Α’
Παρακολουθώ από τις εφημερίδες την προσπάθεια του Δήμου να ανακαινίσει τον Προμαχώνα της Φορτέτζας και να τον διασκευάσει σε Συνεδριακό – Πολιτισμικό Κέντρο. Θεωρώ πολύ σωστή την ιδέα αυτή, γιατί συμβάλλει στην πάγια επιδίωξη της πόλης να αναπτύξει τον Τουρισμό δια του Πολιτισμού, και χαίρω που ομόθυμα προωθείται από όλες τις πτέρυγες της Δημοτικής Αρχής.
Σκέφτηκα ότι δεν θα ήταν άσκοπο να προσθέσω μερικά στοιχεία που διατηρώ στη μνήμη μου για το σημαντικό αυτό θέμα. Θα έλεγα, λοιπόν, ότι από τον Φεβρουάριο του 1968, που εισηγήθηκα στις παραγωγικές τάξεις τις πόλης μας και στο Δημοτικό Συμβούλιο τον καθορισμό του Τουρισμού ως κύριας αναπτυξιακής κατεύθυνσης του τόπου, είχα έμμονη ιδέα τη δημιουργία Αρχαιολογικού Μουσείου, ξέροντας ότι στις αποθήκες της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και στα Μουσεία των γειτονικών πόλεων βρίσκονται σπουδαία ρεθεμνιώτικα ευρήματα, ικανά να συγκροτήσουν το δεύτερο μινωικό Μουσείο της Κρήτης.
Έτσι όταν το επόμενο έτος 1969 καταργήθηκαν οι φυλακές του Ρεθύμνου, είδα στην κατάργηση αυτή μια πολύ καλή ευκαιρία να αποκτήσει η πόλη Αρχαιολογικό Μουσείο και ζήτησα από το Υπουργείο Δικαιοσύνης να παραχωρήσει το κενό κτίσμα στον Δήμο για τον κοινωφελή αυτό σκοπό.
Ο Υπουργός, Ηλίας Κυριακόπουλος, καθηγητής Νομικής του Α.Π.Θ., το είδε θετικά. Τον φιλοξενούσα στα τραπέζι μου στη Γιορτή του Κρασιού, όταν ένας αστυνομικός του έφερε ένα σήμα που τον καλούσε να ορκιστεί Υπουργός την επομένη το μεσημέρι, κι από τότε διατηρούσαμε πολύ καλές σχέσεις. Όμως η Διευθύντρια Περιουσίας του Υπουργείου, οχυρωμένη πίσω από κάποιες νομικές διατάξεις και μια Απόφαση του ίδιου Υπουργού να εκποιηθούν όλα τα μη εν χρήσει ακίνητα του Υπουργείου για να χτιστούν με το προϊόν δύο σύγχρονα συγκροτήματα φυλακών, αρνιόταν πεισματικά να συναινέσει. Είχε βρεθεί και αγοραστής για τον Προμαχώνα μας, δεν έμαθα ποτέ ποιος, που ήθελε να τον αγοράσει και να τον μετασκευάσει σε ξενοδοχείο. Έτσι ο Υπουργός καθόρισε μια σύσκεψη στο Ρέθυμνο, στην Εισαγγελία, που στεγαζόταν τότε στο Νομαρχιακό Μέγαρο, προκειμένου να βρεθεί μια λύση. Στη σύσκεψη αυτή συγκρούστηκα μετωπικά με τη Διευθύντρια Περιουσίας υπό την αμήχανη διαιτησία του Υπουργού.
– «Εγώ δεν παραβιάζω τον νόμο», κραύγαζε εκείνη.
– «Ούτε εγώ παραβιάζω τον αρχαιολογικό νόμο. Ο Προμαχώνας είναι Ιστορικό Μνημείο και αν ο αγοραστής σας μετακινήσει έστω και ένα χαλίκι, θα τον βάλω φυλακή», κραύγαζα εγώ. Ισοπαλία, η σύσκεψη έληξε χωρίς αποτέλεσμα.
Αφού απέτυχα να πάρει ο Δήμος τον Προμαχώνα δωρεάν, την επόμενη μέρα έκαμα μια αναφορά προς την Κυβέρνηση και ζητούσα να ακυρωθεί η απαλλοτρίωση του κτίσματος η οποία είχε γίνει το 1957, αφού είχε πάψει να ισχύει ο λόγος για τον οποίο είχε γίνει, και να αποδοθεί το μνημείο στον προηγούμενο ιδιοκτήτη του που ήταν ο Δήμος.
Σε 15 περίπου μέρες εμφανίστηκε στον Δήμο ένας κύριος και μου συστήθηκε ως Λουκάς Πάτρας, Υπουργός άνευ Χαρτοφυλακίου, που είχε έρθει για να εξετάσει το θέμα. Τον πήγα επί τόπου, καθώς και στη Φορτέτζα, όπου του ανέπτυξα το Πολιτιστικό – Τουριστικό Πρόγραμμα του Δήμου, και ακόμη στο τζαμί της οδού Τομπάζη που ήταν αποθήκη αρχαιοτήτων και του έδειξα όγκο σπουδαίων ευρημάτων μέσα στα κονιορτοβριθή κασόνια.
Μου είπε ότι θα εισηγηθεί θετικά και πραγματικά σε κανένα μήνα πήρα μια Απόφαση που ακύρωνε μεν την απαλλοτρίωση, αλλά δυστυχώς, υποχρέωνε τον Δήμο να επιστρέψει στο Υπουργείο Δικαιοσύνης το τίμημα που είχε εισπράξει, 443.550,50 δρχ.
Αυτό ήταν σοβαρό πρόβλημα! Πού να βρεθούν τόσα λεφτά, από ένα Δήμο 14.500 δημοτών; Αποφάσισα λοιπόν, να μοιράσω τη δαπάνη σε δύο φορείς, που είχαν κάποια λεφτά: Έφτιαξα ένα φάκελο με φωτογραφίες του Προμαχώνα, του Φρουρίου και πλείστων αρχαιοτήτων στα κασόνια των αποθηκών της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, έβαλα και το Πρόγραμμα Πολιτιστικής – Τουριστικής Ανάπτυξης του Ρεθύμνου και πήγα στον φυσικό προϊστάμενο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης Υπουργό Εσωτερικών, που ήταν ο Ρεθεμνιώτης Στ. Παττακός, ο οποίος επιδοκίμασε το θέμα και ενέκρινε την επιχορήγηση του Δήμου με το ποσόν των 221.000 δρχ. Κατόπιν πήγα και στο Υπ. Πολιτισμού και συμφωνήσαμε να καταβάλει το άλλο μισό του ποσού, για να φτιάξομε το Μουσείο στον Προμαχώνα.
Πρέπει να πω ότι με το Υπουργείο Πολιτισμού είχαμε πολύ στενή συνεργασία σε όλα τα κλιμάκιά του, τόσο σε τοπικό επίπεδο με τους αξέχαστους Μανώλη Μπορμπουδάκη, Έφορο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων, και τη Χρυσούλα Τσομπανάκη, Έφορο Νεωτέρων Μνημείων, όσο και σε επίπεδο κορυφής, ιδιαίτερα με τον Δ/ντή Αρχαιοτήτων, τον καθηγητή μου στο Πανεπιστήμιο γίγαντα της Αρχαιολογίας Σπύρο Μαρινάτο, στον οποίο κατά μέγα μέρος οφείλω την αγάπη μου για τις αρχαιότητες και το ήξερε.
Ο Μαρινάτος έδωσε εντολή στο Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων (ΤΑΠΑ) να καταβάλει το άλλο μισό του τμήματος του Προμαχώνα, ώστε να αποξενωθεί το Υπουργείο Δικαιοσύνης από το μνημειακό αυτό κτίσμα και να προχωρήσει το θέμα. Κι εγώ από την πλευρά μου ανέθεσα στον άξιο Νομικό Σύμβουλο του Δήμου Κώστα Αντωνάκη να κάμει τα δέοντα από την πλευρά του Δήμου.
Αυτό είναι συνοπτικά το ιστορικό του σημερινού προβλήματος, το οποίο είναι στην ουσία του φαινομενικό και όχι ουσιαστικό. Η καταβολή εκ μέρους του ΤΑΠΑ του μισού τιμήματος έγινε υπέρ του Δήμου, ύστερα από το προσωπικό διάβημά μου προς τον Δ/ντή Αρχαιοτήτων αείμνηστο Σπύρο Μαρινάτο. Το Υπουργείο Πολιτισμού δεν είχε κανένα δικό του σχέδιο για τον Προμαχώνα και δεν θα είχε καμιά ανάμιξη στο θέμα με δική του πρωτοβουλία, αν δεν ήταν πρόγραμμα και αίτημα του Δήμου. Και η τυπική διαδικασία ήταν, μετά την καταβολή του συνόλου του τιμήματος της απαλλοτρίωσης στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, να επανέλθει αυτοδίκαια η κυριότητα του μνημείου στον προηγούμενο ιδιοκτήτη τον Δήμο, ανεξάρτητα από το ποιος κατέβαλε το μισό τίμημα, και κατόπιν ο Δήμος να το μεταβιβάσει στο Υπουργείο Πολιτισμού με τον όρο να δημιουργήσει σ’ αυτό Αρχαιολογικό Μουσείο. Όμως εκείνη την περίοδο η τότε Κυβέρνηση, στοχεύοντας στον περιορισμό της γραφειοκρατίας, είχε δώσει εντολή προς τις Δημόσιες Υπηρεσίες να απλοποιούν τις διαδικασίες («Παρανομήσατε εν ανάγκη») και ακολουθώντας την εντολή αυτή οι αρμόδιοι υπάλληλοι συνέπτυξαν τις απαιτούμενες δύο μεταβιβάσεις (Υπ. Δικαιοσύνης προς Δήμο και Δήμος προς Υπ. Πολιτισμού) σε μια: Υπ. Δικαιοσύνης κατ’ ευθείαν προς Υπ. Πολιτισμού για να εκτελέσει το πρόγραμμα του Δήμου, να δημιουργήσει Αρχαιολογικό Μουσείο στην πόλη του Ρεθύμνου.
Αυτή είναι η ουσία του θέματος, η κυριότητα του Προμαχώνα όφειλε να έχει επανέλθει στον Δήμο, αλλά πήγε κατ’ ευθείαν στο Υπ. Πολιτισμού για να έχει τη νομική δυνατότητα να διαθέσει πιστώσεις του για την εκτέλεση του δημοτικού Προγράμματος, για λόγους απλοποίησης της γραφειοκρατίας. Επομένως, μετά τη μεταφορά της μουσειακής λειτουργίας σε άλλο χώρο, η κυριότητα του κτίσματος όφειλε και οφείλει να αποδοθεί στον Δήμο, στον οποίο άλλωστε και με τη στενή γραφειοκρατική αντίληψη ανήκει το μισό του Προμαχώνα, αφού έχει καταβάλει στο Υπ. Δικαιοσύνης το 50% του τιμήματος που είχε εισπράξει το 1957. Η άποψη του Υπ. Πολιτισμού να στηριχθεί στο γεγονός ότι το ΤΑΠΑ κατέβαλε το 50% του τιμήματος στο Υπ. Δικαιοσύνης και να κρατήσει το κτίσμα δεν είναι σοβαρή, είναι, ας μου επιτραπεί να το πω, κωμική.
Ας δούμε τώρα και μια άλλη πλευρά του θέματος. Η αποστολή του Υπ. Πολιτισμού είναι κατά τη γνώμη μου διττή: Αφ’ ενός να στηρίζει και να προάγει τον Ελληνικό Πολιτισμό, ένα από τους πλουσιότερους και γονιμότερους Πολιτισμούς σε παγκόσμια κλίμακα, και αφ’ ετέρου να προάγει, ως πολιτικό όργανο, τη γενικότερη πρόοδο του κράτους.
Με τα κριτήρια αυτά ας δούμε πώς αξιολογείται το θέμα, δηλαδή ο Προγραμματισμός του Δήμου και ο Προγραμματισμός του Υπ. Πολιτισμού σχετικά με το ιστορικό Μνημείο του Προμαχώνα:
Ο Προγραμματισμός του Δήμου, όπως έχω διαβάσει στις εφημερίδες, είναι να άρει την ετοιμορροπία του Μνημείου και να το διαμορφώσει ως Συνεδριακό – Πολιτιστικό Κέντρο. Είναι σημαντικό αναπτυξιακό έργο, ως πολιτισμική και τουριστική υποδομή της πόλης. Ο στόχος αυτός εντάσσεται απόλυτα μέσα στην αποστολή του Υπ. Πολιτισμού, το οποίο θα έπρεπε να ευγνωμονεί τον Δήμο που αναλαμβάνει δική του δουλειά.
Ο στόχος του Υπ. Πολιτισμού, από ότι συνάγεται από τη μέχρι σήμερα χρήση του Μνημείου μετά τη μεταφορά του Μουσείου στον Άγιο Φραγκίσκο, είναι να το χρησιμοποιήσει ως αποθήκη αρχαιολογικών ευρημάτων. Η χρήση αυτή δεν είναι πολιτισμική, είναι καθαρά αποθηκευτική, δηλαδή παντελώς ασύμβατη με τη μνημειακή φύση του κτίσματος.
Όμως ο Προμαχώνας χτίστηκε στη θέση αυτή, για να προστατεύει την πύλη του φρουρίου από τις βολές των πυροβόλων. Αποτελεί μέρος του αμυντικού συστήματος του φρουρίου και αναπόσπαστο τμήμα του και επιβάλλεται ο ενιαίος χειρισμός του φρουρίου και του Προμαχώνα του από αρχαιολογική, λειτουργική και περιβαλλοντική άποψη, δεν επιτρέπεται επιστημονικά ο κατακερματισμός του μνημείου. Ούτε η αποθήκευση πολύτιμων αρχαιολογικών ευρημάτων κάτω από τη Δαμόκλεια Σπάθη της ετοιμορροπίας επιτρέπεται. Δεν είναι σωστές επιλογές αυτές και κάνουν σοβαρό λάθος αυτοί που τις εισηγούνται και αυτοί που τις υιοθετούν.
Ύστερα είναι και η άλλη πλευρά του θέματος: Το Συνεδριακό – Πολιτιστικό Κέντρο που σχεδιάζει να κάμει ο Δήμος στον Προμαχώνα είναι πού καλή υποδομή για τον πολιτισμό του Ρεθύμνου αλλά και για τη στήριξη του αστικού Τουρισμού του, που έχει σημαντική επίδοση και συμβάλλει ουσιωδώς στη διάχυση του τουριστικού εισοδήματος σε ευρύτερα λαϊκά στρώματα.
Προσθέτω ότι παλιότερα απέρριψα μια μεγάλη πλουτοφόρα για την πόλη επένδυση για την κατασκευή στη Φορτέτζα ξενοδοχείου 1000 κλινών (έχω γράψει σχετικό σημείωμα), αποβλέποντας στη διαμόρφωσή της σε Πολιτιστικό Κέντρο ευρύτερης ακτινοβολίας και στοιχείο τουριστικής υποδομής της πόλης, με σεβασμό προς την ιστορικότητα του Μνημείου. Δεν μπορούσα και δεν μπορώ να φανταστώ ότι το Υπ. Πολιτισμού επιμένει στη φόρτιση ενός σημαντικού ιστορικού Μνημείου με μια μη πολιτισμική χρήση, όπως η αποθήκη.
Ανακεφαλαιώνω:
• Η κυριότητα του Προμαχώνα ανήκει εξ ολοκλήρου στον Δήμο, υπέρ του οποίου το ΤΑΠΑ κατέθεσε στο Υπ. Δικαιοσύνης το ήμισυ του τμήματος.
• Η χρήση που προτείνει ο Δήμος είναι από πολιτισμική και τουριστική άποψη ορθή και δυναμική.
• Η χρήση που επιφυλάσσει το Υπ. Πολιτισμού είναι εσφαλμένη και παθητική, ασύμβατη με την οργανική αποστολή του Υπουργείου.
Εν όψει των ανωτέρω, αλλά και της κρισιμότητας των γενικότερων συνθηκών κατά την τρέχουσα περίοδο, το Υπ. Πολιτισμού οφείλει στους Ρεθεμνιώτες μια απάντηση στο ερώτημα: Θέλει την ενίσχυση του Ρεθύμνου σύμφωνα με τη δική του αποστολή ή θυσιάζει την αποστολή του και την πρόοδο του Ρεθύμνου για χάρη μιας μικρόψυχης βόλεψής του;
Εύχομαι και απευθύνω έκκληση προς το Δημοτικό Συμβούλιο να διατηρήσει την ενότητά του στο θέμα αυτό ως γενικότερου ενδιαφέροντος.
Μερικά ακόμη στοιχεία από το ιστορικό του Προμαχώνα θα προστεθούν σε επόμενο σημείωμα.
* O Δημήτρης Ζ. Αρχοντάκης είναι τ. δήμαρχος Ρεθύμνης