Όλοι οι άνθρωποι, στον καθημερινό τους αγώνα για ψυχοπνευματική καλλιέργεια και επιβίωση, καλό θα ‘ταν να θυμούνται πάντοτε και την ακόλουθη φράση του Δαρβίνου, από το «Περί της Γενέσεως των Ειδών»: «[…] Η χρήσις εις τα κατοικίδια ζώα δυναμώνει και αναπτύσσει μερικά μέρη, ενώ η αχρησία τα ελαττώνει[…]» (μεταφρασμένη στα ελληνικά από τον Ν. Καζαντζάκη). Και απ’ αυτήν αρχινώντας, πολλά απ’ τα καθημερινά, μικρομέγαλα, της ανθρώπινης ζωής φωτίζονται αλλιώς και βρίσκουνε βαθμιαία το δρόμο της εξήγησης.
Αλήθεια, όταν ο άνθρωπος έχει συνεχώς σε χρήση και εγρήγορση το νου του, τότε τον δυναμώνει και καλλιεργείται ψυχικά και πνευματικά, χάρη στις γνώσεις που προσλαμβάνει έξωθεν και επηρεάζεται απ’ αυτές, θετικά ή αρνητικά. Έτσι, βρίσκει και νέους τρόπους ν’ αντιπαλεύει όλα όσα του συμβαίνουνε καθημερινά και να μην πλήττει και να μην απογοητεύεται. Στον αντίποδα, όταν δεν χρησιμοποιεί το νου του και παραμένει νωθρός, αποδέχεται αβασάνιστα ό,τι γίνεται στη ζωή του και αντιμετωπίζει την κάθε στιγμή της ζωής μοιρολατρικά και ως κάτι αναπόδραστο.
Ο άνθρωπος -εάν δεν είναι αυθύπαρκτος, αλλά οφείλει την παρουσία του σε κάποιους Θεούς- δεν πρέπει ποτέ να εφησυχάζει στις γνώσεις του και του παρέχουνε, άμεσα ή έμμεσα, λύσεις για ό,τι του συντυχαίνει καθημερινά στον κόσμο μας, ο οποίος δε μένει ποτέ στάσιμος, μα διαρκώς εξελίσσεται ή μεταβάλλεται μ’ απίστευτη ταχύτητα. Στη φύση, που τον περιβάλλει, και στο Δημιουργό Θεό του, που τον έφτιαξε και του «δάνεισε» ζωή και πνοή, καθένας μας το χρωστά να ερευνά και να ζητά διαρκώς να μαθαίνει, εωσού φτάσει στην αληθινή Γνώση, ν’ αξιωθεί, δηλαδή, απ’ το Θεό να γίνει κοινωνός των μυστηρίων και της κινητήριας δύναμης της Φύσης και της Αρχής, της Γένεσης και της Εξέλιξης των Όντων και του Σύμπαντος.
Πολλές φορές, οι άνθρωποι προσπαθούν να εξηγήσουν ό,τι τους συμβαίνει με τη λογική τους ή μ’ έναν θεοσοφισμό. Εξήγηση είναι κάθε λογική προσπάθεια για ερμηνεία εκ των υστέρων των ερεθισμάτων και των περιστατικών της ανθρώπινης ζωής, με σκοπό να εντοπιστούν τα πραγματικά αίτια, που οδήγησαν σε ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα, σε εκτροπή π.χ. από την προκαθορισμένη ανοδική πορεία ή σε συσχέτιση με άτομα διαφορετικού επιπέδου.
Θεοσοφισμός είναι η προσπάθεια προσέγγισης της αλήθειας γύρω από την ύπαρξη του Θεού με την υπέρβαση (:επιτυχής τιθάσευση των ενδογενών παθών ή υπερφαλάγγιση δογματικών ή άλλων ανυπέρβλητων εμποδίων, που ορθώνει το ιερατείο ή το Κράτος σ’ όσους του αντιστέκονται) των γήινων ορίων της φιλοσοφίας και της γνώσης, τόσο της εμπειρικής (:της βασισμένης στην πείρα), όσο και της πνευματικής (:της πιστής στις ιδέες του ψυχικού κόσμου και στον ανεπηρέαστο τρόπο σκέψης των ανθρώπων).
