Με λαμπρότητα οι Κρήτες είχαν τιμήσει την επέτειο της Εθνικής Παλιγγενεσίας το 1930.
Οι πρώτες εκδηλώσεις έγιναν 15 Αυγούστου στα Σφακιά αρχής γενομένης από του Ασκύφου.
Οι περισσότερες βέβαια ήταν μνημόσυνα, καθώς με την απελευθέρωση της υπόλοιπης Ελλάδας, η Κρήτη πλήρωσε βαρύ φόρο αίματος, για τη συμμετοχή της στην επανάσταση. Και η υπόμνηση αυτή χρειάζεται καθώς, σήμερα, επιφανείς προσωπικότητες, που ανέλαβαν τον επίσημο εορτασμό των 200 χρόνων, αμφισβητούν τη σημαντικότητα της συμμετοχής αυτής.
Στ’ Ασκύφου, υπό τους κρότους του παλιού τηλεβόλου και τους ήχους παιάνων εψάλη επιμνημόσυνη δέηση στον ιστορικό πλάτανο, όπου το 1830 ο Μουσταφά Πασάς κρέμασε μεγάλο αριθμό επαναστατών.
Τι τραγική ειρωνεία αλήθεια, ενώ η Ελλάδα ανάσαινε τον αέρα της λευτεριάς, πλήρωναν με τη ζωή τους τόσοι λεβέντες, για το δικαίωμα της Κρήτης να ζει λεύτερη.
Επόμενος σταθμός ήταν η Ίμβρος, όπου μετά τη δοξολογία μίλησε εμπνευσμένα ο Αγαθάγγελος Λαγουβάρδος, που ήταν τότε τοποτηρητής Λάμπης και Σφακίων.
Ο μετέπειτα θρυλικός ηγούμενος Πρέβελη με λόγια μεστά πατριωτισμού συγκίνησε το ακροατήριο μέχρι δακρύων. Στο βήμα του ομιλητή τον διαδέχθηκε ο Σφακιανός στην καταγωγή, αλλά σημαίνουσα προσωπικότητα του Ρεθύμνου, ο δικηγόρος Σταύρος Κελαϊδής, που έδειξε για μια ακόμα φορά πόσο βαθύς γνώστης υπήρξε της τοπικής ιστορίας.
Στεφάνους κατέθεσαν μετά όλες οι αρχές, εκπρόσωποι των Σφακιανών του Ρεθύμνου και της οικογένειας Μαλανδράκη.
Τα στεφάνια του δήμου Ρεθύμνου και στις δύο τελετές κατέθεσε ο Μανούσος Χατζηγρηγοράκης.
Ακολούθησε η παραδοσιακή φιλοξενία των Σφακιανών, που λόγω της επετείου ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο, ενθουσιάζοντας τους εκατοντάδες των επισκεπτών. Δεν έλειψαν και τα ριζίτικα, από δύο ομίλους, που εντυπωσίασαν και που έδωσαν χαρακτηριστικό τοπικό χρώμα στον επίσημο εορτασμό.
Να σημειωθεί ότι αρκετοί Ρεθεμνιώτες είχαν μεταβεί στα Σφακιά για να παραστούν στις εκδηλώσεις αυτές.
Εκδήλωση στον Πρινέ
Από τις επίσημες εκδηλώσεις ήταν κι αυτή που έγινε στον Πρινέ Ρεθύμνου επίσης στις 15 Αυγούστου. Η ιδέα ήταν του προέδρου της Κοινότητας Δημητρίου Μπεμπή εφέδρου υπολοχαγού που είχε προσκαλέσει όλες τις αρχές. Σημειωτέον ότι ανταποκρίθηκαν όλες.
Τιμές απέδωσαν διμοιρία στρατού από το τάγμα Ρεθύμνου που είχε παραταχθεί έξω από την καθεδρική εκκλησία του χωριού, ομάδα προσκόπων και η μουσική του Ορφανοτροφείου.
