Ανέκαθεν θαύμαζα την Αργίνη Φραγκούλη. Μια δυναμική γυναίκα με συμπεριφορά που έδειχνε αστείρευτη δίψα για γνώση αλλά και αμέτρητη διάθεση να μοιραστεί τον πλούτο της μόρφωσης που της έδωσαν σπουδές, αλλά και μια λαμπρή καριέρα στην εκπαίδευση.
Ήταν μια αρχόντισσα η Αργίνη αλλά πάντα απλή και ανεπιτήδευτη. Με ένα απλό φόρεμα και ένα ψάθινο καπέλο επισκεπτόταν με δική της πρωτοβουλία τα χωριά του νομού μας όταν συνταξιοδοτήθηκε. Ας μην ξεχνάμε ότι δεν διέπρεψε απλά στην εκπαίδευση τόσο στην ελληνική παροικία της Αιγύπτου όσο και στη χώρα μας, αλλά ήταν και η πρώτη γυναίκα Λυκειάρχης. Καθόταν με τις ώρες και μιλούσε με τους κατοίκους. Αυτά που συγκέντρωνε από προφορικές παραδόσεις τα σύγκρινε με τα στοιχεία που της έδιναν οι σπουδαίες πηγές της όπως ο GEROLA και τα αρχεία της Βενετίας και μας πρόσφερε στη συνέχεια μοναδικές εκδόσεις.
Η Αργίνη Φραγκούλη γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια. Ο πατέρας της ήταν από την Αμνάτο και η μητέρα της από την Άνδρο.
Είχε την μεγάλη τύχη να διέπεται η οικογένειά της και κυρίως ο πατέρας της από φιλελεύθερο πνεύμα, που επέτρεπε και στις κόρες το δικαίωμα της μόρφωσης.
Έτσι η πρωτοκόρη του Αργίνη τελειώνοντας το σχολείο, σπούδασε φιλολογία και ιστορία στο πανεπιστήμιο Αθηνών και μετεκπαιδεύτηκε στα παιδαγωγικά στη Λουκέρνη.
Αρχικά διορίστηκε στο ελληνικό ημιγυμνάσιο του Ζαγαζίκ, όπου είχε μετακομίσει στο μεταξύ η οικογένεια Φραγκούλη και το 1940, αν όχι νωρίτερα, προσελήφθη στο Αχιλλοπούλειο Παρθεναγωγείο της Ελληνικής Κοινότητας Καΐρου. Δεν ήταν τυχαίο το σχολείο αυτό, καμάρι της παροικίας και σύμβολο της ακμής της.
Η φιλία της με τον Τριανταφυλλίδη
H Aργίνη Φραγκούλη είδε από την αρχή τη διδασκαλία σαν λειτούργημα και οι παραδόσεις της έμειναν στην ιστορία.
Βασικό της μέλημα ήταν να διδαχθούν τα παιδιά το λεξιλογικό θησαυρό της Νεοελληνικής και ζητούσε συχνά τη συμβουλή του Μανόλη Τριανταφυλλίδη σε εκπαιδευτικά θέματα.
Ταγμένη στο ρόλο της εκπαιδευτικού
Το 1951 διευθύνουσα πλέον της σχολής είναι ήδη ταγμένη στο ρόλο της εκπαιδευτικού. Η ζωή της όπως γράφει πάντα στον Τριανταφυλλίδη «δεν βρίσκει τίποτε το εξαιρετικό έξω από τη σημασία της δουλειάς. Αυτής της δουλειάς που μου έχει γίνει μοναδικός αξιολάτρευτος σκοπός και φροντίδα».
Έχοντας εξαντλήσει την ιεραρχία στα σχολεία του αιγυπτιακού ελληνισμού, συνεχίζει λόγω μεταβολών κι έκρυθμων καταστάσεων την θητεία της στην εκπαίδευση στην Ελλάδα. Εδώ συνταξιοδοτείται ως πρώτη γυναίκα με το βαθμό λυκειάρχη.
Ακούραστη οδοιπόρος
Η συνταξιοδότησή της σήμανε μια νέα περίοδο σημαντική στη ζωή της. Επιστρέφοντας στην Κρήτη, με ορμητήριο το όμορφο και ιστορικό χωριό της, την Αμνάτο, άρχισε να επισκέπτεται ιστορικές και άλλες περιοχές, να μελετά και να γράφει τις παρατηρήσεις της.
Ευτυχώς για τα Κρητικά Γράμματα, ο κ. Βαρδής Βαρδινογιάννης, τη στήριξε για την έκδοση αρκετών βιβλίων, αλλά και η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση.
Η Αργίνη Φραγκούλη δεν ήθελε τίποτα άλλο. Μετά την έκδοση αναλάμβανε ο εκδοτικός φορέας την δωρεάν αποστολή σε Ιδρύματα και σε συλλόγους κι ήταν μεγάλη ικανοποίηση να δέχεται την ευγνωμοσύνη πολλών για το σημαντικό της έργο που αναδείκνυε την πολιτιστική κληρονομιά του Ρεθύμνου και ιδιαίτερα της Περιφέρειας.
Τα βιβλία της, 16 και πλέον, αποτελούν πολύτιμες πηγές. Αλλά θα πρέπει κάποια στιγμή και τα άρθρα της να συγκεντρωθούν και να προβληθούν, γιατί αναφέρει στοιχεία πολύτιμα για κάθε ερευνητή. Ιδιαίτερα στην ξενάγηση που μου έκανε αναφέρεται σε κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της Μονής Ατάλης, ενώ αξιοπρόσεκτη είναι και η αναφορά της στο Ναό του Αγίου Ευτυχίου.
Οι διακρίσεις που έλαβε ήταν άπειρες στην πολύχρονη ζωή της.
Η απώτατη κρατική αναγνώριση ήρθε το 2000 από την Ακαδημία Αθηνών που τη βράβευσε «για τη μακροχρόνια εκπαιδευτική προσφορά και εθνική δράση της».
Απέραντη μοναξιά
Ο χρόνος που βάραινε στους ώμους της και κάποιες σοβαρές οικογενειακές υποχρεώσεις την υποχρέωσαν να μείνει στην Αθήνα. Εκεί ήπιε το πικρό ποτήρι της απώλειας αγαπημένων προσώπων. Ιδιαίτερα ο θάνατος του αδελφού της ήταν για κείνη η μεγαλύτερη δοκιμασία. Βίωνε μια απέραντη μοναξιά και το δήλωνε.
Η χαρά της ήταν να επικοινωνεί τηλεφωνικά με πνευματικούς φίλους της και να μιλά για τις πρόσφατες έρευνές της. Γιατί τελευταία αξιοποιούσε κάποιες πηγές από το Αρχείο της Βενετίας.
Έφυγε πλήρης ημερών και διακριτικά όπως έζησε το Μάρτιο του 2007.
Εκτός από το πλούσιο συγγραφικό της έργο δώρισε στον δήμο και το πλούσιο εκπαιδευτικό υλικό για τη δημιουργία του Δημοτικού Μουσείου Ιστορίας της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης που ιδρύθηκε στην Αμνάτο. Ήταν αρκετές ακόμα οι δωρεές που έκανε στον τόπο της Ιδιαίτερα στην Εκκλησία.
Άννα Αποστολάκη
Μια από τις σημαντικότερες μορφές του πνευματικού Ρεθύμνου και η Άννα Αποστολάκη. Θα μπορούσε να μείνει άγνωστη στους νεότερους, αν ο εκλεκτός συμπολίτης κ. Γιώργης Αγγελιδάκης δεν την ανέφερε συχνά, ενθαρρύνοντας λογίους του τόπου μας να ασχοληθούν με τη μεγάλη αυτή προσωπικότητα κι αν το Λύκειο Ελληνίδων Ρεθύμνου, τιμώντας την εθνική αποστολή του δεν της πρόσφερε την οφειλόμενη τιμή πριν από καιρό. Ήταν μια λαμπρή εκδήλωση που δικαίωνε όπως πάντα την προσφορά του Λυκείου μας. Αυτό που μας ξενίζει είναι η έλλειψη επαρκούς γνώσης των νεοτέρων για τη γυναίκα αυτή που τίμησε την Αρχαιολογία και την Λαϊκή μας Παράδοση με έργο αξιομνημόνευτο και μοναδικό. Και μας έκανε τόσο περήφανους, όπως και η Καλλιρρόη Σιγανού Παρρέν. Γυναίκες που διέπρεψαν την ίδια περίπου χρονική περίοδο.
