Από παλιότερο αφιέρωμά μας για τον Κώστα Αντωνάκη τεκμηριώνεται η καθολική εκτίμηση της τοπικής κοινωνίας στο πρόσωπό του. «Σπουδαίος παράγων του Ρεθύμνου που αποστέργει την προβολή.
Δημοφιλέστατος, τεράστια η επιφάνεια δημοτικότητάς του.
Σεμνός, αθόρυβος, ταπεινός και ψυχικά ωραίος, ο δικηγόρος Κώστας Αντωνάκης.
Επιστήμων άριστα καταρτισμένος με βαθιά νομική σκέψη, πνευματικότητα ευρύτητα αντίληψης, ιδέες προοδευτικές, ανθρωπιά, αγάπη απέραντη για τον συνάνθρωπο.
Είμαι βέβαιος, ότι θα προσκρούσω στην εγνωσμένη μετριοφροσύνη του. Και ότι κατά βάθος θα δυσαρεστηθεί από αυτή τη δημοσιότητα…». Αυτά έγραφε ο εκλεκτός αρθρογράφος της εποχής Κώστας Μαμαλάκης για τη μορφή που πρωταγωνιστεί στο σημερινό μας αφιέρωμα.
Μεγάλη μορφή
Ο Αντωνάκης καταγόταν από αγροτική, αλλά πατριαρχική οικογένεια του Μυλοποτάμου, με μεγάλη προσφορά στην πατρίδα. Μετά το Γυμνάσιο, κατάφερε τον άθλο για τις δυσκολίες της εποχής των σπουδών στο Πανεπιστήμιο. Σπούδασε νομικά, εργαζόμενος όπου εύρισκε μεροκάματο. Η δουλειά δεν τον τρόμαξε ποτέ. Ήθελε να είναι αξιοπρεπής και αυτή ήταν η βασική του αρχή, που καθόριζε και τις αποφάσεις του.
Το 1935, επιστρέφει στο Ρέθυμνο και αρχίζει να δικηγορεί. Αν και χαμηλών τόνων ο νεαρός δικηγόρος, πολύ σύντομα αρχίζει να ξεχωρίζει στο χώρο του και να κερδίζει την εκτίμηση βετεράνων συναδέλφων του με την επιστημονική του κατάρτιση, την επιμέλεια και τις ικανότητές του. Ο κύκλος των εργασιών του αρχίζει να διευρύνεται κι εκείνος νιώθει σαν ευλογία Θεού τις πρώτες αυτές επιτυχίες και την γενική καταξίωση που ακολουθεί.
Η μοίρα του πάντως μεθοδεύει και άλλους τομείς δράσης, γι’ αυτόν, αφού ζει όλα τα μεγάλα γεγονότα της εποχής του. Δικτατορία Μεταξά, Μέτωπο στην Αλβανία, Κατοχή, Αντίσταση, Απελευθέρωση, χούντα των συνταγματαρχών, μεταπολίτευση Και εκούσια είτε ακούσια, δεν μένει αμέτοχος.
Η Εθνική Αντίσταση τον κερδίζει από τους πρώτους και βλέπουμε το όνομά του σε διάφορα γεγονότα που αναφέρει με επιστημονική θα λέγαμε πληρότητα ο Μάρκος Πολιουδάκης στο βιβλίο του «Εθνική Αντίσταση».
Στην απελευθερωτική προκήρυξη προς το λαό του Ρεθύμνου, της Νομαρχιακής Επιτροπής του ΕΑΜ, με ημερομηνία 13 Οκτωβρίου 1944, βλέπουμε και τη δική του υπογραφή πλάι στων άλλων κορυφαίων της Αντίστασης, Γιώργη Αγγελιδάκη, Γιώργη Κλάδου, Ανδρέα Κουτρουμπά, Νίκου Μυλωνάκη κ.α.
Πρόλαβε τα χειρότερα
Η τοποθέτησή του ως φρούραρχου Ρεθύμνου με την απελευθέρωση, θεωρούμε ότι συνέβαλε τα μέγιστα στο κλίμα μετριοπάθειας που επικράτησε χωρίς τις εντάσεις στον καταστρεπτικό βαθμό που είχαμε στην άλλη Ελλάδα, όπου ο εμφύλιος σπαραγμός κηλίδωσε την ελληνική ιστορία και τους αγώνες κατά του κατακτητή.
Η πραότητα, η σύνεση, η ικανότητα του Αντωνάκη να γεφυρώνει χάσματα, συνέβαλαν ώστε μεμονωμένα περιστατικά βίας, να περιλαμβάνει η περίοδος αυτή. Αν μάλιστα έλειπε κι ένα πρόσωπο γνωστό και μη εξαιρετέο σε όλους τους παλιούς Ρεθεμνιώτες, που ατιμώρητο σκότωνε, βίαζε και μόνο η θεία Δίκη τον τιμώρησε κατά τα έργα του, πολύ αργότερα, ίσως να μην είχαμε και αυτά τα λίγα θύματα του εμφυλίου.
Χάρις στον Κώστα Αντωνάκη πέρασε ανώδυνα σχετικά η δύσκολη αυτή περίοδος και αμέσως μετά τον βλέπουμε να πρωτοστατεί σε κάθε κοινωνικό αγώνα για να μπορέσει η πόλη να σταθεί αναπτυξιακά και να ενταχθεί σε τροχιά προόδου.
Για το λόγο αυτό στηρίζει τον παπα-Γιάννη Πίτερη με θέρμη. Οι δυο τους τραβούν το «γερό κουπί» για να σταθεί και να προσφέρει η Παιδική Στέγη.
Ένα πολύτιμο ημερολόγιο
Πέρα όμως από τη σημαντική πορεία και το έργο που άφησε, μας κληροδότησε και πολύτιμες μνήμες από το ημερολόγιό του που κυκλοφόρησε στο Ρέθυμνο το 1988.
Όπως αναφέρει ο ίδιος στον πρόλογό του άρχισε να κρατά ημερολόγιο από την πρώτη μέρα που κατατάχτηκε στον στρατό. Αναφέρεται στις προετοιμασίες του 44ου Σ.Π. που έκανε για να ολοκληρώσει την επιστράτευσή του και να συμπληρώσει τη συγκρότησή του. Αναφέρεται επίσης στην αναχώρησή του από την Κρήτη, στις πορείες του για να φθάσει στο πεδίο της μάχης, στη ζωή του μετώπου και στις πολεμικές επιχειρήσεις.
Το ημερολόγιό του γραμμένο αμέσως μετά από κάθε πορεία και κάθε μάχη, εκφράζει τα πηγαία αισθήματα και τις εντυπώσεις του από την αληθινά μεγάλη εποποιία του 40 και το είχε αφιερώσει στη μνήμη όλων των ηρώων αξιωματικών, υπαξιωματικών και οπλιτών που πέσανε στο πεδίο της τιμής και του καθήκοντος σαν αληθινοί Έλληνες όπως τονίζει χαρακτηριστικά.
Με αυτό ξεκινάμε το μαραθώνιο αφιέρωμά μας στο έπος του 1940, σταχυολογώντας στοιχεία από την πολύτιμη αυτή πηγή που μας άφησε ένας άνθρωπος με συνέπεια λόγου και σοφία ανεκτίμητη.
Στις ενότητες που ακολουθούν σκιαγραφείται με θαυμαστή σαφήνεια η ατμόσφαιρα της εποχής στην ύπαιθρο του νομού όπως τη ζούσε ο συντάκτης του ημερολογίου.
Ας ζήσουμε λοιπόν τα γεγονότα λίγο πριν την έκρηξη του πολέμου μέσα από την ιστορική μνήμη του Κώστα Αντωνάκη:
Αναδρομή μεγάλων στιγμών
3-9-1940
Σήμερα πήρα μια επείγουσα ατομική πρόσκληση που με καλούσε να καταταχτώ σαν έφεδρος αξιωματικός στο στρατό. Δεν μου έκανε καμιά έκπληξη ύστερα από όσα προηγήθηκαν από τις 15 Αυγούστου 1940 μέχρι σήμερα.
