Για τη Λέλα Κούνουπα πάντα μας δίδεται αφορμή να αναφερθούμε στη ζωή και στη δράση της. Ήταν μια πανέμορφη γυναίκα που επάξια κέρδισε την καρδιά του φαρμακοποιού Γιάννη Κούνουπα. Μας ήρθε από τα Χανιά, νύφη της ιστορικής οικογένειας των φαρμακοποιών το 1917.
Η Λέλα το γένος Καραπατάκη, είχε τελειώσει το Αρσάκειο όπως αρκετές από τις κοπέλες της υψηλής κοινωνίας στον καιρό της. Η πόλη μας την κέρδισε αμέσως με τη μακραίωνη ιστορία και τον πολιτισμό της. Γιατί η νεαρή κοπέλα διέθετε παρά την ηλικία της ζηλευτή μόρφωση.
Τα ανήσυχο πνεύμα της όμως δεν της επέτρεπε να περιοριστεί στα καθήκοντα μιας υποδειγματικής οικοδέσποινας, όπως επέβαλε η θέση της στην κοινωνική ιεραρχία.
Ξεκίνησε να δημοσιογραφεί με το ψευδώνυμο «Σείριος» σε θέματα ποικίλου ενδιαφέροντος. Πώς να υπογράφει κείμενα στην εφημερίδα μια γυναίκα εκείνες τις εποχές; Είχε όμως αρκετούς φανατικούς αναγνώστες που είχαν γοητευθεί με την «ζωντανή» πένα και το γλαφυρό ύφος του άγνωστου κειμενογράφου.
Ο σύζυγος που τη λάτρευε προσπάθησε με πολλή διακριτικότητα να της επισημάνει κάποιες συμπεριφορές που ήταν «κόκκινο» πανί για τον καθωσπρεπισμό εκείνων των καιρών. Αυτό που τον ανησυχούσε περισσότερο ήταν η ευαισθησία που την κυρίευε όταν συναντούσε εικόνες αθλιότητας. Κι ήταν αρκετές.
Εκείνη με τη γλυκύτητα που τη διέκρινε και το χαμόγελο που κέρδιζε μικρούς και μεγάλους προσπαθούσε να εξηγήσει τις αφορμές που την έκαναν επικίνδυνα παρορμητική.
Η κατάσταση επιδεινώθηκε όταν άρχισαν να φθάνουν στο Ρέθυμνο οι πρώτοι πρόσφυγες της Μικράς Ασίας. Άκουγε για το γεγονός η Λέλα Κούνουπα και τα βράδια δεν έκλεινε μάτι.
Σκεπτόταν τους περήφανους εκείνους ανθρώπους να πεινούν, αλλά να μην απλώνουν χέρι επαιτείας από αξιοπρέπεια, μετρούσε τα θύματα από ασιτία και δεν μπορούσε να ησυχάσει.
Άφησε λοιπόν στην άκρη τους ενδοιασμούς και τις απαγορεύσεις που της επέβαλε το φύλο και η κοινωνική της θέση και ξεκίνησε πόρτα πόρτα να ζητά βοήθεια για τους πρόσφυγες.
Στην αρχή προκάλεσε ξάφνιασμα η κίνηση αυτή και ίσως σχόλια. Εκείνη όμως θαρραλέα συνέχισε την προσπάθεια μέχρι που πέτυχε το στόχο της. Οργανώνει συσσίτια, μαζεύει είδη πρώτης ανάγκης, αναζητά στέγη να βολέψει τους ξεριζωμένους.
Τα παιδιά της θυμούνται εκείνο το σοβαρό ύφος τις ώρες, που θα έπρεπε να είναι ξέγνοιαστη. Μεγάλη ικανοποίηση της προκαλεί η απόφαση του Λυκείου Ελληνίδων να δημιουργήσουν τμήματα κοπτικής ραπτικής για τις προσφυγοπούλες. Να μάθουν μια τέχνη που είχε επαγγελματική προοπτική.
Η Λέλα Κούνουπα ζούσε για τους άλλους παρά το γεγονός ότι ήταν μια ιδανική σύζυγος και μια υποδειγματική μητέρα.
Στο ημερολόγιό της η Μαρία Παπαϊωάννου επίσης μεγάλη μορφή της πόλης μας, με πλούσια κοινωνική δράση αναφέρεται με θαυμασμό στη Λέλα Κούνουπα και στις προσπάθειές της να ανακουφίσει την ανθρώπινη δυστυχία.
