Μέρος Β’
Στο πρώτο μέρος του, περί της Έκθεσης Πισσαρίδη (Σχέδιο Ανάπτυξης για την Ελληνική Οικονομία – Ενδιάμεση Έκθεση) αναγνώσματος, τονίσαμε ότι πρόκειται για ένα καθοριστικό κείμενο για το προσεχές μέλλον, για το οποίο θα πρέπει κανείς να έχει και μια σφαιρική ενημέρωση και αντίστοιχα ολοκληρωμένη άποψη. Σε αυτό το Β’ μέρος, θα ομαδοποιήσουμε τις προτάσεις που περιέχει σε θεματικούς άξονες και θα επιχειρήσουμε μία συνοπτική αποτίμησή τους, κυρίως από τη σκοπιά της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας αλλά και εργασίας.
Ι. Δημοσιονομικά
Στην έκθεση διαπιστώνεται ότι:
- Η διεύρυνση της φορολογικής βάσης (σημαντικός στόχος) αποτελεί μίαν αργή διαδικασία υπό την παρούσα κατάσταση της ελληνικής οικονομίας. Συνεπώς, ως άμεση προτεραιότητα τίθεται η μείωση του βάρους στη μισθωτή εργασία. Ως εκ τούτου, η όποια μελλοντική μείωση των φόρων στην κατανάλωση (ΦΠΑ), όπως και στην περιουσία, μετατίθεται χρονικά. Από αυτό προκύπτει η προτεινόμενη (σχετική) μετατόπιση του φορολογικού βάρους από την εργασία στην κατανάλωση, προφανώς συνδυαζόμενη με κάποιας μορφής ενίσχυση της υποστήριξης των αδύναμων πολιτών με επιδόματα ή/και κάποιο ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα. Εάν όμως πρόκειται για «παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος», τότε το πρόβλημα της μειωμένης ανταγωνιστικότητας λόγω κόστους λειτουργίας μετατοπίζεται κυρίως προς τους αυτοαπασχολούμενους και τις επιχειρήσεις με μικρό αριθμό εργαζομένων. Αυτές οι επιχειρήσεις θα δουν μια μικρή σχετικά ωφέλεια, αλλά πιθανότατα και μία περαιτέρω συμπίεση του τζίρου τους λόγω των φορολογικών επιβαρύνσεων στην κατανάλωση.
- Αναμόρφωση των φορολογικών συντελεστών και των φορολογικών κλιμακίων εισοδήματος στην κατεύθυνση της περαιτέρω απλοποίησης. Προς τη σωστή κατεύθυνση η πρόταση, περιμένουμε την εξειδίκευση της.
- Εξομοίωση και ενιαία φορολογική μεταχείριση των εισοδημάτων από διαφορετικές πηγές, ώστε να μην καταστρατηγείται και η έννοια της προοδευτικότητας της φορολογικής κλίμακας. Φανερά, αυτό θα οδηγήσει σε αύξηση της συνολικής επιβάρυνσης στα μεσαία εισοδήματα (πχ με έσοδα από ενοίκια – αγροτικά εισοδήματα).
- Σταδιακή μεταφορά του ΕΝΦΙΑ σε τοπικό επίπεδο, με αντίστοιχη προσαρμογή των μεταβιβάσεων από την κεντρική κυβέρνηση προς τους ΟΤΑ. Σε πρώτο επίπεδο φαίνεται ως μέτρο υπέρ της αποκέντρωσης της διοίκησης, αλλά τι θα συμβεί με τους «μικρούς – φτωχούς» Δήμους;
- Ευνοϊκότερη φορολογική μεταχείριση των επενδύσεων των επιχειρήσεων σε μηχανολογικό εξοπλισμό (αποσβέσεις κλπ). Θετικό μέτρο, όπως και το επόμενο, το οποίο άλλωστε αποτελούσε και για εμάς πάγιο ζητούμενο.
- Σταθερό φορολογικό πλαίσιο για τις επιχειρήσεις (ρήτρα φορολ. σταθερότητας για νέες επενδύσεις).
ΙΙ. Ανταγωνιστικότητα Οικονομίας-Επιχειρήσεων
- Άρση αντικινήτρων για τη μεγέθυνση εταιρειών εντός της χώρας. Πρόκριση των συγχωνεύσεων ως μέσο αντιμετώπισης της κρίσης.
- Ενίσχυση αποταμίευσης νοικοκυριών με κίνητρα για μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες επενδύσεις μέσω της ελληνικής κεφαλαιαγοράς και ειδικών επενδύσεων.
