Αμετάβλητη παραμένει η κατάσταση στο μέτωπο της αγοράς και της ενοικίασης ακινήτων στο Ρέθυμνο: η ζήτηση παραμένει αυξημένη, η προσφορά μικρή και οι τιμές διατηρούνται σε σταθερά υψηλά επίπεδα.
Ψάξε – ψάξε, κάτι θα βρεις, αλλά μετά χιλίων κόπων και βασάνων. Υπομονή χρειάζεται και ταμειακά διαθέσιμα. Το γεμάτο πορτοφόλι παρακάμπτει τα εμπόδια, οι λίγες επιλογές ωστόσο τα πολλαπλασιάζουν. Η οικονομία λειτουργεί με κάποιες σταθερές, θέτοντας πολλές φορές απαγορευτικό στους επίδοξους αγοραστές ή μισθωτές.
Υπάρχουν λόγοι που εξηγούν το φαινόμενο: ο κυριότερος, η οικοδομική δραστηριότητα η οποία εν πολλοίς βάλτωσε την δύσκολη περίοδο της κρίσης και των μνημονίων, αν και τελευταία δειλά – δειλά φαίνεται να βγαίνει από την… κατάψυξη.
Επιπλέον, οι τράπεζες άνοιξαν (με φειδώ) την κάνουλα των δανείων, τα οποία και δίνονται -έστω- και με το σταγονόμετρο.
Οι πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις μιλούν για ομαλή μετάβαση σε πολυσχιδείς κοινωνικοοικονομικές συνθήκες κανονικότητας σε βάθος τριετίας. Ακόμη βρισκόμαστε σε φάση ανάνηψης. Ξαναβρίσκουμε τα πατήματά μας, ενόσω προσπαθούμε να αποτινάξουμε από πάνω μας τον ζυγό του κορωνοϊού.
Μετράμε αντίστροφα κι ως τότε κρατάμε ημερολόγιο και μπλοκάκι με χαρτί και μολύβι με όσα δεδομένα ξεδιπλώνονται αναλυτικότερα, στο σημερινό ρεπορτάζ των «Ρ.Ν.» απ’ την εικόνα και τις περιγραφές που μας δίνουν μεσίτες και κτηματομεσίτες.
Τιμές – «φωτιά»
«Η αγορά κινείται, δεν υπάρχουν όμως ακίνητα! Δεν υπάρχει διαθεσιμότητα. Κι ό,τι υπάρχει είναι «χτυπημένο», πολύ ψηλά. Πελατεία υπάρχει μπόλικη» επισημαίνει ο κ. Αντώνης Πάγκαλος, μεσίτης στο επάγγελμα.
«Δουλειά είχαμε πάντα, δόξα τω Θεώ. Το Ρέθυμνο είναι Ρέθυμνο, πάντα έχει δουλειά» προσθέτει, καταθέτοντας το εξής -ειρωνικά- παράδοξο: «Μία σεζόν είχαμε ακίνητα δεν είχαμε ζήτηση, τώρα έχουμε σταθερή ζήτηση δεν έχουμε ακίνητα!».
Ο κ. Πάγκαλος θα συμπυκνώσει το σκεπτικό του: «Σπίτια μπορείς να βρεις μπόλικα. Αλλά όταν ένα σπίτι είναι υπερεκτιμημένο, 400% πάνω από την τιμή του, δεν υπάρχει λόγος και τρόπος να πας να το αγοράσεις!».
Θα φέρει μάλιστα και συγκεκριμένο παράδειγμα «εξωφρενικής», όπως θα την χαρακτηρίσει, τιμής: Σπίτι 35ετίας, ισογείου, 110 τ.μ, 180.000 ευρώ!
«Πιο εύκολα αγοράζεις, παρά νοικιάζεις» σχολιάζει και συγκεκριμενοποιεί τη λογική-προσέγγισή του: Για να ενοικιάσει κανείς ένα 4αρι γύρω από το Ρέθυμνο ενδέχεται να χρειαστούν έως και 900 ευρώ το μήνα!
