Τους ουρανούς βάπτισμα του Χριστού σχίσαν,
Τους αυτό μη χραίνοντας ένδον εισάγει.
Βάπτισεν εν ποταμώ Χριστόν Πρόδρομος κατά έκτην.
Τα Άγια Θεοφάνεια είναι μία από τις αρχαιότερες εορτές της εκκλησίας μας η οποία θεσπίσθηκε το 2ο αιώνα μ.Χ. και αναφέρεται στη φανέρωση της Αγίας Τριάδας κατά τη βάπτιση του Ιησού Χριστού. Η ιστορία της βάπτισης έχει ως εξής: Μετά από θεία εντολή ο Ιωάννης ο Πρόδρομος εγκατέλειψε την ερημική ζωή και ήλθε στον Ιορδάνη ποταμό όπου κήρυττε και βάπτιζε. Εκεί παρουσιάσθηκε κάποια ημέρα ο Ιησούς και ζήτησε να βαπτισθεί. Ο Ιωάννης, αν και το Άγιο Πνεύμα τον είχε πληροφορήσει ποιος ήταν εκείνος που του ζητούσε να βαπτισθεί, στην αρχή αρνείται να τον βαπτίσει ισχυριζόμενος ότι ο ίδιος έχει ανάγκη να βαπτισθεί από Εκείνον. Ο Ιησούς όμως του εξήγησε ότι αυτό ήταν το θέλημα του Θεού και τον έπεισε να τον βαπτίσει. Και τότε μπροστά στα έκπληκτα μάτια των θεατών διαδραματίσθηκε μία μοναδική και μεγαλειώδης σκηνή, όταν με την μορφή ενός περιστεριού κατήλθε το Άγιο Πνεύμα και κάθισε επάνω στο βαπτιζόμενο Ιησού, ενώ συγχρόνως ακούσθηκε από τον ουρανό η φωνή του Θεού η οποία έλεγε: «Ούτος εστίν ο Υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα» («Αυτός είναι ο αγαπημένος μου Υιός, αυτός είναι ο εκλεκτός μου»).
Από τότε και το Βάπτισμα των χριστιανών, δεν είναι «εν ύδατι», όπως το βάπτισμα «μετανοίας» του Ιωάννη, αλλά «εν Πνεύματι Αγίω». Ο Κύριος με το να βαπτιστεί αγίασε το νερό, το έκανε νερό αγιασμού και συμφιλίωσης με το Θεό. Έτσι η Βάπτιση του Κυρίου άνοιξε τη θύρα του Μυστηρίου του Βαπτίσματος. Με την καθαρτική χάρη του αγίου Βαπτίσματος ο παλαιός αμαρτωλός άνθρωπος ανακαινίζεται και με την τήρηση των θείων εντολών γίνεται κληρονόμος της βασιλείας των ουρανών. (Θεοφάνεια – Βικιπαίδεια)
Σήμερα είναι τω φωτώ που αγιάζουν οι παπάδες.
Και μες στα σπίθια μπαίνουνε και λεν τον Ιορδάνη.
Ο Ιωάννης βαπτιστής επέρασε και είπε.
Χαρίσετέ μου τα κλειδιά τα μαργαριταρένια.
Να ανοίξω το παράδεισο να πιω νερό δροσάτο.
Να θέσω να αποκοιμηθώ σε μια μηλιά από κάτω.
Ανήφορος κατήφορος στα τρία πηγαδάκια.
Κάθουνται τρεις μελαχρινές με τα σγουρά μαλλάκια.
Η μια κεντά τον ουρανό κι η άλλη το φεγγάρι.
Κι η τρίτη η ωραιότερη κεντά τον Αϊ Γιάννη.
Ετούτα είν’ τα κάλαντα που λένε για τα Φώτα.
Άνοιξε περιστέρα μου τη μαρμαρένια πόρτα.
Τα Θεοφάνεια έχουν τη δική τους θέση στη Λαογραφία της Κρήτης. Πολλοί είναι οι λαογράφοι που έχουν ασχοληθεί και μας δίνουν εξαιρετικές μελέτες.
Αναφέρει σχετικά ο Ρεθεμνιώτης κ. Μιχάλης Πριναράκης σε μια σημαντική του εργασία, σχετική με τα ήθη και τα έθιμα της Κρήτης».
