Ο ιερέας Αντώνιος Ξυδάκης έγραψε τα δικά του σημαντικά κεφάλαια στα χρονικά του τόπου, αλλά από σεμνότητα οι απόγονοί του δεν έδωσαν ποτέ ιδιαίτερη έκταση στην αγωνιστική δράση του ηρωικού τους προγόνου.
Κι όμως από τις εκθέσεις του στον αρχηγό του Χρίστο Τζιφάκη, καταλαβαίνουμε πόσο σημαντικός υπήρξε στην διάρκεια της Αντίστασης.
Καιρός να τον γνωρίσουμε σε βάθος με την ευκαιρία που μας έδωσε ο εγγονός του κ. Αντώνης Ξυδάκης να μελετήσουμε το πλούσιο αρχείο του που διαφυλάσσει με το σεβασμό που αρμόζει στο κειμήλιο αυτό.
Σφακιανός στην καταγωγή
Ο Αντώνιος Ξυδάκης, στρατιωτικός ιερέας του 3ου Λόχου Αντιστάσεως, (Βρύσινα) και αρχηγός ένοπλης αντάρτικης ομάδας γεννήθηκε στο Όρος το 1902.
Η καταγωγή του ήταν από τα Σφακιά
Ο πατέρας του Στέφανος, ήταν αναγνώστης και στενός φίλος του παπά Παπαδόσηφου. Μαζί φύγανε από τα Σφακιά κι ήρθαν στο Ρέθυμνο. Ο ένας όμως έμεινε στις Πρασές κι ο Αναγνώστης ανέβηκε στο Όρος, όπου παντρεύτηκε εκεί κι έκανε οικογένεια. Το πραγματικό του όνομα ήταν Σκορδίλης αλλά τον αποκαλούσαν Ξύδη λόγω του αψίθυμου χαρακτήρα του. Κι έτσι έμεινε αυτό να είναι το επίθετο των απογόνων.
Παντρεύτηκε μια εξαιρετική κοπέλα από την οικογένεια Μαγεράκη, που έμεναν κι αυτοί στο Όρος κι έστησαν ένα ευλογημένο σπιτικό με τέσσερα παιδιά.
Ο Αντώνης ήταν ο μεγαλύτερος. Ακολουθούσαν ο Κώστας που έγινε έμπορος αργότερα κι έμεινε στο Ρέθυμνο, η Δέσποινα που παντρεύτηκε και έμεινε στο Όρος και η Ελένη που έκανε ένα πολύ επιτυχημένο γάμο με τον μεγαλέμπορο Κολόμβο, στην Αθήνα.
Χάθηκαν τα ίχνη του πατέρα
Δυστυχώς για τον πρωτογιό η ζωή ήταν ιδιαίτερα σκληρή, αφού έμελε να κρατήσει το βάρος της οικογένειας, όταν ο πατέρας του αναγκάστηκε να αναζητήσει καλύτερη τύχη στην Αμερική, όπου χάθηκαν τα ίχνη του γύρω στα 1920 και κανένας ποτέ δεν έμαθε τι απέγινε. Όπως ο μικρός στάθηκε αντάξιος της υψηλής αποστολής του αποκτώντας έτσι την αρετή του αγωνίζεσθαι.
Τέλειωσε το εξατάξιο Γυμνάσιο αλλά άργησε να γίνει παπάς επειδή τότε δεν γινόταν να χειροτονηθεί κάποιος αν δεν έκλεινε τα 35 χρόνια του.
Μετά το σχολείο έπιασε δουλειά στο μαγαζί του λαδέμπορου Πολάκη, από τα Φραντζεσκιανά Μετόχια, πρώτου θείου του γνωστού γιατρού.
Ο εργοδότης του εκτιμώντας τα προσόντα του υπαλλήλου του και κυρίως το ήθος του σκέφτηκε να τον παντρέψει με μια καλή κοπέλα από το χωριό του. Ήταν η Ευαγγελία Δρουλίσκου της γνωστής επίσης οικογένειας των αγωνιστών.
Με την Ευαγγελία ο Αντώνης στέριωσαν ένα καλό σπιτικό γύρω στα 1920, μικροί βέβαια και οι δυο, αλλά με μεγάλη σύνεση που όλοι γνώριζαν και επαινούσαν.
Απέκτησαν πέντε παιδιά. Ήταν ο Στέφανος, ο Γιώργος, η Μαρία, ο Στέλιος και ο Νίκος. Ένα ακόμα κορίτσι πέθανε μικρό.