Στις 5 το απόγευμα ακριβώς άρχισαν να φθάνουν οι τοπικές αρχές. Ο νομάρχης Σταματίου, ο τμηματάρχης Αυτοδιοίκησης Σφακιανάκης και ο Διοικητής Χωροφυλακής Δεληγιαννάκης.
Μετά την ακολουθία οι αρχές μετέβησαν στην πλατεία του χωριού, όπου έγιναν τα αποκαλυπτήρια μαρμάρινης αναθηματικής πλάκας, με τα ονόματα των πεσόντων από Πρινέ, Γεράνι και Βεδέρων κατά τους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες. Τα ονόματα είχαν γραφτεί με χρυσά γράμματα.
Συγκινημένος ο Μπεμπής διάβασε τα ονόματα, ενώ οι σάλπιγγες είχαν σημάνει προσοχή, οι στρατιώτες παρουσίαζαν όπλα και οι πρόσκοποι είχαν πάρει θέση χαιρετισμού.
Μετά από κάθε όνομα που φώναζε ο Μπεμπής, ο πρόεδρος των αναπήρων Μαρκάκης αντιφωνούσε τον τόπο που έπεσε καθένας ηρωικά.
Στη συνέχεια ο νομάρχης απεκάλυψε το μνημείο και η τελετή έκλεισε με την ανάκρουση του εθνικού ύμνου.
Ένας νεαρός πήρε μετά θέση στο βήμα του ομιλητή με εμφανές το άγχος από την επισημότητα της στιγμής.
Ήταν ο τελειόφοιτος Γυμνασίου Εμμανουήλ Ματθαίου Τσιριμονάκης, αδελφός πεσόντος σε μάχη που συγκίνησε τους πάντες με την ομιλία του.
Αυτός ο φέρελπις νέος που γεννήθηκε στον Πρινέ το 1913, θα σπούδαζε αργότερα δικηγόρος και θα περνούσε στην ιστορία σαν ένα από τα σημαντικά στελέχη της αντίστασης στη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής. Το βιβλίο του «Εθνική Αντίσταση» (1941-1944) θεωρείται από τις πλέον έγκυρες πηγές και απέσπασε ασυνήθιστα ευμενείς κριτικές από σημαντικά πρόσωπα, όπως ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο Μανούσος Μανούσακας κ.ά.
Μετά τον νεαρό μαθητή πήρε το λόγο ο έφορος Προσκόπων Ρεθύμνου Μάνος Τσάκωνας, που με το χάρισμα του ομιλητή, που διέθετε, αναφέρθηκε στις μεγάλες στιγμές του Ρεθύμνου κατά την επανάσταση του 1821 με τις οποίες συνδέεται και ο Πρινές με το άξιον τέκνον του Ιερολοχίτη Μάρκο Καλούδη.
Για τον ήρωα αυτό και το κληροδότημα υπέρ του χωριού του έχουμε κάνει αρκετά αφιερώματα που υπάρχουν και στο Πολιτιστικό Ρέθυμνο.
Μετά τις ομιλίες έγινε κατάθεση στεφάνων, ακούστηκε ο ύμνος της Κρήτης και προσφέρθηκαν αναψυκτικά σε όλους που ήρθαν να τιμήσουν την μεγάλη αυτή εκδήλωση. Επί μέρες λάμβαναν το εύσημα για την πρωτοβουλία και την άριστη οργάνωση, ο πρόεδρος Δημήτρης Μπεμπής και οι σύμβουλοι Χαρ. Καλούδης, Δημ. Κατζούρης, Γεώργιος Βερνάδος και Ευάγγελος Κλαψινός.
Σεπτέμβρη μήνα γίνεται γνωστό ότι ο Σύνδεσμος δημοσιογράφων Χανίων, αποφάσισε να οργανώσει στο Ρέθυμνο με την ευκαιρία της εκατονταετηρίδας μια θεατρική παράσταση από θίασο ερασιτεχνών ηθοποιών της πόλης τους με ηθογραφικό θέμα.
