Οι πρώτοι ανασκαφείς της Μινωικής Κρήτης
Όταν ο Ηρακλειώτης έμπορος αλλά και νομομαθής Μίνωας Καλοκαιρινός ξεκίνησε τις ανασκαφές στην Κνωσό το 1878, κανείς δεν φανταζόταν το πλούτο των ευρημάτων που θα ερχόταν στο φως. Τις ανασκαφές αυτές τις συνέχισε ο Άγγλος Άρθουρ Έβανς το 1900 και λίγο αργότερα το 1901 ξεκίνησε να ανασκάπτει και στη Φαιστό, ο Ιταλός Φρειδερίκος Άλμπερ. Το 1921 έως και το 1930 υπήρξαν οι πρώτες ολοκληρωμένες δημοσιεύσεις για τα Μινωικά ευρήματα. Από τους πρώτους Έλληνες που εργάστηκαν με ζήλο για την ανάδειξη των Μινωικών πόλεων ήταν ο Ηρακλειώτης γιατρός Ιωσήφ Χατζηδάκης και ο επίσης Ηρακλειώτης αρχαιολόγος Στέφανος Ξανθουδίδης στα πλαίσια του «φιλεκπαιδευτικού συλλόγου Ηρακλείου». Τα πρώτα αυτά χρόνια τουλάχιστον 25 ξένοι αρχαιολόγοι διαδραμάτισαν ρόλο, μικρότερο ή μεγαλύτερο σ’ αυτές τις αρχαιολογικές εξερευνήσεις (Α. Βασιλάκης, 2017).
Η συνέχιση των ανασκαφών
Τα μετέπειτα χρόνια, με τις Μινωικές ανασκαφές, ασχολήθηκαν δύο από τους επιφανέστερους Έλληνες Πανεπιστημιακούς αρχαιολόγους, όπως ο Σπυρίδων Μαρινάτος και ο Νικόλαος Πλάτων. Εκείνο βέβαια που μας προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση αλλά συγχρόνως και θαυμασμό, είναι η πρόθεση και η επιθυμία πολλών δεκάδων ή και εκατοντάδων ξένων καθηγητών αρχαιολογίας να ανασκάψουν τους Μινωικούς χώρους και να συγγράψουν ανάλογες μελέτες.
Οι ξένες σχολές αρχαιολογίας
Από πολύ ενωρίς μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας από τους Οθωμανούς, οι προηγμένες οικονομικά και πολιτιστικά χώρες της Ευρώπης και της Αμερικής ίδρυσαν τις Εθνικές τους σχολές αρχαιολογίας, όπως τις ονόμασαν, με έδρα την Αθήνα και οι οποίες εξασφάλιζαν από το Ελληνικό υπουργείο Πολιτισμού άδειες ανασκαφών για διάφορες περιοχές της Ελλάδας. Αυτές οι σχολές διατηρούσαν και διατηρούν μόνιμες εγκαταστάσεις στην Αθήνα και μόνιμες ερευνητικές ομάδες στις περιοχές που τους ενδιέφεραν. Από αυτές ένδεκα ήταν εκείνες που πραγματοποίησαν και πραγματοποιούν ανασκαφές στη Κρήτη και πιο συγκεκριμένα, η Βρετανική αρχαιολογική σχολή Αθηνών, η Γαλλική, η Βέλγικη, η Γερμανική, η Ελβετική, η Ιταλική, η Δανέζικη, η Σουηδική, η Αμερικάνικη, η Αυστριακή Ακαδημία, και η Πολωνική Ακαδημία. Οι αρχαιολογικές αυτές ανασκαφές και δραστηριότητες εντάθηκαν μετά τη λήξη του Β’ παγκόσμιου πόλεμου και ιδιαίτερα μετά τη 10ετία του ’50 και βέβαια συνεχίζονται έως και σήμερα με αμείωτο ενδιαφέρον.