- «Διευκόλυνση της κινητικότητας» των εργαζομένων ανάμεσα σε κλάδους και επιχειρήσεις. Διευκόλυνση για ελαστικότερες εργασιακές σχέσεις.
- Αναδιάρθρωση του πτωχευτικού δικαίου και της δικαιοσύνης στην κατεύθυνση της εξυπηρέτησης των οικονομικών υποθέσεων. Η δημιουργία ειδικής οικονομικής δικαιοσύνης με υποχρέωση να διεκπεραιώνει τις υποθέσεις εντός 12μηνου το μέγιστο.
- Ενίσχυση κινήτρων για συρρίκνωση της παραοικονομίας, στοχευμένη χρήση ηλεκτρονικών πληρωμών κλπ.
- Ανάπτυξη υποδομών μέσω δημόσιων επενδύσεων και κινητοποίησης ιδιωτικών κατά προτεραιότητα σε (α) ψηφιακές τεχνολογίες και συστήματα, (β) πράσινη ανάπτυξη και περιβαλλοντική αναβάθμιση, (γ) διαχείριση αποβλήτων, (δ) μεταφορές (ε) αναβάθμιση υποδομών για τον εισερχόμενο τουρισμό.
Σχολιασμός: Ι. για την έκθεση, το υψηλό ποσοστό μικρών και ατομικών επιχειρήσεων στο επιχειρηματικό μοντέλο της χώρας μας, αποτελεί πρόβλημα ως προς την προσπάθεια για αύξηση της παραγωγικότητας και της εξωστρέφειας. Θεωρεί επίσης ότι ο κατακερματισμός των ενισχύσεων – κινήτρων σε πολλές μικρές θα πρέπει να αλλάξει, προς την κατεύθυνση της ενθάρρυνσης δημιουργίας «Leaders». Θεωρούμε εδώ ότι είναι σημαντικό να αποσαφηνιστεί το πως θα γίνει αυτό, δηλαδή είτε με την παροχή κινήτρων για την προώθηση συγχωνεύσεων και συνεργασιών μεταξύ μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, είτε μέσω κινήτρων για τη δημιουργία δικτύων (clusters) ανεξάρτητων επιχειρήσεων, είτε μέσω (Δαρβινικής;) απορρόφησής των μικρών από τους ισχυρότερους – μεγαλύτερους ανταγωνιστές τους κάτι που και άλλες φορές έχει επιχειρηθεί.
Αγνοείται όμως εδώ η ιστορική εξέλιξη της επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα όπως και ότι ένας μεγάλος αριθμός μικρών επιχειρήσεων έχει αναπτυχθεί γύρω από το οικοσύστημα του Τουρισμού (μικρά καταλύματα, εστίαση, λιανικό εμπόριο, μικρή μεταποίηση κτλ). Κάτι που επίσης συμβαίνει νομοτελειακά, από την ιδιαιτερότητα της χωρικής κατανομής του πληθυσμού στη χώρα (ορεινότητα, νησιωτικότητα κτλ). Δηλαδή, δεν λαμβάνεται υπ’ όψιν ένα σημαντικό τμήμα αυτού που συνιστά το «Ελληνικό οικονομικό μοντέλο», και οι αναγκαιότητες που οδήγησαν στην διαμόρφωση του.
ΙΙ. Ενώ κύρια συνισταμένη της έκθεσης είναι η αναφορά του ότι η σημαντικότερη από παθογένειες της ελληνικής οικονομίας είναι η χαμηλή της παραγωγικότητα (γεγονός), δεν επεξηγεί επαρκώς ότι αυτή, στο μέγιστο της τμήμα οφείλεται σε: α) στην καταστροφική μείωση των επενδύσεων παγίων που ακολούθησε την μείωση της ζήτησης – και ήταν αυτή που επέδρασε καθοριστικά στη μείωση της παραγωγικότητας (και όχι το μέγεθος των επιχειρήσεων), β) στη (μνημονιακή) μείωση των μισθών και συντάξεων και την αύξηση της ανεργίας, που οδήγησε τμήμα του επιστημονικού μας δυναμικού στο εξωτερικό και τέλος γ) στην αύξηση των επιβαρύνσεων (φόροι) και της υπερχρέωσης των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, η οποία, εκτός των άλλων, χαμήλωσε δραματικά κάθε δείκτη επιχειρηματικού και καταναλωτικού κλίματος – βλ. διάθεση για ανάληψη ρίσκου και υλοποίησης επενδύσεων.
