Ο διάσημος Ιρλανδός συγγραφέας Όσκαρ Ουάιλντ με τα, εκτός των άλλων, περίφημα αποφθέγματά του, έχει πει ότι «Ο άνθρωπος είναι λιγότερο ο εαυτός του όταν μιλάει ως ο εαυτός του. Δώσ’ του μια μάσκα και θα σου πει την αλήθεια». Ίσως γι’ αυτό κάθε χρόνο την περίοδο του Καρναβαλιού απελευθερωνόμαστε και ξεδίνουμε ή ακόμη λέμε και κάνουμε όσα δεν επιτρέπουμε στον εαυτό μας λόγω των κοινωνικών συμβάσεων της καθημερινότητας. Εξάλλου, και ο Ουάιλντ, για να κάνει αυτή τη διαπίστωση τον 19ο αιώνα, πάτησε στα γερά θεμέλια μιας παράδοσης που ξεκινάει από τα αρχαία χρόνια και ανάγεται στη λατρεία του θεού Διονύσου, που μαζί με άλλους συμβολισμούς είναι συνώνυμο και μιας πιο έκλυτης διάστασης το ανθρώπινου βίου.
Ο γράφων κατά «διονυσιακή» σύμπτωση, βρισκόταν ως φοιτητής στο Ρέθυμνο στις αρχές της δεκαετίας του 1990, όταν ο θεσμός του σύγχρονου «Ρεθεμνιώτικου Καρναβαλιού» άρχισε να συγκροτείται και να διαμορφώνεται, ενώ ταυτόχρονα έλκει και την καταγωγή του από την Πάτρα. Μάλιστα, εκείνα τα πρώτα χρόνια «σνόμπαρε» τις εδώ εκδηλώσεις που συμμετείχαν φίλοι και γνωστοί και επέστρεφε στην ιδιαίτερή του πατρίδα για να συμμετάσχει στο αναμφισβήτητα μεγαλύτερο καρναβάλι της χώρας, επιλογή που συνέχισε και ως το 2020, που άρχισαν να αναβάλλονται οι εκδηλώσεις και οι παρελάσεις λόγω της πανδημίας.
Ωστόσο, πριν από μερικά χρόνια έπεσε στα χέρια του ένα λεύκωμα αφιέρωμα στο «Ρεθεμνιώτικο Καρναβάλι» και περιπλανήθηκε μέσα από τις φωτογραφίες στην πορεία του και την εξέλιξή του. Η επιστροφή δε στο Ρέθυμνο και η επαφή με την τοπική κοινωνία και την κοινή γνώμη, συνέβαλε στην κατανόηση της σημασίας του θεσμού για τους Ρεθυμνιώτες και την ενσωμάτωση στην κουλτούρα τους διαδικασιών που ανάγονται στα καρναβαλικά έθιμα, αλλά λειτουργούν και ως μέθοδοι – εργαλεία για εκπαίδευση και μάθηση, όπως λόγου χάρη το παιχνίδι του κρυμμένου θησαυρού. Επιπλέον, η γνωριμία με την ιστορία της πόλης, λόγω του Καρναβαλιού συμβάλλει σε μια ασύνειδη «εμφύτευση» στον νου των πολιτών, της αρχιτεκτονικής αισθητικής κάθε ιστορικής περιόδου, που ειδικά στο Ρέθυμνο και ευρύτερα στην Κρήτη είναι πλουραλιστική.
Στο σημείο αυτό, παρά τα διαφορετικά μεγέθη, μπορούμε να πούμε ότι η Πάτρα με το Ρέθυμνο έχουν ένα κοινό: τη σχέση τους με τη Δύση. Δεν είναι τυχαίο ότι και στις δύο πόλεις η αισθητική ανταποκρίνεται ως ένα σημείο – υπάρχει και η βραζιλιάνικη επιρροή – στη Βενετσιάνικη εκδοχή των μορφών του Καρναβαλιού, γεγονός που εξηγείται τόσο ιστορικά όσο και γεωγραφικά. Η ενετική παράδοση στο νησί και στο Ρέθυμνο, καθώς και η Πάτρα, πόλη-λιμάνι προς την Ιταλία, μπορούν να δικαιολογήσουν κατά έναν τρόπο αυτή την «ημίαιμη» σχέση. Και γιατί, άλλωστε, να μην ισχύει, αφού τίποτε δεν είναι παρθενογένεση και οι τέτοιου είδους πολιτιστικές επιδράσεις μόνον θετική συμβολή μπορούν να έχουν.
Το μικρό κάποτε Ρέθυμνο, που ήταν γνωστό μόνο για τον τουρισμό, βρήκε, λοιπόν, μια εξωστρεφή διαφήμιση του και μια επιπλέον πηγή εσόδων για την αγορά του, γεγονός που δεν πρέπει να υποτιμούμε. Το πιο σημαντικό όμως με το «Ρεθεμνιώτικο Καρναβάλι», όπως και με όλα τα καρναβάλια του κόσμου, είναι η λαϊκότητά του που εκφράζεται μέσα από τη συμμετοχή. Άνθρωποι όλων των κοινωνικών στρωμάτων διασκεδάζουν μαζί, ταυτόχρονα, στο ίδιο σημείο. Οι εκλεκτικές επιλογές μένουν για λίγο πίσω και η ταξική ή αισθητική ανομοιογένεια, ομοιογενοποιείται μέσα από τη «βακχική οδό». Αυτή είναι η σημαντικότερη συνεισφορά του Καρναβαλιού, που δυστυχώς, λόγω της πανδημίας, οι παρελάσεις του ακυρώθηκαν για τρίτη πλέον χρονιά….