Είναι αγενές και άγονο να μιλάς σε κάποιον που δεν γνωρίζει τη γλώσσα που μιλάς. Βέβαια ο τόνος της φωνής σου κάτι θα του πει και ίσως υποθέσει τι του λες και σου απαντήσει και αυτός υποθέτοντας ότι καταλαβαίνεις. Έτσι γράφονται πολλές κωμωδίες και μια απ’ αυτές είναι η περίφημη «Βαβυλωνία» του Δημητρίου Κ. Βυζάντιου.
Παρατηρείται, σε κάθε κοινωνική αναταραχή να ξυπνά η ανάγκη για συνεννόηση επειδή άνθρωποι, που προτού φιλονικήσουν δεν είχαν καμιά επαφή, αναγκάζονται να μιλήσουν και να συζήσουν κάτω από δύσκολες συνθήκες για τη σχέση τους. Χάνονται οι κώδικες που είχαν οι φιλονικούντες, όταν ζούσαν κλεισμένοι σε κοινωνικές ομάδες, επαγγελματικές ή γεωγραφικές ή οικονομικές ή άλλες και άλλοι κώδικες αναβλύζουν στην έρημο της φιλονικίας. Κάποιοι ανάγουν την παντομίμα σε γλώσσα «συνεννόησης», τα ουρλιαχτά και οι κραυγές γίνονται λέξεις. Έτσι προκύπτουν πρόσκαιρες έννοιες και θνησιγενείς αντιλήψεις. Πόσο θνησιγενείς; Μπορεί να κρατήσουν και μερικούς αιώνες κάνοντας τη ζημιά τους στον ιστό εκείνο τον κοινωνικό που μας κρατεί μαζί ως ανθρώπους. Ένα παράδειγμα για μας τους νεοέλληνες είναι η λέξη πολιτισμός. Ας δούμε πώς προέκυψε και τι κρύβει η ίδια η λέξη και η ιστορία της.
Οι πολιτείες των ανθρώπων πάντα μεγάλωναν και οι πολίτες πλούτιζαν όταν έθνη πολλά μαζεύονταν σ’ έναν τόπο. Όλες οι πολιτείες διακρίνονται για την πολυεθνικότητά τους. Ένα έθνος πάντα ανοίγει τις πόρτες του κρατώντας ταυτόχρονα τροφή, νόμο και βία και επιβάλει τη γλώσσα και το κράτος του.
Έτσι, οι αλλοεθνείς που πλέκονται στον ιστό της πολιτείας, μιμούνται τους πολίτες και πολιτίζουν. Το ρήμα πολιτίζω σημαίνει μίμηση του πολίτη χωρίς να ο μιμούμενος να είναι πολίτης. Λέμε όταν κάποιος συμπεριφέρεται σαν γυναίκα, γυναικίζει, ή σαν Έλληνας ότι Ελληνίζει.
Πολιτίζουν λοιπόν οι Έλληνες σήμερα στην Ευρώπη μιμούμενοι τους πολίτες. Έτσι, επισήμως και επί δικτατορίας των πολιτισμένων συνταγματαρχών, έφτιαξαν και υπουργείο του πολιτισμού στεγάζοντας εκεί κατά καιρούς ό,τι βρίσκουν άστεγο στα περίχωρα του πολιτισμού, τον αθλητισμό, τον τουρισμό … κλπ.
Η λέξη πολιτισμός πάντα στη γλώσσα των Ελλήνων είχε αυτό το νόημα που μόνο ειρωνεία και χλεύη εξέφραζε για όποιον επολίτιζε. Είναι χαρακτηριστικά τα αποσπάσματα από τις ελάχιστες φορές που μπορεί κανείς να βρει τη λέξη αυτή στην Ελληνική (προ Κοραή) γραμματεία. Ενδεικτικά:
Λεξικό Σουϊδα (1000μ.Χ.): τὸν πολιτισμὸν ἐκτοπίζων ἐν ᾿Ακαδημίᾳ διέτριβεν. (Διώχνοντας τον πολιτισμό σπούδαζε στην Ακαδημία…)
Ιωάννης Χρυσόστομος (4ος αιώνας μΧ). Εκλογές και διάφορες ομιλίες, τόμος 63, σελ. 877, στίχος 55. · γέλως γέγονε τὰ ἡμέτερα καὶ πολιτισμὸς καὶ ἀστειότης· οὐδὲν εὐσταθὲς…
Γρηγορίου του Νύσσης (4ος αιώνας μΧ) επιστολή 19, σελίδα 18.…, ὕβρις τε καὶ τραχύτης καὶ ἀναισθησία καὶ ἡ τῶν λεγομένων δυσωδία πολιτισμὸς εἶναι καί τις τοιαύτη φιλοκαλία νομίζεται.