Η προσπάθεια κατάχτησης της Γνώσης σχετίζεται και με την προσεχτική και ανιδιοτελή εξέταση των καθημερινών ερεθισμάτων και κοινωνικών φαινόμενων, τα οποία επιδρούν θετικά ή ανασταλτικά στην ανθρώπινη ζωή και σκέψη, με σκοπό τον καθορισμό στόχων και δημιουργία κοινωνικών κύκλων από το άτομο.
Σχετίζεται δε η Γνώση με την ιδέα, το είδωλο, δηλαδή, που κατοικοεδρεύει στην ψυχή του κάθε ανθρώπου και που απεικονίζει εντός του τον εξωτερικό κόσμο όπως τον αντιλαμβάνεται καθένας κάθε στιγμή. Γι’ αυτό, υπάρχουν πολλές ιδέες ακόμη και στον ίδιο άνθρωπο, αφού κάθε στιγμή αναπαρίσταται εντός του διαφορετικά από τις προγενέστερες και τις κατοπινές. Η ιδέα, ταυτόχρονα, είναι, πέρα από μιαν απλή απεικόνιση, και η διατύπωση μιας κρίσης, ο σχηματισμός μιας γνώμης, που καταλήγει σε γνώση, για το συγκεκριμένο αντικείμενο ή μιαν τυχαία κατάσταση του έξω κόσμου.
Ο αγώνας για τη Γνώση, τη με μεγάλη προσοχή μεταφερόμενη από την ψυχή στο νου ιδέα του ανθρώπου και κατανόηση για όσα τον περιβάλλουν καθημερινά, έχει μονάχα κοινή αφετηρία: την ώρα που γεννιέται ο κάθε θνητός και προικίζεται απ’ τους Θεούς τη δύναμη, την υπομονή και την επιμονή, την καρτερία, για να μη λιγοψυχήσει στον αγώνα τούτο και παρασυρθεί από τους κάθε λογής «πειρασμούς» και τα σωματικά πάθη. Δεν έχει, όμως, κοινό τερματισμό· τα μονοπάτια για την αντικειμενική Γνώση, την κοινή για όλους τους ανθρώπους, δεν είναι για όλους, την ίδια στιγμή, ευπρόσιτα και βατά. Οι άνθρωποι αρχίζουνε να τα βαδίζουνε, όταν γνωρίζουνε, στη διάρκεια της ζωής τους, τα προβλήματα και αναζητούν, χωρίς υποκρισία και δόλο μα με φιλανθρωπία κι αγάπη, τρόπους να τα λύσουνε· όχι για να ευφράνουνε το σώμα και να ικανοποιήσουνε τις ανάγκες του μονάχα, αλλά, κυρίως, για να ξεκουράσουνε την ψυχή, στην οποία αποθηκεύονται και όλες οι κατακτημένες, ενόσω ζει ο άνθρωπος, επιμέρους πληροφορίες για όσα ήταν αυτήκοος ή αυτόπτης μάρτυς ή του είπαν άλλοι.
Επιπλέον, με τη Γνώση ο άνθρωπος παύει να ζει κλίνοντας προς μιαν κατεύθυνση ξεχωριστή από τους άλλους, στων οποίων τους κανόνες και τις θέσεις για αρμονική συμβίωση και δημιουργία κύκλων σε μιαν ανθρώπινη κοινωνία αρνείται να υποταχτεί· αντίθετα, αναπτύσσει την ικανότητα να μαντεύει τη σκέψη των συνανθρώπων του και να τους βοηθά να την πραγματώσουν για το κοινό καλό.
Όσοι κίνδυνοι ελλοχεύουνε οσάκις απ’ το μερικό πηγαίνεις, εκούσια, στο γενικό, χωρίς προηγουμένως να ερευνάς και να ερμηνεύεις, με κόπο και μόχτο, τις πραγματικές και βαθύτερες αιτίες του, άλλοι τόσοι ενυπάρχουνε ίσως και δυσαπότρεπτοι, εάν από το γενικό, πάλι με τη θέλησή σου, κρίνεις και το μερικό, δίχως, όμως, να ξέρεις, εκ των προτέρων, την αληθινή και ιδιαίτερη φύση και τα ξεχωριστά γνωρίσματά του. Επιπλέον, κρύβεται κίνδυνος για τους ανθρώπους, οσάκις, ακούσια, ωθούνται από τους κοινωνικοπολιτικά κρατούντες να μην αναζητούνε την αληθινή Γνώση, αλλά να διάγουνε, παρά τη θέλησή τους, τη ζωή τους σε ανυπέρβλητο «πνευματικό σκοτάδι» και βασιζόμενοι, επηρεασμένοι από την «περιρρέουσα ατμόσφαιρα», σε αυθαίρετες γενικεύσεις ή ειδικεύσεις.
Η άγνοια, είτε εκούσια – είτε ακούσια, είναι αρκετά ζημιογόνα για τους ανθρώπους και τις κοινωνίες τους. Συνήθως, όπως λένε κάποιοι, το δίδυμο Γνώση – Άγνοια μοιάζει, ως προς τη σπουδαιότητα για την ανθρώπινη καθημερινή ζωή, με το ζευγάρι Μοιροκρατία – Χειροκρατία· στη μεν Μοιροκρατία, τα πάντα της ανθρώπινης επίγειας ζωής, τα οποία δεν είναι ανάγκη να ξέρουν όλοι οι άνθρωποι αλλά αρκούν τα επί γης φερέφωνα των θεών, είναι προκαθορισμένα από το προδιαγεγραμμένα θεία χειρί πεπρωμένο, ενώ στη Χειροκρατία, όπου έχουν μερίδιο γνώσης και συμμετοχής όλοι ανεξαιρέτως οι άνθρωποι, ο άνθρωπος μπορεί, βασισμένος στις δυνάμεις των χεριών του, να χαράξει την ανοδική ή καθοδική πορεία του στη ζωή. Η πλάστιγγα ανάμεσα στη Μοιροκρατία και τη Χειροκρατία, ανάλογα με το πού γέρνει, συντελεί και στο εάν οι κοινωνίες γίνονται εκούσια υποχείρια ή όχι των επιτήδειων (θεόληπτων, θεοκάπηλων, χρηματολατρών, αρχομανών κ.α.) και των θεσιθήρων κρατούντων.
Ας δεχτούμε ότι κάποια -ποτέ, όμως, το σύνολό τους- από τα σωματικά χαρακτηριστικά κληρονομούνται από γενιά σε γενιά και οι γονείς διδάσκουνε την ηθική και το τι είναι ψυχωφελές και ωφέλιμο στα παιδιά τους· οι πνευματικές ιδιότητες και η ιδεολογία, άραγε, κληρονομούνται ή επηρεάζονται από το φυσικό και το ανθρώπινο -πλην οικογενείας – περιβάλλον, που ζούμε;
Πόσο εύκολο, τελικά, είναι ο άνθρωπος να φτάσει, μ’ όλα αυτά ως εφόδια, στις γνώσεις για τα καθημερινά του ζητήματα και τη Γνώση για τα αξεδιάλυτα μυστήρια της Ζωής; Τούτο εξαρτιέται αποκλειστικά απ’ τον ίδιο και κανέναν άλλο…
* Ο Γεώργιος Η. Ορφανός είναι υποψήφιος διδάκτωρ στο Α.Π.Θ.