Μια αξιοσέβαστη συγγενής
Ο κ. Αγγελιδάκης έτρεφε ιδιαίτερο σεβασμό για την εξαδέλφη της μητέρας του, ίσως γιατί εκείνη την ξεχώριζε, επειδή είχαν κοινά, πολλά κοινά, ενδιαφέροντα και την ίδια αγάπη για την παράδοση. Όπως η Χρυσή Αγγελιδάκη έτσι και η εξαδέλφη της Άννα Αποστολάκη είχε μια ιδιαίτερη αγάπη για κάθε στοιχείο του λαϊκού μας πολιτισμού. Κι έλεγε πάντα πόσο θα ήθελε να το υπηρετήσει με ουσιαστική προσφορά.
Σαν τόπο καταγωγής ο κ. Αγγελιδάκης, προσδιορίζει την Αρχαία Ελεύθερνα, γενέτειρα του πατέρα της.
Σε μια πληρέστερη αναφορά στη ζωή και στο έργο της που υπογράφει ο Μιχάλης Τρούλης και δημοσιεύτηκε σε τοπική εφημερίδα, τόπος γέννησης αναφέρονται οι Μαργαρίτες, όπου η Άννα είδε το πρώτο φως της ζωής το 1885.
Όπως κάθε κοπέλα οικογενείας με παράδοση ακολούθησε σπουδές στο Αρσάκειο και υπηρέτησε την πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Είχε όμως μια ακόρεστη δίψα για μάθηση. Και συνέχισε σπουδές στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, κάτι ιδιαίτερα πρωτοποριακό για την εποχή της, όταν το πτυχίο της δασκάλας ήταν και η ανώτατη βαθμίδα εκπαίδευσης, που θα μπορούσε να κατακτήσει μια κοπέλα. Ούτε και αυτή η κατάκτηση ικανοποίησε την Άννα, που έκανε άλματα εξέλιξης για τον καιρό της. Ασχολήθηκε με ζήλο στην εκπόνηση διδακτορικής διατριβής, που της χάρισε και τον τίτλο της διδάκτορος το 1906. Ήταν η πρώτη Ελληνίδα που απέκτησε αυτό τον τίτλο.
Προστασία του αρχαιολογικού πλούτου
Η αγάπη της για την ιστορία και την παράδοση δεν την άφηναν σε ησυχία, ιδιαίτερα όταν τα δεινά της ανθρωπότητας άρχισαν να βάζουν σε δοκιμασία και τους αρχαιολογικούς θησαυρούς απειλώντας τους με αφανισμό.
Έτσι αφοσιώθηκε στη διάσωση, προστασία και ανάδειξη των μνημείων που μετά τον πρώτο πόλεμο άρχισαν να αντιμετωπίζουν σημεία φθοράς. Αυτά της τα ενδιαφέροντα την έφεραν κοντά στην Χριστιανική και Αρχαιολογική Εταιρία, της οποίας ήταν από τα παλαιότερα μέλη.
Η Καλλιρρόη Παρρέν επίσης δεν άργησε να αναγνωρίσει τις σπουδαίες ικανότητες της συμπατριώτισσάς της και φρόντισε να την έχει πλάι της στο Λύκειο Ελληνίδων Αθηνών, σαν μέλος του Δ.Σ. και σαν γνωμοδοτική σύμβουλο του Τμήματος Ιματιοθήκης Εθνικών Ενδυμασιών και υπεύθυνη διατήρησης και διάδοσης των Εθνικών Εθίμων και Παραδόσεων.
Και στους δύο τομείς δράσης η Άννα Αποστολάκη έδωσε τον καλύτερο εαυτό της εργαζόμενη ακούραστα με ιδιαίτερο μεράκι και αφοσίωση.