4-10-1940
Πρωί βρέθηκα σήμερα έξω από τους στρατώνες ανάμεσα στους παλιούς και αγαπητούς συναδέλφους μου, Εφέδρους Αξιωματικούς, Νίκο Κατσιράκη, Λεωνίδα Ρολόγη, Αντώνη Λίτινα, Μανόλη Τσιριμονάκη, Σπύρο Αποστολάκη, Κώστα Κουμάντο, Νίκο Ψύρρη, Νίκο Περάκη, Γιάννη Ψωμακάκη, Γρηγόρη Σαριδάκη, Σταμάτη Ρολόγη, Γιώργη Σαλούστρο, Βασίλη Μαρκάκη, Γιάννη Γαβαλά, Γιάννη Βασιλάκη, Γιάννη Κουτσουράκη, Κώστα Βλαχάκη, Γιώργη Ουρανό, Φωκίωνα Μιχελακάκη, Στέλιο Περισσάκη, Λευτέρη Τσίβη, Χαράλαμπο Λίτινα, Ανδρέα Δασκαλάκη, Κοπανάκη, Λατζουράκη και πολλούς άλλους που περίμεναν να καταταχτούν στις μονάδες τους.
Ανταλλάξαμε θερμούς χαιρετισμούς, γιατί είχαμε χρόνια να ειδωθούμε από τον Ιούνη του 1937 που κάναμε μετεκπαίδευση στο 44ο Σύνταγμα και περιμέναμε στην πλατεία της Σοχώρας να ανοίξουν τα Γραφεία.
Στην αρχή αραιές ομάδες, μα όσο προχωρούσε η ώρα μαζεύοντο πυκνότερες για κατάταξη.
Είναι όλοι τους Έφεδροι γελαστοί, ζωηροί και ενθουσιασμένοι, από τα στρατιωτικά εμβατήρια, και τα πατριωτικά τραγούδια που μεταδίδουν τα μεγάφωνα του Ραδιοφωνικού Σταθμού.
Δοκίμασα μεγάλη συγκίνηση όταν την άλλη μέρα ντύθηκα τη στολή του Εφέδρου Αξιωματικού κα ανέλαβα υπηρεσία. Οι μόνιμοι συνάδελφοί μας με επικεφαλής τον Διοικητή Ταγματάρχη Παναγιωτάκη Αριστείδη, αφού πρώτα μας καλωσορίσανε με εγκαρδιότητα μας καλέσανε να τους βοηθήσουνε στην συγκρότηση του 44ου Συντάγματος.
5-9-1940 – 27-10-1940
Μια εμπιστευτική διαταγή του Συντάγματός μου αναθέτει μια επείγουσα νυκτερινή εργασία που με απασχόλησε δυο βράδια, χωρίς να κλείσω μάτι. Άλλη διαταγή μου αναθέτει την αντικατάσταση του Ταγματάρχη Σταμαθιουδάκη Ευγένιου στην υπηρεσία της επίταξης κτηνών στην επαρχία Αγίου Βασιλείου λόγω κωλύματός του, παράλληλα δε ασκούσα και καθήκοντα προανακριτού του Συντάγματος.
Σκληρή, εντατική και υπεύθυνη εργασία με ανάγκαζαν να δουλεύω μέρα και νύκτα κι όμως δεν κουραζόμουνα γιατί είχα όπως κι όλοι οι άλλοι συνάδελφοί μου τα νιάτα των 30 χρόνων και τον φλογισμένο πατριωτισμό.
