Στα πριν εισβάλει στην καθημερινή ζωή μας ο κορονοϊός με τις απαγορεύσεις του χρόνια, συνήθιζα να περπατώ για ώρες στους δρόμους της πόλης μας. Και μου άρεσε πολύ να παρατηρώ, τόσο τα δημόσια κτίσματα, όσο τα ιδιωτικά κτίρια, όλα όσα δηλαδή συναπαρτίζουν τον οικιστικό ιστό μιας ανθρώπινης πόλης.
Τα δημόσια, αλλά και τα ιδιωτικά κτίρια σε μιαν, μικρή ή μεγάλη, πόλη είναι, θαρρώ, δείγματα πώς, διά της αρχιτεκτονικής, οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται και αξιοποιούν τους χώρους, τους δημόσιους, τους κοινόχρηστους και τους ιδιωτικούς, για την κατασκευή χώρων κατοικίας, εργασίας, ψυχαγωγίας.
Αρχιτεκτονική, όπως διάβαζα πρόσφατα, είναι η τέχνη του σχεδιασμού κτιρίων και άλλων κατασκευών, καθώς και της δημιουργίας του περιβάλλοντος, όπου ζει ο άνθρωπος, σύμφωνα με τους κανόνες της αισθητικής κάθε εποχής. Έτσι, μου φαίνεται λογικό το ότι έχουν χρέος να προσπαθούν οι άνθρωποι ως πολίτες να αντιλαμβάνονται αφενός τη σημαντική θέση που θα έπρεπε να κατέχει η αρχιτεκτονική κληρονομιά κοντά στις αποδέλοιπες «παραμέτρους» της Πολιτιστικής Κληρονομιάς ενός λαού ή ενός έθνους, την αρχαιολογική, την κινητή και την άυλη λαϊκή παράδοση, αλλά και να μεριμνούν άοκνα αφετέρου για τη συντήρηση, την προστασία της από βανδάλους και την ανάδειξή της.
Όπως εύκολα, λοιπόν, καταλαβαίνει ο καθένας μας, η αρχιτεκτονική έχει στενή σχέση με την αισθητική, δηλαδή τη δυνατότητα διάκρισης του ωραίου από το κακόγουστο και το άτεχνο δηλαδή ή/και, ακολούθως, με τον καλλιτεχνικό τρόπο έκφρασης του ωραίου, και αυτή με τη σειρά της είναι άρρηκτα συνυφασμένη με την εκάστοτε εποχή, δηλαδή τα ήθη, τα έθιμα και το ανθρωπογενές περιβάλλον κάθε χρονικής περιόδου.
Σε μιαν ανάλυση των χαρακτηριστικών της, τα οποία διακρίνουν την παραδοσιακή π.χ. από τη μοντέρνα αρχιτεκτονική, μπορούμε να δούμε ότι η αρχιτεκτονική ασχολείται εκτός από τα τεχνικά ζητήματα σχεδιασμού κτιρίων, επιστασίας οικοδομικών έργων (εργοταξίου) και κατασκευής, και με καλλιτεχνικά – αισθητικά, πολεοδομικά, οικονομικά ζητήματα και συχνότατα και με ζητήματα συντηρήσεως μνημείων.
Χωρίς να παραβλέπουμε την αναπότρεπτη στα θεμέλια ή στους τοίχους φθορά στο πέρασμα των χρόνων στα διάφορα κτίρια των πόλεων, η κολοσσιαία καταστροφή, που έχουν επιφέρει οι ανηλεείς πόλεμοι ή/ και, στα ειρηνικά χρόνια, η απληστία και η αδιαφορία των ανθρώπων από μεταγενέστερες εποχές, αποτυπώνεται στην καταστροφή ιστορικών, δημόσιων και ιδιωτικών, κτιρίων από τους – ανόητους – βανδάλους ή στη «βίαιη μετατροπή» τους από όλους όσοι θέλουν με διαφορετικό, πέραν της πατροπαράδοτης χρήσης, τρόπο να τα εκμεταλλευτούν.
Και, τέλος, θα κλείσω το παρόν σημείωμα επισημαίνοντας ιδιαίτερα πόσο μεγάλη λύπη νιώθω οσάκις βλέπω ή πληροφορούμαι και για ερειπωμένα ή/και εγκαταλελειμμένα αλλοτινά δημόσια κτίρια ή ιδιωτικά σπίτια. Είναι, πιστεύω, ασέβεια προς την αρχιτεκτονική των περασμένων γενεών, και μάλιστα πολύ μεγάλη….