Η ανεργία, η χαμηλά αμειβόμενη εργασία και οι ελαστικές μορφές απασχόλησης είναι τα σοβαρότερα ζητήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η ελληνική κοινωνία και ειδικότερα η νεολαία.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε η Τράπεζα της Ελλάδας, από το 2008 μέχρι το 2013, σχεδόν 223.000 νέοι, μόνιμοι κάτοικοι Ελλάδας ηλικίας 25-39 ετών έφυγαν από τη χώρα, αναζητώντας εργασία με καλύτερη αμοιβή και προοπτικές σε χώρες του εξωτερικού.
Συνολικά, την πενταετία 2008-2013, 427.000 μόνιμοι κάτοικοι Ελλάδας εγκατέλειψαν τη χώρα.
Με βάση τα όσα ανέφερε ο Διοικητής της Τράπεζας, υπό τις σημερινές συνθήκες, η φυγή εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού (brain drain) είναι δύσκολο να ανακοπεί χωρίς μόνιμη βελτίωση του κλίματος στην οικονομία και χωρίς ειδικές δράσεις. Σύμφωνα με τα λεγόμενά του, μια σημαντική πρωτοβουλία για την επιστροφή των νέων επιστημόνων είναι η ανάπτυξη κέντρων αριστείας στη χώρα, τα οποία θα μπορέσουν να προσελκύσουν μια κρίσιμη μάζα επιστημόνων και ερευνητών. Όπως εξήγησε, αν αναπτυχθούν αποτελεσματικά, τα κέντρα αυτά μπορούν να αποκτήσουν διεθνή αναγνώριση στην ακαδημαϊκή επιχειρηματική κοινότητα και να αποτελέσουν πόλο έλξης. Παράλληλα, επισήμανε πως η δημιουργία των δομών κινητικότητας των ερευνητών (brain circulation) θα βοηθήσει πολλαπλά το ελληνικό οικοσύστημα έρευνας και ανάπτυξης
Εν τω μεταξύ, για περίπου 400.000 μακροχρόνια ανέργους της χώρας, που βρίσκονται δηλαδή εκτός εργασίας για περισσότερα από τέσσερα χρόνια, φαίνεται να αποτελεί μονόδρομο η ευέλικτη μορφή εργασίας.
Αυτό υποστηρίζει ο ΣΕΒ στο εβδομαδιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων, προσθέτοντας ότι ναι μεν η συγκεκριμένη μορφή εργασίας προϋπήρχε της κρίσης, στη διάρκεια όμως των μνημονιακών χρόνων έχει ενταθεί το φαινόμενο.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Συνδέσμου:
– Το 6,8% των εργαζομένων απασχολούνται με συμβάσεις μερικής απασχόλησης.
– Το 11,2% με συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου επειδή δεν μπορούν να βρουν δουλειά με πλήρες ωράριο ή σε μόνιμη βάση.
– Όσοι εργάζονται, δουλεύουν κατά μέσο όρο 42,3 ώρες εβδομαδιαίως, ή 1 ώρα περίπου λιγότερο από την εποχή πριν από την κρίση, καθώς η μερική και εκ περιτροπής απασχόληση έχει μειώσει τις ώρες εργασίας ανά εργαζόμενο.
– Το 30% των εργαζομένων που δουλεύουν με μερική απασχόληση το κάνουν εθελοντικά.
Σύμφωνα με τον ΣΕΒ, αιτίες για την ανάπτυξη των ευέλικτων μορφών εργασίας στην Ελλάδα είναι κατά κύριο λόγο η εύθραυστη ανάπτυξη, σε συνδυασμό με τις επερχόμενες τεχνολογικές εξελίξεις, που δημιουργεί αβεβαιότητα και οδηγεί σε προσλήψεις μερικής απασχόλησης, με όλο και συχνότερη προσφυγή σε συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου και για όλο και πιο λίγες ώρες εργασίας.
Παράλληλα, η διόγκωση του τουρισμού και συναφών εμπορικών δραστηριοτήτων, η αύξηση του μη μισθολογικού κόστους, και ιδίως των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, αλλά και της φορολογίας γενικότερα τα τελευταία χρόνια, σε συνδυασμό με την πτώση του κύκλου εργασιών έχει οδηγήσει σε μεγαλύτερη ζήτηση αυτοαπασχολούμενων, οικονομικά εξαρτημένων από έναν ή δυο εργοδότες, οι οποίοι εργάζονται ως μισθωτοί με δελτίο παροχής υπηρεσιών σε ευέλικτες de facto μορφές εργασίας, αν και οι ασφαλιστικές εισφορές αυτών των εργαζομένων έχουν πλέον εξομοιωθεί με των μισθωτών.
«Χωρίς ενδυνάμωση των προηγμένων τεχνολογικά κλάδων που προσφέρουν δουλειές κατά κανόνα πλήρους απασχόλησης και υψηλότερων αμοιβών, όπως η βιομηχανία, η ζήτηση για ευέλικτη απασχόληση θα εξακολουθήσει να επεκτείνεται ανεξαρτήτως θεσμικών αλλαγών στα εργασιακά» καταλήγει ο ΣΕΒ.