Ο Στέφανος σπούδασε αργότερα γιατρός κι έφυγε στην Αμερική όπου και ζει, εκεί τον ακολούθησε και ο αδελφός του Νίκος.
Ο Γιώργος δημιούργησε τη γνωστή επιχείρηση που διευθύνουν σήμερα τα παιδιά του Ηρακλής και Αντώνης Ξυδάκης και η Μαρία όπως και ο Στέλιος έμειναν επίσης στο Ρέθυμνο.
Ο Αντώνης χειροτονήθηκε ιερέας λίγο πριν από την έκρηξη του πολέμου. Υπηρέτησε σε αρκετές ενορίες του Βρύσινα.
Μετά τον πόλεμο υπηρέτησε ως στρατιωτικός ιερέας στο 44ο Σ.Π.
Στον πόλεμο του 1940, ο ανήσυχος ιερέας παρουσιάστηκε και παρακάλεσε να του επιτρέψουν τη συμμετοχή του στο μέτωπο ως στρατιωτικού ιερέως.
Δεν του το επέτρεψαν όμως γιατί είχε ήδη μια εξαμελή οικογένεια της οποία δυο από τα παιδιά ήταν ανήλικα.
Εκείνος δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά κι έμεινε με την αγωνία. Δεν άργησε όμως να λάβει θέση στο μετερίζι της τιμής και μάλιστα σε μια από τις πιο συγκλονιστικές στιγμές της σύγχρονης ιστορίας.
Στη Μάχη της Κρήτης
Όταν άρχισε η πτώση των αλεξιπτωτιστών, στις 20 Μαΐου 1941, εκείνος βρισκόταν στα Φραντζεσκιανά Μετόχια, το χωριό της γυναίκας του. Από το πρώτο κιόλας άκουσμα της εισβολής, δεν κάθισε άπρακτος. Έσπευσε να επιστρέψει στο Όρος, αφού προηγουμένως στις 10 το βράδυ συναντήθηκε στους Αρμένους με τον Ιωσήφ Πέρρο από τον οποίο έμαθε λεπτομερώς τα γεγονότα και τις αποφάσεις για την αντιμετώπιση του εχθρού.
Στο χωριό του συγκέντρωσε αμέσως έναν αριθμό γενναίων ελεύθερων σκοπευτών και το πρωί της 21 Μαΐου 1941 βρισκόταν στα Μισσίρια και συγκεκριμένα στο Αλμπάν Μετόχι παίρνοντας μέρος στις συμπλοκές με τους Γερμανούς αλεξιπτωτιστές.
Εκεί στο ίδιο μέρος αγωνιζόταν και ο αδελφός του Κώστας, λοχίας και τραυματίας του Αλβανικού μετώπου που υπηρετούσε στο τάγμα πεζικού Ρεθύμνου. Τα δυο αδέλφια αγωνίστηκαν σε όλα τα μέτωπα, Αλμπάν Μετόχι, Περιβόλια, Άγιος Γεώργιος με απαράμιλλο ηρωισμό. Σταμάτησαν να αγωνίζονται όταν πια οι Γερμανοί είχαν μπει στο Ρέθυμνο.
Κι ένα παιδί όμως δεν άφησε τον πατέρα, τον θείο και τους άλλους της ομάδας χωρίς τρόφιμα και πυρομαχικά. Ήταν ο Στέφανος, γιος του παπα-Αντώνη, μαθητής Γυμνασίου, που δεν θέλησε να μείνει αμέτοχος στο μεγάλο ξεσηκωμό. Και βοηθούσε με το δικό του τρόπο που αποδείχτηκε πολύτιμος για την περίσταση.
Στην οπισθοχώρηση ο παπα-Αντώνης, με τους άνδρες του, παρέλαβαν από τη θέση Αποθαμένου, 21 Άγγλους, Αυστραλούς και Νεοζηλανδούς στρατιώτες, από τους οποίους ένας ήταν ανθυπολοχαγός, δυο επιλοχίες, και δυο δεκανείς.
Τους έφεραν στο Όρος κι εκεί τους έκρυψαν για πέντε μέρες σε μια ρεματιά, όπου δεν τους έλειψε τροφή και φροντίδα χάρις στην αυτοθυσία των κατοίκων της περιοχής.
Έξι μέρες μετά, ο παπα-Αντώνης έστειλε με οδηγό τον Νικόλαο Γ. Βιδιαδάκη τους ξένους στρατιώτες στου Φωτεινού, στον Ιωσήφ Πέρο, που με τη σειρά του, τους οδήγησε στο Σελλί Αγίου Βασιλείου απ’ όπου κατάφεραν αργότερα να φύγουν για τη Μέση Ανατολή.
