Η περιορισμένη αγοραστική κίνηση στα εμπορικά καταστήματα του Ρεθύμνου, από την αρχή της τουριστικής περιόδου, έχει προκαλέσει έντονη δυσαρέσκεια στον εμπορικό κόσμο της πόλης. Αν και οι επισκέπτες είναι περισσότεροι σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα πέρυσι εν τούτοις, όπως λένε οι έμποροι, οι εισπράξεις τους παραμένουν σε πολύ χαμηλά επίπεδα.
Όπως υποστηρίζουν δεκάδες τουρίστες πρωί και απόγευμα «πλημμυρίζουν» την παλιά και τη νέα πόλη, όμως ο αριθμός τους και η ορατή με το μάτι, όπως λένε, αύξηση του πληθυσμού τους δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες των εμπόρων για τόνωση του τζίρου τους. Ελάχιστοι από αυτούς επισκέπτονται τα καταστήματα της πόλης και όταν το κάνουν δεν ψωνίζουν παρά ελάχιστα σουβενίρ. Οι έμποροι εμφανίζονται απογοητευμένοι και επισημαίνουν ότι οι προσδοκίες τους διαψεύδονται καθώς, όπως αναφέρουν, αν και υπάρχει σημαντική αριθμητική αύξηση εν τούτοις αυτή δεν μεταφράζεται σε τζίρο.
Η εικόνα αυτή αποδίδεται στον χαμηλό «προϋπολογισμό» των διακοπών των επισκεπτών μας, οι οποίοι κάθε άλλο παρά γενναιόδωροι χαρακτηρίζονται. Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Εμπορικού Συλλόγου εμφανίζονται επιφυλακτικοί στις αγορές τους και τα χρήματα που δαπανούν στην τοπική αγορά είναι ελάχιστα.
Για τον λόγο αυτό άλλωστε η περίοδος του Δεκαπενταύγουστοy αποτέλεσε μια ευχάριστη νότα για τους ίδιους, αφού οι Έλληνες επισκέπτες τόνωσαν τους τζίρους των καταστημάτων.
Την παραπάνω κατάσταση έρχονται να επιβεβαιώσουν και τα στοιχεία της ΕΣΕΕ. Ο εμπορικός κόσμος δεν φαίνεται να επωφελείται από την αύξηση του τουριστικού ρεύματος στη χώρα μας καθώς οι περισσότεροι τουρίστες είναι χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος ενώ οι Έλληνες, παρά την κατακόρυφη πτώση του εσωτερικού τουρισμού, παραμένουν ο «αιμοδότης» της αγοράς.
Τα στοιχεία της ΕΣΕΕ για την «εισαγόμενη κατανάλωση» είναι αποθαρρυντικά. Οι περισσότεροι τουρίστες που επισκέπτονται τη χώρα μας είναι μέσου και χαμηλού εισοδήματος, ενώ η πλειοψηφία των επισκεπτών φαίνεται να επιλέγει την Ελλάδα ως «φθηνό» τουριστικό προορισμό.
Το καλύτερο τουριστικό δίμηνο Ιουλίου-Αυγούστου και μάλιστα σε περίοδο εκπτώσεων, ο συνολικός τζίρος του λιανικού εμπορίου μετά βίας ξεπερνά τα 6 δισ. ευρώ τα τελευταία τρία χρόνια, παρά την κατακόρυφη αύξηση των τουριστικών μεγεθών
Όπως επισημαίνεται από την ΕΣΕΕ για την περίοδο 2017-2018 οι κυριότεροι τουριστικοί δείκτες, όπως το τουριστικό ισοζύγιο, οι τουριστικές εισπράξεις, οι διανυκτερεύσεις, οι αφίξεις κ.λπ., εμφανίζουν εντυπωσιακή μεγέθυνση και τεκμηριώνουν την αυξημένη δυναμική του κλάδου.
Παράλληλα, λόγω της ιδιαιτερότητας της φύσης του ο τουρισμός εμφανίζει σημαντικές διακλαδικές αλληλεπιδράσεις «μεταφέροντας» οφέλη σε επιμέρους κλάδους της οικονομικής δραστηριότητας. Ειδικότερα, το λιανικό εμπόριο αποτελεί έναν από τους κλάδους που αναπτύσσει ιστορικά οργανική σύνδεση με την τουριστική δραστηριότητα.
Όμως, τα τελευταία χρόνια, για μια σειρά από λόγους (περιορισμένο τουριστικό εισόδημα, κατίσχυση υποδείγματος all inclusive κ.α.), η σύνδεση αυτή παρουσιάζει σημαντικές υστερήσεις που σε μεγάλο βαθμό θολώνουν την άκρως θετική πορεία της τουριστικής δραστηριότητας.
