Του ΜΑΝΟΛΗ ΤΖΑΝΑΚΗ*
Το Πανεπιστήμιο Κρήτης είναι ένα από πιο δυναμικά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας, σύμφωνα με όλα τα στοιχεία, τις διεθνείς κατατάξεις αλλά και τις αξιολογήσεις, ποσοτικές και ποιοτικές, των σπουδών που παρέχει. Το μέγεθος του πανεπιστήμιου σε σχέση με το μέγεθος της πόλης καθιστά το πρώτο μείζον συγκριτικό πλεονέκτημα για τον τόπο, προνομιακό εταίρο για το Δήμο. Ο προσανατολισμός των Σχολών του Ρεθύμνου, στις κοινωνικές, παιδαγωγικές και ανθρωπιστικές επιστήμες, μας δείχνει το δρόμο για το είδος των συνεργασιών που είναι πιο πρόσφορες.
Το ζητούμενο είναι η ήδη υπάρχουσα συνεργασία του πανεπιστημίου με τοπικούς φορείς της Κρήτης, η οποία έχει οδηγήσει σε εμβληματικά έργα (ανασκαφές και μουσείο Ελεύθερνας, Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κρήτης, ΠΑΓΝΗ κ.ά.), να εμπλουτιστεί και να αποκτήσει ένα πιο στέρεο χαρακτήρα στο Ρέθυμνο. Ο δήμος μπορεί να συμβάλλει σε αυτό, κάτι που θα ωφελήσει τόσο τον ίδιο όσο και το πανεπιστήμιο, αλλά πρωτίστως τις τοπικές κοινωνίες.
Οι δυνατότητες είναι μεγάλες, οι ιδέες ακόμα περισσότερες. Μεμονωμένοι καθηγητές/τριες ή ομάδες επιστημόνων που εργάζονται μαζί για καιρό μπορούν να συμβάλουν στη διαμόρφωση πολιτικών του δήμου, ενισχύοντας την κοινωνική καινοτομία, τα δίκτυα αλληλεγγύης και δημιουργικότητας και διερευνώντας τις κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις των σημαντικών δημόσιων έργων, στο πλαίσιο ενός μακροχρόνιου σχεδιασμού και ενός ανάλογου οράματος ικανού να κινητοποιεί ευαισθητοποιημένες για τα κοινά κοινωνικές δυνάμεις.
Για παράδειγμα, η Παλιά Πόλη του Ρεθύμνου θεωρείται ορθά ως το σημαντικότερο ίσως αξιοποιήσιμο τουριστικά «προϊόν» της περιοχής. Για να διατηρηθεί όμως η αξία του θα πρέπει ο δήμος αφενός να έχει τη βούληση και αφετέρου να έχει σαφείς στόχους και να είναι σε θέση να διαφυλάξει τα χαρακτηριστικά του, διαμορφώνοντας βιώσιμους όρους κατοίκησης και προσδιορίζοντας τα όρια και τη μορφή της εμπορικής εκμετάλλευσης. Έτσι ώστε να η αξιοποίησή της να μην καταστρέψει σε βάθος χρόνου την προστιθέμενη αξία της, αλλά να διατηρηθεί ως ένας αισθητικά υψηλού επιπέδου ζωντανός τόπος ζωής, άξιος να τον επισκεφτεί κανείς. Το πανεπιστήμιο, με τους ερευνητές και τις ερευνήτριες του, θα μπορούσε να συμβάλλει στη διαμόρφωση πολιτικών βασισμένες στη μελέτη της ανθρωπογεωγραφίας, της ιστορίας και των κοινωνικών δυναμικών των κατοίκων της (ποιοι άνθρωποι ζούσαν στο παρελθόν, ποια ήταν τα κοινωνικά τους χαρακτηριστικά, ποιοι ζουν τώρα, τι ελπίζουν, τι φοβούνται, τις τους κρατάει στην Παλιά Πόλη, τι αισθάνονται ότι τους απειλεί). Υπάρχουν τρόποι να μελετηθεί το παρελθόν και το παρόν των κατοίκων, ακόμα και «από τα κάτω», με τη δημιουργία Ομάδων Προφορικής Ιστορίας, τις οποίες εξειδικευμένοι ερευνητές μπορούν να εκπαιδεύσουν ώστε να παραγάγουν έργο μόνες τους. Τέτοιες δράσεις θα μπορούσαν να οδηγήσουν μελλοντικά σε ένα Μουσείο Προφορικής Ιστορίας της πόλης του Ρεθύμνου, ή άλλων κοινοτήτων του δήμου, όπου θα διατηρείται μέρος της συλλογικής μνήμης, του ύψιστου αυτού πολιτισμικού αλλά και συνάμα πολιτικού αγαθού.