Η επίταξη των ζώων κράτησε πάνω από 20 ημέρες, μ’ έφερε στο διάστημα αυτό σε επαφή με τους συμπαθείς αγρότες μας, οι οποίοι παρέδιδαν τα ζώα των με αυθόρμητες πατριωτικές εκδηλώσεις και ενθουσιασμό. Μου λέγανε «κ. Ανθυπολοχαγέ προσφέρω το ζώο μου στην πατρίδα χαλάλι της και αν με χρειαστεί και μένα εδώ είμαι».
Όλοι μας είμαστε συγκινημένοι. Κοίταζα τους υπαξιωματικούς και τους στρατιώτες που παρελάμβαναν τα ζώα, να είναι δακρυσμένοι και υπερήφανοι και για να κρύψουν την συγκίνησή τους από τις εκδηλώσεις των αγνών αγροτών μας, χάιδευαν τα ταλαίπωρα ζώα την ώρα που με κάποιο δισταγμό άλλαζαν αφέντη.
Και τι να πει κανένας για τη φιλοξενία που μας επεφύλαξαν οι ευγενικοί κάτοικοι του ηρωιϊκού χωριού Κοξαρέ που ήταν το κέντρο της επίταξης.
Στις αρχές του Οκτώβρη 1940 είχα τελειώσει την επίταξη στην πρώτη φάση της και τοποθετούμαι στο Ι τάγμα με επικεφαλής τον ηρωικό ταγματάρχη τον Παναγιωτάκη Αριστείδη και ειδικότερα στο 3ο λόχο σαν διοικητής της 1ης διμοιρίας του.
Ο λόχος μας είχε καταυλισθεί στα Τρία Μοναστήρια έξω από την πόλη και τότε δοκιμάσαμε για πρώτη φορά τη ζωή του αντίσκηνου μαζί με τους αγαπητούς μου συναδέλφους εφέδρους Αξιωματικούς Γιάννη Γαβαλά, Σταμάτη Ρολόγη, Κώστα Βλαχάκη και Σκορδαλλάκη, από τους οποίους παραμείναμε μόνιμα στελέχη του 3ου λόχου ο Κώστας Βλαχάκης κι εγώ με την προσθήκη του αγαπητού μου φίλου Γιώργη Σαλούστρου και κάποιου Μακεδόνα Δίζα Φιλώτα Αν/στη.
Η τοποθέτησή μου στον 3ο λόχο έξω από την πόλη Ρεθύμνης με εστενοχώρησε λίγο, γιατί θα έχανα την καθημερινή ευχάριστη συντροφιά τις βραδινές ώρες της αγαπημένης μνηστής μου και αργότερα εκλεκτής συζύγου μου. Κι όμως βρήκα τρόπο να ξεπερνώ το εμπόδιο αυτό. Έπαιρνα το άλογο του λόχου μου και κατέβαινα στην πόλη κοντά της. Ο ενθουσιασμός μου αυτός ήτο μεγάλος γιατί με τον τρόπο αυτό και την υπηρεσία μου εκτελούσα και τις συναισθηματικές μου υποχρεώσεις δεν παρέλειπα.
Αξέχαστες μέρες που θα μου θυμίζουν για πάντα την αληθινή ευτυχία!
Στις 26 του Οκτώβρη μια άλλη διαταγή του συνταγματάρχη Σέρβου διατάσσει την μετακίνηση του λόχου μα στην πόλη για μια τιμητική αποστολή. Πήγα να τρελαθώ από τη χαρά μου, γιατί η νυκτερινή μου επίσκεψη είχε αρχίσει να μου δημιουργεί προβληματάκια με το Συνταγματάρχη μου, ο οποίος σώνει και καλά ήθελε σκληρή πειθαρχία ακόμη και στους συναισθηματικούς δεσμούς μου!
28-10-1940
Στην ημερήσια διαταγή της ημέρας που κοινοποιήθηκε το βράδυ στις 27, ωρίζετο ο λόχος μας τιμητικό απόσπασμα για να αποδώσει τιμές στους επίσημους και να συνοδεύσει την περιφορά των οστών των Τεσσάρων Μαρτύρων.