Η είδηση συνοδεύεται και από σχόλιο του Πολύβιου Τσάκωνα, που «μαλώνει» τους τοπικούς πολιτιστικούς φορείς για την αδιαφορία που δείχνουν προς το παρόν, ενώ αυτοί θα έπρεπε να πάρουν τέτοιες πρωτοβουλίες.
Ήταν μάλλον αυστηρός στην κρίση του αυτή ο αξέχαστος στυλοβάτης του πνευματικού Ρεθύμνου γιατί όλοι ετοιμάζονταν για την κορύφωση των εκδηλώσεων σε συνδυασμό με τις εκδηλώσεις για την επέτειο της Αρκαδικής Εθελοθυσίας.
Παραμονές κυριαρχούν στον τοπικό τύπο παραινέσεις προς τους Ρεθεμνιώτες να δώσουν το επίκαιρο χρώμα με το σημαιοστολισμό οικιών και καταστημάτων.
Στις 9 Νοεμβρίου γίνεται η λαμπρή τελετή στην πλατεία του Άγνωστου Στρατιώτη με την αποκάλυψη και του αγάλματος. Να θυμίσουμε ότι τότε η θέση του αγάλματος ήταν απέναντι από το πέλαγος.
Να τονίσουμε επίσης την ακριβή ημερομηνία, γιατί άλλες πηγές αναφέρουν ότι τα αποκαλυπτήρια έγιναν στις 8 Νοεμβρίου. Ήταν στις 9 Νοεμβρίου 1930 σύμφωνα και με το πλήρες ρεπορτάζ της εφημερίδας «Εφημερίς των Συζητήσεων» του Πολύβιου Τσάκωνα.
Είχε παραταχθεί από τις 9.30 το πρότυπο τάγμα Ευζώνων, του 44ου Τάγματος και της μοίρας Πυροβολικού υπό το γενικό πρόσταγμα του ταγματάρχου Φουντουλάκη.
Είχαν παραταχθεί επίσης τρεις ομάδες προσκόπων με επικεφαλής τον Στυλ. Παπαδάκη και σχολεία.
Τιμές απέδιδαν επίσης η μουσική της Μεραρχίας Κρήτης και του Ορφανοτροφείου.
Στην επιμνημόσυνη δέηση εκτός από το ιερατείο της πόλης συμμετείχε και Αρμένιος ιερέας.
Τον πανηγυρικό εκφώνησε ο τότε πρόεδρος των εφέδρων αξιωματικών Πολύβιος Τσάκωνας. Ήταν ένας λόγος εμπνευσμένος, μέρος του οποίου υπάρχει στο συμφωνικό έργο του Μπάμπη Πραματευτάκη «Προμάχων Αίνος».
Στην κατάθεση στεφάνων προκάλεσαν συγκίνηση οι προσφωνήσεις του γυμνασιάρχη Μιχαήλ Πρεβελάκη, που τόνισε ότι μεταξύ των νεκρών των πολέμων υπήρξαν και μαθητές αλλά και του προσκόπου Γεωργίου Ιωάννου Γιαννούλη, που με ποιητικό τρόπο απευθύνθηκε στους ένδοξους νεκρούς.
Ξεχώριζε το Ρέθυμνο
Την ίδια περίοδο γίνονταν παρόμοιες εκδηλώσεις σε 87 πόλεις της χώρας.
Κατά γενική ομολογία πάντως το Ρέθυμνο ξεχώριζε και σε θεματική εκδηλώσεων αλλά και σε άριστη οργάνωση.
Ο πρόεδρος της Κεντρικής Επιτροπής Ελλάδος, Ιωάννης Δαμβέργης είχε τονίσει χαρακτηριστικά ότι μόνο η Τρίπολις «μπορεί να διαμφισβητήσει τα πρωτεία εις το Ρέθυμνον, δια την τάξη και την μεγαλοπρέπειαν της εορτής…».