Το πανεπιστήμιο και η τοπική κοινωνία του Ρεθύμνου είναι δύο κόσμοι που πρέπει και μπορούν να έρθουν πιο κοντά, με συγκεκριμένες πρωτοβουλίες του δήμου. Η ολοκλήρωση του ημιτελούς Συνεδριακού Κέντρου στην πανεπιστημιούπολη του Γάλλου θα μπορούσε να αποτελέσει ένα εργαλείο αφενός πολιτισμικής ανάπτυξης του τόπου αλλά επίσης ώσμωσης της ακαδημαϊκής κοινότητας και της τοπικής κοινωνίας. Αλλά το πανεπιστήμιο χρειάζεται επίσης ρίζες μέσα στο Ρέθυμνο. Όχι ξεκομμένους και διακριτούς χώρους, αλλά ένα μέρος προορισμένο γι’ αυτό το σκοπό στο εσωτερικό ενός «πολιτισμικού πολύκεντρου», όπου θα αναπτύσσονται σε σταθερή βάση εκπαιδευτικές και πολιτιστικές δραστηριότητες (από το ακαδημαϊκό προσωπικό και τους φοιτητές/τριες): είναι πολύ σημαντική η δημιουργία ενός «μικτού» σταθερού σημείου αναφοράς. Και αυτό σε συνδυασμό με τη συνέχιση των προσπαθειών διάχυσης της γνώσης, με σεμινάρια, διαλέξεις και εργαστήρια από καθηγητές/τριες του Πανεπιστημίου Κρήτης που κατά καιρούς γίνονται. Διάχυση που πρέπει να βρεθούν τρόποι, με τη μεσολάβηση του δήμου, ώστε να κατευθυνθούν και στις περιαστικές κοινότητες.
Πολλές ανάλογες δράσεις μπορούν σχετικά εύκολα, με μικρό κόστος, να υλοποιηθούν (π.χ. νέου τύπου Σχολές Γονέων, με σύγχρονη θεματολογία και μέσα στο σχολεία, Θεματικές Εβδομάδες, που θα απευθύνονται σε εκπαιδευτικούς της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας, σε ετήσια βάση, σε ειδικά επιστημονικά πεδία, με την ευθύνη και το συντονισμό του Δήμου κ.ά.). Από μια τέτοια ενίσχυση της ώσμωσης δράσεων, πολιτικών και παρεμβάσεων ωφελημένοι θα βγουν και οι δύο θεσμοί, το πανεπιστήμιο και ο δήμος. Κυρίως όμως ωφελημένη θα είναι η τοπική κοινωνία, τόσο της πόλης, όσο και των όμορων περιαστικών κοινοτήτων.
Σε κάθε περίπτωση, είναι αναγκαίο να βρεθεί ένας κοινός βηματισμός σε πεδία κοινού ενδιαφέροντος, να επινοηθεί ένα σταθερό και ουσιαστικό πλαίσιο γόνιμης συνεργασίας και επικοινωνίας, με απώτερο σκοπό τη σφυρηλάτηση εναλλακτικών τοπικών οραμάτων.
* Ο Μανόλης Τζανάκης είναι επίκουρος καθηγητής Τμήματος Κοινωνιολογίας Πανεπιστήμιου Κρήτης, υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος Ρεθύμνου με το συνδυασμό «Οι Πολίτες μπροστά. Ένας δήμος για όλους»