Την τεκμηριωμένη πρόταση του, μέσα από μια πολυετή μελέτη των οικονομικών και κοινωνικών δεδομένων της χώρας, για την εθνική στρατηγική βιώσιμης ανάπτυξης, παρουσίασε χθες το Ινστιτούτο Μεσογειακών Μελετών.
Πρόκειται για μία πρόταση, που ήδη έχει συζητηθεί στη Βουλή το περασμένο καλοκαίρι, σε ειδική κοινή συνεδρίαση των διαρκών Κοινοβουλευτικών Επιτροπών Οικονομικών Υποθέσεων και Ανάπτυξης Παραγωγής και Εμπορίου, με την συμμετοχή κοινωνικών φορέων και της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (ΟΚΕ).
Βασική αρχή της πρότασης εθνικής στρατηγικής βιώσιμης ανάπτυξης του Ινστιτούτου Μεσογειακών Μελετών, είναι η συνεννόηση και συστράτευση των πολιτικών δυνάμεων για την χάραξη εθνικής στρατηγικής.
Μια προϋπόθεση, που είναι αναγκαία για την ενίσχυση της διαπραγματευτικής δυνατότητας της χώρας και την έξοδο της χώρας από την κρίση, με την εφαρμογή αναπτυξιακής πολιτικής, όπως ανέφερε ο αντιπρόεδρος του Ινστιτούτου κ. Σήφης Βαλυράκης, ο οποίος και παρουσίασε την πρόταση. Την εκδήλωση συνδιοργάνωσαν το ΕΒΕΧ, το Ίδρυμα Μεσογειακών Μελετών και το Τεχνικό Επιμελητήριο (Τμήμα Δυτικής Κρήτης).
Τα βασικά στοιχεία της πρότασης είναι τα παρακάτω:
• Η ανάπτυξη με βάση την παιδεία, τις υποδομές και την έρευνα και τεχνολογία στη βάση ενός μακροπρόθεσμου εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης και βιώσιμης ανάπτυξης.
• Το σχέδιο αυτό, θα συμπεριλαμβάνει τον εκσυγχρονισμό στη λειτουργία των θεσμών, του
πολιτικού συστήματος και του κράτους, θα εξασφαλίζει την πολιτική σταθερότητα, καθώς και
τη σταθερότητα των κανόνων σε ό,τι αφορά τις επενδύσεις, τη δίκαιη κατανομή βαρών και την
αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής.
• Αντιμετώπιση της διαφθοράς και επιβολή κανόνων διαφάνειας.
• Έμφαση σε πολιτικές και μεταρρυθμίσεις που εξασφαλίζουν θέσεις εργασίας.
• Άμεση εφαρμογή έτοιμων σχεδίων επένδυσης, όπως Formula 1 στη Δραπετσώνα κ.ά.
• Η αξιοποίηση της προνομιακής γεωπολιτικής θέσης της Ελλάδας.
• Η στρατηγική αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας μας.
• Επαναξιολόγηση και ορθολογική οργάνωση όλων των λειτουργειών του κράτους στη λογική
της μείωσης του μη παραγωγικού κόστους και αύξηση της ανταγωνιστικότητας.
• Ο διακανονισμός του χρέους με βάση τη βιωσιμότητά του
Η πρόταση του Ινστιτούτου περιλαμβάνει συνολικά τριάντα παρεμβάσεις σε τέσσερις τομείς και συγκεκριμένα α) ανάπτυξη, β) διακυβέρνηση του κράτους, γ) στο δημόσιο χρέος, δ) στην κοινωνική συνοχή – απασχόληση θέσεις εργασίας και ε) προϋπόθεση εθνική συνεννόηση παρεμβάσεις που χαρακτηρίζονται αναγκαίες στην περίοδο της παρατεταμένης ύφεσης.
