Η Τέχνη, ως προϊόν έκφρασης και εργασίας του καλλιτέχνη, επιδρά πολύπλευρα στην καθημερινή ζωή του ανθρώπου. Τόσο στον ηθικό και πνευματικό τομέα, όσο και στον υλικό. Η Τέχνη επηρεάζει το θεσμικό και το ιδεολογικό πλαίσιο της εκάστοτε εποχής, το οργανωμένο κράτος και το Δίκαιο, και διαμορφώνει τις συνθήκες για μιαν υλική πρόοδο και πνευματική ευημερία. Και τούτο μπορεί να συμβεί με όλες τις μορφές Τέχνης, που απευθύνονται σε κάθε μεμονωμένο άνθρωπο με το ιδιαίτερό του σύστημα ηθικών και πνευματικών «πιστεύω», αξιών και γνώσεων και σε κάθε σύνολο ανθρώπων, όπως π.χ. μια μουσική σύνθεση, μια εικαστική (ζωγραφική, γλυπτική, χαρακτική κ.α.) δημιουργία, ένα κινηματογραφικό φιλμ, ακόμα και μια φωτογραφία.
Όμως η επίδραση του καλλιτέχνη είναι στενά συνυφασμένη με την αξία του έργου του, αλλά και με την αξία του ίδιου του καλλιτέχνη. Γιατί, όσο πιο άξιος είναι ο δημιουργός, τόσο πιο πολύ και πολλή έχουν απήχηση τα μηνύματα που περνά, έμμεσα ή άμεσα, μέσα από το έργο του προς τους φιλότεχνους και μη. Ο καλλιτέχνης, λοιπόν, οφείλει, εάν θέλει να ασκεί επίδραση στον τρόπο που ζούνε, δρουν και σκέπτονται η κοινωνία και οι ομάδες, να ξεπερνά ηθικούς φραγμούς και παρωχημένες προκαταλήψεις, αλλά μέσα από το έργο του να φανερώνει διαρκώς όχι το συμβιβασμό, αλλά την ανάγκη για αλλαγή και νέα πνοή.
Για να το πετύχει αυτό ο καλλιτέχνης, δεν πρέπει να παρασύρεται από τη δουλοπρέπεια και το εφήμερο κέρδος, αλλά να θυμάται πάντα πως σκοπός της Τέχνης θα πρέπει να είναι να υπηρετεί το άτομο στις διάφορες εκδηλώσεις της ζωής και, συνάμα, να εκφράζει το ωραίο και ό,τι είναι αντικειμενικά αποδεχτό.
Όταν γίνεται λόγος για κάτι «αντικειμενικά αποδεχτό», τούτο δεν αφορά μόνο κάποιες ιδέες ή βιοθεωρίες περί δημόσιας και ιδιωτικής ζωής (θρησκεία π.χ. ή επιστημονικά θέσφατα), οι οποίες ξεκινούν από την επιστημονική ή πνευματική «οικογένεια» μιας κοινωνίας ή μια συγκεκριμένη οικονομικοκοινωνική τάξη και διαδίδονται, μέσω διάφορων τρόπων και με διάφορα μέσα (ΜΜΕ, Internet), στο υπόλοιπο πλήθος. Είναι συχνότατα και ο τρόπος που ερμηνεύουν και αποδέχονται, υπό το πρίσμα των κοινωνικών κανόνων, όσοι συναπαρτίζουν το πλήθος τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους ως μελών ενός οργανωμένου συνόλου.
Το πλήθος, λοιπόν, έχει, όχι σπάνια, την «αξίωση» από τον καλλιτέχνη ν’ ανταποκριθεί στα μηνύματα του καιρού του και να προσφέρει τη βοήθειά του στις δυσκολίες που συναντά, καθημερινά, στο δρόμο του. Να ζει μέσα στο σύνολο και να του συμπαραστέκεται στα καθημερινά εμπόδια. Μιαν αξίωση, που θυμίζει την προσέλευση των Θηβαίων στον Οιδίποδα και την ικεσία τους για βοήθεια ενάντια στο φονικό λοιμό (Σοφοκλέους, «Οιδίπους Τύραννος»). Για το μέσο άνθρωπο, αυτό, δηλαδή, σημαίνει εκπλήρωση του χρέους του ανώτερου, πνευματικά και ηθικά, ανθρώπου προς την κοινωνία σε περιπτώσεις, όπως οι «ηθικά σαπισμένες» κοινωνίες ή τα ολοκληρωτικά καθεστώτα ή τα πολιτεύματα της βίας και της αναρχίας που δεν μπορεί ο απλός άνθρωπος ν’ αντιταχτεί είτε ενάντια στον κρατικό δυνάστη είτε στις διάφορες μορφές βίας, που, παρ’ όλη την εξέλιξη του ανθρώπου, εξακολουθούν να τον καταδυναστεύουν.