«Παραμονή των Θεοφανείων, του μικρού Αγιασμού, είναι ημέρα νηστείας, γιατί ο μεγάλος Αγιασμός που θελα πχιούνε την άλλη μέρα είναι σα γ-και τη Θεία μετάληψη.
Οι νοικοκεράδες εβράζανε τα φωτοκόλυβα γη ψαροκόλυβα, γη ακόμα παλικάργια όπως τα λέγανε, σ’ άλλα χωργιά τσι νερόβραστες ψαρές που ν’ ένα γ-Κρητικό όσπριο. Στάρι, φακή, κουκιά και άλλα και τα τρώγαν αλάδωτα. Από τούτα τα Φωτοκόλλυβα εταΐζανε κι όλα ν’ τα έχνη, ζωντανά θα πει και ιδιαίτερα τα μεταφορικά και τα βούγια…».
– Φάτε χτήματα και βούγια παλικάρια να παλικαρέψετε τους λέγανε. Να δυναμώσουν δηλαδή για να αντέχουν τις βαριές δουλειές που κάνανε τις μεταφορές και το όργωμα.
Λέγεται μάλιστα πως μετά τη θεία φώτιση που παίρνανε τα ζωντανά τρώγοντας τα φτωχοκόλυβα μιλούσαν και συνεννοούνται με ανθρώπινη μιλιά όλη τη θεία νύχτα της παραμονής των Θεοφανείων. Κι αλίμονο λένε οι παραδόσεις στον άνθρωπο που κρυβόταν για να ακούσει τι λέγανε τα ζωντανά, μαρμάρωνε και έμενε έτσι απολιθωμένος για ένα ολόκληρο χρόνο.
Ο Μιχάλης Πριναράκης από το Χρωμοναστήρι, ο μεγάλος μας πολιτιστικός παράγοντας και συγγραφέας, θυμάται τον εφημέριο του χωριού του, τον παπά Δημήτρη με το χρυσοκέντητο πετραχήλι, με το σταυρό κι ένα κλαδί μαντζουράνα ή αρισμαρί στο ένα του χέρι να το βουτά σε ένα σιγλί που κρατούσε και να μπαίνει σε όλα τα σπίτια για να τα αγιάσει ψάλλοντας το «Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου Κύριε…».
Οι νοικοκυραίοι παίρνανε ένα κύπελλο με τον αγιασμό και μια χούφτα φωτοκόλλυβα και πηγαίνανε στα σπαρτά και στα αμπελοπέρβολα να τα ραντίσουν και να σκορπίσουν πάνω τους τα βρασμένα όσπρια, κάνοντας ευχή για καλή σοδιά, ώστε να περισσέψει να φάνε και τα πετεινά του ουρανού.
Τα απόγευμα αρχίζανε πάλι οι καλαντηστάδες πόρτα-πόρτα.
«Σήμερο τα φώτα κι οι φωτισμοί και χαρά μεγάλη στο Αφέντη μας.
Ανήμερα των Φώτων μετά τη λειτουργία έπαιρναν οι πιστοί τον Αγιασμό και ακολουθούσανε του παπά που με το σταυρό δεμένο με ένα σπάγκο πήγαινε στη δεξαμενή του χωριού να ευλογήσει το νερό και να ζητήσει τη θεία χάρη και τη φώτιση για το ποίμνιό του …».
Θεοφάνεια στο λιμανάκι μας
Στο Ρέθυμνο πάντα γιορτάζονταν με μεγαλοπρέπεια τα Φώτα. Το λιμανάκι μας έπαιρνε άλλη όψη κάθε χρόνο των Θεοφανείων.
Σπίτια και μαγαζιά σημαιοστολισμένα έστελναν πρώτα το μήνυμα της μεγάλης γιορτής που έκλεινε τον κύκλο του Δωδεκαημέρου. Το ίδιο και τα πλοιάρια με τις «μπουρούδες» που δημιουργούσαν μια εικόνα μοναδική. Κι έπειτα ο κόσμος που κατέκλυζε το λιμάνι σχημάτιζε μια εικόνα πανηγυρική, που έδινε ζωή στο χειμωνιάτικο Ρέθυμνο.
Περίμενε υπομονετικά ο κόσμος μέχρι να έρθει η ηγεσία της τοπικής Εκκλησίας και να ξεκινήσει η διαδικασία του αγιασμού των υδάτων αδιαφορώντας για τις καιρικές συνθήκες όταν δεν είχε λιακάδα.