Η προσφορά της αυτή την έφερε κοντά σε δυο επίσης μεγάλες προσωπικότητες. Ήταν ο ποιητής Γεώργιος Δροσίνης και ο αρχαιολόγος Γεώργιος Κουρουνιώτης ιδρυτές του Πρώτου Λαογραφικού Μουσείου της Ελλάδας, που έφερε την επωνυμία Μουσείο Ελληνικών Χειροτεχνημάτων. Ήταν μια πρώτη κιβωτός για τη διάσωση του λαϊκού μας πολιτισμού.
Επιμελήτρια στο Μουσείο Ελληνικών Χειροτεχνημάτων
Ενθουσιασμένος από τη γνωριμία της ο Δροσίνης και διαπιστώνοντας το πάθος της για το αντικείμενο και της δικής του προσπάθειας, προσέλαβε την Άννα ως επιμελήτρια.
Ήταν το 1924. Το Μουσείο είχε αναπτύξει τις δραστηριότητές του και είχε μετονομαστεί Εθνικό Μουσείον Κοσμητικών Τεχνών, επειδή προσετέθη, στις δράσεις του, η περισυλλογή κάθε είδους χειροτεχνίας, ιδίως κεντημάτων και υφαντών.
Η Άννα Αποστολάκη, ανταποκρίθηκε με όλη τη θέρμη της και στα καθήκοντα αυτά.
Ασχολήθηκε κυρίως με τον καθαρισμό, τη συντήρηση και την έκθεση των παλαιών κοπτικών υφασμάτων των 4ου-7ου. Χ. αιώνων, που είχαν βρεθεί σε τάφους στην Αίγυπτο, αλλά και με την επιστημονική τους κατάταξη και μελέτη. Το 1932 παρουσίασε τον πρώτο συνολικό τόμο της δουλειάς της, του πλούσιου ερευνητικού και συγγραφικού έργου της, τον μοναδικό κατάλογο με τον τίτλο: «Τα κοπτικά υφάσματα του εν Αθήναις Μουσείου Κοσμητικών Τεχνών», έκδοση του υπουργείου Παιδείας, που την έκανε γνωστή και πέρα των ελληνικών συνόρων. Το βιβλίο αυτό είναι ένας από τους πρώτους εμπεριστατωμένους καταλόγους κοπτικών υφασμάτων στη διεθνή βιβλιογραφία και το μοναδικό στη γλώσσα μας τότε.
Παράλληλα φρόντισε για τον εμπλουτισμό του Μουσείου με νέα δυσεύρετα εκθέματα, τα οποία, επίσης, καθάρισε, συντήρησε και ενέταξε στην έκθεση.
Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών
Ήταν φυσικό να εκτιμηθεί η προσφορά της και να της ανατεθεί η διεύθυνση του Μουσείου, που υπηρέτησε επί 21 χρόνια και του έδωσε κύρος και ευρωπαϊκή λάμψη.
Στο μεταξύ το Μουσείο είχε μετονομαστεί από το 1931 σε Μουσείον Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης, για να επανέλθει όμως το 1935, στους στόχους και στο περιεχόμενο της προηγούμενης επωνυμίας του. Αυτό κρίθηκε απαραίτητο όταν άρχισε να δημιουργείται ξανά θέμα με τις θεωρίες του Φαλμεράγερ περί σλαβικής καταγωγής των νεότερων Ελλήνων.
Και η πιο πειστική απάντηση θα ήταν η ανάδειξη του λαϊκού μας πολιτισμού.
Η Άννα Αποστολάκη γνώριζε βαθιά και τον Κρητικό Πολιτισμό. Σημαντικές εργασίες της αναφέρονται στην κεντητική και υφαντική τέχνη της Κρήτης.
Για τη βαθύτατη γνώση της επιστήμης και της τέχνης που υπηρετούσε, την κλασική παιδεία που αποτέλεσε το βασικό καμβά που αποτύπωσε το πολυσήμαντο έργο που λάβαμε ως πολύτιμη κληρονομιά, η Ακαδημία Αθηνών της απένειμε το Αργυρούν Μετάλλιο, στις 30 Δεκεμβρίου 1954.
Επίσης μια διάκριση σε γυναίκα της Κρήτης ξεχωριστή, αλλά επάξια ανταμοιβή έργου ζωής.
