«Η δημαγωγία γαρ ου προς μουσικού ετ’ έστην ανδρός, ουδέ χρηστότατους τρόπους, αλλ’ εις αμαθή και βδεληρόν».
Η δημαγωγία δεν χρειάζεται μόρφωση και χαρακτήρα, αλλ’ αγραμματοσύνη και παλιανθρωπιά» Μετάφραση Μάριου Πλωρίτη.
«Αριστοφάνης: Δαιμόνιος ποιητής. Κατέστη απαράμιλλος με το κωμικόν άλας πανταχού διακεχυμένον. Τον γέλωτα κηνούσι αι βωμολοχίαι, τα σκώμματα, τα ευφυέστατα λογοπαίγνια, οι υπαινιγμοί δι’ ων διασύρει την φαυλότητα, την πανουργίαν και την ποταπότητα των δημαγωγών».
Γ. Γαρδίκας: Καθηγητής της Αρχ. Ελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και στο Αρσάκειο.
Η πολιτική είναι τέχνη ψυχολογική, Erich From.
«Υμέων δ’ εις μεν έκαστος αλώπεκος ίχνεσι βαίνει σύμπασιν δ’ υμίν κούρος ένεστι νους. Εις γαρ γλώσσαν οράτε και εις έτη αμύλου ανδρός. Εις έργον δ’ ουδέν γιγνόμενον βλέπετε».
«Στης αλεπούς τα χνάρια περπατεί ο καθένας σας, τώρα είναι που ο νους ολωνών σας ελαφρόμυαλοι αποχαυνώθηκε. Στα λόγια παμπόνηρου άνδρα χάσκετε. Τα έργα που σας σκάρωσα δεν τα βλέπετε».
Μετάφραση Μάριου Πλωρίτη
Σόλων: Αθηναίος πολιτικός, νομοθέτης, ποιητής, Ο άριστος των 7 σοφών της Αρχαιότητας.
Λόγος στους Αθηναίους για τον Πεισίστρατο, ο οποίος διακρίθηκε και κατέστη δημοτικότατος και λαοφιλής ένεκα της νοημοσύνης, της ευγλωττίας, αλλά και της πολιτικής πανουργίας.
Προπαγάνδα είναι η με κάθε μέσο συστηματική προσπάθεια για τη μετάδοση μιας θεωρίας, μιας ιδέας με σκοπό την επικράτησή τους. Ο προπαγανδιστής μεταδίδει αυτό που θέλει με υποβλητικό τρόπο στους πολίτες, χρησιμοποιώντας λογικά επιχειρήματα, με σκοπό να συμφωνήσουν, να αποδεχθούν τη γνώμη του και να πεισθούν. Ο πολίτης ούτω πως επηρεάζεται, μεταστρέφεται και αλλάζει τις αντιλήψεις του, επειδή ικανοποιεί τις ανάγκες του, είτε επειδή αισθάνεται την ανάγκη ασφάλειας, είτε επειδή νιώθει απομονωμένος ή αγνοημένος.
Η αποτελεσματικότητα της προπαγάνδας είναι συνήθως αμφίβολη και καθόλου εύκολη υπόθεση. Κατ’ αρχήν βέβαια εξαρτάται και καθορίζεται από την ικανότητα και πειστικότητα των επιχειρημάτων του προπαγανδιστή. Ο επιδέξιος, ο έμπειρος, ο expert προπαγανδιστής, γνωρίζει να χρησιμοποιήσει επιστημονικές μεθόδους αρκετά περίπλοκες, όπως π.χ. τον ψυχολογικό πόλεμο, που σημαίνει τη χρησιμοποίηση της προπαγάνδας εναντίον του οποιουδήποτε αντιπάλου με σκοπό την κάμψη του φρονήματός του και την μείωση της αυτοπεποίθησής του. Επίσης πρέπει να επικεντρώνει την προσοχή του, ώστε να αποφύγει μια πιθανότητα αποτελεσμάτων αντιθέτων εκείνων που επιδιώκει (φαινόμενο μπούμεραγκ). Εξάλλου ο Σωκράτης έλεγε ότι «κανείς, δεν μπορεί να είναι βέβαιος για την ορθότητα των θέσεών του, προτού τις αντιπαραθέσει με αυτές των άλλων, πλάι στο δικαίωμα το καθενός να υποστηρίζει τη δική του άποψη, γεννιέται και το καθήκον της εξέτασης, της συζήτησης, του διαλόγου». Όμως η προπαγάνδα έχει το πλεονέκτημα, το ατού του μονολόγου και τούτο συντελεί τα μέγιστα εις το επιθυμητό αποτέλεσμα του προπαγανδιστή.