ΙΙΙ. Επενδύσεις σε ψηφιακές τεχνολογίες, πράσινη ανάπτυξη, διαχείριση αποβλήτων και υποδομές: σαφώς οι προτάσεις είναι εδώ προς τη σωστή κατεύθυνση, όμως αυτό που τελικά μετράει περισσότερο είναι το επιμέρους μίγμα της αναπτυξιακής κατεύθυνσης των πόρων. Θέλουμε ισόρροπη χωρικά ανάπτυξη, εκμεταλλευόμενοι τα επιμέρους αναπτυξιακά μας χαρακτηριστικά, ή ενθάρρυνση της δημιουργίας «γιγάντων»; Το αναφέρουμε αυτό διότι η ύπαρξη συνθηκών ολιγοπωλίου, όπως για παράδειγμα στην αγορά των υπηρεσιών τηλεπικοινωνιών, αερομεταφορών κ.α., δεν οδήγησε εν τέλει σε ιδιαίτερα επωφελή (για τον καταναλωτή) ανταγωνισμό.
ΙV. Ρυθμίσεις της αγοράς εργασίας: άλλο ρύθμιση και άλλο απορρύθμιση. Η ευέλικτη αγορά εργασίας καθώς και η ευκολότερη μετακίνηση μεταξύ κλάδων, μπορεί μεν να ακούγονται εύηχα, όμως δεν θα πρέπει να οδηγήσουν σε περεταίρω συμπίεση του εισοδήματος από την εργασία, όπως και σε αύξηση της άτυπης απασχόλησης. Υπάρχει πράγματι θέμα με την υποαπασχόληση και με την ανισότητα σε εργασιακά δικαιώματα και αμοιβές, συμφωνούμε επ‘ αυτού. Τώρα, εάν αυτό θεραπεύεται με εμμονή στις «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις» και σε ακόμα μεγαλύτερη ένταση της «ευελιξίας» της εργασιακής κινητικότητας και του χρόνου εργασίας, είναι κάτι που μένει να αποδειχθεί.
ΙΙΙ. Δημόσια Διοίκηση
Είναι ίσως το τμήμα των στόχων της έκθεσης το οποίο μας βρίσκει περισσότερο σύμφωνους, χωρίς σημαντικές ενστάσεις από μέρους μας:
- Στο δημόσιο τομέα προτείνεται η καθολική εφαρμογή της αξιολόγησης.
- Αλλαγή τρόπου επιλογής στελεχών σε διοικητικές θέσεις του δημόσιου τομέα μέσω της αύξησης της θητείας και της κινητικότητας στις ανώτερες διοικητικές θέσεις.
- Αναδιάρθρωση του συστήματος υγείας. Εξορθολογισμός της δημόσιας δαπάνης προμηθειών φαρμάκων και υλικών.
- Ψηφιακός μετασχηματισμός της δημόσιας διοίκησης.
ΙV. Εκπαίδευση-Έρευνα
- Εκπαίδευση στις ψηφιακές δεξιότητες με αναδιοργάνωση του σχολικού προγράμματος σπουδών για Α/θμια και Β/θμια.
- Αξιολόγηση των σχολικών μονάδων και πέρασμα στους Δήμους της συνολικής λειτουργίας του σχολείου (πόροι, χρηματοδοτήσεις, προσωπικό).
- Ριζική αναβάθμιση του συστήματος κατάρτισης για ανέργους και για εργαζόμενους.
- Ενίσχυση της έρευνας και της καινοτομίας μέσω της άρσης των αγκυλώσεων. Κίνητρα για έρευνα στις επιχειρήσεις.
Σχολιασμός: Πράγματι, η έκθεση δίνει μεγάλη έμφαση στη βελτίωση της ποιότητας της εκπαίδευσης σε όλα τα επίπεδα, καθώς και την επείγουσα και καθολική αναγκαιότητα απόκτησης ορισμένων δεξιοτήτων, όπως οι ψηφιακές. Επίσης κατατάσσουμε στα θετικά της έκθεσης την καθολική αξιολόγηση των σχολικών μονάδων (το πέρασμα των αρμοδιοτήτων στους δήμους και η εύρεση των πόρων χρηματοδότησής τους, δεν είναι του παρόντος), τη μεγαλύτερη ένταξη των γυναικών στην αγορά εργασίας και φυσικά την ενίσχυση, αποτελεσματικό συντονισμό και αντιστοίχιση της έρευνας με τις ανάγκες της κοινωνίας.