Μαρία Ιωάννου Σταμαθιουδάκη
Και μια ακόμα σημαντική Ρεθεμιώτισσα των Γραμμάτων η Μαρία Ιωάννου Σταμαθιουδάκη που μας γνώρισε ο αξέχαστος Γεώργιος Εκκεκάκης μαζί με τους άλλους επιφανείς Ρεθεμνιώτες που ανέσυρε από τη λήθη. Αξίζει ν’ αφήσουμε το δικό του κείμενο να μας την παρουσιάσει.
«Η γεννημένη στο Ζουρίδι Μαρία Ιωάννου Σταμαθιουδάκη (1893-1968) αποτελεί μια άλλη ξεχωριστή περίπτωση λογίας-δασκάλας. Γαλλομαθής και φιλομαθέστατη είναι σίγουρα η πρώτη ντόπια που ασχολήθηκε συστηματικά και επίμονα με κρητολογικές έρευνες. Αποφοίτησε από το Αρσάκειο το 1911 και ανέλαβε υπηρεσία σε σχολεία της υπαίθρου. Ξέρομε ότι πέρασε από πολλά χωριά (Κούφη, Αρχοντική, Επισκοπή, Βιράν Επισκοπή, Μπαλί κλπ.). Αν και απολάμβανε ιδιαίτερου σεβασμού ως εγγονή του σπουδαίου αγωνιστή από το Μούντρος Αναγνώστη Σταμαθιουδάκη (1822-1915), καταλαβαίνει κανείς τις δυσκολίες που αντιμετώπισε. Φαίνεται όμως ότι η κληρονομημένη αγωνιστικότητα και φιλοπατρία της την ώθησαν να εκμεταλλευτεί και ν’ αξιοποιήσει τις υπηρεσιακές μετακινήσεις της για τη συλλογή ιστορικού υλικού από τα χωριά που πέρασε (τοπωνύμια, τοπικές παραδόσεις κ.τ.ό.). Συμπεραίνω επίσης ότι έχει καταγράψει και τις μνήμες του αγωνιστή παππού της και θα ήταν ευχής έργο να γνωρίζαμε την τύχη αυτού του υλικού.
Ξέρομε ότι, αφού συμπλήρωσε τριαντακονταετή υπηρεσία στη δημόσια εκπαίδευση, τέλειωσε την εκπαιδευτική της σταδιοδρομία στο γνωστό ιδιωτικό σχολείο «της Κυρίας Αμαλίας» (Ζαννιδάκη) και πολλοί είναι οι συμπολίτες που τη θυμούνται, αλλά, νομίζω, με το επώνυμο του συζύγου της, ως Μαρία Γκαγκαουδάκη. Η υπηρεσία της στο Ιδιωτικό πρέπει να συνέπεσε με τα κατοχικά χρόνια και είναι πολλοί που τη θυμούνται επίσης να πρωτοστατεί στα «συσσίτια» στα οποία πολλά οφείλομε μερικά παιδιά της γενιάς μου.
Από τα δημοσιεύματά της που τυχαίνει να υπάρχουν στη βιβλιοθήκη μου (στα περιοδικά «Κρητικός Αστήρ» του 1914 και «Προμηθεύς ο Πυρφόρος» του 1930), βλέπω πόσο έντονα ήταν τα κρητολογικά της ενδιαφέροντα. Είναι η πρώτη που έγραψε για τη Μονή του Αγίου Ιωάννη στο Μπαλί και που ασχολήθηκε με την έμμετρη εξιστόρηση της ζωής του θρυλικού Μπαλιώτη Γούμενου Γεράσιμου Πικράκη. Διαβάζοντας κανείς τα σχετικά άρθρα της στον προπολεμικό Προμηθέα του Γ.Φ. Δαφέρμου, δεν μπορεί παρά να θαυμάσει το παθιασμένο ενδιαφέρον της για καθετί που α-φορά το παρελθόν της Κρήτης».
Γυναίκες πρότυπα
Είναι αδύνατον σε ένα επετειακό αφιέρωμα να συμπεριληφθούν όλες οι γυναίκες που έκαναν το Ρέθυμνο υπερήφανο. Περιοριστήκαμε σε τρεις από τις πολλές Και τις επιλέξαμε σαν τα πιο αντιπροσωπευτικά παραδείγματα γυναικών που ανέδειξαν τον τόπο τους με τα έργα και τις ημέρες τους.