντάζομαι. Στο πέρασμα από τα χωμάτινα δρομάκια του, οι αναμνήσεις από τα παιδικά χρόνια πέρασαν σαν τρέιλερ μπροστά από τα μάτια μου. Τότε που σε κάθε ευκαιρία τα περισσότερα παιδιά της πόλης πήγαιναν να παίξουν εκεί, για να δουν καινούρια παιχνίδια, αλλά και να γνωριστούν με άλλα παιδιά.
Σήμερα υποθέτω πως αν υπάρχει ελεύθερος χρόνος, προτιμά ο καθένας μας να πιει τον καφέ του σε μια καφετέρια στην παραλία και όχι εκεί, ενώ οι γονείς προτιμούν να παίξει το παιδί τους σε ένα παιδότοπο κλεισμένο σε τέσσερις τοίχους με κονσερβοποιημένο αέρα, και όχι στη φυσική ομορφιά και δροσιά από τα πανύψηλα δέντρα και στο χώμα, που ευτυχώς υπάρχουν ακόμα στον κήπο της πόλης μας.
Θυμάμαι όταν, μικρό παιδάκι, πήγαινα με τις ώρες για να παίξω στην παιδική χαρά, ή να παίξουμε κυνηγητό, και κρυφτό με τους φίλους μου, και γενικά όλα εκείνα τέλος πάντων «τα ανιαρά και βαρετά παιχνίδια» που μας ανάθρεψαν.
Δίπλα εκεί στα παγκάκια θυμήθηκα τις γραφικές φιγούρες με τους υπερήλικες και τα μπαστουνάκια τους, που έψαχναν λίγη δροσιά τα καλοκαίρια, κάτω από το πλούσιο φύλλωμα των δέντρων. Σχεδόν πάντα έλεγαν γεγονότα και ιστορίες, κυρίως για τον πόλεμο που είχαν ζήσει, και που ήταν τότε σχετικά πρόσφατος, αλλά και για τα δικά τους παιδικά δύσκολα χρόνια, που εμείς ακούγαμε πάντα με πολύ ενδιαφέρον.
«Είδα» μπροστά μου το ζωολογικό κήπο και τις ώρες που χαζεύαμε με τα άλλα παιδιά, τη μαϊμού, τους «κακούς λύκους», τους κάστορες, τα κρι κρι, τους φασιανούς και τα υπόλοιπα ζώα, που βλέπαμε τότε για πρώτη φορά. Φαίνεται όμως ότι το κόστος συντήρησής τους ήταν «τεράστιο» και γι’ αυτό καταργήθηκε ο ζωολογικός κήπος εν μια νυκτί, συν του ότι διαμαρτύρονταν απ’ όσο ξέρω και οι περίοικοι, για τις δυσάρεστες μυρωδιές των ζώων, ειδικά τις μέρες του καλοκαιριού που είχε πολλή ζέστη.
Θυμήθηκα που στη γιορτή του κρασιού, τις μέρες με το παιδικό πρόγραμμα, κάποιοι από μας που δεν είχαν τις πέντε δραχμές για το εισιτήριο, σκαρφάλωναν από τους τοίχους, για να μπουν να δουν την παιδική παράσταση, και κάποιος υπεύθυνος που φαίνεται ότι «αγαπούσε πολύ τα παιδιά», αντί να παραβλέψει το γεγονός, έκτισε σπασμένα γυαλιά στους τοίχους (νομίζω υπάρχουν ακόμα σε ορισμένα σημεία) για να μην μπαίνουν μέσα, με φυσικό επακόλουθο τον τραυματισμό πολλών παιδιών τότε, στην αρχή που δεν το ήξεραν και δοκίμαζαν «το σάλτο μορτάλε».
