Για πολλά θέματα της ιστορίας και όλων των επιστημών, υπάρχουν αλληλοσυγκρουόμενες θεωρίες και απόψεις, γι’ αυτό και χρειάζεται νηφάλια και αντικειμενική προσέγγισή τους. Ένα απ’ αυτά τα θέματα είναι και ποιος πυρπόλησε το Αρκάδι, η θυσία του οποίου συγκλόνισε όλη την Ευρώπη και επιτάχυνε τη λύση του Κρητικού ζητήματος. Εμείς ερίζουμε για το ποιος ήταν ο πυρπολητής του Αρκαδίου, ενώ πάμπολλες πηγές, ελληνικές και τουρκικές μιλούν για πολλούς πυρπολητές.
Υπάρχουν επτά εκδοχές για τους πυρπολητές με αρκετές μαρτυρίες η κάθε μία. Ως πυρπολητές φέρονται 1. Ο Ηγούμενος Γαβριήλ (Μαρινάκης) 2. Ο αγωνιστής Κωνσταντίνος Γιαμπουδάκης από το Άδελε 3. Ο νεαρός δάσκαλος Εμμ. Σκουλάς από τ’ Ανώγεια 4. Ο αρχηγός Δράκος Ντελής (Τσιμπραγός), από τις Γωνιές Μαλεβιζίου. 5. Άγνωστος γέρος Ιερέας. 6. Άγνωστος καλόγερος βοηθός του Ηγουμένου Γαβριήλ. 7. Πολλοί οι πυρπολητές.
- 1. Για τον Ηγούμενο Γαβριήλ, υπάρχουν τρεις εκδοχές στην γραπτή και άγραφη παράδοση: α) Ότι ήταν ο πυρπολητής του Αρκαδίου ή ένας εκ των πυρπολητών υπάρχουν δε και σχετικοί πίνακες που τον απεικονίζουν. β) Ότι σκοτώθηκε κατά την εισβολή των Τούρκων στο Αρκάδι. γ) Ότι αυτοκτόνησε για να μη συλληφθεί και τον γδάρουν ζωντανό οι απόγονοι των αιμοσταγών Μογγόλων, όπως τον Δασκαλογιάννη. Άλλωστε τόσο ήταν το μένος τους εναντίον του, που το κεφάλι του πάνω σε πάσσαλο το περιέφεραν στα χωριά και στο Ρέθυμνο πανηγυρίζοντας. Στις 2 Δεκεμβρίου 1866 η εφημερίδα «Κλειώ», που εκτυπωνόταν στην Τεργέστη, δημοσίευσε επιστολή από τη Σύρο με τα γεγονότα. Η επιστολή είχε ημερομηνία 21 Νοεμβρίου και υπογραφή τα αρχικά Χ.Α. Η επιστολή ανέφερε ότι ο ηγούμενος Γαβριήλ αυτοκτόνησε για να μη συλληφθεί, αν και αυτή άποψη καταρρίπτεται από τη μαρτυρία της Χαρίκλειας Δασκαλάκη που υποστηρίζει ότι είδε ότι σκοτώθηκε στη μάχη. Ως υποσημείωση όμως στην αναφορά για την αυτοκτονία του Γαβριήλ, η εφημερίδα σημείωνε ότι κατά άλλες πληροφορίες ο Ηγούμενος ήταν εκείνος που έβαλε το μπουρλότο.
Στις 17 Νοεμβρίου, στη Σύρο η εφημερίδα Ερμούπολις. Αναφέρει ότι ο Κορωναίος είχε κατασκευάσει τρία λαγούμια στην είσοδο της μονής και οι πολιορκημένοι ανατίναξαν τα δύο από αυτά. Μάλιστα αναφέρει επί λέξει: …αφού δε επλησίασαν (οι Τούρκοι) εις την θέσιν των υπονόμων ο γέρων και σεβάσμιος ηγούμενος έβαλε πυρ και εφώναξεν «ας αποθάνωμεν και ημείς διά την ελευθερίαν» και ούτω κατέστρεψε 3000 τούρκων.