Και κάποτε η μεγάλη στιγμή έφθανε. Πλησίαζε σιγά-σιγά τελετουργικά το εκκλησίασμα, οι ιερείς, τα λάβαρα, τα αναμμένα κεριά, ο Τίμιος Σταυρός μέσα σε ένα ασημένιο δίσκο, τα θυμιατά που κουδούνιζαν, οι πρόσκοποι και ο λαός. Παρούσα εννοείται και η μπάντα της Δημοτικής Φιλαρμονικής. Σύντομα ο συνωστισμός εμπόδιζε την ορατότητα στις τελευταίες σειρές των πιστών, που προσπαθούσαν να αλλάξουν θέση με την ελπίδα ότι θα βλέπουν καλύτερα.
Με το άκουσμα του «Εν Ιορδάνη ….» ακολουθούσε ένα πανδαιμόνιο από καμπανοκρουσίες και σφυρίγματα από τα δεμένα πλεούμενα, ενώ ο Δεσπότης πετούσε το σταυρό στα αφρισμένα κύματα.
Κι έβλεπες δεκάδες κορμιά να πέφτουν στη θάλασσα για να τον πιάσουν και να εξασφαλίσουν ευλογία για όλη τη χρονιά.
Κι όταν φαινόταν το υψωμένο χέρι με το σταυρό ακολουθούσαν επευφημίες και χειροκροτήματα από το συγκεντρωμένο πλήθος. Ο τυχερός με το σταυρό στο χέρι γυρνούσε στη συνέχεια ανάμεσα στον κόσμο για να του δώσει την ευκαιρία να προσκυνήσει και να τον φιλοδωρήσει με τον οβολό του έτσι για το καλό.
Αξίζει να σημειωθεί ότι τα περισσότερα Φώτα ιδιαίτερα προπολεμικά γιορτάζονταν με αλκυονίδα ημέρα. Δεν έλειψαν όμως και μερικά Θεοφάνεια, που ο καιρός περιόριζε αρκετά την όλη τελετουργία αλλά κανένα από τους κολυμβητές, που ήθελε οπωσδήποτε να πιάσει το σταυρό.
Όλα τα παραπάνω αποτελούν περιγραφή από το βιβλίο του Δημήτρη Αετουδάκη «Ρεθεμνιώτικο Οδοιπορικό μέσα στο χρόνο».
Ένας απόδημος θυμάται
Ένας ακόμα απόδημος Ρεθεμνιώτης ο κ. Αντώνης Στεφανάκης, μας έστειλε τις δικές τους μνήμες με ιδιαίτερα χαρισματικό ύφος για να ζήσουν και οι νεότεροι μια ατμόσφαιρα Θεοφανείων περασμένων εποχών.
«Άρχιζαν, μας γράφει την παραμονή των Θεοφανείων, πρωί-πρωί στις εκκλησίες με τους υπέροχους ύμνους και ήχους της λειτουργίας του Μεγάλου Βασιλείου και τον κοινώς λεγόμενο «Μικρό» Αγιασμό.
Την ίδια ώρα, παιδιά της γειτονιάς ή από άλλες γειτονιές και τα γύρω χωριά χτυπούσαν την πόρτα μας αξημέρωτα και ζητούσαν «να μας τα πουν». Δεν έβγαινα στο διάδρομο, δεν ήθελα να χάσω τη θαλπωρή της κλίνης μου. Παρακολουθούσα, έκρινα τη μουσική απόδοση κάθε παρέας και πρόσεχα τις διαφορές από παρέα σε παρέα στο στίχο.
Τέσσερα καλλίφωνα αδέλφια από ένα γειτονικό χωριό έδιναν πρώτα το παρόν κάθε χρόνο. Χτυπούσαν την εξώπορτα πρωί – πρωί. Ήξεραν το δρόμο. Ανέβαιναν την υπαίθρια σκάλα της αυλής, στέκονταν στην πόρτα του διαδρόμου και μας τα «έλεγαν». Δεν τα είδα ποτέ αυτά τα παιδιά. Με εύρισκαν πάντα στο κρεβάτι. Οι φωνές τους όμως ήταν χαρακτηριστικές και έχουν καταγραφεί στη μνήμη μου. Τραγουδούσαν με δικό τους πρωτότυπο τρόπο και τόνο σταθερό, που έπειθε ότι ήθελαν να ολοκληρώσουν «το έργο τους».