Στην Ελληνική γραμματεία πριν τον 4ο μΧ αιώνα η λέξη δεν υπάρχει πουθενά γραμμένη. Μετά την εισαγωγή της καθαρεύουσας από τον Κοραή και την στείρα υποστήριξή της από όσους επιμελούνται τα της Ελληνικής γλώσσας εν Ελλάδι, η λέξη πολιτισμός που κάποτε προκαλούσε ειρωνεία, έγινε λέξη της καθημερινότητας και σημαίνει περίπου ό,τι οι περισσότεροι Ευρωπαίοι εννοούν με τη λέξη κουλτούρα που γι’ αυτούς, βέβαια, σημαίνει κάτι σαν την δική μας την καλλιέργεια με πολλή φαντασία και βαριά ποιητική άδεια. Η ετυμολογία της λέξης κουλτούρα φτάνει μέχρι το λατινικό colere που σημαίνει συγκλίνω ενώ το λατινικό culti σημαίνει το εκλεπτυσμένο και το έντεχνο και to cultivs σημαίνει ιστός… Το ερώτημα: από πού βγαίνει, πότε βγήκε κάτι που μοιάζει με το κάλλος των έργων και την καλλιέργεια και από πού ως πού φτάνει η έννοια της καλλιέργειας να ακουμπά τον ιστό και το έντεχνο, είναι θέμα για έρευνα…
Η σημασία της λέξης πολιτισμός δεν έπαψε να τον συνοδεύει χαρακτηρίζοντας και όσους στα σοβαρά ασχολούνται μαζί του στην σημερινή Ελλάδα. Θα μπορούσε κάποιος να πει πως πολιτισμός είναι αυτό που οι «άλλοι» λένε «civilization» όμως η μετάφραση, επί λέξει, του ονόματος αυτού του υπουργείου του Πολιτισμού σε οποιαδήποτε Ευρωπαϊκή γλώσσα ως π.χ. ministry of Civilization δείχνει ότι μια τάξη ανθρώπων στην Ελλάδα, κλώνοι του Κοραή και των ομοίων του της διασποράς, διατεινόμενοι μάλιστα την καθαρότητα του λόγου τους, συνεχίζουν να κουβαλάνε σκουπίδια στον τόπο αυτό και στήνουν μπερντέδες στα μέτρα τους, ή να σέρνουν στο χώμα το ζωνάρι τους ψάχνοντας για ένα ακόμη bello civili.
Κάτι όμως συνεχίζει να λειτουργεί και να είναι γόνιμο στον τόπο των Ελλήνων παρ’ όλο το σκουπιδαριό που κουβάλησαν οι πολιτίζοντες και οι πολιτισμένοι κατά τους τελευταίους δυο αιώνες. Όλο εκείνο το φορτίο των βλαμμένων λέξεων, σωρευμένων από τότε που υπήρξε αυτό το μόρφωμα που λέγεται νεοελληνικός λόγος, είναι πολύ δύσκολο να ξεκαθαριστεί. Είναι σημαντικό να δούμε ότι κανείς από τους ποιητές μας δεν αναφέρει, έστω και μια φορά, αυτή τη λέξη, τον πολιτισμό. Είναι επίσης αξιοσημείωτο πως ούτε η λέξη Ελληνισμός φαίνεται στην ποίηση των τελευταίων αιώνων αλλά ούτε και παλαιότερα. Οι ποιητές δεν μιμούνται, ποιούν, γενούν κι ανασταίνουν αλήθειες. Οι Ελληνίζοντες είναι μιμητές των Ελλήνων δεν είναι Έλληνες. Γράφει ο Στράβωνας ο μεγάλος γεωγράφος στα Γεωγραφικά του (βιβλίο 14, κεφ. 2, παράγραφος 29):
…καὶ γὰρ δὴ τῇ πολλῇ συνηθείᾳ καὶ ἐπιπλοκῇ τῶν βαρβάρων οὐκέτι ἐφαίνετο
κατὰ παχυστομίαν καὶ ἀφυΐαν τινὰ τῶν φωνητηρίων ὀργάνων τοῦτο συμβαῖνον, ἀλλὰ κατὰ τὰς τῶν διαλέκτων ἰδιότητας. ἄλλη δέ τις ἐν τῇ ἡμετέρᾳ διαλέκτῳ
ἀνεφάνη κακοστομία καὶ οἷον βαρβαροστομία, εἴ τις ἑλληνίζων μὴ κατορθοίη, ἀλλ’ οὕτω λέγοι τὰ ὀνόματα ὡς οἱ βάρβαροι οἱ εἰσαγόμενοι εἰς τὸν ἑλληνισμὸν οὐκ
ἰσχύοντες ἀρτιστομεῖν, ὡς οὐδ’ ἡμεῖς ἐν ταῖς ἐκείνων διαλέκτοις.
Και λίγο παρακάτω: ………………………..
ἀπὸ δὲ τῆς αὐτῆς αἰτίας καὶ τὸ βαρβαρίζειν λέγεται· καὶ γὰρ τοῦτο ἐπὶ τῶν κακῶς
ἑλληνιζόντων εἰώθαμεν λέγειν, οὐκ ἐπὶ τῶν καριστὶ λαλούντων. οὕτως οὖν καὶ τὸ βαρβαροφωνεῖν καὶ τοὺς βαρβαροφώνους δεκτέον τοὺς κακῶς ἑλληνίζοντας·
Βλέπομε πως η λέξη Ελληνισμός σήμαινε πάντα και επιμένει να σημαίνει την μίμηση των Ελλήνων. Ο λόγος των Ελλήνων είναι αμίμητος επειδή είναι γόνιμος. Η μίμηση είναι επανάληψη των φαινομένων και όχι των ουσιαστικών. Οι Έλληνες δεν Ελληνίζουν.
Φάνηκε, θαρρώ, το πόσο δύσκολο είναι να απαλείψει κανείς λέξεις σαν τον πολιτισμό ή τον Ελληνισμό από το λόγο του, όσο κι αν η ιστορία του το επιβάλει. Τέτοιες λέξεις είναι πολλές. Ο Ελληνικός λόγος έχει μια δομή τέτοια που επιτρέπει να ανάγονται οι λέξεις του σε ελάχιστες ικανές να αναπαράγουν το σύνολο των δυνατών λέξεων. Την ιδιότητα αυτή την έχει ο Ελληνικός λόγος είτε θέλουμε είτε δεν θέλουμε. Ο Ελληνικός λόγος μπορεί να λειτουργήσει συνεκτικά γιατρεύοντας τις πληγές και τις αρρώστιες του. Η ίαση του λόγου των Ελλήνων είναι δουλειά των ποιητών, των μηχανικών και των μαστόρων.