Νοστάλγησα τον καλοσυνάτο υπερήλικα, με την κλασσική παλιά φωτογραφική μηχανή στην είσοδο του κήπου, σημείο αναφοράς, που πάσχιζε να βγάλει το μεροκάματο, αν και είχα πάντα την αίσθηση ότι το έκανε από χόμπι και όχι για να βγάλει χρήματα. Αλήθεια αν υπάρχει ακόμα, που να την έχουν καταχωνιάσει άραγε; Και γιατί δεν την αναδεικνύουν σαν μουσειακό είδος στο ίδιο σημείο;
Οι στιγμές στη μνήμη μου πολύ φρέσκιες για τότε, που όταν είχαμε χαρτζιλίκι, με τους παιδικούς μου φίλους παίρναμε γλειφιτζούρια, ή στην καλύτερη περίπτωση σουβλάκια και τα απολαμβάναμε στα παγκάκια. Στα ίδια παγκάκια που νιώσαμε τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα και δώσαμε τα πρώτα αμήχανα φιλιά στις συμμαθήτριες από το θηλέων η το φροντιστήριο, δίνοντας ο ένας στον άλλον, αιώνιους όρκους πίστης και αγάπης, που οι περισσότεροι στη συνέχεια χάθηκαν στο ποτάμι της ζωής και της επιβίωσης… Στα ίδια παγκάκια που οι περισσότεροι από μας, έφηβοι πια, κάπνισαν το πρώτο τους τσιγάρο στα κλεφτά, για να δείξουν ότι μεγάλωσαν…
Τώρα πια τα παιδιά και οι έφηβοι, δεν πάνε στο πάρκο. Υπάρχουν καινούρια παιχνίδια; Τώρα πια το facebook και τα internet cafe, τα μηχανάκια και τα αυτοκίνητα που κερδίζουν τον κήπο μας στα σημεία… Ούτε οι μεγάλοι περνούν από μέσα πια, εκτός αν θέλουν να κόψουν δρόμο όπως εγώ… οι περισσότεροι μπορεί να φοβόμαστε κιόλας, να μη λερώσουμε τα παπούτσια μας στα χωμάτινα δρομάκια του…
Η σύντομη διαδρομή μου είχε φτάσει στο τέλος της, αλλά οι όμορφες αναμνήσεις από τον κήπο και τα παιδικά μου χρόνια συνέχιζαν, καθώς περπατούσα για το σπίτι. Ο κήπος παρά την όποια εξέλιξη, συνεχίζει να είναι σημείο αναφοράς για την πόλη μας όπως και να το κάνουμε, και τουλάχιστον για τη δική μου τη γενιά, πολλές από τις πιο όμορφες αναμνήσεις της παιδικής μας ηλικίας είναι και θα είναι πάντα εκεί…
ΥΓ. παλιότερα σαν μέλος του ΔΑΟΡ είχα προτείνει, και για κάποιο διάστημα λειτούργησε, να γίνει υπαίθριο σκάκι στον κήπο, και σε άλλα σημεία της πόλης, στην παραλία και στη Σοχώρα. Στην πορεία ως δια μαγείας εξαφανίστηκαν… θα μπορούσε να ξαναγίνει σε κάποιο σημείο, ακόμα και στην κεντρική πλατεία του κήπου, κυρίως αυτή, διοργανώνοντας παιδικά και μαθητικά τουρνουά και να γίνει πόλος έλξης μικρών και μεγάλων, όπως και σε άλλα σημεία της πόλης ξανά, ειδικά δε στην παραλία στη διάρκεια της τουριστικής σεζόν, για να προσελκύσει το ενδιαφέρον των ξένων, με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει.
Επίσης μια άλλη πρόταση προς τους υπεύθυνους, αν και εφόσον θέλουν και επιθυμούν, να ζωντανέψει από δεκάδες παιδικές φωνές ξανά ο κήπος της πόλης, θα ήταν να αγοραστούν μερικά παιδικά αυτοκινητάκια με μπαταρία, (απολύτως εφικτό και χωρίς τεράστιο κόστος), να κάνουν μια οδοσήμανση στα δρομάκια του κήπου, και να έχουν ένα υπάλληλο για τροχονόμο. Τα παιδιά έναντι μικρού αντίτιμου, σε συγκεκριμένες ώρες, θα μπορούν παίζοντας και διασκεδάζοντας, να μαθαίνουν κυκλοφοριακή αγωγή που είμαι βέβαιος, ότι δεν θα ξεχάσουν ποτέ! Άσε που μαζί με τα παιδιά θα είναι αναγκασμένοι να πηγαίνουν στον κήπο και οι μεγάλοι σαν συνοδοί, οπότε πέρα από τη ζωντάνια που θα αποκτήσει ο κήπος, μπορεί να βελτιωθούν παράλληλα με τα παιδιά και οι μεγάλοι στην οδήγηση, που όπως όλοι γνωρίζουμε πάσχου-ν-με απελπιστικά!
* Ο Βαγγέλης Παπαδάκις είναι καθηγητής Φυσικής Αγωγής