Αυτό βέβαια οφείλετο κυρίως στον νομάρχη Σταμάτη Σταματίου τον γνωστό ΣΤΑΜ ΣΤΑΜ της Ελληνικής Λογοτεχνίας που ήξερε να αξιοποιεί τις καλλιτεχνικές και πνευματικές δυνάμεις του τόπου.
Επειδή είναι άγνωστος στους πολλούς αξίζει να σταθούμε λίγο στην προσωπικότητά του.
Ένας σπουδαίος άνθρωπος
Ο Σταμάτης Σταματίου, γνωστότερος ως Σταμ. Σταμ. όπως υπέγραφε τα κείμενά του, γεννήθηκε το 1881 στη Ναύπακτο.
Σε ηλικία 14 ετών πήγε στην Αθήνα, όπου τελείωσε τις γυμνασιακές σπουδές του στο Λεόντειο Λύκειο και φοίτησε κατόπιν στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, με τα λεφτά που έβγαζε από την εργασία του.
Διακρίθηκε ως δημοσιογράφος, ευθυμογράφος και σκιτσογράφος.
Σε νεαρή ηλικία άρχισε να δημοσιεύει σκίτσα στη «Διάπλαση των Παίδων», αλλά και λογοτεχνικά κείμενα. Λίγο αργότερα προσελήφθη στην εφημερίδα «Ακρόπολις» του Βλάση Γαβριηλίδη, όπου αργότερα έγινε και διευθυντής. Συνεργάσθηκε και με άλλες εφημερίδες και περιοδικά, όπως η «Πατρίς», το «Έθνος», το «Μπουκέτο», η «Πρωία», η «Έδεσσα κ.λπ.
Ο Σταματίου διακρίθηκε για το πηγαίο χιούμορ του, διαλέγοντας στα ευθυμογραφήματά του ως ήρωες πνευματώδεις και γραφικούς τύπους της ελληνικής υπαίθρου ή αφηγούμενος ιστορίες από το Στρατό, που τα χρόνια εκείνα είχε μεγάλη συμμετοχή σε πολεμικές επιχειρήσεις.
Ο πρώτος τόμος των Απάντων του με τίτλο «Ιστορίες του Χωριού» κυκλοφόρησε το 1946, αλλά ο Σταματίου δεν πρόλαβε να τα δει τυπωμένα γιατί πέθανε εκείνη τη χρονιά. Προλόγιζε ο Δημήτρης Ψαθάς, που είχε χαρακτηρίσει τον συγγραφέα «καλόκαρδο σατιρικό». Το 1973 κυκλοφόρησε και ο τόμος με τίτλο «Εύθυμα και Σατιρικά».
Ο Σταματίου υπηρέτησε ως στρατιώτης στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο και ως έφεδρος δεκανέας στο Β’ Βαλκανικό Πόλεμο παίρνοντας μέρος σε πολλές μάχες.
Στη Στρώμνιτσα έγινε ήρωας…
Διακρίθηκε ιδιαίτερα στη μάχη της Στρώμνιτσας, όταν στις 10 Ιουλίου 1913, έβλεπε ότι στο αντίπαλο βουλγαρικό τμήμα με το οποίο πολεμούσαν υπήρχε μια κόκκινη σημαία. Αυτή η σημαία τον προκάλεσε και τον εκνεύρισε. Έτσι, αποφάσισε να την πάρει. Ρίχτηκε στην μάχη που γινόταν με ξιφολόγχες, σώμα με σώμα, πάλεψε με τον βούλγαρο σημαιοφόρο, και την άρπαξε αν και δέχτηκε πολλά χτυπήματα. Αυτή η σημαία ήταν για τον Σταματίου το μεγάλο λάφυρο. Τιμητικά προήχθη σε λοχία για την ανδρεία του.
