Ο Παναγιώτης Κανακαράκης θεωρείται, εδώ και κάτι παραπάνω από δύο δεκαετίες (25 χρόνια), ο δάσκαλος των μαχητικών τεχνών του Ρεθύμνου και της Κρήτης κατ’ επέκταση. Οκινάουα καράτε, Παγκράτιο και ζίου-ζίτσου είναι οι τρεις μαχητικές τέχνες τις οποίες διδάσκει κι έχει αναπτύξει με τα χρόνια σε πολύ μεγάλο βαθμό. Μάλιστα, το ζίου-ζίτσου, λίγο μετά το 1990, ήταν η τέχνη την οποία ανέλαβε την πρωτοβουλία να κάνει ευρέως γνωστή μετά την προσέγγιση του Αμερικανού εκπροσώπου της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας του ζίου-ζίτσου αλλά και της Ολυμπιακής Επιτροπής, Τζώρτζ Άντερσον. Ο κ. Κανακαράκης, είναι μέλος της Εξεταστικής αλλά και της Τεχνικής Επιτροπής Ελλάδας.
Το ίδιο συνέβη λίγο αργότερα (1996) και για το αρχαίο άθλημα ανά την Ελλάδα, το Παγκράτιο με πρωτεργάτες τους κ.κ. Ανδρέα Μαζαράκη και Κώστα Λιάσκα. Πλέον, ο κ. Κανακαράκης κατέχει τη θέση του προέδρου Τεχνικής Επιτροπής στην ελληνική ομοσπονδία, αλλά και στην παγκόσμια ενώ παράλληλα αποτελεί μέλος του Δ.Σ. της ομοσπονδίας.
Ο ίδιος με μια 30χρονη πορεία στο χώρο είναι ο πλέον ειδικός για να πει κάποια πράγματα όπως είναι, κι όχι όπως τα θεωρεί ο καθένας… Ξεκινώντας το καράτε από το 1977, έφτασε ως το 1982 για να πάρει τη μαύρη ζώνη και 4 χρόνια αργότερα, ήρθε στο Ρέθυμνο.
Η ενασχόλησή του με τις τέχνες αυτές είναι μέρος της ζωής του, κι όπως χαρακτηριστικά αναφέρει… «Το παγκράτιο και το ζίου- ζίτσου είναι παιδιά του Οκινάουα». Τα σάιτ των παραπάνω τεχνών, τον γνωρίζουν καλά. Ας τον γνωρίσουμε κι εμείς ακόμη καλύτερα…
–Ποια από τις τρεις τέχνες αισθάνεται ο Παναγιώτης Κανακαράκης πιο κοντά του;
«Κάθε ένα έχει μια ξεχωριστή θέση στην ψυχή μου. Το Οκινάουα είναι αυτό από το οποίο ξεκίνησα και το ξέρω -το έμαθα από νωρίς, αγωνίστηκα σαν αθλητής του, γνώρισα ανθρώπους μέσω αυτού που εξακολουθώ να βαδίζω πλάι τους, χωρίς απογοητεύσεις επί 30 χρόνια. Είναι η βάση μου και ο τρόπος μέσω του οποίου ακόμα κάνω ένα μεγάλο μέρος των μαθημάτων μου. Το ζίου -ζίτσου είναι ένα πολύ καλό, πλήρως παγκοσμιοποιημένο άθλημα με πανίσχυρους αθλητές σε όλον τον κόσμο, αθλητές με ώρες προπόνησης που έχουν και οι ολυμπιονίκες και με αγώνες που παίζονται στις ελάχιστες λεπτομέρειες. Συνεπώς, και αυτό μου αρέσει πάρα πολύ.
Όσο για το Παγκράτιο, θεωρώ ότι είναι η κληρονομιά μου, είναι το όνομα του πατέρα μου και η καταγωγή μου. Θέλω λοιπόν να το υποστηρίξω, καθώς είναι μέρος της διαδρομής, της κουλτούρας, της φιλοσοφίας και της ιστορίας μου, αλλά και επειδή είναι πολύ καλό και ολοκληρωμένο και από πλευράς μαχητικής απόδοσης».
–Σε τί μπορεί να ωφελήσει κάποιον η ασχολία των μαχητικών τεχνών;
«Μπορεί να λάβει τα μέγιστα! Μπορεί να ακουστεί αλαζονικό, όμως θεωρώ ότι οι μαχητικές τέχνες είναι σήμερα η μόνη έκφραση αυτού που λέμε «υγιής ερασιτεχνικός αθλητισμός». Όλοι οι άνθρωποι δεν μπορούν να γίνουν ολυμπιονίκες (τόσο από πλευράς ψυχής, όσο και από πλευράς σώματος), όμως τι γίνεται με τους υπόλοιπους;
Στις μαχητικές τέχνες, βρίσκουν χώρο όλοι να εκφραστούν: από το παιδί που θέλει απλώς να γυμναστεί, να χάσει μερικά κιλά, να κοινωνικοποιηθεί, να αποκτήσει σιγουριά μέχρι κάποιον μεγαλύτερο άνθρωπο. Δεν υπάρχουν στεγανά στην ηλικία. Βλέπεις έναν πεντάχρονο να συνεργάζεται αρμονικά με έναν δεκαοκτάχρονο και να ωφελούνται και οι δύο. Ο δεύτερος χάνει την αλαζονεία του και ο πρώτος συνειδητοποιεί ότι το ανάστημα και το μέγεθός του δεν καθορίζουν τη γνώση του. Το θέαμα ενός εφήβου, που σπάνια κάνει σκόντο στην αλαζονεία του, να ζητάει από τον οκτάχρονο να του δείξει μια τεχνική, είναι κάτι που δεν το βλέπεις σε κανένα άλλο σύστημα εκπαίδευσης».