Χαρακτηριστικά, μεταξύ άλλων στην πρόταση αναφέρεται «Εν μέσω μίας κρίσης, που εξελίσσεται σε παγκόσμιο, σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, απαντάμε με μια ολοκληρωμένη πρόταση στρατηγικής ανάπτυξης, απέναντι στην διαιώνιση της διαφθοράς, της διαπλοκής, της γραφειοκρατίας, της πολυνομίας, των συντεχνιακών νοοτροπιών, των μη λειτουργικών δομών και του τεράστιου θεσμικού ελλείμματος. Η Ελλάδα δεν χρεοκόπησε από το μνημόνιο, την «λάθος συνταγή», που επιδείνωσε τα πράγματα. Η Ελλάδα, στην πραγματικότητα, ήταν ήδη χρεοκοπημένη. Άρα η εφαρμογή ενός νέου αποτελεσματικού μοντέλου ανάπτυξης με την διαφάνεια και σε συνδυασμό με την πάταξη της διαφθοράς, είναι αυτό που σήμερα έχει ανάγκη η χώρα μας. Το ζήτημα αφορά τη συγκράτηση μίας ευνομούμενης πολιτείας, που θα απελευθερώσει τις δημιουργικές δυνάμεις της χώρας και θα διαμορφώσει τις προϋποθέσεις ενός Ελληνικού Εθνικού Σχεδίου, για την έξοδο από την κρίση. Την δια ώρα, η Ευρωπαϊκή Ένωση συνεχίζει να υποφέρει από οικονομική στασιμότητα και χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Η έλλειψη ολοκληρωμένου και σωστά προσανατολισμένου σχεδίου αντιμετώπισης της χρηματοπιστωτικής κρίσης, κατά το ξέσπασμα, αλλά και κατά την κλιμάκωση των επιπτώσεών της, οδήγησαν την ίδια την Ε. Ένωση σε ένα εσφαλμένο μοντέλο οικονομικής πολιτικής. Κοιτάζοντας μπροστά, ο στρατηγικός προσανατολισμός, πρέπει να είναι προς την ανάπτυξη και αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί με μονομερείς πολιτικές λιτότητας. Ο σωστός δρόμος για κάθε κράτος μέλος, είναι αυτός που εξασφαλίζει την ευελιξία, ενισχύει τις επενδύσεις, την ανάπτυξη και την απασχόληση, και αυτό μπορεί να γίνει χωρίς τον κίνδυνο δημοσιονομικού εκτροχιασμού. Το ελληνικό ζήτημα όμως, ως πρόβλημα χαμηλής παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας του δημόσιου τομέα, αλλά και γενικά χαμηλής κατάταξης της Ελλάδας στο διεθνή καταμερισμό, παραμένει και σήμερα, προϋπήρχε της κρίσης και επιδείνωσε τις επιπτώσεις της».
Οι παρεμβάσεις αυτές, αφορούν όπως αναφέρεται την βασική εισήγηση για την πρόταση «Εθνικής Στρατηγικής» του Ινστιτούτου Μεσογειακών Μελετών, στην κοινή συνεδρίαση των διαρροών κοινοβουλευτικών επιτροπών, Οικονομικών Υποθέσεων κα Ανάπτυξης Παραγωγής και Εμπορίου στην αίθουσα της Γερουσίας της Βουλής, στις 6 Ιουλίου 2016. Τα κείμενα συνοψίζουν τις μελέτες και
την ερευνητική προσπάθεια του Ιδρύματος Μεσογειακών Μελετών, πάνω στο «Ελληνικό Μοντέλο
Ανάπτυξης». Η επίπονη αυτή προσπάθεια, απαίτησε πάνω από 30 χρόνια και αποτυπώθηκε σε 36
επιστημονικές εκδόσεις του ΙΜΜ.
Καταλήγοντας την αναλυτική πρότασή τους, οι ερευνητές τονίζουν: «Τα παραπάνω κείμενα συγκροτούν μια κατ’ αρχήν πρόταση «Εθνικής Στρατηγικής» και ένα πολιτικά ευρύτερα αποδεκτό πλαίσιο συνεννόησης, για τα κοινοβουλευτικά κόμματα, που συμμετείχαν εξάλλου μέσω των ερευνητικών τους ινστιτούτων στη διαμόρφωσή του. Τα κείμενα αυτά, πρέπει να επικαιροποιηθούν και να οδηγήσουν, ως βάση πολιτικού και κοινωνικού διαλόγου, σε συγκεκριμένη, λεπτομερή εξειδίκευση, με σχεδιασμένες, δραστικές παρεμβάσεις, κατά επί μέρους τομέα πολιτικής και σε ένα ολοκληρωμένο εθνικό σχέδιο συγκεκριμένων, προοδευτικών, ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων.
Η Ελλάδα, με τις μεγάλες απώλειες εισοδήματος τα τελευταία χρόνια και τις τεράστιες ανισότητες που εντάθηκαν ακόμα περισσότερο, έχει ανάγκη μια «εθνική αναδιανεμητική ατζέντα», που όμως έχει ως προϋπόθεση την ανάπτυξη, τη δημιουργία δηλαδή εισοδήματος και πλούτου από τον ιδιωτικό και τον κοινωνικό τομέα της οικονομάς μας, μέσα σε κανόνες, πλαίσιο και υποστήριξη που οφείλει να δώσει ο δημόσιος τομέας.
Άρα οι εθνικές, δομικές θεσμικές μεταρρυθμίσεις στο κράτος, τη δημόσια διοίκηση, το πολιτικό σύστημα, αλλά και το οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον, με σκοπό την παραγωγικότητα, την ανταγωνιστικότητα και την απασχόληση, πέραν από οποιαδήποτε συμφωνία με τους ετέρους και δανειστές, αποτελούν όρο επιβιώσης για την χώρα μας».