Βέβαια, η υστέρηση αυτή δεν είναι οριζόντια καθώς σε κάποιους επιμέρους υποκλάδους του λιανικού εμπορίου, όπως τα μεγάλα καταστήματα τροφίμων (super markets), τα καύσιμα και τα έπιπλα-ηλεκτρικά είδη-οικιακός εξοπλισμός, καταγράφεται σημαντική (ποσοστιαία) αύξηση του κύκλου εργασιών, η οποία αναπόδραστα τροφοδοτείται από τη μεγέθυνση της τουριστικής δραστηριότητας, αλλά και από την επέλαση του μοντέλου βραχυχρόνιας μίσθωσης (Airbnb).
Αναμφίβολα, εναργέστερα συμπεράσματα θα μπορούν να εξαχθούν μετά την επερχόμενη λήξη της τουριστικής περιόδου όταν και θα πρέπει να ανοίξει ο διάλογος για τον τουριστικό σχεδιασμό και τη στρατηγική της χώρας, ειδικά αν ληφθεί υπόψη η συμπίεση που υφίσταται η προσφορά σημαντικών δημοσίων-κοινωνικών αγαθών (καθαριότητα, κυκλοφορία, διαχείριση νερού κ.α.).
Στην προοπτική του διαλόγου αυτού, η ΕΣΕΕ παρουσιάζει τόσο την εξέλιξη βασικών τουριστικών δεικτών όσο και τη συσχέτιση μεταξύ του κύκλου εργασιών στο λιανικό εμπόριο και στον τουρισμό επιχειρώντας να «αναδείξει» τη σημασία ενός γενικότερου τουριστικού σχεδιασμού, που θα αποφέρει σημαντικά διακλαδικά οφέλη και θα είναι αναπτυξιακά ισόρροπος.
Συνοψίζοντας την οικονομική σχέση τουρισμού και εμπορίου ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Βασίλης Κορκίδης επισημαίνει τα ακόλουθα:
«…Από τα διαθέσιμα στοιχεία της ΤτΕ, διαφαίνεται πως η πλειοψηφία των τουριστικών εισπράξεων στη χώρα μας προέρχεται κατά 29% από τους Γερμανούς τουρίστες, με τη συμμετοχή των Βρετανών να είναι επίσης σημαντική κατά 16%. Η συμμετοχή των Ρώσων μειώθηκε το 2017 σε σχέση με το 2016 και αναμένεται να ανακάμψει το 2018. Σε σχέση με τις 28,5 εκ. επισκέψεις, η Γερμανία επίσης καταλαμβάνει την πρώτη θέση καθώς κατέχει το 26% του συνόλου των επισκέψεων, ενώ η Βρετανία έρχεται εκ νέου δεύτερη με ποσοστό 15%. Σημαντική είναι η παρουσία των Ολλανδών, η οποία μεγεθύνεται σημαντικά. Αναφορικά με τις διανυκτερεύσεις ξανά οι Γερμανοί βρίσκονται στην πρώτη θέση καλύπτοντας το 27% του συνόλου, ενώ οι Βρετανοί καταγράφουν το 15% του συνόλου. Οι διανυκτερεύσεις των Ολλανδών παρουσιάζουν σημαντική μεγέθυνση στο 13%, ενώ και των Γάλλων παρουσιάζουν ικανοποιητική αύξηση 7% τα τελευταία δύο χρόνια. Από την άλλη, η κατανομή της δαπάνης ανά επισκέπτη παρουσιάζει διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά με την υψηλότερη δαπάνη ανά επισκέπτη να καταγράφουν οι Ελβετοί με 843 ευρώ και δευτερευόντως οι Ρώσοι με 802 ευρώ. Η χαμηλότερη μέση δαπάνη ανά ταξιδιώτη καταγράφεται από τους Ιταλούς με 560 ευρώ, ενώ η δαπάνη των Ολλανδών μεγεθύνεται σημαντικά σε σχέση με πέρυσι καθώς παρουσιάζεται αυξημένη κατά 15% περίπου. Την υψηλότερη μέση διάρκεια παραμονής με 10 ημέρες καταγράφουν οι Ρώσοι, ενώ σημαντική είναι η διάρκεια που καταγράφουν τόσο οι Γερμανοί και οι Βρετανοί, όσο και οι Βέλγοι με 9 ημέρες.
Η Ελλάδα είναι φέτος η 7η χώρα στις προτιμήσεις των τουριστών από Η.Π.Α. καταγράφοντας φέτος αύξηση 74%.