Η αναφορά στην τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση όμως, περιορίζεται σε μία γενικόλογη σύσταση του να εξετασθεί η ίδρυση δικτύου πρότυπων Επαγγελματικών Λυκείων, η στήριξη και επέκταση της μαθητείας στα ΕΠΑΛ, και η επέκταση του δικτύου των ΙΕΚ. Στο τμήμα αυτό θα έπρεπε νομίζουμε να υπάρχουν ρητές διατυπώσεις για την αντιμετώπιση χρόνιων, γνωστών στρεβλώσεων, όπως πχ την μη ύπαρξη Αγροτικού ή/και κτηνοτροφικού Γυμνασίου, ή αντίστοιχα Ναυτικού ή Τουριστικού ή Εμπορικού Λυκείου, που με κάποια μορφή υπήρχαν ήδη εκατό χρόνια πριν, ενώ προς ώρας οι σχετικές ανάγκες καλύπτονται από δομές τύπου ΙΕΚ.
Με δεδομένο το ότι η Ελλάδα έχει από τα χαμηλότερα ποσοστά δια βίου μάθησης στην Ε. Ένωση, θεωρούμε σημαντική την υποστήριξη των επιχειρήσεων για την επανακατάρτιση και πιστοποίηση των δεξιοτήτων των εργαζομένων τους. Οι ενστάσεις μας αφορούν κυρίως στο ότι, ενώ η ανάγκη βελτίωσης των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού μέσω της δια βίου κατάρτισης διατυπώνεται σαφώς, διαφαίνεται μία απροθυμία ως προς τη συνέχιση των πολιτικών και προγραμμάτων δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας, ακόμα και αυτών που απευθύνονται στον κοινωνικό τομέα της οικονομίας. Επίσης διαφαίνεται μία προτεινόμενη εκ βάθρων αλλαγή του σημερινού χαρακτήρα του ΟΑΕΔ, χωρίς όμως να ξεκαθαρίζεται εάν ο ρόλος του θα περιοριστεί απλώς σε υπηρεσίες, εκπαιδευτικές συμβουλευτικές ή συντονιστικές, ως προς τους φορείς παροχής υπηρεσιών κατάρτισης.
Επίσης συναφές είναι το γεγονός ότι ενώ η έκθεση φιλοδοξεί να αποτελέσει έναν οδηγό για την Ανάπτυξη, απουσιάζουν από αυτήν σχεδόν παντελώς οι αναφορές στην κοινωνική διάσταση της Ανάπτυξης αυτής. Αυτή η διάσταση είναι που ενδιαφέρει πρώτιστα τον Ελληνικό λαό και χωρίς αυτήν η έκθεση κινδυνεύει να μετατραπεί σε ένα αποσπασματικό, χρησιμοποιούμενο κατά το δοκούν «εργαλείο» – αντίστοιχο αυτών του ΟΟΣΑ που είχαμε την ευτυχία να γνωρίσουμε στο πρόσφατο παρελθόν.
Κλείνοντας πρέπει να αναφέρουμε ότι, οι ευρύτερες προκλήσεις για την ελληνική οικονομία και την επιχειρηματικότητα, όπως άλλωστε τις έχουμε κατά καιρούς επισημάνει και ως ΕΣΕΕ είναι:
Η κλιματική αλλαγή, η ψηφιακή τεχνολογία και η αυτοματοποίηση, η δομή του Παγκόσμιου Εμπορίου, αλλά και η αυτοματοποίηση της παραγωγής μέσω ρομποτικής, είναι σίγουρο ότι πρόκειται να επεκταθούν και να αλλάξουν τον τομέα των υπηρεσιών και του λιανικού εμπορίου. Θα πρέπει να προσθέσουμε στην εξίσωση και τις αλλαγές συμπεριφοράς που θα έχει επιφέρει παντού η πανδημία.
Για εμάς όμως, εκτός από απειλές, όλα αυτά αποτελούν και πρόκληση αλλά και ευκαιρία να δημιουργήσουμε επιτέλους τα επιμέρους brand «Made in Greece» – όπως λέμε και στο Αμάρι. Ανεξάρτητα από τις πολιτικές που προτείνει η έκθεση, θα πρέπει να πράξουμε όλα αυτά που απαιτούνται, αξιοποιώντας παραδείγματα και καλές πρακτικές ώστε να μπορέσουμε επιτέλους να απευθυνθούμε σε αγορές υψηλής προστιθέμενης αξίας και να σπάσουμε τον φαύλο κύκλο χαμηλής ανταγωνιστικότητας – χαμηλής παραγωγικότητας – εξάρτησης από αστάθμητες μεταβλητές.
Πρόσχωμεν… για όσους δεν το γνωρίζουν, στη Νέα Ελληνική σημαίνει: ας προσέξουμε.