Αυτό συνεχίστηκε και σε όλη τη διάρκεια της κατοχής. Ο παπα-Αντώνης Ξυδάκης με κίνδυνο της ζωής του, περισυνέλεγε κυνηγημένους στρατιώτες και αφού τους πρόσφερε άσυλο και τροφή μέχρι να ανακτήσουν δυνάμεις, τους προωθούσε στη Μονή Πρέβελη, σε στενή πάντα συνεργασία με τον Ηγούμενο Αγαθάγγελο Λαγκουβάρδο, ο οποίος και τους βοηθούσε να περάσουν στην Μέση Ανατολή, όπου συνεχιζόταν ο αγώνας.
Ήταν μέσα Ιουνίου 1941 όταν ο ηρωικός ρασοφόρος συνάντησε στην κορυφογραμμή του Βρύσινα έξι βαθμοφόρους στρατιώτες περιπλανώμενους. Αμέσως τους πήρε στο χωριό όπου και τους έκρυψε σε ασφαλές σημείο. Ένα από αυτούς που ήταν βαριά πληγωμένος (και τα δυο πόδια του είχαν σαπίσει από γάγγραινα) τον νοσήλευσε η πρεσβυτέρα που πήρε έτσι και το πρώτο βάπτισμα του πυρός στον αγώνα ενάντια του κατακτητή.
Όλα αυτά βέβαια γίνονταν με μεγάλες προφυλάξεις γιατί οι διαταγές ήταν πολύ αυστηρές και όποιος έκρυβε συμμάχους στρατιώτες τον περίμενε ο θάνατος. Ο ηρωικός παπάς όμως κατάφερε να φυγαδεύσει και αυτούς με τη βοήθεια των χωροφυλάκων που υπηρετούσαν στον αστυνομικό σταθμό Σελλίων, Δημητρίου Ι. Φουρναράκη από τα Γουλεδιανά και Νικόλαο Σ. Σκουλούδη από τους Αρμένους.
Αυτό συνεχίστηκε με αμείωτη ένταση μέχρι και τον Αύγουστο του 1941. Ο Αντώνιος Ξυδάκης με την πρεσβυτέρα του και τα παιδιά του δεν σταμάτησαν να περισυλλέγουν, να φροντίζουν και να φυγαδεύουν συμμάχους στρατιώτες.
Η δράση του όμως αυτή είχε ήδη γίνει γνωστή στους κατακτητές που αποφάσισαν να σταματήσουν με τον πιο σκληρό τρόπο την αγωνιστική δράση του ατρόμητου ιερέα, παράλληλα με αυτή του θείου του κοινοτάρχη Όρους Παντελή Παπαδάκη του επονομαζόμενου «Ψύλλου».
Η τερατόμορφη πλευρά του Σούμπερτ
Στις 28 Αυγούστου 1941, αιφνιδιάζει το Όρος ο φρικτός εκείνος γενίτσαρος των ναζί ο Σούμπερτ με τους άνδρες του, που είχε ήδη αρχίσει να δραστηριοποιείται σπέρνοντας καταστροφή από όπου περνούσε. Στόχος του ήταν να μάθει από τον παπά και τον πρόεδρο του χωριού που έκρυβαν τις λίρες που τους έδιναν οι Άγγλοι που φυγάδευαν. Αυτό ήταν μια φρικτή συκοφαντία και από αυτόν που τους πρόδωσε και που σκεφτόταν, μάλλον, κρίνοντας εξ ιδίων. Η αλήθεια είναι ότι ούτε ο παπάς ούτε και ο πρόεδρος καταδέχτηκαν ποτέ να πάρουν ανταμοιβή για τη διάσωση τόσων στρατιωτών.
Ο παπα-Αντώνης, αντιλήφθηκε την έφοδο των Γερμανών, ενώ ήταν στη λειτουργία. Κατάφερε έτσι να ξεγλιστρήσει από τον κλοιό πριν εντοπιστεί από τους ναζί και να καταφύγει στους Αρμένους. Αφού δεν κατάφεραν οι Γερμανοί να τον εντοπίσουν αναζήτησαν τον πρόεδρο τον οποίο και συνέλαβαν. Ο άτυχος Παπαδάκης εκτελέστηκε μετά από φρικτά βασανιστήρια. Έχει ασχοληθεί με αυτόν σε θαυμάσια μελέτη του ο εκλεκτός εκπαιδευτικός και ερευνητής κ. Νίκος Δερεδάκης.
