Σε δεκαεννέα χρόνια και επτά μήνες καταδικάστηκε ο 57χρονος Βρετανός που βίαζε τα υιοθετημένα παιδιά με ομόφωνη απόφαση του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Ρεθύμνου, ενώ η 57χρονη σύζυγός του καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης ενός έτους.
Ειδικότερα, το Δικαστήριο έκρινε ομόφωνα ένοχο τον κατηγορούμενο για βιασμό (ποινή φυλάκισης 10 έτη) και ασέλγεια κατ’ εξακολούθηση (ποινή φυλάκισης 14 έτη), καθώς και για την ενδοοικογενειακή βλάβη (ένα έτος), ενώ καταδικάστηκε για την κατηγορία της ενδοοικογενειακή απειλής (2 μήνες) με ψήφους 4-3, καθώς και διετή στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων. Το Δικαστήριο ομόφωνα αποφάσισε η έφεση να μην έχει αναστέλλουσα δύναμη, ενώ δεν του αναγνωρίστηκε το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου με ψήφους πέντε δυο.
Η σύζυγός του Τζούλι κρίθηκε ομόφωνα ατιμώρητη για την υπόθαλψη εγκληματία, ομόφωνα ένοχη για την ενδοοικογενειακή βλάβη (1 έτος), ενώ αθώα για το αδίκημα της απειλής με ψήφους 4-3.
Νωρίτερα, την ενοχή του κατηγορούμενου 56χρονου Εγγλέζου είχε προτείνει και ο Εισαγγελέας της έδρας του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Ρεθύμνου.
Ειδικότερα, ο Εισαγγελέας πρότεινε την ενοχή του για όλες τις κατηγορίες. δηλαδή: για βιασμό κατ’ εξακολούθηση, κατάχρηση ανηλίκου σε ασέλγεια κατ’ εξακολούθηση από οικείο πρόσωπο, ενδοοικογενειακή απειλή και ενδοοικογενειακή βία εις βάρος και των πέντε υιοθετημένων παιδιών.
Σε ότι αφορά την 57χρονη σύζυγο του παραπάνω και θετή μητέρα των παιδιών ο Εισαγγελέας πρότεινε την απαλλαγή της από την κατηγορία της υπόθαλψης εγκληματία, καθώς όπως ανέφερε δεν προέκυψε από την ακροαματική διαδικασία το αδίκημα, πρότεινε όμως την ενοχή της για ενδοοικογενειακή απειλή και ενδοοικογενειακή βία εις βάρος των πέντε υιοθετημένων παιδιών.
Ανέκφραστος εμφανίστηκε ο κατηγορούμενος καθ’ όλη τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας όσο και στο άκουσμα της απόφασης του δικαστηρίου, ενώ επέστρεψε στις φυλακές.
Κατά τη διάρκεια της μακράς ακροαματικής διαδικασίας που ξεκίνησε στις 9:00 το πρωί και ολοκληρώθηκε στις 7:30 το απόγευμα αποκαλύφθηκε το μαρτύριο που ζούσαν τα πέντε αδέλφια κατά τη παραμονή τους στον Ταυρωνίτη Χανίων από το 2007 έως και το 2015. Καταθέσεις που συγκλόνισαν και ανατριχιαστικές λεπτομέρειες για τη βιαιότητα αλλά και τα αρρωστημένα πάθη του πατέρα, που είχε υιοθετήσει συνολικά πέντε παιδιά, αφού ο ίδιος και η σύζυγός του δεν μπορούσαν να κάνουν.
Ήρθαν στην Ελλάδα από την Αγγλία το 2007, δεν εργάστηκαν ποτέ, όμως ζούσαν μέσα στην πολυτέλεια από την επιδότηση που λάμβαναν από τις βρετανικές αρχές, όπως προβλέπει στις περιπτώσεις υιοθεσίας η αγγλική νομοθεσία. Οι περιγραφές των μαρτύρων προκάλεσαν ρίγη στο ακροατήριο για το πως ο κατηγορούμενος πίσω από τη «μάσκα» των υλικών αγαθών βίαζε, ασελγούσε και χτυπούσε χωρίς αφορμή τα ανήλικα παιδιά του. Τα δυο μεγαλύτερα αδέλφια η Τζέιντ και ο Ράιαν, 20 και 19 ετών αντίστοιχα κατέθεσαν στο Δικαστήριο ζητώντας την καταδίκη του πατέρα τους. Ως πολιτική αγωγή παρέστη και κοινωνική λειτουργός από το Χαμόγελο του Παιδιού στην Κόρινθο, όπου φιλοξενούνται τους τελευταίους 14 μήνες τα τρία μικρότερα παιδιά. Μάρτυρες ήταν ακόμα και δυο γειτόνισσες, οι οποίες μίλησαν για τα όσα έβλεπαν να εξελίσσονται στην γειτονιά, αλλά και τα όσα τα δυο παιδιά (τα κορίτσια) τους εξομολογήθηκαν.
Στο ακροατήριο βρεθήκαν και η πρόξενος της Αγγλίας στην Κρήτη και ανταποκριτής του BBC, αλλά και φίλοι των παιδιών που παρακολουθούσαν τη δίκη.
Ν. Ψυλλάκης: «Η απόφαση δικαιώνει τις προσδοκίες των παιδιών»
Ο συνήγορος πολιτικής αγωγής Νότης Ψυλλάκης εξέφρασε την πλήρη ικανοποίησή του για την απόφαση του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου και μεταξύ άλλων σε σχετικές δηλώσεις του ανέφερε: «Είχαμε μια μακρά και ενδελεχή διαδικασία. Θεωρούμε ότι με την απόφασή του το Δικαστήριο απέδωσε πλήρως δικαιοσύνη. Απορρίφθηκαν στο σύνολό τους οι κίβδηλοι ισχυρισμοί του κατηγορούμενου και της κατηγορούμενης συζύγου του. Το Δικαστήριο τον καταδίκασε και για τις δυο κακουργηματικές πράξεις χωρίς αναγνώριση ελαφρυντικών. Επιτέλους αυτή η κτηνωδία, την οποία έζησαν τα πέντε ανήλικα θετά παιδιά τους, αυτή η κατάσταση απόλυτης δυστροπίας την οποία είχαν δημιουργήσει σε βάρος τους έλαβε τέλος με ένα τρόπο που δικαιώνει και τις προσδοκίες των παιδιών και σε κάθε περίπτωση χαστουκίζει τις ειδεχθείς πράξεις κυρίως του πρώτου δράστη αλλά βεβαίως και της μητέρας».
Τζέιντ: «Με βίαζε και με κακοποιούσε καθημερινά»
Η 20χρονη Τζέιντ ξεκίνησε την κατάθεσή της λέγοντας ότι ήρθαν με την οικογένειά της στον Ταυρωνίτη Χανίων το 2007, όταν εκείνη ήταν 13 ετών, ενώ περιέγραψε τη σκληρότητα με την οποία αντιμετωπιζόταν από τους δυο θετούς κατηγορουμένους γονείς της αναφέροντας πως την υποχρέωναν να κάνει όλες τις δουλειές του σπιτιού, κάποιες από αυτές μάλιστα πολύ βαριές για ένα παιδί, ενώ παράλληλα καθάριζε και δυο σπίτια γειτόνων και το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων που ελάμβανε κατατίθετο στο τραπεζικό λογαριασμό του πατέρα της. Στοργή και αγάπη δεν υπήρχε, όπως είπε χαρακτηριστικά ούτε από τον πατέρα αλλά ούτε από τη μητέρα της. Η ίδια περιέγραψε τον εφιάλτη που ζούσε στα χέρια του θετού της πατέρα, ο οποίος όπως είπε ξεκίνησε στα επτά της χρόνια στην Αγγλία, τότε που για πρώτη φορά την προσέλκυσε ερωτικά ο πατέρας της την ώρα που εκείνος έκανε μπάνιο. Στα 14 της δέχτηκε σεξουαλική επίθεση από τον 57χρονο την ώρα που εκείνη κοιμόταν. Όπως είπε ενώπιον του Δικαστηρίου ήταν μεθυσμένος, μπήκε στο δωμάτιό της και ξάπλωσε στο κρεβάτι χαϊδεύοντάς την στο στήθος και στα γεννητικά όργανα, ενώ στην συνέχεια προχώρησε σε ασελγείς πράξεις. Το ίδιο σκηνικό επαναλήφθηκε περίπου μια εβδομάδα αργότερα και έκτοτε συστηματικά τόσο στο σπίτι που διέμεναν όσο και στα σπίτια που η ίδια είχε αναλάβει να καθαρίζει. Όπως είπε εξαρχής ήταν τρομαγμένη και φοβισμένη υπομένοντας τον μαρτύριο από τον πατέρα της, ο οποίος σχεδόν καθημερινά τη βίαζε και την υποχρέωνε σε σεξουαλικές πράξεις για την προσωπική του ικανοποίηση. Η ίδια μίλησε για ένα οικογενειακό περιβάλλον στο οποίο κυριαρχούσε η βία απέναντι σε όλα τα παιδιά, χωρίς όπως είπε να συντρέχει ουσιαστικός λόγος. Η τιμωρία ερχόταν με το παραμικρό, ανέφερε: «Με είχε χτυπήσει στα χέρια, το πρόσωπο και μια μέρα μου πέταξε ένα μαχαίρι», ενώ ήταν βίαιος και επιθετικός απέναντι και στα άλλα παιδιά. Η ίδια μάλιστα έφερε ως παράδειγμα τη μικρότερη αδερφή, της οποίας το κεφάλι και τα φρύδια ο κατηγορούμενος ξύρισε επανειλημμένως για να τη συνετίσει. Η ενήλικη σήμερα κόρη του μίλησε για το περιστατικό που συνέβη σε καμπίνα πλοίου, όταν επέστρεφαν από την Αγγλία, όπου και εκεί δεν δίστασε ο πατέρας της να τη βιάσει. Όπως είπε τότε ο βιολογικός αδελφός της Ράιαν μπήκε στην καμπίνα και τους είδε και έσπευσε να ενημερώσει την μητέρα του. Όπως είπε έκτοτε η συμπεριφορά της μητέρας της άλλαξε και φερόταν σαν να τη μισούσε. Η 20χρονη ανέφερε ότι το 2014 είχε αναφέρει σε μια γειτόνισσά της, φίλη της και μάρτυρα στην υπόθεση ότι ο πατέρας της είχε κάποια σχέση τόσο με την ίδια όσο και με τη μικρότερη αδελφή της, την οποία είχε υποψιαστεί ότι επίσης θώπευε.
Ο συνήγορος υπεράσπισης του κατηγορούμενου Θωμάς Λεχωβίτης στις ερωτήσεις του προς τη μάρτυρα στάθηκε ιδιαίτερα στα υλικά αγαθά που οι δυο γονείς παρείχαν στα παιδιά. Αναφέρθηκε σε διακοπές που πραγματοποιούσαν οικογενειακώς σε Αυστραλία, Ινδία κτλ. σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές επισημαίνοντας ότι τα παιδιά ζούσαν άνετα σε μια πολυτελή κατοικία.
Ράιαν: «Τους μισούσα ήθελα να γίνω 18 χρονών να φύγω από το σπίτι»
Ο 19χρονος σήμερα Ράιαν περιέγραψε επίσης το περιβάλλον βίας στο οποίο ζούσαν τα πέντε παιδιά σε καθημερινή βάση. «Κάθε μέρα τουλάχιστον ένα από τα πέντε παιδιά τσακωνόταν με τους γονείς. Ήταν υπερβολικοί. Αργούσαμε 10 λεπτά και τρώγαμε ξύλο. Ένα βράδυ έπαιζα play station, μπήκε στο δωμάτιό μου ξαφνικά και μου πέταξε πάνω μου την τηλεόραση. Όλη μέρα καθόταν στον καναπέ και η θετή μητέρα μας στον ηλεκτρονικό υπολογιστή. Δεν μας μαγείρευαν, δεν μας φρόντιζαν. Το ρόλο της μάνας τον είχε η μεγαλύτερη αδελφή μου. Το μόνο που ήθελα ήταν να γίνω 18 χρονών και να φύγω από το σπίτι. Τους μισούσα» ανέφερε χαρακτηριστικά, ενώ περιέγραψε και μια άλλη σκηνή, όταν επέστρεψε σπίτι μετά από ένα πάρτι, όπου ο πατέρας του του ‘πε να μην ξαναγυρίσει εφόσον καθυστέρησε μια ώρα από την προκαθορισμένη. Τότε όπως ανέφερε εγκατέλειψε το πατρικό του και έμεινε σε ένα φίλο του στο Βάμο για τέσσερις μήνες. Όπως είπε τότε ήρθαν οι κοινωνικές υπηρεσίες από την Αγγλία για τα τρία μικρότερα παιδιά, εκείνος δεν ανέφερε τίποτα για τα όσα διαδραματίζονταν στο σπίτι, αφού την ώρα που μιλούσε με τους κοινωνικούς λειτουργούς ήταν μπροστά οι γονείς του και φοβήθηκε.
