Η μόνη ελπίδα
Θέλω κάπου ν’ ακουμπήσω, σταθερά να κρατηθώ
γιατί μ’ έχουνε ζαλίσει και θαρρώ πως θα χαθώ.
Μα οπουδήποτε κουμπήσω είν’ αντικατοπτρισμός
και έτσι χάνεται μαζί του κι ο δικός μου ο σωσμός.
Ακουμπάω στα παιδιά μου, έχουν εξαφανιστεί,
ακουμπάω στην κυρά μου, μα δεν μου ‘μεινε πιστή.
Ακουμπώ στους συγγενείς μου, έχουμ’ αποξενωθεί
ακουμπώ στους γείτονές μου, με ‘χουν όλοι σιχαθεί.
Ακουμπώ στους φίλους όλους μα με λεν ρομαντικό
γιατί φίλοι δεν υπάρχουν ούτε μες το λεξικό.
Ακουμπώ στην Εκκλησία μα ‘χει η δόλια κορεσθεί
από δύστυχους μιλιούνια που της έχουν φορτωθεί.
Ακουμπάω στην Ελλάδα μα μου λέει «Εαυτό(ν)
πως δεν δύναται στηρίξει…» και αλλού να στηριχτώ.
Κι ειν’ η μόνη μου ελπίδα Κάποιος που ‘χει σταυρωθεί
από μένα… ο Χριστός μας! τώρα που θα αναστηθεί.
Παύλος Πολυχρονάκης