Δεν μπορεί κανείς να μη σκέπτεται πως το 2014 ζούμε ακόμη με τη νοοτροπία του σκλαβωμένου ραγιά. Πατροπαράδοτες αρετές, αντρειοσύνη, φιλότιμο, ανθρωπιά (που ευτυχώς ακόμη μας χαρακτηρίζουν), δεν τον εγκατέλειψαν, αλλά νωρίς επινόησε τρόπους να εξαπατά και να κλέβει τον αγά της περιοχής του, αποκρύπτοντας εισοδήματα (για να γλιτώνει το «φόρο της δεκάτης» σε είδος), ενώ παράλληλα άρχισε το αλισβερίσι με τους φορατζήδες. Είχε τα μάτια του ανοιχτά, μάθαινε και από τη μια γενιά στην άλλη γινόταν καλύτερος στο ψέμα, στην κλεψιά, στην απάτη, στο ρουσφέτι (κοντά σε κληρονομικά ελαττώματα, διχόνοια, ατομικισμό). Έτσι επιβίωνε, καλοπερνούσε, πλούτιζε. Και καλά έκανε, θα πει κανείς, αφού διαφέντευε τη ζωή του αιμοσταγής κατακτητής.
Σήμερα όμως που είμαστε ελεύθεροι και η χώρα είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Τί μας σπρώχνει να κάνουμε π.χ. ψευδείς φορολογικές δηλώσεις για το φόρο εισοδήματος (αφήνουμε τους υπόλοιπους φόρους που συναγωνίζονται σε αριθμό και σκληρότητα εκείνους της τουρκοκρατίας) και να επινοούμε ιδιοφυή τεχνάσματα για να αποκρύψουμε εισπράξεις εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ από νόμιμες επαγγελματικές δραστηριότητες;
Σε άλλες χώρες της Ε.Ε. οι πολίτες, κατά κανόνα, δεν χρειάζονται κανένα Σ.Δ.Ο.Ε για φορολογική συμμόρφωση ή δίωξη. Πώς και γιατί ξεγλιστράμε και δεν πληρώνουμε, ανάμεσά μας ιδιοκτήτες μεγάλων τουριστικών μονάδων (με σταθερό τζίρο πολλών εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ ετησίως), ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το δημόσιο; Καρφί δεν μας καίγεται που τα ονόματά μας φιγουράρουν σε δημοσιευμένες λίστες μεγαλοφειλετών. Επειδή ωστόσο πρέπει να πληρώσουμε τους δανειστές και δεν εισπράττουμε από τους «έχοντες και κατέχοντες» βαράμε άγρια και ανελέητα τους υπόλοιπους, τα συνήθη υποζύγια. Από κάπου πρέπει να τα αρπάξουμε, αφού δεν υπάρχουν άλλα έσοδα ή δεν αρκούν. Συμφωνεί και η αντιπολίτευση. Πού είναι οι προτάσεις τους για άμεση είσπραξη των μεγαλοφειλών, ενώ η χώρα αντιμετωπίζει οικονομικό έμφραγμα; Στο συρτάρι για μετά τις εκλογές; Ας μην τρέφουμε αυταπάτες. Πάλι οι ίδιοι θα πληρώνουμε το μάρμαρο. Αν οι Έλληνες επαγγελματίες και επιχειρηματίες ήταν συνεπείς φορολογούμενοι, όπως οι Ευρωπαίοι ομότεχνοί τους (κάποιοι από τους οποίους μπορεί ευκαιριακά να παραβιάζουν τη φορολογική νομοθεσία αλλά δεν ξεφεύγουν γιατί στις χώρες τους λειτουργούν οι δημοκρατικοί θεσμοί), η ταλαίπωρη αυτή χώρα θα έπαιρνε τουλάχιστο μια ανάσα, θα αποκτούσε ευρωπαϊκό προφίλ και θα βελτίωνε την εικόνα της στις διεθνείς αγορές. Με βεβαιωμένες αλλά ανείσπραχτες οφειλές ιδιωτών 70, 16 δισ. ευρώ και δημόσιο χρέος 314,8 δισ. (πρώτο τρίμηνο του 2014), τι περιμένουμε; Να βρούμε φτηνό χρήμα, σοβαρούς επενδυτές ή εμπιστοσύνη στο φορολογικό σύστημα και στη σταθερότητά του;
Έφτασε η ώρα να πάρουμε τη μεγάλη απόφαση αν θέλουμε να ζήσουμε ισότιμα με τους εταίρους μας και να ευημερήσουμε. Διαφορετικά δεν μας σώζει τίποτα μακροπρόθεσμα, καμία παλιά ή νέα κυβέρνηση (αλλάξαμε πολλές από το 1974 και βλέπουμε το κατάντημά μας), κανένα μνημόνιο, καμία διαπραγμάτευση, καμία διαγραφή χρεών, καμία ανάπτυξη, κανένα Ελντοράντο. Αν η θέση μας στην Ε.Ε. παραμένει επισφαλής, τούτο δεν οφείλεται τόσο στα χαλκευμένα δημοσιονομικά στοιχεία και στο τερατώδες δημόσιο χρέος, όσο στη νοοτροπία που κληρονομήσαμε και υιοθετήσαμε περίπου ως εθνοσωτήρια. Αυτό το κουστουμάκι που φοράμε να το πετάξουμε (καθόλου εύκολο βέβαια) και να ράψουμε καινούριο. Δεν είναι για την Ευρώπη.
* O Οδυσσέας Τσαγκαράκης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης