Τις προτάσεις του για την ελαιοκομία στα πλαίσια της νέας ΚΑΠ καταθέτει με υπόμνημά του στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ο Σύνδεσμος Ελαιοκομικών Δήμων Κρήτης. Ο ΣΕΔΗΚ επισημαίνει την ανάγκη ένταξης της ελαιοκαλλιέργειας σε χωριστή ειδική κατηγορία ή αγρονομική περιφέρεια. Ειδικότερα, στο υπόμνημα που κοινοποιεί στους βουλευτές, στην περιφέρεια, στους δήμους και στους αγροτικούς συνεταιρισμούς της Κρήτης, αναφέρει:
«Μετά το αρ.71/14-4-2021 υπόμνημά μας για την νέα ΚΑΠ, το Δ.Σ. του ΣΕΔΗΚ σε πρόσφατη τηλεσυνεδρίασή του την 16-12-21, αποφάσισε ομόφωνα όπως σας ενημερώσει για τα εξής:
Όπως προκύπτει από τις ανακοινώσεις των περιφερειακών διαβουλεύσεων του Υπουργείου σας και τις πληροφορίες έγκυρων δημοσιευμάτων Αγροτικών ΜΜΕ (Agrenda, Ύπαιθρος), το εθνικό στρατηγικό σχέδιο που προετοιμάζεται για την νέα ΚΑΠ, διαπιστώνεται ότι δεν έχει καμιά πρόβλεψη ούτε για την άρση των αδικιών που έχει υποστεί η ελαιοκαλλιέργεια με την ισχύουσα ΚΑΠ, ούτε για την επίλυση των προβλημάτων που έχουν προκληθεί στο μεταξύ και την οδηγούν σε δραματική υποβάθμιση.
Με το προηγούμενο Υπόμνημά μας έχουμε αναφέρει τους προβληματισμούς που έχουν δημιουργηθεί για την τύχη της Ελαιοκομίας, η οποία παρά τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει, εξακολουθεί να αποτελεί ένα κλάδο τεράστιας στρατηγικής σημασίας για την χώρα και ιδιαίτερα για την Κρήτη.
Και αυτό γιατί, χιλιάδες χρόνια είναι άρρηκτα δεμένη με την κοινωνική και θρησκευτική ζωή της Κρήτης και προσφέρει εισόδημα και απασχόληση στο σύνολο σχεδόν των κατοίκων της. Επί πλέον συμβάλλει σημαντικά και σταθερά στο ΑΕΠ, αλλά και στο εξαγωγικό εμπόριο της χώρας και ενισχύει την σταθερότητα της οικονομίας, αφού τα προϊόντα της είναι λιγότερο ευάλωτα, από ότι άλλων κλάδων, σε υγειονομικές και οικονομικές κρίσεις.
Επιπτώσεις της ισχύουσας ΚΑΠ
Με την ισχύουσα ΚΑΠ, ο κλάδος της ελαιοκομίας παρά τα σημαντικά συγκριτικά κοινωνικοοικονομικά και περιβαλλοντικά του πλεονεκτήματα, όχι μόνο δεν ενισχύθηκε αλλά αντίθετα, υποβαθμίστηκε και δέχτηκε σοβαρά πλήγματα. Μεταξύ αυτών τα κυριότερα ήταν:
1. Oι ελαιώνες, ενώ δεν αποτελούν μια απλή εδαφική έκταση, αλλά μια μόνιμη επένδυση, η οποία απαιτεί μόχθους γενεών για να υπάρξει, εντάχθηκαν αδικαιολόγητα στην περιφέρεια «Δενδρώδεις καλλιέργειες» και ενισχύονται με βάση την έκταση του εδάφους που καταλαμβάνουν και όχι με την πραγματική δική τους αξία, η οποία είναι πολλαπλάσια της αξίας του εδάφους.
2. Οι ενισχύσεις που προβλέπονται για τους ελαιοπαραγωγούς είναι αντιστρόφως ανάλογες με τον συνολικό αριθμό τους. Αυτό φαίνεται καθαρά από στοιχεία του ΟΣΔΕ (Πιν.1) σύμφωνα με τα οποία οι ελαιοκομικές εκμεταλλεύσεις ενώ αποτελούν το 40% περίπου του συνόλου των γεωργικών εκμεταλλεύσεων της χώρας απολαμβάνουν μόνο το 20% περίπου του συνόλου των ενισχύσεων.
3. Οι ενισχύσεις των περίπου 550 εκατ.€, που επί δεκαετίες παρεχόταν μόνο στους ελαιώνες, αφού μειώθηκαν αρχικά σε μόνο 470 εκατ. €, κατανεμήθηκαν στην συνέχεια σε σειρά άλλων δενδρωδών καλλιεργειών, με αποτέλεσμα η ανά στρέμμα αναλογούσα ενίσχυση να μειωθεί μέχρι και 70%.
4. Η απόφαση του αποκλεισμού από ενισχύσεις των εκμεταλλεύσεων που έχουν εκτάσεις κάτω από 4 στρ. ή λαμβάνουν ενισχύσεις χαμηλότερες των 250 ευρώ, η όποια -με δεδομένο ότι η μέση έκταση ελαιώνων ανά ελαιοπαραγωγό στην Κρήτη είναι μόλις 11 στρ.- σίγουρα συνετέλεσε ώστε χιλιάδες ελαιοπαραγωγοί, πιθανόν 30% και άνω του συνόλου, να τεθούν εκτός ενισχύσεων.
Προτάσεις για νέα ελαιοκομική στρατηγική
Από τα παραπάνω, αβίαστα προκύπτει ότι, η χώρα μας πρέπει να χαράξει μια θαρραλέα «ελληνική ελαιοκομική στρατηγική» η οποία να λάβει υπόψη τα εξής:
α. Η αποτροπή της «Κλιματικής αλλαγής» και η υλοποίηση των στρατηγικών «Από το χωράφι στο τραπέζι» και «Βιοποικιλότητα» που έχουν εξαγγελθεί από την ΕΕ πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη ότι:
– Οι ελαιώνες της χώρας και ιδιαίτερα της Κρήτης, όπου καλύπτουν το 25% της επιφάνειας του νησιού και το 70% της γεωργικής γης του, λειτουργούν ως ένα φυσικό δάσος που με το αειθαλές φύλλωμά τους αποτελούν ένα μόνιμο και ανέξοδο απορροφητήρα CO2 που λειτουργεί σε ετήσια βάση, συμβάλλοντας αποφασιστικά στην αποτροπή της κλιματικής κρίσης.
– Οι ελαιώνες, ιδίως αυτοί των επικλινών περιοχών, φιλοξενούν στο φύλλωμά τους αλλά και στην φυσική βλάστηση που φύεται στις αναβαθμίδες και τα πυκνά και επιμήκη (λόγω του καθεστώτος των μικρό-ιδιοκτησιών) κτηματικά όρια τους, πολυάριθμα είδη χλωρίδας και πανίδας, συμβάλλοντας αποφασιστικά στην διατήρηση της «βιοποικιλότητας».
Ωστόσο, το υψηλότερο κόστος καλλιέργειας και η χαμηλή παραγωγικότητα των παραδοσιακών ελαιώνων οδηγεί σε συνεχή εγκατάλειψη και ακαλλιέργειά τους. Έτσι, αυτοί που δεν καλλιεργούνται, καταλαμβάνονται από ζιζάνια που λειτουργούν ως προσάναμμα για την καταστροφή τους από πυρκαγιές (βλ. Φώτο) με οδυνηρές συνέπειες στο περιβάλλον, το κλίμα και την διάβρωση του εδάφους! Αντίθετα, όσοι καλλιεργούνται αποφεύγουν τις πυρκαγιές και συνεχίζουν να διατηρούνται.
– Τα προϊόντα των ελαιώνων, Ελαιόλαδο και Επιτραπέζιες ελιές, με τα μέσα και συστήματα που σήμερα παράγονται, διαθέτουν διεθνώς αναγνωρισμένη με πολυάριθμες έγκυρες επιστημονικές μελέτες, ύψιστη υγιεινή και διατροφική αξία και κατά συνέπεια συμβάλουν σημαντικά στην υγιεινή και ασφαλή διατροφή, αποτελώντας βασικά όπλα της στρατηγικής «από το χωράφι στο τραπέζι».
-Το ελαιόλαδο και οι επιτραπέζιες ελιές αποτελούν βασικά στοιχεία διατροφής του ελληνικού πληθυσμού αλλά και κύρια στοιχεία των εξαγωγών μας, συμβάλλοντας αποφασιστικά στην οικονομία της χώρας.
Επομένως, η διατήρηση και αναβάθμιση της Ελληνικής ελαιοκομίας θα πρέπει να επιδιωχθεί με μέτρα στα πλαίσια της νέας ΚΑΠ άλλα και με συμπληρωματικά μέτρα στα πλαίσια μιας εθνικής ελαϊκής πολιτικής.
Στα πλαίσια της νέας ΚΑΠ προτείνεται:
1. Ένταξη της Ελαιοκαλλιέργειας σε χωριστή ειδική «κατηγορία» ή «αγρονομική περιφέρεια» μέσα στην οποία οι άμεσες ενισχύσεις θα πρέπει να διατηρηθούν και αν χρειαστεί, να τεθούν σε πλαίσια μόνο αγρονομικής περιφερειακής σύγκλισης.
2. Οι παραδοσιακοί ελαιώνες που βρίσκονται σε δύσβατες επικλινείς περιοχές για λόγους κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς πρέπει να υποστηριχτούν ιδιαίτερα, εντασσόμενοι είτε στις συνδεδεμένες είτε στις αναδιανεμητικές ενισχύσεις.
3. Οι μικροί ελαιοπαραγωγοί με ελαιώνες κάτω των 4 στρ. και ενισχύσεις κάτω από 250 ευρώ που έχουν εξαιρεθεί με την ισχύουσα ΚΑΠ, πρέπει να αποκατασταθούν και να υπαχθούν στο μέτρο των ενισχύσεων των 1.250€ που προτείνεται από θεσμούς της ΕΕ για μικρούς παραγωγούς.
Στα πλαίσια της εθνικής λαϊκής πολιτικής:
-
Η διάθεση του ελαιολάδου θα πρέπει να εξυγιανθεί με θέσπιση μέτρων για την διάθεση του χύμα με πλειοδοτικούς διαγωνισμούς αλλά και υποστηρικτικών μέτρων για την δημιουργία μεγάλων βιώσιμων μονάδων τυποποίησης και εξαγωγών.
2. Η «Συλλογική Δολωματική Δακοκτονία», η οποία αποτελεί μέθοδο με υψηλή περιβαλλοντική και διατροφική ασφάλεια, πρέπει να ενταχθεί στις φιλοπεριβαλλοντικές δράσεις και η εφαρμογή της να τύχει πλήρους και έγκαιρης οικονομικής και επιστημονικής υποστήριξης.
3. Οι ζημιές από καύσωνες στους ελαιώνες κατά την άνθηση – καρπόδεση θα πρέπει να τύχουν ασφαλιστικής κάλυψης από τον ΕΛΓΑ, διότι η εξαίρεσή τους με τον ισχύοντα κανονισμό είναι άδικη και δεν έχει καμία επιστημονική ή αγρονομική βάση».
Στη φωτό: Θύματα πυρκαγιών οι ακαλλιέργητοι ελαιώνες επικλινών περιοχών, αλλά σώοι (μέσα σε κόκκινο) οι καλλιεργημένοι!