Στις 24 Νοεμβρίου κυκλοφορεί η εφημερίδα Αιών με πρωτοσέλιδο κύριο άρθρο «Το Αρκάδι. Στο ίδιο φύλλο και στην ίδια σελίδα δημοσιεύεται έκθεση των γεγονότων του Αρκαδίου, προερχόμενη από το Ρέθυμνο με ημερομηνία 14/11, την οποία η εφημερίδα αξιολογεί ως την πιστοτέρα των μέχρι τούδε. Αναφέρει: Όταν τα όπλα των αμυνόμενων αχρηστεύτηκαν οι Τούρκοι εφόρμησαν στον περίβολο της Μονής τότε αφού εζήτησε ο εις παρά του άλλου συγχώρησιν, ο μεγαλόψυχος ηγούμενος έλαβε κηρίον αναμμένον, κατέβη εις το υπόγειον και έθεσε πυρ εις τας πυριταποθήκας… Ανάμεσα στους νεκρούς αναφέρονται ονομαστικά οι ηγούμενος Γαβριήλ, Γ. Σαουνάτσος, Γ. Πορτάλιος, Γ. Χαιρέτης, Κων. Δασκαλάκης, Γιάγκος λοχίας εθελοντής, Γ. Πρεβελάκης, Ν. Γαλινάκης, Α. Φουρναράκης, και Δ. Σκαλίδης.
Η ελληνόφωνη εφημερίδα της Τεργέστης η Ημέρα κυκλοφορεί στις 3/15 Δεκεμβρίου 1866 και γράφει για το ηρωικό Αρκάδι: «Ο πυρφόρος δαυλός του γεραρού Γαβριήλ Μάνεση εθαυματούργησεν, ως άλλοτε ο δαυλός του Κανάρη και του Καψάλη».
Ο Π. Φέρμορ αναφέρει αυτήν την άποψη που κυριαρχούσε και την γερμανική κατοχή λέγοντας: «Ήταν εδώ στον ξεσηκωμό του 1866 που ο Ηγούμενος για να μην παραδοθεί στο τουρκικό ασκέρι, που είχε κυκλώσει το μοναστήρι, πυροδότησε την μπαρουταποθήκη και τίναξε στον αέρα, μαζί με τον εαυτό του, πάνω από χίλιους επαναστάτες και χωρικούς που το υπερασπίζονταν ή είχαν βρει καταφύγιο σ’ αυτό.
- 2. Για τον Κωνσταντίνο Γιαμπουδάκη: Υπάρχουν καταγεγραμμένες μαρτυρίες. Υπάρχει και μια μεταγενέστερη λιθογραφία στις συλλογές της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας, που έχει λεζάντα: «Ο ΕΞ ΑΔΕΛΕ ΡΕΘΥΜΝΗΣ ΗΡΩΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΓΙΑΜΠΟΥΔΑΚΗΣ ΑΝΑΤΙΝΑΞΑΣ ΤΗΝ ΠΥΡΙΤΙΔΑΠΟΘΗΚΗΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΑΡΚΑΔΙΟΥ».
- Για τον Εμμαν. Σκουλά: Στ’ Ανώγεια υπάρχει παλιό δημοτικό τραγούδι, όπου αναφέρεται ο Ανωγειανός δάσκαλος Εμμανουήλ Σκουλάς ως πυρπολητής. Η αναφορά του ονόματος του Εμμαν. Σκουλά ως πυρπολητή, γίνεται και σε αντίγραφο ανυπόγραφης αλλά και αχρονολόγητης έκθεσης που υπάρχει στις συλλογές του υποπροξένου της Ρωσίας στο Ηράκλειο, Ιωάννη Μητσοτάκη, που φυλάσσονται στο Ιστορικό Μουσείο Κρήτης. Συμπεραίνουμε ότι γράφτηκε πριν τις 28 Νοεμβρίου 1866, καθώς αυτή την ημερομηνία φέρει συνοδευτικό προς αυτήν κείμενο του Ι. Μητσοτάκη με παραλήπτη τον πρόξενο της Ρωσίας στα Χανιά, Σπ. Δενδρινό. Ο άγνωστος συντάκτης της έκθεσης επικαλούμενος έναν ιερέα, τον παπά Γεράσιμο, από τη Χαλέπα, που ήταν διασωθείς από την πολιορκία και την έκρηξη στο Αρκάδι, κάνει λόγο για τον Εμμ. Σκουλά. «αφού δε εγέμισεν η αυλή του Μοναστηρίου Τούρκους, έδωκεν πυρ εις τους υπονόμους ο Εμμ. Α. Σκουλάς εικοσαετής ανδρείος και πεπαιδευμένος νέος, καθώς ομολογεί ο σωθείς παπά Γεράσιμος εκ Χαλέπας».
- Για τον Αρχηγό Δράκο Ντελή: Η ηρωική Χαρίκλεια Δασκαλάκη, έγκλειστη μαζί με τους γιούς της στο Αρκάδι, σε αφήγησή της στην εφημερίδα «Αιών» ανέφερε ως πυρπολητή το ράφτη του Μεγάλου Κάστρου, από τις Γωνιές Μαλεβιζίου Δράκο Ντελή (Τσιμπραγό). Το όνομα του Δράκου Ντελή ως πυρπολητή αναφέρεται και από τον αξιωματικό του ελληνικού στρατού Σ. Γενήσαρλη, σε επιστολή προς τον υπουργό των Στρατιωτικών της ελληνικής κυβέρνησης, Χαράλαμπο Ζυμβρακάκη, αλλά και προς την Επιτροπή των Αθηνών, που είχε έναν συντονιστικό ρόλο στον αγώνα. Μάλιστα η πληροφόρησή του προέρχεται, όπως αναφέρει, από την Επιτροπή Κισσάμου των επαναστατών. Η επιστολή είναι γραμμένη στις 10 Δεκεμβρίου 1866, αμέσως μετά που ο Γενήσαρλης παρουσιάστηκε ως εθελοντής στην Επιτροπή Κισσάμου, από την οποία και πληροφορήθηκε τα γεγονότα αλλά και το όνομα του Δράκου Ντελή. «Τότε ο Κρης αρχηγός Δράκος Ντελής ερωτήσας αν προτιμώσι να αποθάνωσιν ή να αιχμαλωτισθώσιν και λαβών την απάντησιν να αποθάνωμεν όλοι, έβαλε πυρ εις την πυριτιδαποθήκην και ανετινάχθησαν εις τον αέρα».
- Τον άγνωστο γέρο Ιερέα ως πυρπολητή αναφέρουν πολλές πηγές: Σε μια ανυπόγραφη επιστολή που απευθύνεται από την Κρήτη στον Εμμ. Σαπουντζάκη στη Σύρο, με ημερομηνία 12 Νοεμβρίου 1866, σε ένα δηλαδή από τα πρώτα ντοκουμέντα που αναφέρονται στο ιστορικό γεγονός και η οποία επιστολή υπάρχει στο «Κρητικό Αρχείο» της Βικελαίας, η αναφορά είναι για «τινά ιερέα υπέργηρον» ως πυρπολητή.
Στο φύλλο της 18/11 η Αυγή δημοσιεύει μια μακροσκελή επιστολή-έκθεση εκ Χανίων των όσων συνέβησαν στο Αρκάδι, της οποίας ο αποστολέας υπογράφει με τα αρχικά Α.Μ.Ν.Ω. «Εις ιερεύς του Θεού, εις λειτουργός του Υψίστου, ον μοι ωνόμασαν Μωϋσήν η Μανασσήν, ανέλαβε την εκτέλεσιν της αγίας αποφάσεώς των. Υπό το μοναστήριον υπήρχε μεγάλη ποσότης πυρίτιδος•ο νέος Καψάλης κατέβη εκεί και έθεσε πυρ… Σταματώ… Τι θέλεις; Να σοι εικονίσω την στιγμήν εκείνην, να σοι παραστήσω τον άγιον εκείνον «ιερέα, θέτοντα πυρ, και το μέγα θέαμα όπερ επήλθε; Δεν δύναμαι. Φαντάσθητι συ και γράψον και εικόνισον και διακήρυξον ανά πάσαν την Ευρώπην το Αρκάδι».
Η Παλιγγενεσία και η Συριανή εφημερίδα Ερμούπολις, δημοσιεύει έμμετρη διαμαρτυρία προς τους τρανούς διπλωμάτας της Δύσεως, την οποία υπογράφει εις Έλλην και αφιερώνεται τω μάρτυρι Μανασσή, τον οποίο κάποιες πηγές φέρουν ως πυρπολητή. Στις 2 Δεκεμβρίου αναδημοσιεύει την ίδια έκθεση και η εφημερίδα Δικαιοσύνη.
Τέλος η εβδομαδιαία εφημερίδα Φως γράφει ότι υπέργηρός τις μοναχός, εις ον είχε αναθέσει ο Κορωναίος την εκτέλεσιν του δράματος, κεκρυμμένος μόνος με τον δαυλόν εις χείρας, έβαλε πυρ εις τας υπονόμους ως άλλος Καψάλης και ανετινάχθησαν εις την έκρηξιν των δύο εξ αυτών πλέον των 4000 Τούρκων. Αν επετύγχανε και η τρίτη υπόνομος ήθελε κολυμβήσει εις τον αέρα και η κεφαλή του Μουσταφά.
Η εφημερίδα Δικαιοσύνη δημοσιεύει επιστολή από τα Χανιά της 12ης Νοεμβρίου 1866 όπου αναφέρει τα γνωστά περί περιφανούς νίκης του Κορωναίου, ο οποίος εγκατέλειπε την θέσιν ταύτην αφήσας εις την μονήν ένα ιερέα υπέργηρον, όστις εκράτει εις τας χείρας του τον δαυλόν. Οι Οθωμανοί ιδόντες την αναχώρησιν των ημετέρων, εισώρμησαν εντός του περιβόλου, νομίσαντες ταύτην υποχώρησιν. Τότε ο σεβάσμιος ιερεύς έθεσε πυρ επί της υπονόμου…
Στις 25 Νοεμβρίου εφημερίδα Εθνοφύλαξ δημοσιεύει πληροφορίες της 12ης και 13ης του μηνός, προερχόμενες από το στρατόπεδο των επαναστατών στη Δρακώνα Αποκορώνου. Γράφει ανάμεσα σε άλλα: … Αφού επί εξ εισέτι ώρας αγωνίσθησαν ως λέοντες αποδεκατίζοντες τον εχθρόν, βαλόντες πυρ εις τα εν τοις υπογείοις θόλοις βαρέλια πυρίτιδος ανετινάχθησαν εις τον αέρα, ακριβώς καθ’ ην στιγμήν ο Οθωμανικός στρατός ένθους και περιχαρής εισώρμα εις τα κελλία,
«Εκπυρσοκρότημα φρικαλέον βολίδων ήχησαν συριγμοί,
οι Οσμανλήδες δεν ζώσι πλέον ευθύς ηκούσθη νίτρου οσμή».
Η γη ηνεώχθη και πλήθος περί τας 2000 Οθωμανών κατεπόθη υπό του χάσματος ως ο Αμφιάραος Μανασσής ο καλόγηρος και πρώην ηγούμενος του Μοναστηρίου καλείται ο ημίθεος εκείνος ο αποφασίσας να εκτελέση την εντολήν ταύτην…
- 6. Για το μοναχό βοηθό του Ηγουμένου Γαβριήλ: Στην εφημερίδα «Κρήτη» του Μαΐου του 1869, σε παρουσίαση των ιστορικών γεγονότων του Αρκαδίου, γίνεται αναφορά ότι πυρπολητής ήταν ο βοηθός του ηγούμενου Γαβριήλ, χωρίς να αναφέρει το όνομά του. Μάλιστα σημειώνει ότι πήρε εντολή για να το κάνει. Σημειώνεται ότι η επίσημη έκθεση της Γενικής Συνελεύσεως και η αναφορά του Έλληνα προξένου προς την ελληνική κυβέρνηση, Νικόλαου Σακόπουλου, δεν κατονομάζουν πυρπολητή.