Ο 19χρονος αναφέρθηκε και στο περιστατικό της καμπίνας, όπου είδε γυμνό τον πατέρα του να είναι πάνω από την γυμνή αδελφή του. Έντρομος, όπως είπε, ενημέρωσε τη μητέρα του, η οποία όμως δεν τον πίστεψε. «Θέλεις να χωρίσεις την οικογένεια. Δεν μας αγαπάς» του απάντησε, όπως ανέφερε στην κατάθεσή του. Ο ίδιος υποστήριξε ότι και πριν από το περιστατικό της καμπίνας υποπτευόταν ότι κάτι συνέβαινε με τη μεγαλύτερη αδελφή και τον πατέρα, όχι όμως με τη μικρότερη. Ο ίδιος μίλησε για απειλητικά μηνύματα που δεχόταν στο facebook από τους γονείς, αλλά και σε ένα περιστατικό που ο πατέρας του, όπως είπε πήγε να τον σκοτώσει με το αυτοκίνητο και τον απείλησε ότι θα «επιστρέψει με την καραμπίνα». Ο νεαρός υποστήριξε ότι από τα 12 του εργάζονταν, ενώ ή μεγαλύτερη αδερφή του είχε το ρόλο της μητέρας. Αναφέρθηκε και εκείνος στις σκληρές τιμωρίες που δεχόταν η μικρότερη αδελφή του, την οποία την κλείδωσαν για μέρες σε ένα υπόγειο, χωρίς παράθυρο και της επέτρεπαν να βγαίνει μόνο για φαγητό, ενώ προηγουμένως την είχαν ξυρίσει γουλί. «Δεν έχει σταματήσει ακόμα ο φόβος μέσα μου. Κάθε μέρα ξυπνάω και τον βλέπω μπροστά μου».
Κοινωνική λειτουργός: «Πλέον τα παιδιά μπορούν να κάνουν όνειρα για το μέλλον»
Τα τρία μικρότερα αδέλφια φιλοξενούνται από τον περασμένο Φεβρουάριο στο Χαμόγελο του Παιδιού στην Κόρινθο. Η κοινωνική λειτουργός, που κατέθεσε στο Δικαστήριο, παριστάμενη ως πολιτική αγωγή μίλησε για τα παιδιά και κυρίως για την 15χρονη (τη μεγαλύτερη), η οποία όπως είπε, ανέφερε στους ψυχολόγους όλα όσα πέρασε στα χέρια του πατέρα της. Μίλησε για ένα παιδί με πολύ καλή ικανότητα διαπροσωπικής επαφής και πολύ καλή προσαρμογή, ενώ ξεκαθάρισε πως στα λεγόμενά της δεν υπάρχουν δείγματα μυθοπλασίας. Υποστήριξε πως κατά την άποψή της όλα όσα λέει το παιδί είναι αλήθεια. Ανέφερε μάλιστα πως η 15χρονη θέλει να επιστρέψει στην Κρήτη και πως επιθυμεί την καταδίκη του πατέρα της. Απαντώντας σε ερωτήσεις του συνηγόρου υπεράσπισης του κατηγορουμένου, η μάρτυρας τόνισε ότι τα παιδιά ένιωσαν ανακουφισμένα που έφυγαν από την οικογένειά του, όμως ένιωθαν ανασφάλεια για το τι θα ακολουθήσει, κάτι που χαρακτήρισε απόλυτα φυσιολογικό. «Δεν αποζητούν ποτέ το περιβάλλον του σπιτιού τους. Πλέον μπορούν να κάνουν όνειρα για το μέλλον» είπε και απέρριψε τα λεγόμενα του συνηγόρου υπεράσπισης για την 15χρονη κόρη τονίζοντας ότι είναι ένα παιδί συνεργάσιμο που δεν είχε ποτέ προκλητική συμπεριφορά.
«Έβαζαν τα παιδιά να κάνουν σκληρές δουλειές και τα κακοποιούσαν»
Οι δυο γειτόνισσες μάρτυρες της χθεσινής δίκης μίλησαν για όσα έβλεπαν γύρω τους, αλλά και για τα όσα τα δυο κορίτσια τους αποκάλυψαν για τον εφιάλτη που ζούσαν.