Σήμερον είναι τω Φωτώ, π’ αγιάζουν οι παπάδες
και μεσ’ στα σπίτια μπαίνουνε και λεν το εν Ιορδάνη … και κατέληγαν…
Εφάγαμε τον πετεινό, εφάγαμε την κότα.
Δοσ’ μας και μας τον κόπο μας να πάμε σ’ άλλη πόρτα.
Έτρωγαν το μελομακάρουνό τους έπαιρναν τον οβολό τους και έφευγαν για να εμφανιστούν πάλι μετά ένα χρόνο την ίδια μέρα και ώρα…
Στην Εκκλησία, μετά από τη μυσταγωγική λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου και τον Αγιασμό, οι ιερείς φορούσαν το πετραχήλι τους, έριχναν Αγίασμα σε ένα κρεμαστό ανοιχτό δοχείο, το έδιναν να το κρατεί ένα αγόρι, κρατούσαν το σταυρό με ένα ματσάκι βασιλικό στο χέρι και με βήμα ταχύ ξεκινούσαν για να αγιάσουν τα σπίτια. Οι ιερείς, όχι μόνο και της ενορίας μας, αλλά όλων των εκκλησιών της μικρής τότε πόλης ήταν σε όλους γνωστοί. Οι πόρτες έμεναν ανοικτές όλη την ημέρα. Ο ιερέας προχωρούσε ψάλλοντας το «εν – Ιορδάνη», ραντίζοντας με τον εμβαπτισμένο στο Αγίασμα βασιλικό, όλους τους εξωτερικούς και εσωτερικούς χώρους. Πρόβαλλε το σταυρό στους παρευρισκόμενους, που τον προσκυνούσαν ευλαβικά, ενώ τους «άγιαζε» με το βασιλικό στο μέτωπο, χαιρετούσε τελευταία τη σπιτονοικοκυρά, έβαζε κάτω από το ράσο του το ρεγάλο, που εκείνη του έβαζε με προσοχή στο χέρι και ψάλλοντας αδιάκοπα και ραντίζοντας προς όλες τις κατευθύνσεις προχωρούσε προς την έξοδο και τη διπλανή πόρτα. Οι νοικοκυρές ήταν εξοικειωμένες. Είχαν όλες τον ιερέα τους. Κάθε πρώτη του μήνα πήγαινε και τους έκανε τον αγιασμό.
Οι ιερείς φρόντιζαν να περάσουν, ει δυνατόν από όλα τα σπίτια. Το έργο τους αυτό κρατούσε πολλές φορές ως τη δύση του Ηλίου.
Η επομένη ημέρα ξεκινούσε με χαρμόσυνες κωδωνοκρουσίες. Η λειτουργία των Θεοφανείων, τα υπέροχα σχετικά τροπάρια, ο Αγιασμός στο προαύλιο της εκκλησίας και η διανομή του Αγιάσματος σε όλους, που είχαν φροντίσει να έχουν μαζί τους ένα κατάλληλο ποτήρι, ένα κυπελλάκι. Ακολουθούσε η μετάβαση εν πομπή στο Ενετικό λιμάνι για τον Αγιασμό και των υδάτων της θάλασσας.
Ο Δεσπότης με τα άμφια του, τη μήτρα και την ποιμενική του ράβδο προηγούνταν και κοντά του ο νομάρχης, ο δήμαρχος, το Ιερατείο και οι αρχές της πόλης, πλαισιωμένοι από στρατιωτικό άγημα και προσκόπους. Τα εξαπτέρυγα και τα λάβαρα της εκκλησίας προχωρούσαν σε ρυθμό λιτανείας. Προηγούνταν η φιλαρμονική του Δήμου που έδινε το ρυθμό και η πομπή έκλεινε με θρησκευόμενο πλήθος του Ρεθεμνιακού κόσμου. Όλοι φορούσαν τα καλά τους, οικογένειες, νέοι, μεσήλικες και ηλικιωμένοι, με πρόσωπα που λαμποκοπούσαν από τη χαρά της συμμετοχής στη γιορταστική αυτή πομπή. Ιδιαίτερα εκδηλωτικές ήταν οι παιδικές παρέες, που έτρεχαν να προφτάσουν να πάρουν μια θέση, που θα τους επέτρεπε να παρακολουθήσουν καλύτερα την τελετή στο Ενετικό λιμάνι.