Μια ενδιαφέρουσα άποψη με στοιχεία και αυτή αναφέρει ότι έγιναν τρεις ανατινάξεις: Στις 2 Δεκεμβρίου 1866 η εφημερίδα «Κλειώ», παρουσιάζει επιστολή με ημερομηνία 21 Νοεμβρίου και υπογραφή τα αρχικά Χ.Α. Η επιστολή δεν ανέφερε όνομα πυρπολητή, όμως σημείωνε ότι έγιναν τρείς εκρήξεις από τρία διαφορετικά σημεία της Μονής.
Αλλά και η επίσημη έκθεση του Μουσταφά Πασά αναφέρει τρεις εκρήξεις. Στο φύλλο της Ελληνόφωνης εφημερίδας Ανατολικός Αστήρ στην Κωνσταντινούπολη αναφέρεται η επίσημη έκθεση του Μουσταφά Πασά, σταλμένη από τα Χανιά στις 18/30 Νοεμβρίου 1866 και εκφράζει την τουρκική άποψη για τα γεγονότα. Όσον αφορά στην πολιορκία έχει πολλές ομοιότητες με τις εκθέσεις που δημοσιεύθηκαν στις ελληνικές εφημερίδες και τις οποίες είδαμε παραπάνω. Συγκεκριμένα η έκθεση ανάμεσα σε άλλα αναφέρει: …Αφού διά τηλεβόλων εσχημάτισαν κρήμνισμα οι στρατιώται ήρξαντο εισερχόμενοι εις το μοναστήριον, ότε αίφνης οι επαναστάται έθεσαν πυρ εις τρεις υπονόμους. Αι δύω πρώται ανετινάχθησαν πλησίον του στρατού και εφόνευσαν πολλούς στρατιώτας ευρισκομένους την στιγμήν εκείνην εις την αυλήν του μοναστηρίου. Η τρίτη υπόνομος ανετινάχθη εις το εσωτερικόν του Μοναστηρίου του οποίου μέρος κατεδάφισε και ικανός αριθμός επαναστατών ετάφησαν υπό τα ερείπια».
Η άποψη μας, βάση όλων αυτών των στοιχείων, είναι ότι οι πυρπολητές ήταν περισσότεροι του ενός, γιατί έγιναν περισσότερες από μία ανατινάξεις, από διαφορετικούς πυρπολητές και σε διαφορετικά σημεία. Είναι φυσικό να μην ήταν σε ένα μόνο σημείο όλα τα πυρομαχικά αλλά σε περισσότερα ώστε να είναι κοντά στους μαχητές. Ο Σκουλάς αναφέρεται ότι τίναξε τους υπονόμους και ο Ντελής το κελίον (δωμάτιο μοναχού). Σωστά τιμούνται ως πυρπολητές όλοι οι αναφερόμενοι, γιατί πιθανότατα ανατίναξαν διαφορετικές μπαρουταποθήκες. Το ποιός απ’ όλους ανατίναξε την κεντρική είναι συγκεχυμένο.
Ένα κοινό μνημείο όλων αυτών στο Αρκάδι θα ήταν το πιο δίκαιο και αντικειμενικό σήμερα, αφού για όλους υπάρχουν στοιχεία και να σταματήσει έτσι η διαμάχη η οποία δεν συνάδει με την αξία της θυσίας του Αρκαδίου.
* Ο Ευτύχιος Σ. Καλογεράκης είναι διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών