Η ακρόπολη στον Κάστελο, κοντά στην Ορνέ, που βρίσκεται σε υψόμετρο 540 μέτρα, χρονολογείται στα 1200 με 1100 π.Χ. Παρουσιάζει άριστη οικιστική οργάνωση και είναι κτισμένη σε σημείο απερίγραπτης ομορφιάς και θέας. Πρόκειται για μία φυσικά οχυρωμένη θέση από τα δυτικά και πολύ καλά τειχισμένη από τις άλλες πλευρές.
Η θέση βρίσκεται κοντά στα χωριά Ορνέ, Κρύα Βρύση και Μέλαμπες στον Δήμο Αγ. Βασιλείου. Η Ακρόπολη της Ορνές εκτείνεται σε 55 στρέμματα. Η έκταση αυτή την κατατάσσει ως την μεγαλύτερη Μυκηναϊκή ακρόπολη της Κρήτης.
Η περιοχή διαθέτει τοπίο εξαιρετικού φυσικού κάλλους που δεν έχει αλλοιωθεί από βιομηχανικά έργα ή οποιαδήποτε άλλου είδους μόλυνση του περιβάλλοντος. Τέτοια τοπία στα οποία υπάρχουν και τόσο σημαντικοί αρχαιολογικοί χώροι, είναι πια ελάχιστα στην Περιφερειακή Ενότητα του Ρεθύμνου.
Μέχρι τώρα έχουν ανασκαφθεί και ερευνηθεί κτίρια, με εντυπωσιακή αρχιτεκτονική. Δρόμοι, κοινόχρηστοι χώροι και στοιχεία αρχιτεκτονικού και πολεοδομικού σχεδιασμού, δείχνουν τον πολύ καλά οργανωμένο χαρακτήρα της ακρόπολης αυτής. Η αποκάλυψη των σημαντικών κτιρίων συνεχίζεται, ενώ, τα ευρήματα θα εκτεθούν στο Μουσείο Ρεθύμνου. Έχουν βρεθεί μέχρι τώρα σημαντικά πήλινα αγγεία, χάλκινα αντικείμενα και ειδώλια.
Οι ανασκαφικές εργασίες πραγματοποιούνται με πενταετή άδεια του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, ενώ η χρηματοδότηση προέρχεται από την Περιφέρεια Κρήτης, τον Δήμο Αγίου Βασιλείου και άλλους επιστημονικούς φορείς. Τη σπουδαιότητα των ερευνών καταδείχνει και η σύνθεση της ανασκαφικής – μελετητικής ομάδας που περιλαμβάνει τον καθηγητή Νίκο Σταμπολίδη, διευθυντή του Μουσείου Κυκλαδικής τέχνης και ανασκαφέα της Ελεύθερνας, τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Αιγαίου Μανώλη Στεφανάκη, την διευθύντρια της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ρεθύμνου κ. Αναστασία Τζιγκουνάκη, την επίτιμη διευθύντρια Αρχαιοτήτων Περιφερειακής Ενότητας Ηρακλείου δρα Αθανασία Κάντα και τον αρχαιολόγο Μάνο Παπαδάκη. Αποτελέσματα των ερευνών έχουν παρουσιαστεί σε Διεθνή επιστημονικά συνέδρια με αποτέλεσμα η Ακρόπολη της Ορνές να γίνεται διεθνώς γνωστή.
Η ανασκαφή έδειξε ότι τα κτίρια έχουν καταπλακωθεί από τόνους λίθων που έχουν χρησιμοποιηθεί ως οικοδομικό υλικό.
Με την αφαίρεσή τους αποκαλύπτεται το εσωτερικό των δωματίων όπως ήταν κατά τη στιγμή της καταστροφής. Μεταξύ των κτιρίων υπάρχει και ένα σημαντικό Ιερό, όπου έχουν ευρεθεί και μοναδικά στοιχεία για τη λατρεία της εποχής. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν, πίθος που στην εξωτερική του όψη φέρει ανάγλυφο ομοίωμα ταλάντου και ειδώλιο Θεάς με υψωμένα χέρια, με περίπλοκη κόμμωση.
Το σημείο των ανασκαφών επισκέφτηκαν όπως κάθε χρόνο, ο δήμαρχος Αγίου Βασιλείου, Ιωάννης Ταταράκης και ο αντιδήμαρχος Πολιτισμού και Δημόσιας Υγείας του δήμου, Ιωάννης Νεκτάριος Χαραλαμπάκης, προκειμένου να ενημερωθούν για την εξέλιξη των εργασιών από τον υπεύθυνο ανασκαφής αρχαιολόγο Μάνο Παπαδάκη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Δήμος Αγίου Βασιλείου συμμετέχει από την πρώτη κιόλας ανασκαφή (2016) ενεργά στην προσπάθεια, ενισχύοντάς την οικονομικά, αλλά και με κάθε άλλο πρόσφορο μέσο.
Σε δήλωσή του ο δήμαρχος Αγίου Βασιλείου υπογράμμισε: «Από την πρώτη στιγμή αντιληφθήκαμε την αρχαιολογική και ιστορική αξία της ανασκαφής και παρακολουθούμε στενά της εργασίας που πραγματοποιεί η Αρχαιολογική Υπηρεσία με την οποία συνεργαζόμαστε, ώστε να συμβάλουμε στο σπουδαίο έργο της. Πιστεύω ότι τα ευρήματα στην περιοχή του Κάστελου θα αλλάξουν τα αναπτυξιακά δεδομένα όχι μόνο της περιοχής αλλά και ολόκληρου του Δήμου. Το αρχαιολογικό ενδιαφέρον θα δημιουργήσει ένα νέο προορισμό με μεγάλη τουριστική αξία αυξάνοντας κατακόρυφα τον αριθμό των επισκεπτών.
Άλλωστε αυτό ακριβώς είναι και το μοντέλο της βιώσιμης τουριστικής ανάπτυξης που εμείς σχεδιάζουμε και εφαρμόζουμε ξεκινώντας από την περιοχή του «Κέντρους» με τις φυσιολατρικές διαδρομές και τα αναρριχητικά πεδία που κατασκευάσαμε. Θέλουμε μια τουριστική δραστηριότητα με μορφές εναλλακτικού τουρισμού που σέβονται το περιβάλλον και αναδεικνύουν τις φυσικές ομορφιές του τόπου μας και την πλούσια ιστορία του, και η ακρόπολη της Ορνές προσφέρεται ιδιαίτερα για τέτοιες δράσεις».