Πολλά σκάφη του μικρού λιμανιού με ανοικτές τις μηχανές τους έπλεαν από νωρίς κοντά στην είσοδο και στον γύρω χώρο, ενώ πολλοί Ρεθεμνιώτες με κάποιο αντίτιμο είχαν τη δυνατότητα να απολαύσουν την τελετή πάνω από ένα μικρό σκάφος ή μια βάρκα.
Σε λίγο η πομπή έφθανε στο λιμάνι. Στο στεγασμένο χώρο άφιξης και επιβίβασης των ταξιδιωτών ο Δεσπότης, ο νομάρχης, ο δήμαρχος, το Ιερατείον, οι ψάλτες, τα λάβαρα έπαιρναν τη θέση τους και άρχιζε η τέλεση του Αγιασμού. Στο τέλος, ο Δεσπότης ψάλλοντας το «εν Ιορδάνη» έριχνε το σταυρό στη θάλασσα.
Η στιγμή αυτή ήταν φαντασμαγορική. Οι χαρμόσυνες κωδωνοκρουσίες από τα καμπαναριά των εκκλησιών της πόλης, οι σειρήνες όλων των σκαφών που βρίσκονταν στο λιμάνι, οι ψάλτες εν χορώ επαναλάμβαναν το εν Ιορδάνη, η μπάντα επαιάνιζε χαρμόσυνα και τολμηροί κολυμβητές με το μπανιερό τους αψηφώντας το κρύο βουτούσαν από τα γύρω πλεούμενα, βάρκες και καΐκια, στη θάλασσα και συναγωνίζονταν ποιός θα φτάσει πρώτος το σταυρό. Ο πρώτος που θα τον φτάσει θα τον παραδώσει στο Δεσπότη και θα πάρει την ευλογία του. Η εκκωφαντική βοή για αρκετή ώρα θα καλύπτει όλη την παραλία και τις γύρω περιοχές και θα κάνει το χειμωνιάτικο κλίμα συγκλονιστικό.
Σε λίγο η πομπή θα επιστρέψει στην εκκλησία, ενώ ο Ρεθεμνιώτικος κόσμος, ιδιαίτερα όταν ο καιρός το επέτρεπε, θα ξεχυθεί στη μεγάλη προκυμαία, που τότε το κύμα έφτανε και καμιά φορά ανέβαινε και πάνω στο πλακόστρωτο. Μια ατμόσφαιρα μοναδική. Η χαρά ήταν έκδηλη σε όλα τα πρόσωπα. Ανταλλάσσονταν χειραψίες και ατελείωτες ευχές από όλους προς όλους. Στο σπίτι το μεσημεριανό θα είναι γιορταστικό, ενώ το απόγευμα θα γιορτάζουν ο Φώτης, ο Ιορδάνης, ο Θεοφάνης, η Φωτεινή, η Ουρανία. Στην πόλη μας ήταν πολύ διαδεδομένα αυτά τα ονόματα. Πρέπει να περάσουμε να ευχηθούμε στους φίλους μας, να πιούμε το λικεράκι μας και να πάρουμε το γλυκό μας. Κάποιοι συνήθιζαν το βράδυ να οργανώνουν και πάρτι. Η γιορτή θα κρατήσει με τραγούδια και χορό ως τα μεσάνυχτα. ..».
Με την πάροδο του χρόνου πολλά άλλαξαν από όσα μας δίνουν τα βιβλία. Πάντα όμως θα γίνονται νοσταλγικά οδοιπορικά για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι Χρόνια Πολλά και καλή μας φώτιση!
ΠΗΓΕΣ:
Μιχάλη Πριναράκη: «Λαϊκά ήθη και έθιμα της Κρητικής Υπαίθρου – Η ταυτότητα της Κρήτης»
Δημήτρη Αετουδάκη: Ρεθεμνιώτικο Οδοιπορικό μέσα στο χρόνο»
Μαρτυρία Αντώνη Β. Στεφανάκη
Γιάννη Σπανδάγου: «Ρέθυμνο – Λιμάνι και Προκυμαία»