Ήτο μια ωραία γιορτή αφιερωμένη στους Τέσσερις Μάρτυρες που πέθαναν για την πίστη του Χριστού και την αγάπη της πατρίδας, την οποία το Ρέθυμνο που ξέρει να φυλάει τις παραδόσεις και την ιστορία του, γιόρταζε με κάθε ευλάβεια και επισημότητα.
Στις 8.30 είμαστε παρατεταγμένοι έξω από τη Μητρόπολή μας με επικεφαλής τον διοικητή του 3ου λόχου Μπουλταδάκη Παναγιώτη απόταχτο του 1935, ένα σεμνό και ηρωικό Χανιώτη που είχε κατακτήσει ψυχικά το τμήμα του από την πρώτη στιγμή.
Την ώρα εκείνη περνούσε ο γνωστός μου και έγκριτος συμπολίτης Μανόλης Γοβατζιδάκης και μου εψιθύρισε εμπιστευτικά στο αυτί ότι η Ιταλία του Μουσολίνι είχε στείλει τελεσίγραφο στην Ελληνική Κυβέρνηση τις πρωινές ώρες και ζητούσε να της παραδώσουν τις ναυτικές βάσεις μας, ότι η Κυβέρνηση αρνήθηκε και μας κήρυξαν τον πόλεμο.
Η είδηση έγινε πιστευτή όχι μόνο διότι οι φήμες του πολέμου οργίαζαν, αλλά και διότι η πηγή ήτο πέρα για πέρα αξιόπιστη.
Κι ενώ ετοιμαζόμουνα να πάω στο κέντρο της παράταξης να αναφέρω τη συγκλονιστική πολεμική είδηση στο λοχαγό βλέπω τον υπασπιστή του συντάγματος υπολοχαγό Νικολακάκη τρεχάτο να πλησιάζει το λοχαγό να του κάνει την ίδια αναφορά.
Όλοι μας μουδιασμένοι εσχολιάζαμε την άδικη προσβολή της χώρας μας από τον πολεμοχαρή Ιταλό αρχιφασίστα ότε ακούομε σταθερή τη φωνή του λοχαγού μας να δίδει το παράγγελμα «προσοχή εις θήκην λόγχη μεταβολή».
Ο λαός που είχε πληροφορηθεί κατάπληκτος την κήρυξη του πολέμου ενθουσιάστηκε στο πέρασμα του λόχου μας. Προπορευόταν η διμοιρία μου και θυμάμαι τις αξέχαστες εκδηλώσεις του: «Γεια σας παιδιά, να τους φάτε τους μακαρονάδες, όλοι μαζί σας για τη νίκη».
Με τα λόγια αυτά ο λαός, άνδρες, γυναίκες και παιδιά εκφράζανε τον ενθουσιασμό τους και συγχρόνως εκδηλώνανε την εμπιστοσύνη τους στα στρατευμένα παιδιά του. Εμείς δε περήφανοι, με βήμα σταθερό και θαρραλέο, προχωρούσαμε σιωπηλοί, αναλογιζόμενοι ότι η τύχη της πατρίδας μας βρίσκετο στα χέρια μας.
Δεν ακούγετο τη στιγμή αυτή παρά μόνο ο ρυθμικός κτύπος των βηματισμών μας, ενώ το αίμα μας εκόχλαζε από αγανάκτηση για την άδικη προσβολή της χώρας μας από τους φασίστες.
Όταν φθάσαμε στους στρατώνες εσήμανε συγκέντρωση αξιωματικών «οδηγήσαμε» τους άνδρες στους θαλάμους των και ετρέξαμε στην συγκέντρωση. Όλοι είμαστε παρόντες. Ο συνταγματάρχης Ι Σερβος μας μετέδωσε τις πρώτες πληροφορίες και μας μίλησε για την αποστολή μας, που τόσο βαθειά τη συναισθανόμαστε τη στιγμή εκείνη και μας συνέστησε να αφοσιωθούμε αμέσως με ζήλο στα έργα μας.