«Είναι δυνατόν;» διερωτάται. «Άμα βάλεις τα έξοδα τα έξοδα, λογαριασμούς κλπ., θέλεις 1.600 ευρώ το μήνα!».
Στο κέντρο του Ρεθύμνου, όπου «τα σπίτια είναι πιο δυσεύρετα», τα δυάρια και τα τριάρια φθάνουν μέχρι και τις 130-140.000 ευρώ!
Δυναμική και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά
«Λόγω των μέτρων που υπάρχουν, με τις ελαφρύνσεις για τις πράξεις αγοροπωλησιών, όπως για παράδειγμα γονικές παροχές, υπάρχει μία ιδιαίτερη κινητικότητα στα συμβολαιογραφεία» ξεκίνησε να μας λέει ο κτηματομεσίτης Ανδρέας Ανδρουλιδάκης.
«Υπάρχει αισιοδοξία επειδή πήγαμε καλά το καλοκαίρι με τον τουρισμό. Έχουμε επίσης κάποια καλά μηνύματα και για τη νέα χρονιά, κι αυτό έχει δημιουργήσει ένα καλό, ένα αισιόδοξο κλίμα στην αγορά» υποστηρίζει.
Την έλλειψη διαμερισμάτων την αποδίδει στην παύση ανέγερσης νέων οικοδομών από το 2008, στην πρώιμη φάση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. «Σημαίνει, λοιπόν, ότι δεν έχουμε διαθέσιμα διαμερίσματα, πέρα από αυτά που υπάρχουν και ανακυκλώνονται».
Μέσα σ’ όλα, ήρθαν και οι ανατιμήσεις με την αύξηση του κόστους των υλικών (σίδερα, ξύλα και τσιμέντο), με συνέπεια και τα λίγα σε αριθμό νεόδμητα κτήρια να είναι «αλμυρά» και όσα πρόκειται να χτιστούν ακόμη πιο… ακριβά!
Το όλο κοστολόγιο δεσμεύεται απ’ την τοποθεσία και τη θέση του ακινήτου.
«Ένα διαμέρισμα που βρίσκεται έστω στο ισόγειο, διαφέρει σε τιμή από ένα διαμέρισμα που βρίσκεται στον πρώτο όροφο, για να μην πούμε το ρετιρέ» εξηγεί. Και η θέα παίζει κυρίαρχο ρόλο: Αν ένα σπίτι …βλέπει θάλασσα, ανεβαίνουν αυτομάτως οι μετοχές του!
Η τιμή εκκίνησης ανά τετραγωνικό είναι τα 2.000 ευρώ και πάνω. Κι από εκεί και πέρα, όλα είναι ανοιχτά!
«Το Ρέθυμνο δεν παύει να έχει μία ιδιαίτερη δυναμική λόγω της ζήτησης που υπάρχει κι αυτό κρατάει τις τιμές. Και στην περίοδο της οικονομικής κρίσης δεν είχαμε ιδιαίτερες πτώσεις» παρατήρησε ο κ. Ανδρουλιδάκης, προβάλλοντας τα «ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, την ποιότητα ζωής και το βιοτικό επίπεδο» του Ρεθύμνου, που αποτελεί «πόλο έλξης» και εξαιτίας των προσφερόμενων επαγγελματικών ευκαιριών, κυρίως γύρω από τον τουρισμό.
Ο κ. Ανδρουλιδάκης διαπιστώνει συγχρόνως πως «δεν υπάρχουν ακίνητα προς ενοικίαση λόγω του ότι υπήρχε μεγάλη ζήτηση από τους περσινούς φοιτητές και τους φετινούς, αυτούς που δεν είχαν έρθει πέρσι λόγω covid».
Μαζί με τους φοιτητές, ήρθαν και οι εκπαιδευτικοί «νωρίτερα από άλλες χρονιές», με αποτέλεσμα τα διαθέσιμα -προς ενοικίαση διαμερίσματα να έχουν …καπαρωθεί!