Η πρώτη γειτόνισσα μίλησε για τα όσα παρατηρούσε να εκτυλίσσονται στο διπλανό σπίτι στον Ταυρωνίτη Χανίων. «Στην αρχή άκουγα φωνές, όμως δεν έδωσα σημασία, αφού θεώρησα ότι καυγάδες υπάρχουν σε όλες τις οικογένειες, όμως, παραξενεύτηκα πολύ που έβλεπα τα μικρά παιδιά να κάνουν σκληρές δουλειές στο σπίτι. Μου ‘χε κάνει τρομερή εντύπωση που είδα ένα παιδί μόνο του να καθαρίζει τα κεραμίδια. Έβλεπα το ψυγείο που είχαν στο μπαλκόνι να είναι γεμάτο με αλκοολούχα ποτά». Η ίδια μίλησε για τη φιλική σχέση που είχε αναπτύξει με την 20χρονη σήμερα κόρη, αλλά και για το τροχαίο που σημειώθηκε το βράδυ του Ιανουαρίου έξω από το σπίτι, όταν ο κατηγορούμενος έχοντας καταναλώσει αλκοόλ επιχείρησε να φύγει μαζί με τα τρία παιδιά, αλλά και για τους πυροβολισμούς που ακούστηκαν. Αυτό ήταν και το περιστατικό που οδήγησε στην αποκάλυψη της φρικιαστικής υπόθεσης, αφού σε κατάθεσή της στην αστυνομία ανέφερε όλα όσα γνώριζε.
Στο ίδιο πλαίσιο κινήθηκε και η κατάθεση της δεύτερης γειτόνισσας, η οποία υποστήριξε πως αρχικά από μόνη της πλησίασε την 15χρονη κόρη, αφού σοκαρίστηκε βλέποντας ένα παιδάκι με ξυρισμένο κεφάλι. Την ρώτησε για τα μαλλιά της και το παιδί της εκμυστηρεύτηκε πως το κούρεψε ο μπαμπάς του, απλά για να το κοροϊδεύουν στο σχολείο. Η μάρτυρας είπε ότι είπε στο παιδί, αν χρειαστεί κάτι να της το ζητήσει. Η μικρή φαίνεται εμπιστεύτηκε τη γειτόνισσα που την πλησίασε και σύντομα της αποκάλυψε όλα όσα ζούσε με τον πατέρα της και τις ασελγείς πράξεις που υφίσταντο από εκείνον ακόμα και μπροστά στα άλλα παιδιά.
«Τα παιδιά λένε ψέματα» κατέθεσε η θεια
Η αδερφή της γυναίκας του κατηγορούμενου που κατέθεσε ως μάρτυρας υποστήριξε ότι η κατηγορούμενη δεν είναι καλά ψυχολογικά και σωματικά και πως ο γιατρός που την παρακολουθεί δεν της επέτρεψε να έρθει στο Δικαστήριο. Ανέφερε πως εργάζεται 12 ώρες για να στέλνει πράγματα στα παιδιά της στο Χαμόγελο του Παιδιού. «Είναι τραυματισμένη. Έχει χάσει τα πάντα, έχει χάσει τη ζωή της» είπε χαρακτηριστικά. Υποστήριξε ότι ο κατηγορούμενος πριν οκτώ χρόνια διαγνώστηκε με σακχαρώδη διαβήτη, με αποτέλεσμα, όπως είπε, να μην μπορούσε να συνευρεθεί ερωτικά με τη σύζυγό του. Είπε πως ο κατηγορούμενος για εκείνη είναι σαν πραγματικός αδελφός. «Τον αγαπώ πολύ, πιστεύω όλα όσα υποστηρίζει. Τα παιδιά λένε ψέματα. Δεν μου είναι συμπαθή, αλλά τα αγαπώ».
Αρνήθηκε τις κατηγορίες ο «πατέρας»
Απαθής τόσο κατά την προσαγωγή του στο Δικαστήριο όσο και κατά τη διάρκεια της πολύωρης ακροαματικής διαδικασίας εμφανίστηκε ο κατηγορούμενος, αρνούμενος τις κατηγορίες που του αποδίδονται. Κατά την απολογία του υποστήριξε ότι είναι αυστηρός αλλά δίκαιος. Αναφέρθηκε στα υλικά αγαθά που πρόσφερε στα παιδιά, ενώ επικαλέστηκε την ασθένεια του σακχαρώδη διαβήτη για να πείσει το Δικαστήριο ότι δεν μπορούσε να έχει σεξουαλικές επαφές. Όταν ρωτήθηκε αν έχει σχετικό αποδεικτικό έγγραφο από γιατρό για το πρόβλημά του, είπε πως όχι. Ισχυρίστηκε ότι τα παιδιά του ήταν καλά, όμως έλεγαν ψέματα τονίζοντας ότι όλα ξεκίνησαν όταν αποφάσισε να επιστρέψουν στην Αγγλία.