Το χρέος τούτο, όπως το αντιλαμβάνεται ο μέσος άνθρωπος, είναι απαράβατο, αλλά και υποχρεωτικό. Όμως, ο καλλιτέχνης το νιώθει περισσότερο σαν ένα αποφασιστικό δίλημμα στη ζωή και στο έργο του, το οποίο καλείται να καθορίσει και την επίδραση που θα έχει στο λαό. Το δίλημμα, στο οποίο βρίσκεται, είναι: Να θυσιάσει την ποιότητα του έργου του, για να υπηρετήσει δουλοπρεπώς ό,τι θα του εξασφαλίσει μόνο τα πρόσκαιρα προς τα ζην; Ή να αγωνίζεται να δημιουργήσει ανώτερο έργο, που θα έχει επίδραση στην κοινωνία και θα εξωθήσει το λαό σε νέους αγώνες για ανατροπή όποιου «σάπιου κατεστημένου» και καθεστώτος περιορίζει την ελεύθερη έκφρασή του ή τις επιλογές του και καταπιέζει τους πολίτες ή τους κρατά στα «σκοτάδια» της αμάθειας και τους εκμεταλλεύεται αχόρταγα και με κάθε τρόπο;
Όπου το ωραίο παύει να είναι σκοπός του καλλιτέχνη, εκεί παύει να υπάρχει Τέχνη ή μ’ άλλα λόγια, αυτή εκχυδαΐζεται, γίνεται εφήμερο και ευτελές… εμπόρευμα, που πλαταίνει, αντί να περιορίζει, το χάσμα ανάμεσα στις λαϊκές τάξεις και όσους έχουν την πολιτική και οικονομική δύναμη. Το ωραίο, δηλαδή, ό,τι -χωρίς να φτάνει στα άκρα- τέρπει όλες τις αισθήσεις και, συνάμα, ευαισθητοποιεί και ενεργοποιεί τον ψυχικό κόσμο και, επιπλέον, διδάσκει το νου του ανθρώπου, αν και πολλοί δυσκολεύονται, για υποκειμενικούς λόγους (παιδεία, καταγωγή, κοινωνική τάξη κ.α.), να συνταυτιστούν ως ποιο θεωρείται και ποιο απ’ όσα μας περιβάλλουν είναι το αντικειμενικά ωραίο, πρέπει να ‘ναι το γνώρισμα κάθε καλλιτεχνήματος! Δεν αρκεί, όμως, μόνον αυτό… Τι εννοώ; Οσάκις δεν προτάσσονται η Αλήθεια και το Δίκαιο, η Τέχνη δεν οδηγεί τους ανθρώπους στην ελευθερία, αλλά, ως υπηρέτης όσων καταστρατηγούν κάθε ανθρώπινο δικαίωμα και καταπατούν την αξιοπρέπεια των συνανθρώπων τους, τους κρατά στη σκλαβιά.
Τι χρειάζεται, λοιπόν, η ανθρώπινη κοινωνία; Μια Τέχνη πρωτοπόρο των κοινωνικών αγώνων, υπέρ, ταυτόχρονα, και της Αλήθειας και του Ωραίου. Ιδίως στις ημέρες μας, όπου οι κοινωνικές ανισότητες έχουν διογκωθεί εις βάρος των λαϊκών τάξεων και, συνάμα, «τα πατερναλιστικά κηρύγματα», η υποκρισία, η κακογουστιά και το ψέμα κυριαρχούν, έτσι δεν είναι;
* Ο Γεώργιος Η. Ορφανός είναι υποψήφιος διδάκτωρ
στο Τμήμα Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής του Α.Π.Θ., φιλόλογος,
Msc Διαχ/σης Πολιτιστικής Κληρονομιάς