Ο τιμοκατάλογος των μισθωμάτων, κατά τον κ. Ανδρουλιδάκη, σε γενικές γραμμές, κάπως έτσι:
Γκαρσονιέρες: από 250 έως 350 ευρώ
Δυάρια: από 300 έως 400
Τριάρια: από 400 ευρώ έως και 550 ευρώ
Τεσσάρια: από 550 και πάνω
Ο κ. Ανδρουλιδάκης προβληματίζεται κι από άλλον έναν καθοριστικό χρηματοδοτικό παράγοντα, απ’ τον οποίο εξαρτάται η ρευστότητα και η οικονομική αντοχή της κοινωνίας: «Παλαιότερα η αγορά δούλευε με την ενίσχυση των τραπεζικών δανείων. Έλεγε ο καθένας πώς αντί να πληρώνω ενοίκιο, να πάρω ένα δάνειο να βάλω και κάποια χρήματα δικά μου και να αγοράσω ένα ακίνητο. Αυτή η σκέψη, της ιδιοκατοίκησης, δεν βρίσκει πρόσφορο έδαφος».
Χώρια απ’ τη δυσκαμψία στις δανειοδοτήσεις, «τα διαθέσιμα χρήματα ενός νοικοκυριού περιορίστηκαν πάρα πολύ μετά την οικονομική κρίση, άρα περιορίστηκε το όνειρο της αγοράς ενός ακινήτου».
Στους ανασταλτικούς παράγοντες να συμπεριλάβουμε και την φορολογία των ακινήτων (λ.χ ο ΕΝΦΙΑ).
(Συν)έρχεται… η οικοδομή
Ο κτηματομεσίτης Νίκος Κασωτάκης επιβεβαιώνει με τη σειρά του ότι «υπάρχει έλλειψη κατοικιών, γιατί έχει σταματήσει η οικοδόμηση στην κρίση μέσα», κι ότι «τώρα δειλά – δειλά χτίζονται κάποιες πολυκατοικίες, αλλά όχι στον βαθμό που θα καλύψουν τη ζήτηση».
Η έλλειψη, ως επί το πλείστον στον αστικό ιστό, παραμένει μεγάλη παρά την σταδιακή αντιστροφή του κλίματος. «Τα περισσότερα κτίρια είναι παλιά, από τον καιρό που χτίζαμε με τις αντιπαροχές» ανέφερε με νόημα. «Υπάρχει μεγάλη έλλειψη σε σχέση με τη ζήτηση, γενικά. Τον τελευταίο καιρό η ζήτηση έχει ανέβει, η προσφορά όμως δεν ανταποκρίνεται. Προφανώς οι τιμές παραμένουν σε υψηλά επίπεδα και έχουν ανοδική πορεία».
Η μεγάλη ζήτηση συμπαρασύρει προς τα πάνω και τις τιμές. Τα νούμερα δεν είναι σταθερά.
«Μέχρι του χρόνου θα υπάρχει κι άλλη μικρή αύξηση και έλλειψη στην αγορά» προβλέπει και συνεχίζει: «Για τα μικρά διαμερίσματα δεν το συζητάμε. Υπάρχει πάρα πολύ μεγάλη ζήτηση».
Οι αριθμοί του κ. Κασωτάκη δεν απέχουν απ’ όσα παρατίθενται παραπάνω. Ένα παλιό κτίσμα το βρίσκουμε από 1.000 – 1.500 ευρώ το τετραγωνικό. Αν είναι και σε καλή κατάσταση, το τ.μ. ανεβαίνει στα 2.000 ευρώ. Αλλά και πάλι η παλαιότητα, ο όροφος και η περιοχή αποτελούν βασικά κοστολογικά προαπαιτούμενα, ως συνήθως.
Για τα ενοίκια, «τα καλά διαμερίσματα που να ανταποκρίνεται η τιμή στην αξία τους, είναι λίγα» σημειώνει ο κ. Κασωτάκης. «Δηλαδή, οι τιμές είναι υπερβολικά υψηλές για αυτό που προσφέρει το κατάλυμα κατά τη γνώμη μου. Οι γκαρσονιέρες ξεκινούν από 250-300 ευρώ και τα δυάρια από εκεί και πάνω».
Θετικά μηνύματα
Η μεσίτρια Αγγελική Παπαδάκη ήταν πιο αισιόδοξη από τους συναδέλφους της.
«Υπάρχει πολύ μεγάλη ζήτηση, η προσφορά είναι μικρή, όπως συμβαίνει τα τελευταία χρόνια. Οι τιμές είναι σταθερές: δεν έχουν πέσει σε σχέση με δυο – τρία χρόνια πριν. Και πράξεις αρκετές γίνονται. Νομίζω ότι πάει πολύ καλά το κομμάτι των πωλήσεων» υποστήριξε.
Για τις ενοικιάσεις, είπε: «Δεν έχουμε καινούργιες οικοδομές, ο κόσμος πολλαπλασιάζεται, το airbnb δουλεύει πάρα πολύ, οπότε υπάρχει μεγάλο πρόβλημα. Εφέτος δεν υπήρχε ζήτηση στα μεσιτικά γραφεία, απ’ ό,τι είδα. Νομίζω ότι οι φοιτητές έχουν οργανωθεί πλέον μεταξύ τους και ψάχνουν, οπότε δεν μπορούμε να έχουμε πλήρη εικόνα στο τι ακριβώς συμβαίνει.
Συνεχίζουμε στην ίδια πορεία, δεν έχει αλλάξει κάτι σε σχέση με τα περσινά».
Επανερχόμενη στο πεδίο της αγοράς ακινήτων, συμπλήρωσε: «Νομίζω ότι θα πάμε πολύ καλύτερα. Το θετικό είναι ότι ξεκινά η οικοδομική δραστηριότητα και ξεκινούν και οι καινούργιες υποδομές, που αυτό σημαίνει ότι σε 2-3 χρόνια θα έχουμε αύξηση διαμερισμάτων και ακινήτων προς πώληση και προς ενοικίαση. Άρα, θα είναι καλύτερα τα πράγματα. Δεν είμαστε στο επίπεδο του 2010, αλλά σίγουρα είναι πολύ καλύτερα από τα χρόνια της κρίσης».
Ο κορωνοϊός επέβαλε τους δικούς του ρυθμούς και κανόνες (και) στην εν λόγω οικονομική δραστηριότητα. Η κα Παπαδάκη συμπεραίνει πως «η πανδημία λειτούργησε στα ακίνητα θετικά· με την έννοια, ότι ο κόσμος με το να μην εργάζεται οργάνωσε πολύ καλύτερα τα περιουσιακά του στοιχεία και τις ανάγκες του και προγραμματίστηκε καλύτερα. Τι άλλο να έκαναν κιόλας, πέρα απ’ το να φτιάξουν τις ντουλάπες και το σπίτι μας; Οργάνωσαν και τη ζωή τους καλύτερα: αυτοί που ήθελαν να επενδύσουν είχαν περισσότερο χρόνο να ψάξουν, εκείνοι που ήθελαν να ανακαινίσουν επίσης το ίδιο. Έγινε νομίζω ένας καλός προγραμματισμός μέσα στην καραντίνα, ο οποίος προγραμματισμός εξακολουθεί να υπάρχει».
Η τάση της αγοράς ακινήτου εξασθένησε αλλά εξακολούθησε να υφίσταται και την περίοδο της οικονομικής κρίσης. «Απλά τώρα είναι «πιο εύκολη» η δανειοδότηση, εκεί που πριν πέντε χρόνια ήταν απαγορευτικό το δάνειο. Τώρα βλέπουμε αρκετό κόσμο να πηγαίνει στις τράπεζες και να έχει θετικές απαντήσεις» θα τονίσει η κα Παπαδάκη καταλήγοντας πως «ο κόσμος προσπαθεί να μπει σε μία κανονικότητα. Και ο τουρισμός πήγε πολύ καλά εφέτος, οπότε έδωσε μία ψυχολογική ανάταση στην κοινωνία και στην αγορά».