Η κόκκινη σημαία, που άρπαξε στη μάχη ο Σταματίου, σήμερα φυλάσσεται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο της Αθήνας. Ανήκε στη Αρμενική Λεγεώνα, ένα σώμα Αρμένιων εθελοντών της Βουλγαρίας και έχει διαστάσεις 0,96Χ1,34 μ.
Ο Σταματίου στο δημόσιο βίο
Ο Σταμάτης Σταματίου υπήρξε έμπιστος του Ελευθερίου Βενιζέλου και ανέλαβε διάφορες σημαντικές κρατικές θέσεις.
Μεταξύ άλλων υπηρέτησε στο γραφείο Τύπου της Γενικής Διοίκησης Ηπείρου. Ως υποδιοικητής στο Σιδηρόκαστρο. Το Σεπτέμβριο του 1915 τοποθετήθηκε στο Καστελλόριζο και το 1916 ως νομάρχης στην Καστοριά.
Προσχώρησε στο Κίνημα Εθνικής Άμυνας, και εξ αυτού του λόγου παύθηκε από την κυβέρνηση της Αθήνας. Το 1918 ανέλαβε νομάρχης Φλώρινας και στη διετία 1919-1920 νομάρχης Πέλλας. Όταν το 1920 ο Βενιζέλος έχασε τις εκλογές και ανέλαβαν οι Λαϊκοί, παύθηκε από την νομαρχία, στην οποία επανήλθε κατά τη διάρκεια της επαναστατικής κυβέρνησης των Γονατά – Πλαστήρα (1922-1923). Κατά την περίοδο αυτή ειδικά, βοήθησε αποφασιστικά τους πρόσφυγες της Μικρασιατικής Καταστροφής και του Πόντου να χτίσουν τα σπίτια τους αρχίζοντας μια νέα ζωή στις καινούργιες πατρίδες. Επέβλεπε ο ίδιος τα έργα και επικοινωνούσε με τους πρόσφυγες για τα προβλήματά τους. Το 1924-1925 ανέλαβε νομάρχης Δράμας και παύθηκε αργότερα από τη δικτατορία του Θεόδωρου Πάγκαλου. Το 1930-1933 ήταν νομάρχης Ρεθύμνου.
Στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940, έστελνε ανταποκρίσεις από το Πόγραδετς.
Νυμφεύθηκε με την Εδεσσαία Θεανώ Δώδου το 1922.
Κατά τη διάρκεια της Κατοχής άρχισε η επιδείνωση της υγείας του. Πέθανε σε νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης τον Οκτώβριο του 1946.
Ήταν μέλος της Ενώσεως Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών και του Συνδέσμου Σκιτσογράφων.
Για τη εθνική προσφορά του το 1919 του είχε απονεμηθεί ο Αργυρός Σταυρός του Τάγματος του Σωτήρος. Ως νομάρχης Φλώρινας το 1918 τιμήθηκε από την Γαλλική κυβέρνηση με τον τίτλο του Ιππότη της Λεγεώνας της Τιμής.
Οι συντελεστές της μεγάλης επιτυχίας
Στη επιτυχία όμως των εκδηλώσεων συνέβαλαν και άλλοι Ρεθεμνιώτες. Αξίζει να τους αναφέρουμε. Ήταν λοιπόν οι Ευάγγελος Μουνδριανάκης, Αλκής Μυσιρλίδης και Ιωάννης Καρατζάς που ξόδεψαν πολύ χρόνο και δυνάμεις για τη διακόσμηση της πόλης. Σε μια εποχή που δεν υπήρχαν οι δυνατότητες να υποστηριχθεί με τεχνικά μέσα μια τέτοια κοπιώδης προσπάθεια. Σκεφτείτε πόσο κόπο απαιτούσε μια απλά ανάρτηση από τη στιγμή που ο «γερανός» ήταν κάτι εντελώς άγνωστο.