Στο διάστημα των συλλήψεων και των ανακρίσεων βρήκε την ευκαιρία η ατρόμητη παπαδιά να κάψει στο τζάκι σοβαρά στοιχεία από την αντιστασιακή δράση του συζύγου της και κυρίως επιστολές ευγνωμοσύνης από όλους εκείνους τους συμμάχους που είχε περιθάλψει και φυγαδεύσει στη Μέση Ανατολή. Αν οι Γερμανοί εύρισκαν αυτό το βουργιάλι σίγουρα θα εκτελούσαν επί τόπου τον παπά. Μόλις που πρόλαβε να απαλλαγεί από τα ενοχοποιητικά στοιχεία όταν τα «παλικάρια» του Σούμπερτ όρμησαν στο σπίτι της. Άρχισαν να τη χτυπούν ανελέητα για να μαρτυρήσει που κρύβεται ο άνδρας της κι αν ξέρει για λίρες από τους Άγγλους. Η ατρόμητη γυναίκα κράτησε το στόμα της κλειστό.
Το πιο φρικτό μαρτύριο για μια μάνα
Τότε κατά την προσφιλή συνήθεια εκείνου του τερατόμορφου Γερμανού, αποφασίστηκε να ασκηθεί και ψυχολογικός εκβιασμός στην πρεσβυτέρα για να ομολογήσει.
Έπιασαν το μικρό της αγόρι το Νίκο, που ήταν κάπου οκτώ χρόνων, το κρέμασαν ανάποδα από ένα δοκάρι κι άρχισαν να το χτυπούν ανελέητα μπροστά στη μητέρα του. Εκείνη πάλι άντεξε και αυτό το μαρτύριο. Στάθηκε ακλόνητη ακόμα κι όταν ένας από τα θηρία του Σούμπερτ έβγαλε ένα μαχαίρι και προφασίστηκε πως θα γδάρει ζωντανό το παιδί.
Μάνα και γιος στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων. Είδαν κι απόειδαν τα κτήνη του Σούμπερτ κι έφυγαν για να ξεσπάσουν σε άλλους αθώους την οργή τους γιατί απέτυχε η αποστολή τους. Η πρεσβυτέρα Ευαγγελία δεν συνήλθε ποτέ από την περιπέτειά της αυτή. Προβλήματα υγείας κυρίως από την καρδιά της την ταλαιπωρούσαν μέχρι το τέλος της ζωής της.
Οι Γερμανοί τελικά κατάφεραν να εντοπίσουν σε φυλάκιο των Αρμένων τον παπα-Αντώνη που συνέλαβαν αμέσως και τον μετέφεραν στο Γυμνάσιο Αρρένων όπου και τον φυλάκισαν. Εκείνος βρήκε την ευκαιρία με την βοήθεια του δέντρου που είδε από το παράθυρο να δραπετεύσει.
Για χρόνια όμως υπέφερε από τους πόνους στα πλευρά εξαιτίας των άγριων ξυλοδαρμών που είχε υποστεί με τη σύλληψή του. Τα χτυπήματα από τους υποκοπάνους των όπλων με τους οποίος του κατέφεραν χτυπήματα οι ναζί είχαν αφήσει ανεξίτηλα σημάδια.
Δραπετεύοντας κατάφερε να επιστρέψει στο χωριό και να συνεχίσει την αντιστασιακή δράση του. Στην ομάδα του είχε επίσης τον αδελφό του Κώστα και τα παιδιά του το Στέφανο και το Γιώργο που μετέφερε και τα μηνύματα στις άλλες ομάδες.
Ήταν δε πάντα το δεξί χέρι του Χρίστου Τζιφάκη που του εμπιστευόταν τις πιο επικίνδυνες αποστολές.
Ο παπα-Αντώνης Ξυδάκης μέχρι τη λήξη του πολέμου, άφησε στην άκρη τα καθήκοντα του εφημερίου και αφοσιώθηκε στον αγώνα για την αποτίναξη του εχθρικού ζυγού. Η ζωή του τέθηκε πολλές φορές σε κίνδυνο. Μα δεν υπέστειλε ούτε λεπτό τη σημαία του αγώνα.
Τον Οκτώβριο του 1941, οι Γερμανοί επειδή δεν εύρισκαν άλλο τρόπο για να συλλάβουν τον παπα-Αντώνη, που ήξερε τόσο καλά να φυλάγεται ενώ συνέχιζε τη δράση του, διέδωσαν ότι τον αμνήστευσαν και πλέον δεν κινδυνεύει.