–Κατά πόσο μπορεί να είναι αλήθεια ότι οι μαχητικές τέχνες κάνουν κάποιον καλύτερο άνθρωπο;
«Οι μαχητικές τέχνες δεν μπορούν να σε κάνουν καλύτερο άνθρωπο… Μπορεί να σε κάνει όμως η καλή σχολή. Εγώ πιστεύω στον καλό δάσκαλο, όχι στην καλή τέχνη. Υπάρχουν άνθρωποι που κάνουν καράτε και στους οποίους θα εμπιστευόμουν τα παιδιά μου με ευχαρίστηση και υπάρχουν άλλοι στους οποίους δε θα εμπιστευόμουν ούτε σκύλο! Επίσης, έχω δει ανθρώπους που κάνουν σκληρά αθλήματα και είναι αξιοπρεπέστατοι -πραγματικά κάποιος που βρίσκεται κοντά τους έχει μόνο να μάθει κι άλλους που είναι μονίμως μέσα στη νύχτα και όταν τους πλησιάσεις, λερώνεσαι. Συνεπώς πιστεύω στον άνθρωπο και όχι στην τέχνη. Ας πούμε, συχνά μας ρωτούν «αυτό που κάνεις είναι επιθετικό ή αμυντικό» και η απάντηση είναι ότι αυτό εξαρτάται από το δάσκαλο, τον προπονητή -οι τέχνες έχουν και τα δύο μέσα τους».
–Πως μπορεί να επιλέξει κάποιος σε ποια τέχνη μπορεί να έχει κλίση;
«Κατ’ αρχάς είναι θέμα ηλικίας. Ένα παιδί δεν πρέπει επ’ ουδενί να επιλέξει ένα σκληρό άθλημα με πλήρη επαφή κ.λπ. για να αποφύγει τους τραυματισμούς, ενώ ένας μεγαλύτερος άνθρωπος θα πρέπει να επιλέξει με βάση την ψυχοσύνθεσή του. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να περάσει από διάφορες σχολές που τον ενδιαφέρουν, να παρακολουθήσει μαθήματα και να ακολουθήσει τελικά αυτό που θα αισθανθεί ότι του ταιριάζει καλύτερα, προσέχοντας ωστόσο αν υπάρχει πνεύμα συνεργασίας και πρόγραμμα στην προπόνηση».
–Ως ειδήμονας, πως κρίνετε το επίπεδο εδώ στην Κρήτη;
«Εγώ -για επίπεδο- μπορώ να μιλήσω μόνο για το ζίου ζίτσου και το παγκράτιο -δεν έχω γνώση άλλων τεχνών για να αναφερθώ σ’ αυτές. Σ’ αυτές τις τέχνες, θεωρώ ότι το επίπεδο είναι πολύ καλό και μάλιστα, με 24 σωματεία σε όλη την Κρήτη, είμαστε και η πολυπληθέστερη τεχνική επιτροπή. Το καλό αυτό επίπεδο, είναι αποτέλεσμα και της καλής συνεργασίας μεταξύ μας. Όσοι κάνουμε τις τέχνες αυτές συνεργαζόμαστε στενά, βρισκόμαστε και κάνουμε προπονήσεις μεταξύ μας και το ίδιο συμβαίνει και με τους μαθητές μας. Και αυτό φαίνεται και στις διεθνείς διοργανώσεις καθώς στις εθνικές ομάδες, συμμετέχουν άτομα απ’ όλους τους Νομούς».
–Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε μια άνθιση στο χώρο -ανοίγουν νέες σχολές και πολλά παιδιά ανταποκρίνονται στο κάλεσμα. Ποια είναι η γνώμη σας;
«Καθένας έχει το δικαίωμα, από τη στιγμή που έχει δίπλωμα προπονητή ή την αντίστοιχη πιστοποίηση του συστήματός του, να ανοίξει μια σχολή. Από εκεί και πέρα, δε θα τα καταφέρουν όλοι – και όσοι τα καταφέρουν δεν το κάνουν σε βάρος των άλλων. Ξέρετε, στα 25 χρόνια που είμαι εδώ στο Ρέθυμνο, έχουν ανοίξει και έχουν κλείσει 20 σχολές όμως κανένας μαθητής από αυτές δεν ήρθε σ’ εμένα και αυτό συμβαίνει επειδή, προφανώς, δεν τους κάνω -αν τους έκανα, θα είχαν έρθει εδώ από την αρχή. Πιστεύω λοιπόν ότι καθένας έχει το ακροατήριό του που θα τον ακολουθήσει επειδή το καλύπτει στις δικές του ανάγκες και με το δικό του τρόπο».
–Γιατί τις συγκεκριμένες τέχνες τις ονομάζουμε «μαχητικές» κι όχι «πολεμικές»;
Επειδή πιστεύω ότι αυτό είναι. Πολεμική τέχνη ήταν το παγκράτιο στην αρχαιότητα ή το καράτε και τζούντο τον καιρό που η Ιαπωνία ήταν σε πόλεμο. Σήμερα που τα κάνουμε σαν σπορ, πρέπει να τα λέμε μαχητικά αθλήματα ή μαχητικές τέχνες -δεν τις μαθαίνω για να πάω να πολεμήσω».