Ο λοχίας Σαραντινός που είχε πάρει πάνω του όλη την ευθύνη συντονισμού της Λέσχης για την φιλοξενία των επισήμων.
Από τους «μάρτυρες» της διοργάνωσης φαίνεται να ήταν ο Γραμματέας της Επιτροπής Αικατερινίδης, που μάλλον πως ήταν ο «σάκος του μποξ» για την εκτόνωση των μελών της Επιτροπής σε κάθε αστοχία. Κι όμως, όπως αναφέρει ο σχολιαστής, δεχόταν τα πάντα με ένα γλυκό και «αιώνιο» χαμόγελο. Ο σκοπός μετρούσε. Και η πόλη έπρεπε να διακριθεί.
Στη χορεία των θριαμβευτών και οι πρόσκοποι των οποίων οι αρχηγοί: Παπαδάκης Στ., Βουρλάκης Γ., Πατριαρχέας Β., Γεωργουλάκης Ν. και οι υπαρχηγοί Γαβαλάς Μ., Δαφέρμος Ι. και Τσάκωνας Φώτιος δέχτηκαν δημόσια πολλούς επαίνους.
Για την άψογη εμφάνιση των μαθητών έλαβε τα εύσημα ο γυμναστής Κουράκης. Αλλά και η δασκάλα Δροσάκη, (δεν αναφέρονται τα μικρά ονόματα) επαινέθηκε για την ωραία εμφάνιση των μαθητριών με τα εθνικά χρώματα.
Διακρίθηκε επίσης ο καθηγητής Πατριαρχέας για την ωραία θεατρική παράσταση που οργάνωσε με ένα έργο του Φρέρη στο πλαίσιο των εκδηλώσεων.
Εύφημο μνεία διαβάζουμε και για τους κατοίκους Περιβολίων, Μαρουλά, Χρωμοναστηρίου, Ρουσοσπιτίου, Πλατανέ, Μυσσιρίων, Άδελε, Πηγής, Μέσης, Κυριάννας, Καβουσίου και Αμνάτου που με τις αψίδες και τον όλο διάκοσμο που επιμελήθηκαν έδωσαν τον πανηγυρικό χαρακτήρα στις εκδηλώσεις όταν επίκεντρο έγινε με τη σειρά της η Μονή Αρκαδίου.
Ήταν εντυπωσιακό πράγματι το πέρασμα προς Αρκάδι με τόσο πανηγυρικό διάκοσμο και μάλιστα εξαιρετικής αισθητικής.
Οι μοναχοί Αρκαδίου με τον ηγούμενό τους Αμβρόσιο Ζαχαράκη έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους για να μείνει έντονη η μνήμη από το προσκύνημα στο ιστορικό μοναστήρι όλων των επισήμων.
Τέλος δεν έμεινε παραπονεμένη η Χωροφυλακή. Επαινέθηκαν οι υπηρεσίες που πρόσφερε με την εποπτεία του Ταγματάρχη Σταυρόπουλου.
Ειδική εύφημος μνεία και στον Ανθυπομοίραρχο Παπουτσάκη, που επιμελήθηκε την τροχαία κίνηση με τόση ευσυνειδησία που απεδείχθη εφάμιλλος ευρωπαϊκής υπηρεσίας.
Θα συνεχίσουμε αύριο με τις υπόλοιπες εκδηλώσεις του εορτασμού των 100 χρόνων από την απελευθέρωση της χώρας από τον τουρκικό ζυγό.
Πηγές:
Εφημερίς των Συζητήσεων (Αύγουστος, Σεπτέμβριος, Νοέμβριος 1930)
Εύας Λαδιά: Μάρκος Καλούδης
Παντελή Στεφ. Αθανασιάδη: Σταμάτης Σταματίου ή Σταμ Σταμ: Μία μεγάλη προσωπικότητα από τη Ναυπακτία
Γεωργίου Εκκεκάκη: Εμμανουήλ Ματθ. Τσιριμονάκης