Αναμένουμε τα φετινά στοιχεία με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, ώστε να προσδιορίσουμε το ποσοστό των τουριστικών εσόδων που διοχετεύεται στα εμπορικά καταστήματα των τοπικών αγορών. Σύμφωνα με τους ξενοδόχους, τα ταξιδιωτικά πρακτορεία συγκεντρώνουν μεγάλο ποσοστό από τα 14,6 δις ευρώ των συνολικών τουριστικών εσόδων. Στον αντίποδα, το καλύτερο τουριστικό δίμηνο Ιουλίου-Αυγούστου και μάλιστα σε περίοδο εκπτώσεων, ο συνολικός τζίρος του λιανικού εμπορίου μετά βίας ξεπερνά τα 6 δις ευρώ τα τελευταία τρία χρόνια, παρά την κατακόρυφη αύξηση των τουριστικών μεγεθών. Αυξημένη κίνηση παρατηρούμε μόνο στα σούπερ μάρκετ και εν γένει στα καταστήματα τροφίμων, πάνω από 2%, λόγω της αύξησης σε 4.000 των ακινήτων «airbnb». Γενικά, η λεγόμενη «εισαγόμενη κατανάλωση» δεν θεωρείται ικανοποιητική, αφού οι περισσότεροι τουρίστες που επισκέπτονται τη Χώρα μας είναι μέσου και χαμηλού εισοδήματος, ενώ η πλειοψηφία των επισκεπτών φαίνεται να επιλέγει την Ελλάδα ως «φθηνό» τουριστικό προορισμό.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΙΝΕΜΥ της ΕΣΕΕ, ο Δείκτης Κύκλου Εργασιών του Εμπορίου υπολείπεται κατά πολύ από τον ΔΚΕ του Τουρισμού. Παρά το γεγονός ότι τα ετήσια έσοδα από τον εσωτερικό τουρισμό από το 70% συρρικνώθηκαν στο 5% και οι διανυκτερεύσεις από 7,5 εκ. σε 5 εκ., οι Έλληνες είναι ο βασικός αιμοδότης του τουρισμού όλο το έτος με έσοδα 2 δισ. ευρώ.
Εάν μάλιστα υπήρχε δείκτης ποιότητας τουριστών, κατά την άποψή μου, ακόμα και με την παρούσα οικονομική μας κατάσταση, την πρωτιά θα κατείχαν οι Έλληνες…».
Η περίπτωση της Κρήτης
Όπως αναφέρεται στην έρευνα της ΕΣΕΕ, για το 2017, που υπάρχουν πλήρη διαθέσιμα στοιχεία, διαφαίνεται πως η πλειοψηφία των εισπράξεων για την Κρήτη προέρχεται από τους Γερμανούς (περίπου το 28,8%), με τη συμμετοχή των Βρετανών να είναι επίσης σημαντική (16%). Η συμμετοχή των Ρώσων μειώθηκε σε σχέση με το 2016 (από 227,4 εκ. ευρώ στα 200,8 εκ. ευρώ). Στο παρακάτω γράφημα αποτυπώνονται οι εισπράξεις από τις κυριότερες εθνικότητες που επισκέφτηκαν την Κρήτη για το 2017. Σε σχέση με τις επισκέψεις, η Γερμανία καταλαμβάνει ξανά την πρώτη θέση καθώς ‘καταλαμβάνει’ το 25,9% του συνόλου των επισκέψεων ενώ η Βρετανία έρχεται εκ νέου δεύτερη με ποσοστό 14,6%. Σημαντική είναι η παρουσία των Ολλανδών, η οποία και μεγεθύνεται σημαντικά (από 576,1 χιλιάδες άτομα για το 2016 στα 722,6 χιλιάδες για το 2017). Αναφορικά με τις διανυκτερεύσεις, ξανά οι Γερμανοί βρίσκονται στην πρώτη θέση με 23.779,6 χιλιάδες διανυκτερεύσεις (καλύπτοντας το 26,8% του συνόλου) ενώ οι Βρετανοί καταγράφουν 13.613,9 διανυκτερεύσεις (15,3% του συνόλου). Οι διανυκτερεύσεις των Ολλανδών παρουσιάζουν σημαντική μεγέθυνση (13,3%) ενώ και των Γάλλων παρουσιάζουν ικανοποιητική αύξηση 7% μεταξύ 2016-2017. Από την άλλη η κατανομή της δαπάνης ανά επισκέπτη παρουσιάζει διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά. Την υψηλότερη δαπάνη καταγράφουν οι Ελβετοί (843,1 ευρώ ανά επισκέπτη) και δευτερευόντως οι Ρώσοι (801,9 ευρώ). Η χαμηλότερη μέση δαπάνη ανά ταξιδιώτη καταγράφεται από τους Ιταλούς (559,5 ευρώ) ενώ η δαπάνη των Ολλανδών μεγεθύνεται σημαντικά σε σχέση με το 2016 καθώς παρουσιάζεται αυξημένη κατά 14,8% περίπου. Την υψηλότερη μέση διάρκεια παραμονή καταγράφουν οι Ρώσοι (10 ημέρες) ενώ σημαντική είναι η διάρκεια που καταγράφουν τόσο οι Βρετανοί (9,2 ημέρες) όσο και οι Γερμανοί (9 ημέρες).