Χαρακτηριστικότερα παραδείγματα ιδεολογικής προπαγάνδας είναι τα αναφερόμενα στη χρήση της από τα ολοκληρωτικά καθεστώτα. Οι ιδεολογικές βάσεις και οι συγκεκριμένες επιδιώξεις της χιτλερικής πολιτικής, για να επικρατήσουν, στηρίχτηκαν πάνω σε μια ασύστολη προπαγάνδα. Οι σατανικές θεωρίες του Χίτλερ (ναζισμός) τις οποίες εφάρμοσε στην πράξη με απόλυτη επιτυχία, ήταν ο αντισημιτισμός, η θεωρία του λαϊκού κράτους, ο αντικομουνισμός, ο παγγερμανισμός, ο μιλιταρισμός. Με σκοπό να κερδίσει την εύνοια του γερμανικού λαού, τον κολάκευε ως ανώτερη φυλή. Στη ναζιστική Γερμανία τα προπαγανδιστικά επιτελεία με επικεφαλής το διαβόητο Υπουργό προπαγάνδας Γιόζεφ Πάουλ Γκέμπελς χρησιμοποίησαν κατά κόρον, την κινηματογραφική εικόνα (ντοκιμαντέρ) με τη διαρκή επανάληψη μισαλλόδοξων, ρατσιστικών στερεοτύπων για να πετύχουν προκαθορισμένους στόχους για να πείσουν το κοινό στην ανωτερότητα της γερμανικής φυλής και τον κίνδυνο μιας αιωρούμενης απειλής.
Το να γοητεύσει, να πείσει, να συγκινήσει κανείς έναν ολόκληρο λαό και να τον οδηγήσει σ’ έναν ανηλεή, φρικτό πόλεμο, οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι ο άνθρωπος αυτός έχει ταλέντο. Η ενστικτώδης, επιπόλαιη μεγαλοστομία, η γεμάτη προπαγανδιστικά, δελεαστικά, αληθοφανή συνθήματα και υποσχέσεις ευγλωττία του Χίτλερ ήταν το όπιο, με το οποίο μέθυσε το γερμανικό λαό, ώστε να ασκήσει τέτοια καταλυτική επίδραση, για να καθορίζει εκείνος τις ενέργειες και τις πράξεις του ανεξέλεγκτα. Κατά το δοκούν και σύμφωνα με τη γνώμη του.
Κατευθυντήρια δύναμη των κινήσεών του, όπως και πολλών άλλων «ευκαιριακών» πολιτικών ηγετών, ήταν και είναι η φιλοδοξία, ο διακαής πόθος για ανάδειξη, η αλαζονεία, το μεγαλείο, το συναίσθημα να θαυμάζεται. Πολύ λιγότερο έως ελάχιστο τον ενδιαφέρον του για αναγκαία αυτοδύναμη ανάπτυξη και περισσότερο ο καιροσκοπισμός και ο εντυπωσιασμός.
Η ικανότητα, ο χειρισμός και η μαεστρία του Γκέμπελς στην προπαγάνδα υπήρξε μοναδική στην ιστορία. Κανένας άλλος δε μελέτησε τόσο βαθιά και συστηματικά αυτό το θέμα όσον αυτός. Κανένας άλλος δεν φανάτισε τα πλήθη τόσο παθιασμένα και με τέτοιο φλογερό ζήλο, ώστε στην απλή και μόνο εμφάνιση του Χίτλερ, να παραληρούν από ενθουσιασμό, να ωρύονται και να παραφέρονται από ξέφρενη, ασυγκράτητη έξαρση.
Ο Γκέμπελς υπήρξε βδελυρή μορφή, μανιώδης υποστηρικτής των εξωφρενικών ιδεών και πράξεων των εθνοσοσιαλιστών, ένας από τα φανατικότερα στελέχη της χιτλερικής κυβέρνησης και από τους κυριότερους υπεύθυνους, που οδήγησαν τη Γερμανία στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Υποστήριξε με φανατισμό τις χιτλερικές κτηνωδίες, στις χώρες που κατέκτησαν οι Γερμανοί. Όταν οι Ρώσοι έφτασαν στο Βερολίνο, μοιράστηκε με τον Χίτλερ τη ζωή των υπογείων της καγκελαρίας. Αυτοκτόνησε με τον Χίτλερ, αφού πρώτα δολοφόνησε με δηλητήριο τη γυναίκα του και τα πέντε μικρά παιδιά του.
Στενή προγονική συγγένεια και συγκυριαρχία η προπαγάνδα και η δημαγωγία. Η τελευταία είναι η συστηματική προσπάθεια μονόπλευρου επηρεασμού της κοινής γνώμης προς ορισμένη κατεύθυνση. Με υστεροβουλία και πειστικότητα επιχειρημάτων μεταδίδονται επιλήψιμες, απατηλές ιδέες με σκοπό την αποδοχή και επικράτησή τους. Και οι δύο προσπαθούν να παραπλανήσουν και παραπλανούν το λαό για να αποσπάσουν την εύνοια και την εμπιστοσύνη του με κολακείες και υποσχέσεις.
Κατά τον Γ. Γαρδίκα, καθηγητή Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών «Εν τη αρχαιότητα δημαγωγός, ο άγων τον όχλον, ο δια κολακειών και άλλων τεχνασμάτων παραπλανών τον λαόν προς ίδιον όφελος. Άλλως δημοκόπος. Ο δημαγωγός ηδύνατο να μεταβάλει την δημοκρατίαν εις τυρρανίδα. Οι πλείστοι τύραννοι εκ τοιούτων δημαγωγών εγένοντο».
Η δημαγωγία οδηγεί στο φανατισμό, στο μίσος για όποιον πιστεύει το αντίθετο. Η δημαγωγία είναι εγγενής ιδιότητα της πολιτικής. Ο ψευδολόγος πολιτικός αποκρύπτει και παραποιεί την αλήθεια με αθέμιτους τρόπους, για να αποκομίσει πολιτικά οφέλη και εκλογική πελατεία. Οι πελατειακές σχέσεις αναπτύσσονται ανάμεσα στα πολιτικά κόμματα και στους ψηφοφόρους, όταν η ψήφος δίδεται ως αντάλλαγμα της ικανοποίησης των προσωπικών αιτημάτων και ικανοποιητικών εξυπηρετήσεων του ψηφοφόρου.
Ο περίφημος Ιταλός πολιτικός και ιστοριογράφος Μακιαβέλι (Machiavelli) στο έργο του «Ο Ηγεμών» διδάσκει τον τρόπο αναρρίχησης στην εξουσία με την αδίστακτη χρήση ανέντιμων μέσων και τον τρόπο διατηρήσεως αυτής. Αποπτύοντας κάθε ηθική αρχή, υποδεικνύει στα άλλα κράτη, να μιμηθούν στους πολέμους τους Ρωμαίους. Τέλος συνιστά ως αποτελεσματικό τρόπο διατηρήσεως της εξουσίας την υποκρισία, την απιστία και την ωμότητα απροκάλυπτα, προβάλλει δε ως υποδείγματα το Φραγκίσκο Σφόρτσα και τον Καίσαρα Βοργία ως δεσποτικόν, ανήθικον αλλά και μεγαλοφυή.
Μακιαβελισμός είναι το δόγμα της πολιτικής του Μακιαβέλι: ότι κάθε κακή πράξη επιτρέπεται αν και αντίθετη προς τις ηθικές αρχές, χωρίς να δεσμεύει όποιον θέλει να επιτύχει από κανέναν ηθικό φραγμό, αρκεί να συμβάλει αυτή εις το κοινό καλό.
Αυτή η ολέθρια αξιοκατάκριτη θεωρία από τότε μέχρι και σήμερα βρίσκει τρομακτική απήχηση, αποδοχή και έμπρακτη εφαρμογή.
Ο Έρασμος ο μέγιστος των διανοουμένων της Δύσης με το δημιουργικό πνεύμα και την καταπληκτική συγγραφική παραγωγικότητα, βλέπει από άλλην οπτική γωνία τα πράγματα θέτει επίκεντρο του ενδιαφέροντός του τον άνθρωπο, και έχει γράψει ένα μνημειώδες έργο. Στο «Μωρίας εγκώμιον» και κάτω από το ευτράπελο, σαρκαστικό ύφος σατιρίζει δεόντως και στηλιτεύει δημοσίως βασιλιάδες και κυβερνώντες για την ανειλικρίνεια, το φαρισαϊσμό, την υποκρισία. Επικρίνει με παρρησία και δριμύτητα τη μωροπιστία, την αβελτηρία και την ευήθεια. Πολλά θα είχαν να ωφεληθούν οι νεοέλληνες της αμετροεπούς πολιτικής αν εντρυφούσαν στην ανάγνωσή του.
Το «σύνδρομο της ύβρεως» είναι μια αλλοιωμένη αντίληψη της πραγματικότητας όπως μια υπερβολική αυτοπεποίθηση. Με την αρχαία σημασία πάντοτε της λέξης είναι η αλαζονική συμπεριφορά με απαξίωση αντιθέτων απόψεων.