Το βράδυ καταυλίστηκε ο λόχος μας στο ωραίο προάστιο της πόλης μας στο φιλόξενο Γάλλου, όπου παρέμεινε μέχρι την ημέρα που ξεκινήσαμε για τη μεγάλη αποστολή μας.
29-10-1940
Στις πρωινές ώρες στις 29-10-1940 μας ξύπνησε ο αγγελιαφόρος του Συντάγματος και μου έδωσε μια επείγουσα διαταγή που με διέτασσε να συνεχίσω την επίταξη των κτηνών στην επαρχία Αγίου Βασιλείου. Μου έκανε εντύπωση το ηθικό και ο ενθουσιασμός των κατοίκων της ωραίας αυτής επαρχίας και η αυθόρμητη προθυμία με την οποία προσφέρανε τα ζώα τους για τις υπηρεσίες του Στρατού μας. Ένας μεσήλικας πολεμιστής του Α’ Ευρωπαϊκού Πολέμου, πλημμυρισμένος από τις πολεμικές αναμνήσεις του έλεγε: «Σας ζηλεύω εσάς τους νέους που σας έλαχε ο κλήρος να πολεμήσετε για την πατρίδα μας». Μιλούσε με συγκίνηση και τότε μάθαμε από τους χωριανούς του ότι ήτο πράγματι ένας γενναίος πολεμιστής.
Εγώ ύστερα από τις αυθόρμητες πληροφορίες των χωριανών του και των γνωστών του ότι ήταν ένας υπερήφανος πολεμιστής του είπα: «όταν είχατε σειρά, εσείς εκάματε το καθήκον σας και μάλιστα τόσο ωραία και τώρα μένει και σε μας να σας μιμηθούμε».
Τα λόγια του ενθουσιώδους αυτού πατριώτη μου κάμανε τέτοια εντύπωση που δεν θα τα ξεχάσω ποτέ μου. Όπως επίσης δεν θα ξεχάσω τη μεγάλη φιλοξενία του ευγενούς συγγενούς μου Ηρακλή Πετρουλάκη και όλων των φιλόξενων κατοίκων του ωραίου χωριού της Κοξαρές προς εμένα και τους υπαξιωματικούς και τους στρατιώτες μου…
Ενδιαφέρουσα η συνέχεια
Το ημερολόγιο έχει εξίσου ενδιαφέρουσα συνέχεια. Θα επιστρέψουμε σε αυτό δοθείσης ευκαιρίας όταν τα γεγονότα μας οδηγήσουν, αφού προηγουμένως ανασύρουμε από το συρτάρι και άλλες αναμνήσεις Ρεθεμνιωτών που έζησαν τη συγκλονιστική εκείνη εποποιία του 40.
Είναι πολλά αυτά τα ημερολόγια και καθένα έχει αρκετά να προσθέσει. Ένα στοιχείο είναι το ίδιο σε όλα, όποιας κοινωνικής τάξης κι αν ήταν οι συντάκτες. Ο ίδιος ενθουσιασμός και η αγάπη στην πατρίδα.
Διαβάζεις φλογερές αναφορές από νεαρούς ανθρώπους και με αυτές μπορούμε να καταλάβουμε πόσο είχε επηρεαστεί η περίφημη γενιά του 40 από τους ηρωικούς προγόνους που με την δική τους θυσία είχαν χαρίσει στην Κρήτη την πολυπόθητη λευτεριά της και την Ένωση του νησιού με την Ελλάδα.
ΠΗΓΕΣ: Κώστα Μαμαλάκη: «Ανάλεκτα»
Εύας Λαδιά: Κώστας Αντωνάκης, Ένας σπουδαίος άνθρωπος( Ρεθεμνιώτικα Νέα 26 Ιουνίου 2015).
Κώστα Αντωνάκη: ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ του Κώστα Φρ. Αντωνάκη Δικηγόρου – Εφέδρου Αξιωματικού 44ου Σ.Π.