Η περίφημη αυτή γυναίκα υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Συλλόγου των Κυριών και γενικά δεν απουσίαζε από κανένα κάλεσμα εθελοντικής προσφοράς στην πόλη.
Οι πρόσφυγες σιγά σιγά βρήκαν το δρόμο τους στην πόλη που μεταφυτεύτηκαν μετά τον άγριο ξεριζωμό τους. Τα παιδιά όμως είναι πάντα στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της Χανιώτισσας δασκάλας. Η ανάγκη να τα δει ευτυχισμένα να παίζουν τα καλοκαίρια σαν όλα τα παιδιά που είχαν την ευκαιρία να απολαμβάνουν καλοκαιρινές διακοπές, την εμπνέει να ιδρύσει και να στηρίξει με κάθε τρόπο το 1930 παιδικές κατασκηνώσεις στα τρία Μοναστήρια.
Και συνεχίζει να πρωταγωνιστεί στη διοργάνωση δεκάδων εκδηλώσεων για φιλανθρωπικούς σκοπούς.
Η δημιουργία του Συλλόγου Κυριών και η πρωτοβουλία για τα «Ανθεστήρια»
Πολλά έχουν ειπωθεί κατά καιρούς για τη σημαντική αυτή γυναίκα. Αυτό που ελάχιστα έχει αναφερθεί είναι πως δική της ήταν η πρωτοβουλία για την οργάνωση ΑΝΘΕΣΤΗΡΙΩΝ στο Ρέθυμνο που άφησαν εποχή και μάλιστα αναφέρθηκαν σ’ αυτά κι εφημερίδες των Αθηνών.
Ήταν άνοιξη του 1938 και το Ρέθυμνο σε μια από τις χειρότερες εποχές του Νέκρα στην αγορά, ελλείψει χρημάτων, μεγάλη φτώχεια στα σπίτια, καμιά διέξοδος στο αδιέξοδο.
Από τότε που με την αναχώρηση των Ρώσων σταμάτησε η μοναδική ευκαιρία με τα συσσίτιά τους να εξασφαλίζεται τουλάχιστον λίγο φαγητό, ο κόσμος υπέφερε.
Εκεί που όλα στέναζαν στον αστερισμό της απόγνωσης έρχεται η Λέλα Κούνουπα να δημιουργήσει το Σύλλογο Κυριών με μοναδικό σκοπό την ανάπτυξη φιλανθρωπικού έργου. Με πρόεδρο τον εκάστοτε Επίσκοπο, το σωματείο αυτό στέγνωσε πολλά δάκρια, χόρτασε αρκετά παιδιά, έδωσε στη χαμοζωή ελπίδα.
Έδωσε παράλληλα και πνοή στην πολιτιστική ζωή του τόπου, αφού για να προσφέρει φιλανθρωπικό έργο χρειαζόταν χρήματα και μοναδική πηγή εσόδων είχε μουσικά και θεατρικά απογεύματα, χοροεσπερίδες και άλλες εκδηλώσεις που δικαιολογούσαν κάποια εισιτήριο εισόδου.
Άνοιξη του 1938 η Λέλα νοιώθει για πρώτη φορά βαθειά προβληματισμένη. Η περίφημη εκείνη αισιοδοξία της είχε αρχίσει να κλονίζεται. Οι ανάγκες γύρω της πολλές και το ταμείο του Συλλόγου άδειο. Οι απόκριες που προσφέρονταν για χοροεσπερίδα είχαν περάσει, τα απογευματινά τσάγια είχαν κουράσει πια, οπότε δεν υπήρχε περίπτωση να βρεθούν χρήματα.
Μια από τις μέρες της μεγάλης περισυλλογής, περνώντας από τον Κήπο που ήταν στις δόξες του, θυμήθηκε πως ήταν άνοιξη και μάλιστα πλησίαζε ο Μάης που οι αρχαίοι γιόρταζαν ξεχωριστά με εκείνη την τριήμερη γιορτή των Ανθέων, τα περίφημα Ανθεστήρια…
Τα Ανθεστήρια ναι …Ορίστε μια εκδήλωση που θα μπορούσε να αναβιώσει και να έχει μεγάλο ενδιαφέρον.
Κάλεσε αμέσως Διοικητικό Συμβούλιο και πρότεινε τη διοργάνωση Ανθεστηρίων. Οι κυρίες, Αρσακειάδες οι περισσότερες γνωρίζοντας για την πανάρχαια αυτή γιορτή ενθουσιάστηκαν.
Κι αμέσως μπήκε μπροστά ο σχεδιασμός για να ξεκινήσουν οι προετοιμασίες.