Το «σύνδρομο της ύβρεως» έχει στενή σχέση με την εγωλατρία, τον εγωκεντρισμό, που είναι η τάση του ατόμου να θεωρεί τον εαυτό του ότι είναι το κέντρο του κόσμου. Έχει επίσης συγγένεια με τη μεγαλομανία, την εμμονή κάποιου να διακατέχεται από την πεποίθηση, ότι διαθέτει ξεχωριστές ικανότητες και προσόντα. Την αιτιοκρατική ερμηνεία αυτού του φαινομένου με τις δημαγωγικές υποσχέσεις, στις οποίες εναποθέτουν τις ελπίδες τους οι «αγανακτισμένοι», αλλά και ευήθεις πολίτες, στους από την μέθη της εξουσίας μαθητευόμενους μάγους με όλες αυτές τις αυταπάτες, την αυταρέσκεια και τις ανέφικτες φαντασιώσεις, οι οποίες καταρρέουν, μετά τα ξέφρενα πανηγύρια, μας δίδει με ενάργεια ο περισπούδαστος, έγκυρος συγγραφέας λόρδος Όουεν. Υπό αυτό το πρίσμα το βιβλίο του «Ασθενείς ηγέτες στην εξουσία» αποκτά μεγάλο ενδιαφέρον, επειδή μας λέει τα πράγματα με τ’ όνομά τους. Μας μιλά ανοικτά, χωρίς ενδοιασμούς και υπεκφυγές. Πόσοι και πόσοι ηγέτες ανεφάνησαν άξιοι, χαρισματικοί και υπεύθυνοι και ότι είχαν συναίσθηση της αποστολής τους και εν τούτοις αποδείχτηκαν ανάξιοι; Οι πιο πολλοί από αυτούς μας λέει ο Όουεν είχαν ανάγκη ψυχοθεραπείας, ως μη έχοντες αρχηγικά προσόντα για το ρόλο ενός αδιαμφισβήτητου ηγέτη. Είχαν το «σύνδρομο της ύβρεως». Ζούσαν με το φόβο της αποτυχίας. Καταδυναστεύοντας το λαό, είχαν γίνει μισητοί κυβερνήτες. Ήταν φοβικοί και καταθλιπτικοί δηλαδή καταπιεστικοί. Ο Όουεν πιστεύει ότι με την κατάλληλη ψυχοθεραπεία ενδεχομένως θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες, που συμπυκνωμένα εμφανίζονταν στην άσκηση των καθηκόντων τους.
Στην μακραίωνη ιστορία αναδείχτηκαν ηγέτες με βαριές ψυχικές ασθένειες, ανίατες και επώδυνες. Τόσο για τους ίδιους, όσο και για τους λαούς τους. Ανάμεσά τους ο Όουεν αναφέρει πρωτίστως τις εξόφθαλμες περιπτώσεις των Χίτλερ, του Μουσολίνι και του Στάλιν αλλά και πολλών άλλων.
Στη Δύση κατά τις τελευταίες δεκαετίες οι σημαντικές θεωρίες και πρακτικές του Φρόυντ, του Γιούνγκ και του Ράιχ είχαν εντυπωσιακή απήχηση με ένθερμους οπαδούς, στήριξαν δε και βοήθησαν πολλούς σύγχρονους ηγέτες σε μερικές ευρωπαϊκές χώρες με προηγμένο πολιτισμό. Στην Ανατολή ο υπαρκτός σοσιαλισμός εξόρκιζε την ψυχανάλυση εις το πυρ το εξώτερον με ενδεικτικό παράδειγμα τα κακουργήματα του Τσαουσέσκου με το άδοξο, οικτρό του τέλος.
Άλλο παράδειγμα η χούντα. Άσκησαν εξουσία εμφανώς, και εξ’ ορισμού διαταραγμένα άτομα, χωρίς να ‘χουν επίγνωση, χωρίς να συνειδητοποιούν, χωρίς να ‘χουν την ωριμότητα να κατανοήσουν την ψυχασθένειά τους, για να καταντήσουν στη φυλακή και στην καταφρόνια του κόσμου.
Ο Λόρδος Όουεν προτείνει να προλαβαίνουμε το κακό καταφεύγοντας στην πρόληψη. Δηλαδή οι υποψήφιοι ηγέτες και ιδιαιτέρως οι νεόκοποι και αμετροεπείς, που πολιτεύονται σαν κακομαθημένα παιδιά με την ασίγαστη λαχτάρα και τη μέθη της εξουσίας να έχουν την απαράβατη υποχρέωση, να υποβάλλονται σε ψυχιατρικές εξετάσεις. Ότι οφείλουν να κατανοούν το πρόβλημά τους, αφού στο κάτω κάτω η θεραπεία για κάθε ασθένεια δεν είναι ντροπή, όταν μάλιστα οι δυσκολίες της πραγματικότητας είναι ανυπέρβλητες και τα συμπτώματα κορυφώνονται και πολλώ μάλλον όταν διακατέχονται από το «σύνδρομο του Ναπολέοντα».