Ο Κεν Ρόμπινσον στο έργο του «Άλλη Λογική» γράφει: «Ο τρόπος με τον οποίο βλέπομε τον κόσμο επηρεάζεται βαθιά από τα δικά μας πάρε – δώσε με τους άλλους ανθρώπους και πρώτα-πρώτα από τη χρήση κοινών μορφών περιγραφής, που όλοι μαζί έχομε δημιουργήσει, όπως για παράδειγμα οι γλώσσες που μιλάμε». Και ο ανθρωπολόγος Clifford Geertz επισημαίνει: «Όλες οι ανθρώπινες ζωές επικρέμονται σε «ιστούς σημασιών» που οι ίδιοι έχομε υφάνει». Με τη γλώσσα πλέκονται οι σχέσεις των ανθρώπων και με τη γλώσσα προάγεται, όπως προάγεται, ο πολιτισμός, είναι η έκφραση της ζωής μας.
Ωστόσο, έχει κι αυτή τα ατυχήματά της, όπως καθετί ανθρώπινο σ’ αυτό τον κόσμο. Υφίσταται πλείστες παρανοήσεις, προφορικές και γραπτές, που συνήθως οφείλονται σε παρετυμολογίες ή σε ακουστικές ομοιότητες, και σχεδόν πάντα η εξακρίβωσή τους φέρνει αίσθημα ιλαρότητας. Κι αυτό συμβαίνει όχι μόνο στο επίπεδο των απλών ανθρώπων της καθημερινής ζωής, αλλά και σε κείμενα που υπογράφουν επιστήμονες. Στον καθένα μας μπορεί να συμβεί αυτό.
Η πρώτη περίπτωση που μου έτυχε ήταν όταν ήμουν φοιτητής. Μετά τον εκκλησιασμό στο χωριό μου μια γριούλα με ρώτησε:
– Πε μου, παιδί μου, εσύ θα κατές, ποιος είναι ο άγιος Οικουτούτος. Πρέπει να ‘ναι μεγάλος άγιος, γιατί ο παπάς τονε μνημονεύει κάθε Κυριακή, μα δεν τονε βρίχνω μηδέ στσι βίους των αγίων μηδέ στο ημερολόγιο.
Της εξήγησα ότι δεν υπάρχει τέτοιος άγιος, είναι η φράση «ὑπέρ τοῦ ἁγίου οἲκου τούτου», δηλαδή υπέρ της εκκλησίας.
Μια άλλη φορά εκείνο τον καιρό ρώτησα εγώ ένα χωριανό γιατί λέει μεσοκομείο και μου απάντησε «Γιατί για να μπεις χρειάζεται μέσο». Έναν άλλο ρώτησα γιατί λέει αιμοπληγία, που έπαθε ο πατέρας του, και μου είπε ότι «το αίμα του τονε χτύπησε και του έκαμε πληγή στην κεφαλή».
Μερικές φορές η ακουστική ομοιότητα οδηγεί σε αστείες εκδοχές όπως:
Πενθερά, από το «πένθος και αρά» (κατάρα)!
Ψωμί, από το «πίσω μη», απάνω του!
Πιστόλι, από το «πίσω όλοι»!
Στην πραγματικότητα η πενθερά είναι αρχαία ελληνική λέξη με ινδοευρωπαϊκή ρίζα, το ψωμί είναι υποκοριστικό του αρχαίου ψωμός και το πιστόλι είναι ιταλική λέξη.
Στην ίδια κατηγορία ακουστικής ομοιότητας είναι και ο χαρακτηρισμός της μεγάλης ζέστης ως Βραζιλία από το βράζει και η ευχή του αρρώστου «Άϊ Γιάννη γιάνε με, σαν τ’ αλώνει κάμε με», το γιάνε με από το αρχαίο υγιαίνω. Επίσης η μαντινάδα:
Αρνί φαες κι αρνήθης με, ρίφι και εξέχασές με
και το ξελησμονόχορτο κι εξελησμόνησές με.
Η ακουστική ομοιότητα πιστευόταν ότι ασκεί υπερβατική επήρεια.
Εξ άλλου το μαλλώνω δεν έχει σχέση με το μαλλί, αλλά με το ομαλός και θέλει ένα λ. Το φτειάχνω είναι από το ευθειάζω και δεν είναι σωστό το φτιάχνω. Το κολλώ (χτυπώ) δεν έχει σχέση με την κόλλα αλλά με το κολάζω και το σωστό είναι κολώ. Το κτήριο δεν έχει σχέση με το χτίζω, αλλά με το οικητήριον (Άμαντος) ή το ευκτήριον (Χατζηδάκης). Άλλο είναι το κτίσμα. Και ο Αείμονας, που γράφουν, δεν νομίζω ότι έχει σχέση με το ἀεί (πάντα), αλλά είναι απλολογία του Άϊ Παντελεήμονας και διασώζεται από το τονούμενο φωνήεν και μετά, άρα σωστό φαίνεται το Αήμονας, που τιμά την φερώνυμη εκκλησία στη βόρεια παρυφή της πλατείας του χωριού.
Γνωστή εξ άλλου είναι η έκφραση πράσινα άλογα με την έννοια «ανύπαρκτα πράγματα, ανοησίες», από την οποία προέκυψε και η παροιμία:
Όσες πράσινες φοράδες, τόσες καλοπεθεράδες.
Στην πραγματικότητα είναι αρχαία έκφραση πράσσειν ἄλογα (να κάνει κανείς παράλογες πράξεις).
Επίσης κακώς γράφεται Ναυαρίνο, γιατί δεν έχει σχέση με το ναῦς, αλλά είναι το αρχαίο όνομα της Πύλου Αβαρίνος (το – ν Αβαρίνο > Ναβαρίνο, όπως τη – v Ιμβρο >Νίμπρος).
Έχω ακούσει και το αφ’ ενός ….. και αφέ δύο, αλλά όχι αφέ τρία. Έχω δει και το Αἴολες δικαιολογίες, που στην πραγματικότητα είναι ἓωλες και δεν έχει καμιά σχέση με τον θεό των ανέμων, αλλά σημαίνει μπαγιάτικες, χαλασμένες. Δεν λείπει και η ονομαστική απόλυτη: Ο ελληνικός λαός, με την προσήλωσή του στην ελευθερία και τη δημοκρατία, είναι δομικό στοιχείο της ψυχοσύνθεσής του.
Κι από την τηλεόραση ακούονται (και διδάσκονται ευρύτερα) διάφορες υβριδικές εκφράσεις όπως: Δεν παίζει σημασία, που είναι σύμφυρση δύο ταυτόσημων εκφράσεων Δεν παίζει ρόλο και Δεν έχει σημασία. Όπως επίσης ηγέτορες, που είναι συγχώνευση δύο διαφορετικών τύπων ηγέτες και ηγήτορες. Δεν αναφέρω λάθη από τις εκθέσεις μαθητών, γιατί θα έπρεπε να γράψω ένα βιβλίο.
Πριν από λίγα χρόνια πήραμε ένα πανέμορφο σκυλάκι Δαλματίας. Η Δωρίκα μας, βοηθός του σπιτιού επί 65 χρόνια, τότε, εσχολίασε:
– Ούλα τα είχαμε, ο Ενταλματίας μας έλειπε!
Ο μπάρμπα Σήφης ήταν διάσημος, δηλαδή άπιαστος, κλεφταράς, ειδικός στη ζωοκλοπή. Όταν γέρασε, η γυναίκα του τον έπεισε να πάει να εξομολογηθεί και να μεταλάβει. Πήγε λοιπόν στην εκκλησία το Σαββατόβραδο και μετά τον εσπερινό ζήτησε από τον παπά να τον εξομολογήσει. Αυτός όμως βιαζόταν και του είπε:
– Μπάρμπα Σήφη, βιάζομαι τώρα, αλλά τήρησε τις Δέκα Εντολές μια βδομάδα και έλα την άλλη Κυριακή να σε μεταλάβω.
Την άλλη Κυριακή ο μπάρμπα Σήφης δεν πήγε να μεταλάβει και τη Δευτέρα τον συνάντησε ο παπάς και του είπε:
– Δεν ήρθες εχτές να σε μεταλάβω. Δεν ετήρησες πρέπει τσι Δέκα Εντολές.
– Όϊ, παπα Γιώργη, ετήρησα τσι εννιά, μα μια δεν εμπόρεσα να τηνέ τηρήσω.
– Έκλεψες πάλι κιαμιά προβατίνα;
– Όϊ, θεόψυχά μου, δεν έκλεψα πράμα. Μια άλλη δεν ετήρησα. Εβαστήχτηκα μια μέρα, μα την άλλη δεν εμπόρουνε να βαστηχτώ και πήγα στο στάβλο.
Ο μπάρμπα Σήφης είχε παρανοήσει την έκτη Εντολή, «οὐ μοιχεύσεις» και θεώρησε πως αντί για δύο είναι τρεις λέξεις, το μοι- εθεώρησε πως ήταν η άρνηση μη.