Στο πρώτο μπλόκο όμως έξω από το σπίτι του γιατρού Ρολόγη, τον συνέλαβαν και οδηγώντας τον πάλι στο Γυμνάσιο τον υπέβαλαν σε φρικτά βασανιστήρια χωρίς όμως να αποσπάσουν λέξη για την ομάδα και τους συντρόφους του.
Όταν δεν κατάφεραν να πάρουν λέξη από το στόμα του, τον άφησαν για λίγο μόνο, για να του φέρουν όπως του είπαν ντοκουμέντα από τη δράση του στη Μάχη της Κρήτης.
Στα λίγα αυτά λεπτά, ο παπα-Αντώνης, με τη βοήθεια της Παναγίας, στην οποία προσευχήθηκε με θέρμη, κατάφερε να δραπετεύσει και πάλι πηδώντας από ύψος τεσσάρων μέτρων, προς τη μεριά της δεξαμενής χωρίς να πάθει το παραμικρό.
Οι περιπέτειες αυτές αντί να φοβίζουν τον παπα-Αντώνη τον όπλιζαν με περισσότερο θάρρος να συνεχίσει τον αγώνα του.
Η ευφυΐα του ήταν από τα μεγαλύτερα όπλα του στις δυσκολότερες στιγμές. Ούτε και ο κατάσκοπος που προσπάθησαν να του στείλουν στο δρόμο του οι Γερμανοί, κατάφερε να του αποσπάσει πληροφορίες, αν και προφασίστηκε ότι ήταν θύμα, ότι είχε συλληφθεί και βασανιστεί, ότι ζητούσε τρόπο να διαφύγει. Ο παπα-Αντώνης κάνοντας δήθεν ότι δεν καταλαβαίνει του έδωσε μερικά χρήματα για να συντηρηθεί και του εξέφρασε τη λύπη του που δεν μπορεί να τον βοηθήσει. Αλλά, όπως του είπε, οφείλει να πειθαρχήσει στις διατάξεις των Γερμανών και δεν έχει καμιά διάθεση να βρεθεί απέναντί τους.
Κι έτσι τον ξεφορτώθηκε.
Από τις εκθέσεις του παπα-Αντώνη προς τον αρχηγό του Χρίστο Τζιφάκη, έχουμε πολλά να πληροφορηθούμε από την εποχή της Αντίστασης.
Αυτό που μόνον η προφορική μαρτυρία διαφυλάττει είναι η σπάνια διορατικότητα του ηρωικού λευίτη, που στάθηκε πάντα στο ύψος του αγνού πατριώτη.
Κανένας δεν έμαθε ποτέ πόσο συνέβαλε στην ομαλή αποκατάσταση της τάξης μετά τον πόλεμο, τηρώντας μια μετριοπαθή στάση και αποφεύγοντας να ρίχνει λάδι στη φωτιά όταν επικρατούσε ένταση με τις ομάδες που ήταν σε άλλη ιδεολογική όχθη.
Ο ίδιος μάλιστα ως άλλος παπαΓιάνναρος ζητούσε από όλους να επικρατήσει η λογική και να τυγχάνει σεβασμού κάθε Έλληνας, όπου κι αν ανήκε.
Αυτός ήταν ο παπα-Αντώνης Ξυδάκης, από τους πρωταγωνιστές στη Μάχη της Κρήτης και από τους αντικειμενικούς παρατηρητές που με το αρχείο που μας άφησε έχουμε σημαντικές πληροφορίες για την περίοδο της αντίστασης.
Ευτυχώς η δράση του δεν έμεινε χωρίς επάξιες διακρίσεις που εκείνος ποτέ δεν αναδείκνυε. Απλά το μόνο που τόνιζε αργότερα στα παιδιά και στα εγγόνια του ήταν το χρέος προς την πατρίδα.
Έμεινε ένα αγνός πατριώτης και κήρυκας των αξιών της φυλής, μέχρι το τέλος της ζωής του.
Θα ήθελα να εκφράσω τις θερμές μου ευχαριστίες στον εγγονό του κ. Αντώνη Ξυδάκη για τα αποσπάσματα από το πολύτιμο αρχείο του παππού του που μου εμπιστεύθηκε. Σίγουρα χωρίς αυτά δεν θα μπορούσα να ολοκληρώσω το αφιέρωμά μου αυτό.