Τα ξένα Πανεπιστήμια
Σε πολλές δεκάδες ανέρχονται τα Πανεπιστήμια του εξωτερικού και σε αρκετές εκατοντάδες οι Πανεπιστημιακοί καθηγητές αρχαιολογίας, που έχουν πραγματοποιήσει και πραγματοποιούν ανασκαφές στους Μινωικούς χώρους. Από τη βιβλιογραφική έρευνα ταυτοποιήσαμε 95 τουλάχιστον τέτοια Πανεπιστήμια της Ευρώπης, της Αμερικής αλλά και της Αυστραλίας. Ενδεικτικά αναφέρουμε κάποια από αυτά:
Πανεπιστήμια της Αμερικής και του Καναδά: Το πανεπιστήμιο του Cincinnati, του Texas at Austin, του Toronto, του Michigan, το Western of Canada, της Arizona, το Akron, το Rhodes college, το Texas A&M, το North Carolina, το Tennessee Knoxville, του Halle-Wittenberg, το Brock of Emeritus, το Hunter college CUNNY, το St. Andrews, το Concordia Canada, το M.I.T., το Tulane, της Pennsylvania, το Elmira college, το Bar-Ilan, το Arcadia, το Darmouth college, της California, το INSTAR Institute Aegean Prehistory, του Illinois at Chicago, το Southwestern University, κ.ά.
Πανεπιστήμια της Μ.Βρετανίας: Το πανεπιστήμιο του London, του Sheffield, της Oxford, του Kent, του Leicester, το college London, του Νewcastle, το Institute classical studies London, το Bath spa London, κ.ά.
Ιταλικά Πανεπιστήμια: Το πανεπιστήμιο της Udine, της Siena, της Roma, της Florance, το Univettuno, το Politecnico di Bari, το co Foscari Veneza, το M.I.U.R. Roma, του Sassari, το CNR Roma, του Palermo, της Padova, της Venezia, το degli Studi di Milano, το Rome Sapienza, το «Alma Mater» Βologna, το degli Studi di Catania, της Macerata, το Roma 2, του Salerno, της Milan, του Leece κ.α.
Γαλλικά Πανεπιστήμια: Το πανεπιστήμιο του Bordeau, της Lyon, της Maseille, του Strasburg, το Paris I Pantheon -Sorbone κ.ά
Άλλα Πανεπιστήμια: Το πανεπιστήμιο της Leuven στο Bελγίου, του Αriel of Israel στο Ισραήλ, του Dublin στην Ιρλανδία, της Copenhagen στη Δανία, της Heidelberg στη Γερμανία, το Romich Germanishes Zentralmuseum στη Γερμανία, της Viena στην Αυστρία, η Αustrian Academy της Aυστρίας, της Melbourne στην Αυστραλία, του Masaryk στην Τσεχίας, του Gotenbοrg στη Σουηδία, το Institute de «Parvan» στη Ρουμανία, το Cyprus institute for Archeology της Κύπρου, του Charles Prague στην Ουγγαρία, η Polish Academy της Πολωνίας, το Institute Catala Arqueologia στην Ισπανία κ.ά.
Ανασκαφές ξένων Πανεπιστημίων
Από την ανασκόπηση επίσης της βιβλιογραφίας βρίσκουμε τουλάχιστον 550 ξένους αρχαιολόγους και καθηγητές αρχαιολογίας των παραπάνω Πανεπιστημίων που έχουν πραγματοποιήσει ή πραγματοποιούν ανασκαφές και μελέτες στους Μινωικούς αρχαιολογικούς χώρους σε ολόκληρο το νησί. Από αυτούς τους καθηγητές και τους λοιπούς αρχαιολόγους εντελώς ενδεικτικά μπορούμε να αναφέρουμε κάποιους όπως τους: Driesen J., Abell Natallie, P. M. Day, Nixon L., Cadogan G., Betancourt P., Dedevix S., Francis J., Cnappett C., Krzyszkowska O., Leggara Herrero B., La Rosa P., Baldwin Bowsky W., Borgna E., Brogan M., Braningan K., Blakolmer F., Cadogan C., Carinci M., Coldstream N., Carter T., D’ Agata L., Farnoux A., Gessel C., Girella L., Glowacki K., Haggis C., Hayden j., Levi D., Noack F., Nowacki K., Poursat J-C., Shoep I., Warren Nm., Whitelaw M., Hagg R., Coldstream N., Goodison L., Peatfield D., Pernier L., Popham R., Shaw W., Warren M., Watrouw V., Tomkins P., Davis B., Ulrich Thaler, Alberti L., Wiener M., Privitera S., Langhor C., Soles j., Rutter j. κ.ά.
Έλληνες ανασκαφείς
Παράλληλα με τους ξένους ανασκαφείς αναφέρονται και 130 τουλάχιστον Έλληνες καθηγητές αρχαιολογίας και αρχαιολόγοι που έχουν διενεργήσει ή έχουν συμμετάσχει σε ανασκαφές και έχουν συγγράψει μελέτες για τους Μινωικούς χώρους. Και πάλι ενδεικτικά μπορούμε να αναφέρουμε πλέον του Στέφανου Ξανθουδίδη, του Σπυρίδωνα Μαρινάτου και του Νικόλαου Πλάτωνα, οι οποίοι ξεκίνησαν την ενασχόλησή τους με τις Μινωικές ανασκαφές ο μεν πρώτος το 1897 ο δεύτερος το 1921, και ο τρίτος το 1930 τους παρακάτω, όπως τους: Κ. Δαβάρα, Χ. Ντούμα, Aθανασία Κάντα, Νίκο Σταμπολίδη, Α. Καρέτσου, Μ. Τσιποπούλου, Γ. Σακελλαράκη, Ε. Σαπουνά, Ε. Πλάτωνα, Γ. Παπαδάτο, Ι. Τζεδάκη, A. Καλπαξή, Ε. Νοδάρου, Α. Σημαντηράκη, Σ. Αλεξίου, Κ. Χαλικιά, Ν. Πούλου, Μ. Ανδρεαδάκη-Βλαζάκη, Γ. Βαβουρανάκη, Γ. Ρεθεμιωτάκη, Σ. Τριανταφύλλου, Χ. Τσοράκη, Μ. Ρελάκη, Ναννώ Μαρινάτου, Ε. Μαργαρίτη, Λ. Βοτοκόπουλο, Ε. Χατζάκη, Μ. Αναστασιάδου, Σ. Ανδρέου, Β. Αποστολάκου, Σ. Χρυσσουλάκη, Ν. Ρεθεμιωτάκη – Ρελάκη, Κ. Γαλανάκη, Ε. Κυριακίδη, Κ. Μαγγίδη, Ίριδα Τζαχίλη, Β. Ισαακίδου, Δ. Μυλωνά, Χ. Χάγιο, A. Λεμπέση, Ν. Μαυρουδή, Κ. Κοπανιά, Δ. Καταπότη, Κ. Χριστάκη, Α. Αγγελαράκη, Β. Καραγεώργη, Ε. Γκορογιάννη, Α. Βασιλάκη, Δ. Παναγιωτόπουλο, Μ. Πολογιώργη, Β. Κλώντζα – Jaklova, A. Βλαχόπουλο, Ε. Νικίτα, Ν. Μερούση κ.ά.
Ερμηνεύοντας το επιστημονικό αρχαιολογικό «traffic» στην Κρήτη
Παρατηρούμε λοιπόν μια Διεθνή «αρχαιολογική επέλαση» στους Μινωικούς αρχαιολογικούς χώρους της Κρήτης, η οποία μάλιστα έχει ενταθεί τις τελευταίες δεκαετίες. Δεκάδες επιστημονικά άρθρα ανακοινώνονται κάθε χρόνο με περιεχόμενο από τη Μινωική Κρήτη. Οι λόγοι που έχει υπάρξει αλλά και συνεχίζεται αυτό το επιστημονικό ενδιαφέρον για το Μινωικό πολιτισμό είναι σίγουρα πολλοί. Όμως αξίζει να αναφέρουμε κάποιους από αυτούς, που είναι:
– Η κορυφαία αρχαιολογική αξία του Μινωικού πολιτισμού.
– Η βαθιά μέσα στους αιώνες προέλευσή του, που μετράει σχεδόν τέσσερις χιλιετίες!
– Ο ισχυρός εξωστρεφής του προσανατολισμός που έδινε την ευχέρεια στους Μινωίτες να επηρεάζουν σπουδαίους γειτονικούς λαούς και πολιτισμούς και επίσης να διδάσκονται από αυτούς.
– Η σχετικά καλή διατήρηση των χώρων και των κτισμάτων που ανασκάπτονται και τα σπουδαία ευρήματα που ανακαλύπτονται.
– Η δυνατότητα συσχέτισής του με άλλους εξ ίσου σπουδαίους πολιτισμούς της ίδιας περιόδου στο γειτονικό χώρο της Ανατολικής Μεσογείου, όπως των Αιγυπτίων, του Αιγιακού, των Βαβυλωνίων των Χετταίων αλλά και των Φοινίκων.
– Η αίσθηση σιγουριάς και ασφάλειας που εγγυάται η χώρα μας και φυσικά και το νησί μας, στους ανασκαφείς και τις αποστολές τους, τόσο στους χώρους των ανασκαφών, όσο και στις σχετιζόμενες Δημόσιες Υπηρεσίες.
Πάνω απ’ όλα όμως, το ενδιαφέρον των ανασκαφέων ενισχύεται και από παράγοντες που σχετίζονται με την ιδιοσυγκρασία και τον ψυχισμό των Κρητών. Ένας τέτοιος παράγοντας είναι, η ικανότητα του λαού της Κρήτης να επικοινωνεί με θέρμη με τους επισκέπτες του νησιού μας. Ένας άλλος (παράγοντας) επίσης είναι το ενδιαφέρον που δείχνουν οι Κρήτες για τις δραστηριότητες εκείνες που ερευνούν την ιστορία και τη ζωή των προγόνων τους, υποστηρίζοντας και συνδράμοντας σε αυτές τις δράσεις μιας και τις θεωρούν και δική τους υπόθεση!
Εκτίμηση για την προοπτική
Πραγματικά λοιπόν διαπιστώνουμε πως τόσο τα Πανεπιστήμια του εξωτερικού, σαν οι κύριοι φορείς της επιστημονικής ιστορικής και αρχαιολογικής γνώσης, μα πιο πολύ οι ίδιοι οι διδάσκοντες καθηγητές που διενεργούν τις ανασκαφές και τις έρευνες, έδειχναν και συνεχίζουν να δείχνουν ένα πρωτόγνωρο ενδιαφέρον για τη Μινωική Κρήτη. Σίγουρα οι παραπάνω λόγοι θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν αυτό το μεγάλο ενδιαφέρον. Αναρωτιόμαστε όμως, μήπως συντρέχουν και κάποιοι άλλοι λόγοι, οι οποίοι δεν έχουν εντοπιστεί και προσδιοριστεί ακόμη! Εκτίμησή μας είναι πως η υπόθεση των Μινωιτών και του πολιτισμού τους έχει πολλά να αποκαλύψει ακόμη στη Διεθνή επιστημονική κοινότητα, ερμηνεύοντας διαισθητικά το μεγάλο ενδιαφέρον κυρίως των επιστημόνων των ξένων Πανεπιστημίων και των ξένων αρχαιολογικών αποστολών!