Το αρχαίο πρότυπο είχε τη δική του υφή. Ως γνωστόν κάθε χρόνο στις αρχές του Μάρτη οι αρχαίοι Έλληνες γιόρταζαν την αναγέννηση της φύσης προς τιμήν του Λιμναίου Διονύσου και του Χθόνιου Ερμή, κάνοντας ταυτόχρονα ανάκληση στις ψυχές των νεκρών. Οι αρχαίοι Έλληνες την αφιέρωναν στον Διόνυσο και γινόταν τον μήνα Ανθεστηριώνα. Η γιορτή διαρκούσε τρεις ημέρες και συμβόλιζε την αναγέννηση της φύσης και το ξύπνημα των νεκρών. Ήταν ένα μεγάλο συμπόσιο στο οποίο τηρούνταν παλιά παραδοσιακά έθιμα, επικρατούσε εύθυμη ατμόσφαιρα, ενώ στο γλέντι συμμετείχαν και παιδιά. Όπως και στο Πάσχα των ορθόδοξων χριστιανών, τα Ανθεστήρια κινούνταν ανάμεσα σε δύο άκρα: την άκρατη χαρά για τη ζωή και τη βαθιά θλίψη για τον θάνατο. Ήταν μια γιορτή αφιερωμένη στη φύση, στα λουλούδια και στο κρασί, μια ευκαιρία για γλέντι και για να πάρουν δώρα τα μικρά παιδιά. Συγχρόνως, οι αρχαίοι Αθηναίοι πίστευαν ότι τις πρώτες μέρες των Ανθεστηρίων τα πνεύματα των νεκρών επέστρεφαν και κυκλοφορούσαν μέσα στην πόλη και με το τέλος των εορτασμών έπρεπε να τα απωθήσουν πάλι στον Κάτω Κόσμο.
Για πότε οργανώθηκαν όλα αυτά τα θαυμάσια που απόλαυσε η τοπική κοινωνία στις 9 Μαΐου 1937 οι κυρίες το ήξεραν που δούλεψαν όλες με πολύ κέφι. Στις πρακτικές εργασίες δυσκολεύτηκαν αλλά είχαν ευτυχώς τη βοήθεια ενός σπουδαίου ανθρώπου, ενός θρύλου του λαϊκού αθλητισμού, του Δημήτρη Φρυγανάκη που εκτιμώντας την βοήθεια των «Κυριών της Τιμής» στον προσφυγικό κόσμο του Ρεθύμνου, ήταν πάντα κοντά στο σωματείο για να προσφέρει χειρωνακτική εργασία όπου χρειαζόταν.
Ο Δημήτρης Φρυγανάκης ήταν κι αυτός ένας από τους ανθρώπους που έκαναν περήφανη την προσφυγιά.
Γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1912. Εύπορη η οικογένειά του έκανε τα πρώτα παιδικά του χρόνια να μοιάζουν παραμυθένια. Δεν του έλειπε τίποτα. Κι ήρθε η καταστροφή του 22 να τυλίξει στη φωτιά μια κοιτίδα πολιτισμού.
Σύντομα με άλλα ανθρώπινα κουρέλια, γιατί έτσι τα μεταχειρίζονταν οι «σωτήρες» της προσφυγιάς, πήρε κι μικρός Δημήτρης το δρόμο της αναζήτησης ενός απάνεμου λιμανιού για να συνεχίσει τη ζωή του.
Τελικά βρέθηκε στο Ρέθυμνο. Ο Δημήτρης είχε πνευματικά ενδιαφέροντα αλλά το εκμαγείο που έκρυβε τα δικά του ινδάλματα ήταν στις αρένες, όπου η ευγενής άμιλλα δημιουργούσε τους ήρωες που λάτρευε ο παιδόκοσμος.
Στην οδό Ραδαμάνθυος, κοντά στη Μικρή Παναγία δημιούργησε το φυτώριο νέων αθλητών που ο ίδιος προπονούσε.
Κι όταν ο μικρόκοσμος έπεφτε σε πλήξη και μελαγχολία ο Δημήτρης γινόταν ένας εξαιρετικός καραγκιοζοπαίχτης και μέσα από το θέατρο Σκιών έδινε διεξόδους χαράς και κεφιού σε μικρούς και μεγάλους.
Ο Σύλλογος Κυριών του έδινε πάντα αφορμή να προσφέρει τη βοήθειά του. Όπως έκανε και στα ΑΝΘΕΣΤΗΡΙΑ.
Η πρώτη διοργάνωση
Τι έγινε αλήθεια στην πρώτη διοργάνωση;
Στις 5 το απόγευμα εκείνη την Κυριακή του Θωμά, 9 Μαΐου 1937, όλοι έσπευσαν να μη χάσουν το πρωτότυπο θέαμα με εισιτήριο 20 δραχμές για τους μεγάλους και 15 για τα παιδιά.
Το θέαμα που ακολούθησε έμεινε αξέχαστο. Πόση προσοχή στη λεπτομέρεια, πόσο προσεγμένη η κίνηση, πόσο περιποιημένα τα ρούχα και πόσο φροντισμένα τα λουλουδένια στεφάνια.
Οι «ιέρειες της Ανοίξεως» με στολισμένα τα κεφάλια από λουλούδια και με κάνιστρα επίσης γεμάτα λουλούδια ήταν μια εξαιρετικά εντυπωσιακή εικόνα. Η πομπή πρόβαλε στο ξέφωτο και προχώρησε με αργές, ρυθμικές κινήσεις στο βωμό της θυσίας, για να καλωσορίσει της λουλουδοφορτωμένη θεά μέσα στο αρχαϊκό της άρμα. Με τις γύρω της ολόλευκες πεταλούδες, χαριτωμένα ζωντανά λουλούδια, γιόρταζαν μαζί.
Οι κινήσεις ήταν παραστατικές αργές και εναρμονίζονταν με τους ήχους μιας ανάλαφρης μουσικής. Μια χορωδία, από καλλίφωνα παιδιά, ευχήθηκε στη θεά το «καλώς όρισε», ενώ το χαριτωμένο σύνολο των ιερειών της άνοιξης αποχωρούσε στο βάθος του πευκόφυτου δρόμου με κορυφαίες του χορού τις δεσποινίδες Ελ. Κανάρη, Αδριανή Κούνουπα, και με οδηγούς, τις πεταλούδες Ελενίτσα Σαουνάτσου, Σία Σφηνιά, Σακέ Βαρτανιάν, Ιωάννα Στραπατσάκη, Μαρία Σηφάκη και, Αλεξάνδρα Αθανασιάδου.
Ακολούθησε μια συμβολική αναπαράσταση με τη θαυμαστή αλληγορία του μύθου της Περσεφόνης.
Μας περιγράφει σκηνή σκηνή την υπέροχη εκδήλωση ο αξέχαστος Μανόλης Κούνουπας γιος της εμπνεύστριας της γιορτής:
«Στην εν λόγω παράσταση του Δημοτικού κήπου (πρώτη σκηνή) εμφανίζονται οι Ωκεανίδες, προστάτιδες των υδάτων, να χορεύουν και να τέρπουν χαρούμενες την Περσεφόνη. (Ελενίτσα Στραπάτσάκη). Έξαφνα εμφανίζεται ο Θεός του ερέβους Πλούτων (Ευαγγελία Δρανδάκη) την αρπάζει βίαια για να τη μεταφέρει στα σκοτεινά του δώματα, στο βασίλειο του Άδη.
Δεύτερη σκηνή: Η θεά Δήμητρα ντυμένη σε κατάμαυρα κρέπια, περιφέρεται ολοφυρόμενη από εδώ και από εκεί και ξεφωνίζει τρελή από τον πόνο για τη χαμένη μονάκριβη κόρη της. Τρέχει αλόγιστα και μετά από μεγάλη κόπωση φτάνει σ’ ένα πηγάδι κοντά στην Ελευσίνα, από το οποίο παίρνουν νερό, εκείνη την ώρα, οι θυγατέρες του βασιλιά Κελεού. Χωρίς να τη γνωρίζουν της συμπαραστέκονται, τη φροντίζουν, την παρηγορούν και τη φιλοξενούν στο παλάτι του πατέρα τους.
Σκηνή τρίτη: εμφανίζεται ο Ερμής, ο κατ’ εξοχήν ακμαίος και ευκίνητος θεός, ο οποίος αναλαμβάνει να εκτελέσει δύσκολη αποστολή μετά από επιτακτική διαταγή του Διός στον Πλούτωνα, να ελευθερώσει την Περσεφόνη και να την επιστρέψει στην δυστυχισμένη μητέρα της. Ο Ερμής συνοδεύεται και περιβάλλεται από τις Αύρες, οι οποίες σιγοτραγουδούν και καλούν την Περσεφόνη, να επιστρέψει στη Γη. Εκείνη πλησιάζει χαμογελαστή και χαρούμενη. Τα λουλούδια και όλη η γη γιορτάζει το θρίαμβο της Περσεφόνης. Ερμής: η Σοφία Βενεράκη, Κορυφαίες Αύρες: η Αδριανή Κούνουπα και η Ελευθερία Κανάρη. Οδηγοί: η Μαρία Κανάρη κα η Ελευθερία Τζανιδάκη. Ακολουθεί το χορωδιακό «Ύμνος στην άνοιξη» συνθέτης: ο Δημ. Δαφέρμος και μέλη της χορωδίας: ο Ν. Αληθινός, ο Ανδρέας Κούνουπας, οι αδελφοί Κανάρη, ο Γ. Μαραγκουδάκης και οι δεσποινίδες Αντιγόνη Βαρούχα, Φωφώ Ζαμπετάκη, Αυγή και Ζίτσα Σαουνάτσου.
Σκηνή τέταρτη: ο Ερμής παραδίδει την Περσεφόνη φορτωμένη με λουλούδια στη μητέρα της θεά Δήμητρα. Οι ιέρειες της ανοίξεως, μετά από κινήσεις εντυπωσιακές και χορούς θεαματικούς, χαιρετίζουν τη θεά του πρασίνου και των λουλουδιών και της προσφέρουν θυσίαν δι ενός ύμνου προς αυτήν και στον ζωοδότην Ήλιον.
Ιέρειες: Η Ιωάννα Στραπατσάκη, η κ. Βαρδάκη, η Ασπασία Γαλερού, η Μαρία Σηφάκη
Το μουσικό μέρος ανέλαβαν ευγενώς προσφερθέντες η Ασπασούλα Μαγριπλή, και οι Δημ. Δαφέρμος και Γ. Σταυρουλάκης.
Το πρόγραμμα της ανοιξιάτικης γιορτής έκλεισε με ένα θεατρικό σκετσάκι στο τελευταίο μέρος, που μετέφερε τους θεατές στη σύγχρονη εποχή με κατανοητούς συμβολισμούς και αληθοφανείς και πειστικές αναπαραστάσεις.
Μέσα σ ‘ένα περιβόλι με ζωντανά λουλούδια μιλούν με αγάπη γύρω από τον περιβολάρη τους. Ο περιβολάρης όμως είναι θλιμμένος, γιατί είναι πάμπτωχος και δεν έχει να συντηρήσει την οικογένειά του, αλλά και δε θέλει να πουλήσει τα λουλούδια του.
Μια κοπέλα πλούσιας οικογένειας παρουσιάζεται και θέλει να αγοράσει όλα τα λουλούδια, εκείνα όμως δε θέλουν ν’ αφήσουν τον περιβολάρη. Στο τέλος η κοπέλα αγοράζει όλα τα λουλούδια και παίρνει μαζί της και τον περιβολάρη να τα περιποιείται. Η εορτή τελείωσε μ’ ένα ευχαριστήριο ύμνο από τη χορωδία προς τα λουλούδια.
Η παράσταση αυτή των «Ανθεστηρίων» υπήρξε όντως ένας αδιαμφισβήτητος θρίαμβος, ο οποίος προσέδωσε στην πόλη μιαν επάξια αίγλη. Από την επόμενη ημέρα όλες οι εφημερίδες της Κρήτης ανέφεραν τη γιορτή στο Ρέθυμνο με εγκωμιαστικά δημοσιεύματα και τιμητικά σχόλια και όχι μόνο της Κρήτης αλλά και πολλές των Αθηνών.
Λίγες μέρες μετά το θρίαμβο της πρώτης εκείνης εκδήλωσης ανακοινώθηκε η καθιέρωσή της.
Κι επαναλήφθηκε τον επόμενο χρόνο. Η επιτυχία ήταν επίσης μεγάλη.
Αυτά ήταν τα ΑΝΘΕΣΤΗΡΙΑ. Μια εκδήλωση που προκάλεσε πανελλήνιο ενδιαφέρον. Μια ακόμα προσφορά της Λέλας Κούνουπα στην πόλη που αγάπησε με τόσο πάθος.
ΠΗΓΕΣ
Ρέθυμνο 1900-1950: Επιμέλεια Κωστής Ηλ. Παπαδάκης
Πολιτιστικό Ρέθυμνο: Ανθεστήρια
Μανόλη Κούνουπα: Ανθεστήρια
Νίκου Δερεδάκη: Ανθεστήρια
Εύας Λαδιά: Λέλα Κούνουπα
Εύας Λαδιά: Δημήτρης Φρυγανάκης Απόστολος του ωραίου του μεγάλου και τ’ αληθινού